ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΣΥΝΑΥΛΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΜΙΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΗ ΣΤΟ ΚΑΛΛΙΜΑΡΜΑΡΟ
Μια ανεπανάληπτη λαϊκή διαδήλωση με τα τραγούδια – σύμβολο της ανάτασης του λαού μας!
Μια ιστορική συναυλία για μια ιστορική μορφή της μουσικής, του αγώνα, του λαού μας. Ενα κατάμεστο Παναθηναϊκό Στάδιο που δονείται στα τραγούδια του Μίκη, στα τραγούδια τα δικά τους και τα δικά μας. Ενα σάλπισμα για πάλης ξεκίνημα, για νέους αγώνες. Η συναυλία που διοργάνωσαν η ΚΕ του ΚΚΕ και η οικογένεια του Μίκη Θεοδωράκη, για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου μας συνθέτη, χαράχτηκε ανεξίτηλα στη μνήμη του πλήθους που συμμετείχε, ως μια ιστορική στιγμή.
Ενα μεγάλο και ωραίο πλήθος κόσμου έδωσε το «παρών» για να τιμήσει τον μεγάλο μας συνθέτη και τα 100 χρόνια από τη γέννησή του. Ενα μωσαϊκό ανθρώπων όλων των ηλικιών, που με το έργο του συγκινούνται, εμπνέονται, θυμούνται, ονειρεύονται… Ηταν εκεί όσοι «δεν συνεμορφώθησαν προς τας υποδείξεις», όσοι έκαναν «τον πόνο όλου του κόσμου αδελφό», όσοι ξέρουν ότι «για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολύ», όσοι παλεύουν «για όλου του κόσμου το ψωμί, το φως και το τραγούδι». Ενα πλήθος που μετατράπηκε σε χορωδία, συνοδεύοντας τους καλλιτέχνες και σείοντας το Στάδιο στα τραγούδια του μεγάλου μας μουσικοσυνθέτη.
Τραγούδι και αγώνας έγιναν «ένα», «δύο έννοιες απόλυτα συγχωνευμένες σε μια ιστορική συναυλία, που αντικειμενικά παίρνει το νόημα μιας ιστορικής διαδήλωσης, ενός ιστορικού λαϊκού συλλαλητηρίου για την καταδίκη του πολέμου», όπως είπε μεταξύ άλλων στην ομιλία του ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας.
Δεν θα μπορούσε να δοθεί πιο ταιριαστή τιμή στα 100 χρόνια από τη γέννηση του μεγάλου μας συνθέτη, που ήταν «της λευτεριάς ταμένος». Μια μεγάλη συναυλία, μια μεγάλη διαδήλωση από εκείνους που η καρδιά τους «δεν σηκώνει τ’ άδικο». Χιλιάδες φωνές σμίγουν με τους λαούς όλου του κόσμου ενάντια στη βαρβαρότητα, «χάλκινο το τραγούδι μας στο στόμα, τίποτα δεν το φίμωσε ακόμα». Ενάντια στη σφαγή του ήρωα παλαιστινιακού λαού από το κράτος – δολοφόνο Ισραήλ. Ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο στη Μ. Ανατολή, ενάντια στους βομβαρδισμούς λαών, που γίνονται θύματα στον βωμό των ασίγαστων ανταγωνισμών για τα μεγαλύτερα κέρδη. Ενάντια στη συμμετοχή της ελληνικής κυβέρνησης στους δολοφονικούς σχεδιασμούς, που μετατρέπουν τη χώρα μας σε θύτη των επιθέσεων σε άλλους λαούς και ταυτόχρονα σε στόχο…
Με την ομορφιά της μουσικής και των τραγουδιών του Μίκη, ένα ολόκληρο στάδιο έστειλε μήνυμα αντίστασης στην ασχήμια ενός κόσμου γερασμένου, δυστυχισμένου. Μήνυμα αντίστασης στον σάπιο κόσμο του πολέμου, στον κόσμου που για «μάρκα ή δολάρια» πραγματοποιεί ακόμα «μακελειό στα Ελ Ζαατάρ».
Το σύνθημα για «Λευτεριά στην Παλαιστίνη» δόνησε την ατμόσφαιρα πολλές φορές κατά τη διάρκεια της μεγάλης αυτής συναυλίας – λαϊκής διαδήλωσης. Το πλήθος που συμμετείχε στη συναυλία εξέφρασε με τα συνθήματά του, και με σημαίες της Παλαιστίνης στις εξέδρες του Σταδίου, την αλληλεγγύη του στον παλαιστινιακό λαό και στον δίκαιο αγώνα του ώστε να έχει πατρίδα.
***
Η χτεσινή ιστορική συναυλία ήταν μια βαθιά υπόκλιση στον Μίκη της δημιουργίας! Στον συνθέτη που κατόρθωσε να εκφράσει μέσα από τις μελωδίες του την απεραντοσύνη του κόσμου, το μεγαλείο του «ενεργητικού, μάχιμου και προπαντός όρθιου λαού», την κίνηση της Ιστορίας προς τα μπρος. Γιατί ο Μίκης ήξερε καλά πως ο λαός είναι αυτός που θα κινήσει την Ιστορία προς τα μπρος, πως «σαν χτυπάει ο λαός μας σιέται γη στεριά» και πως με την πάλη του, με την αισιοδοξία, την περηφάνια και τη λεβεντιά του «υψώνει κάστρα».
Ηταν μια τιμή στη μουσική ιδιοφυΐα που μας έμαθε να τραγουδάμε τα λόγια των μεγάλων ποιητών, που με τις μελοποιήσεις του μας χάρισε «το σπάνιο κλειδί που ανοίγει τις μεγάλες πόρτες για να μπούμε στον μαγικό κόσμο της αληθινής Τέχνης».
Ενα στάδιο να σείεται και να τιμά αυτόν που εμπνεύστηκε από τα «Μεγάλα Μεγέθη» της Ιστορίας, τον Μίκη που «οι μπαταρίες του ταλέντου του γέμιζαν μέσα στη ζεστασιά της χειραψίας, μέσα στο αετίσιο βλέμμα του συναγωνιστή, μέσα στις ιαχές των συλλαλητηρίων και στη βοή της μάχης…». Αυτόν που έγινε μέρος της Ιστορίας, καθώς την αφουγκράστηκε και την αγκάλιασε, την ακολούθησε και πέτυχε να την αποτυπώσει στη μεγάλη Τέχνη του, και να την καταστήσει σύμβολο στο μωσαϊκό των πόνων, της χαράς, και κυρίως της αισιόδοξης προοπτικής για έναν λαό που αγωνίζεται για να είναι λεύτερος.
***
Ολο το ελληνικό τραγούδι τίμησε με την παρουσία του και τις ερμηνείες του από τη σκηνή τον συνθέτη που χωρίς αυτόν η ίδια η μουσική και το τραγούδι θα ήταν αλλιώς. Γιατί το μουσικό έργο του Μίκη Θεοδωράκη αποτελεί τοιχογραφία του 20ού αιώνα στη χώρα μας: Εκεί θα συναντήσουμε τις μεγάλες στιγμές της Ιστορίας, τα μεγάλα διλήμματα, τις μεγάλες αποφάσεις, τις συγκρούσεις, τις ελπίδες, τους αγώνες. Αυτό το τεράστιο έργο ερμήνευσαν χτες στο Καλλιμάρμαρο τραγουδιστές που έκαναν τα πρώτα τους βήματα ερμηνεύοντας το έργο του Μίκη Θεοδωράκη, φωνές – σύμβολα της εργογραφίας του, μαζί με νεότερους μουσικούς και ερμηνευτές, που συνεχίζουν να εμπνέονται από το αιώνιο έργο του.
Μια συγκλονιστική συναυλία, που έγραψε τη δική της Ιστορία. Μας έκανε όλους μας να αισθανθούμε ότι σηκωθήκαμε ένα μπόι ψηλότερα, ότι τούτο το βράδυ είμαστε «πιο πάνω απ’ όλα τούτα».
Πηγή : Ριζοσπάστης 26 – 6 – 2025

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΥΜΠΑΣ
Σήμερα που «οι λύκοι οι διψασμένοι για αίμα σεργιανίζουν τις γειτονιές μας», τραγούδι και αγώνας γίνονται ένα
Η ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ στο Καλλιμάρμαρο
Η σημερινή συναυλία αντικειμενικά παίρνει το νόημα μιας ιστορικής διαδήλωσης, ενός ιστορικού λαϊκού συλλαλητηρίου, για την καταδίκη του πολέμου και των δυνάμεων που πουλάνε τους λαούς «στο παζάρι του ληστή» και «του φονιά»… Η σημερινή συναυλία είναι μια νίκη του πολιτισμού, των πραγματικά πολιτισμένων ανθρώπων, που δεν μπορούν να μένουν αδιάφοροι όταν η αδικία αλωνίζει και το ψέμα θριαμβεύει, που δεν μπορούν να κοιτάζουν τη δουλειά τους όταν γύρω τους υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που βογκούν, ταπεινώνονται, πεινούν, τσακίζονται, βομβαρδίζονται.
Τα παραπάνω σημείωσε μεταξύ άλλων ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας, στην ομιλία του στην ιστορική συναυλία στο Καλλιμάρμαρο για τα 100 χρόνια από τη γέννηση του Μίκη Θεοδωράκη.
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία του ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ:
«Στη σημερινή κρίσιμη συγκυρία – χωρίς να το έχουμε προβλέψει, άλλοι, βλέπετε, φρόντισαν γι’ αυτό – γιορτάζουμε τα 100 χρόνια του Μίκη όπως εκείνος θα το ‘θελε. Τραγούδι και αγώνας θα γίνουν ένα.
Δύο έννοιες απόλυτα συγχωνευμένες σε μια ιστορική συναυλία, που αντικειμενικά παίρνει το νόημα μιας ιστορικής διαδήλωσης, ενός ιστορικού λαϊκού συλλαλητηρίου για την καταδίκη του πολέμου και των δυνάμεων που πουλάνε τους λαούς “στο παζάρι του ληστή” και “του φονιά”. Των δυνάμεων που “παίζουν ζάρια τις ζωές μας”, “στα παζάρια όλης της Γης”, για να θυμηθούμε το τόσο επίκαιρο τραγούδι των Μίκη Θεοδωράκη και Μάνου Ελευθερίου.
Η σημερινή συναυλία, με τον μεγάλο όγκο και τον παλμό της, από τα πράγματα αποκτά διάσταση διατράνωσης της απαίτησης να μπει τέλος στην απανθρωπιά των χιλιάδων ξεριζωμένων, πνιγμένων, αφανισμένων των πολέμων, που οι περισσότεροι είναι στη γειτονιά μας. Να μπει τέλος στην κτηνωδία απέναντι στους Παλαιστίνιους της Δυτικής Οχθης και της μαρτυρικής Γάζας.
Απέναντι στα χιλιάδες παιδιά που μελανιασμένα και νηστικά θάβονται ζωντανά μες στα χαλάσματα και στην κοσμοχαλασιά.
Να σταματήσουν, έστω την ύστατη στιγμή, αυτές οι αλυσιδωτές εκρήξεις πολεμικών συρράξεων και επεισοδίων που με μαθηματική ακρίβεια οδηγούν στον όλεθρο ολόκληρη την ανθρωπότητα.
Η σημερινή συναυλία είναι μια νίκη του πολιτισμού, των πραγματικά πολιτισμένων ανθρώπων, που δεν μπορούν να μένουν αδιάφοροι όταν η αδικία αλωνίζει και το ψέμα θριαμβεύει, που δεν μπορούν να κοιτάζουν τη δουλειά τους όταν γύρω τους υπάρχουν άλλοι άνθρωποι που βογκούν, ταπεινώνονται, πεινούν, τσακίζονται, βομβαρδίζονται.
Και, την ίδια στιγμή, όλη αυτή η βαρβαρότητα να βαφτίζεται με θράσος από τους υπαιτίους της “εκπολιτισμός βαρβάρων και καθυστερημένων λαών”!
Ο Θεοδωράκης γίνεται ακόμα μια φορά πόλος της λαϊκής συσπείρωσης για την ειρήνη και τη λευτεριά των λαών
Ο Μίκης Θεοδωράκης έλεγε πως απ’ όλα τα είδη ζωής το πιο ανθεκτικό μέσα στον χρόνο είναι το πνευματικό δημιούργημα. Και εμείς δικαιολογημένα παρηγοριόμαστε με την ιδέα πως οι μεγάλοι δημιουργοί που φεύγουν από τη ζωή εξακολουθούν να ζουν μέσα από το έργο τους.
Ομως στην περίπτωση του Μίκη, παρότι το τρανό έργο του έχει κατά κράτος νικήσει τον θάνατο, αυτό δεν αρκεί. Τα γεγονότα που ζούμε, τα τέσσερα χρόνια που λείπει, είναι λες και έχουν βαλθεί να υπογραμμίσουν την απουσία του.
Οχι ως σκέτο καλλιτέχνη – δημιουργό, αλλά και ως τον δημιουργό – λαϊκό καθοδηγητή.
Γιατί το ειδοποιό χαρακτηριστικό του Μίκη Θεοδωράκη, αυτό που τον ξεχωρίζει από τους άλλους κορυφαίους δημιουργούς μας, είναι η συνείδηση του χρέους που ένιωθε ότι έχει ο καλλιτέχνης απέναντι στον λαό, να τον βοηθήσει, να γίνει μπροστάρης και οδηγητής του στον δρόμο για την κοινωνική απελευθέρωση. Κι αυτό όχι μόνο με την Τέχνη του, αλλά και με τη δράση του μέσα στο λαϊκό κίνημα.
Ποιος θα το περίμενε, ποιος θα μπορούσε να το φανταστεί ότι ο Θεοδωράκης ακόμα και μετά τον θάνατό του θα γινόταν για άλλη μια φορά ο πόλος της λαϊκής συσπείρωσης για την ειρήνη και τη λευτεριά των λαών; Κι όμως, αυτό δεν είναι παράλογο. Ο χρόνος είναι πολύ σεβαστικός και ευγενικός απέναντι στους δημιουργούς που μπορούν να ακούν τον βηματισμό της Ιστορίας. Και ο Μίκης Θεοδωράκης τον άκουγε με το παραπάνω.
Οχι μόνο γιατί ήταν ένας ιδιοφυής και βαθιά μορφωμένος δημιουργός, αλλά και γιατί έπαιρνε ο ίδιος μέρος, ή, πιο σωστά, επιδρούσε και ο ίδιος σ’ αυτόν τον βηματισμό.
Με τα τραγούδια και τον αγώνα του ήταν πάντα παρών στις κρίσιμες καμπές της Ιστορίας
Από 17 κιόλας χρονών οργανώθηκε στο ΕΑΜ και λίγο μετά στο ΚΚΕ, συμμετέχοντας στην Αντίσταση. Τον Δεκέμβρη του ’44 πολέμησε στη Μάχη της Αθήνας ως αντάρτης του Εφεδρικού ΕΛΑΣ. Οι 33 μέρες των Δεκεμβριανών χαράχτηκαν τόσο βαθιά μέσα του, που χρόνια μετά ζήτησε στον τάφο του να γραφεί το Αισχύλειο επίγραμμα: “Πολέμησε τον Δεκέμβρη”.
Στη διάρκεια του εμφυλίου μοιράστηκε με τους συντρόφους του τις άγριες διώξεις του αστικού κράτους, εξόριστος στην Ικαρία και έπειτα στη Μακρόνησο, όπου βασανίστηκε φριχτά.
Στη συνέχεια αγωνίστηκε μέσα από την ΕΔΑ και τους Λαμπράκηδες για την κοινωνική και πολιτιστική αναγέννηση, ενώ “πλήρωσε” με νέες δοκιμασίες, φυλακές και εξορίες την παράνομη δράση του ενάντια στη δικτατορία των συνταγματαρχών το 1967.
Με τις αμέτρητες συναυλίες του στο εξωτερικό μέχρι την πτώση της δικτατορίας, μετέφερε το μήνυμα της αντίστασης και της λευτεριάς σε όλο τον κόσμο και έπειτα σε όλη την Ελλάδα.
Τα τραγούδια του, που τα τραγουδούσαμε μυστικά τη μαύρη εκείνη επταετία, κατέκλυσαν σαν χείμαρρος τα γιαπιά, τα σχολειά, τα πανεπιστήμια, τις εκδρομές, τις συντροφιές, τις διαδηλώσεις.
Στις συγκλονιστικές συναυλίες του και στα Φεστιβάλ της ΚΝΕ, μέσα σε μια μέθεξη της μουσικής του με τον κόσμο, αποθεωνόταν η πίστη πως με τους αγώνες μας θα αλλάξουμε τον κόσμο, για να ξημερώσει ένα καλύτερο αύριο.
Τα χρόνια αυτά έδωσε τη μάχη ως υποψήφιος του ΚΚΕ για τον δήμο της Αθήνας, ενώ το 1981 και το 1985 ως βουλευτής του Κόμματος υπερασπίστηκε τα δικαιώματα των εργαζομένων, του λαού.
Ούτε η ανατροπή του σοσιαλιστικού συστήματος και η επικράτηση της αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ και στις άλλες πρώην σοσιαλιστικές χώρες στάθηκε ικανή να αποστρατεύσει τον Μίκη. Το αντίθετο.
Ενιωθε περήφανος γιατί μείναμε όρθιοι, τονίζοντας πως “αυτό το οφείλουμε στα δάκρυα και τις θυσίες των χιλιάδων και χιλιάδων πρωτοπόρων αγωνιστών που έπεσαν ακολουθώντας τις σημαίες και τα λάβαρα με το κόκκινο αίμα. Τα λάβαρα που φλόγιζαν και εξακολουθούν να φλογίζουν τις καρδιές όσων πάλευαν και παλεύουν για την ελευθερία, την ειρήνη, το δίκαιο, τα δικαιώματα του λαού μας και όλων των λαών της Γης”.
Γι’ αυτό με τα τραγούδια του, με τη συμμετοχή του στους αγώνες, με δηλώσεις, με επιστολές, συνέχιζε να είναι πάντα παρών στις κρίσιμες καμπές της Ιστορίας:
Στην καταδίκη του βομβαρδισμού της Γιουγκοσλαβίας. Στην καταγγελία, με επιστολή του προς το Συμβούλιο της Ευρώπης και την ΕΕ, του αντικομμουνιστικού μνημονίου, που εξομοιώνει ανιστόρητα τον φασισμό με τον κομμουνισμό.
Και, παρά την προχωρημένη ηλικία του, στη δίκη της Χρυσής Αυγής, ως μάρτυρας κατηγορίας κατά της εγκληματικής ναζιστικής αυτής οργάνωσης. ‘Η στο συλλαλητήριο του ΚΚΕ επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ, η οποία προωθούσε νέα μνημόνια, για την κατάργηση όλων των μνημονίων και των αντεργατικών εφαρμοστικών τους νόμων.
Ο μόνος τρόπος για να μείνει κανείς πιστός στον εαυτό του, για να σώσει την ψυχή του από τους χωρίς τέλος συμβιβασμούς, θεωρούσε πως ήταν να συντονιστεί με όσους το έπαιζαν κορόνα – γράμματα με την Ιστορία.
“Αν επιζήσεις θα έχεις πολλά και σημαντικά να διηγηθείς στους ανθρώπους”, έγραφε. Και ο Μίκης είχε, πράγματι, πολλά να μας διηγηθεί.
Με το μεγαλειώδες έργο του απαθανάτισε όλο το έπος της λαϊκής πάλης
Με το μεγαλειώδες έργο του απαθανάτισε όλο το έπος της λαϊκής πάλης του 20ού αιώνα στη χώρα μας, και έκανε έναν ολόκληρο λαό να νιώθει περηφάνια για την αγωνιστική κληρονομιά του και θαυμασμό για εκείνους που με πράξεις την τιμούν και τη διαιωνίζουν.
Ετσι και σήμερα που “οι λύκοι οι διψασμένοι για αίμα σεργιανίζουν στις γειτονιές μας και τα τσακάλια του αντικομμουνισμού ξανασηκώνουν κεφάλι” – σύμφωνα με τα δικά του λόγια στα 90χρονα του Κόμματός μας – αναζητούμε και πάλι την ορμή και τη φλόγα του μυαλού και της καρδιάς του.
Νοσταλγούμε τη βροντερή παρουσία του, όπως το 1999 στη μεγαλειώδη συναυλία – συλλαλητήριο ενάντια στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας από το ΝΑΤΟ και την ΕΕ, που στην οργάνωσή της είχε πρωτοστατήσει, συσπειρώνοντας όλους τους μεγάλους ερμηνευτές.
Τον φανταζόμαστε με την παλαιστινιακή μαντήλα στους ώμους να μας καλεί σε πανστρατιά για να αποτρέψουμε το έγκλημα του αιώνα, που συντελείται στην Παλαιστίνη. Οπως το έκανε πάντα όσο ζούσε, με κόστος να δεχτεί επιθέσεις για δήθεν αντισημιτισμό από την ισραηλινή και την ελληνική κυβέρνηση, μέχρι και από την αμερικάνικη πρεσβεία.
Αναλογιζόμαστε την πίεση που θα ασκούσαν διεθνώς οι γεμάτες πάθος και έμπνευση πρωτοβουλίες του για να μπει τέλος στη θηριωδία του κράτους – δολοφόνου Ισραήλ. Για να ανοίξει ο δρόμος στη λευτεριά του ηρωικού Παλαιστινιακού λαού, που τόσο πόνεσε και τόσο αγάπησε, έχοντας μάλιστα γράψει τη μουσική του ύμνου της Παλαιστίνης και λάβει τιμητικά το 2015 την παλαιστινιακή ιθαγένεια.
Τον ακούμε από την εξέδρα της συναυλίας για τη 2η Ιντιφάντα το 2002 να προειδοποιεί προφητικά: “Εάν δεν σταματήσουμε τώρα, στο ξεκίνημά τους, αυτούς που βαφτίζουν τους λαούς τρομοκράτες για να τους αφανίσουν, τότε αύριο ίσως να είναι πολύ αργά”. “Οταν μια πολεμική μηχανή ξεκινήσει, τότε τίποτε δεν τη σταματά”. Και συνέχιζε: “Ηδη έχει αποκαλυφθεί ότι μετά τον Αξονα του Κακού όπως τον βάφτισε ο Μπους, δηλαδή το Ιράκ, το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, σειρά έχουν η Κίνα και η Ρωσία”.
Ο Θεοδωράκης δεν έπαψε ποτέ να πιστεύει ότι τα ιδανικά της ειρήνης, του δίκιου, της ελευθερίας, είναι κατορθωτά. Το έργο του είναι μια διαρκής σύγκρουση με την αδικία, αλλά και με την ηττοπάθεια, την παραίτηση. Είναι ένα σάλπισμα για πάλης ξεκίνημα, ώσπου να μυρίσει η Ανάσταση και να πάρουν τα όνειρα εκδίκηση.
“Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις, εκεί που πάει να σκύψει… Να τη, πετιέται αποξαρχής”, είναι η απάντησή του στην πίκρα και στην απογοήτευση από τους αδικαίωτους αγώνες και τα ανεκπλήρωτα ιδανικά.
Αυτή η αναπτέρωση της ελπίδας, η κατάφαση στη ζωή και στον αγώνα, δεν είναι ρηχή και πάντα εύκολη. Κάποιες φορές αναδύεται μέσα από βασανιστικό αναστοχασμό. Και αυτό είναι μία ακόμη απόδειξη πως κατείχε καλά την τέχνη να θεμελιώνει σταθερά μέσα μας την πεποίθηση ότι παρά τις ήττες και τα πισωγυρίσματα, η ανθρώπινη ευτυχία δεν είναι ουτοπία, για τη Δευτέρα Παρουσία.
Οσο ρωμαλέα και στιβαρά αναμετριέται η Τέχνη του με την αδικία, τόσο τρυφερά και απαλά αγκαλιάζει την ομορφιά της ζωής.
Γενναίος, φλογερός, αλλά και ευαίσθητος καθώς ήταν, έσμιγε στη μουσική του “τους τρανούς αϊτούς με τους χρυσούς αγγέλους”.
Χωρίς τον Μίκη, ιδρυτή και πρωτεργάτη αυτής της νέας Τέχνης, η μουσική θα ήταν αλλιώς
Ο Θεοδωράκης είχε εμπιστοσύνη στον λαό. Πίστευε πως μόνο ο λαός είχε την ικανότητα να εισχωρήσει στις ανώτερες μορφές της ανθρώπινης δημιουργίας, αρκεί να του δώσει κάποιος τα κλειδιά.
Αυτός το πέτυχε. “Εφερε την ποίηση στο τραπέζι του λαού, πλάι στο ποτήρι και το ψωμί του”, όπως έγραφε ο Ρίτσος.
Η επιλογή της λαϊκής μουσικής σε συνδυασμό με στοιχεία της μουσικής μας παράδοσης, για να εκφράσει τον αριστουργηματικό “Επιτάφιο” του Γιάννη Ρίτσου, έκανε αυτό το έργο ορόσημο για την ελληνική μουσική δημιουργία. Καθιερώνοντας αυτήν την πρακτική ως τον κατεξοχήν τρόπο μύησης των λαϊκών ανθρώπων στην ποιητική γλώσσα, που στη συνέχεια ακολουθήθηκε και από άλλους συνθέτες.
Ομως ο Θεοδωράκης, που το μεγάλο καλλιτεχνικό του όραμα ήταν να εναρμονίσει δημιουργικά τους δύο κόσμους, της συμφωνικής και της λαϊκής μουσικής, σε έναν και μοναδικό, δεν έμεινε μόνο σ’ αυτό.
Βαθύς γνώστης και σπουδαίος συνθέτης συμφωνικής μουσικής καθώς ήταν, μαζί με την ποίηση διεκδίκησε να φέρει στα χείλη του λαού ολοένα και πιο δύσκολους και απαιτητικούς ηχητικούς κόσμους.
Οπως το ορατόριο “Αξιον Εστί” σε ποίηση του Ελύτη, το “Πνευματικό Εμβατήριο” του Σικελιανού, το μεγαλειώδες “Κάντο Χενεράλ” του Νερούδα, το “Επιφάνια – Αβέρωφ” του Σεφέρη, στα οποία συνταιριάζονται στοιχεία της συμφωνικής δυτικοευρωπαϊκής μουσικής με την ελληνική λαϊκή μουσική και τη μουσική της ελληνικής παράδοσης.
Παράλληλα, ιδρύοντας το 1962 τη Μικρή Ορχήστρα Αθηνών άρχισε να διαδίδει τους θησαυρούς της συμφωνικής μουσικής στον λαϊκό κόσμο, που την απορροφούσε με δίψα.
Οχι τυχαία, ο Μίκης Θεοδωράκης δεν εντάσσεται αποκλειστικά στους συνθέτες της αποκαλούμενης έντεχνης λαϊκής μουσικής, αλλά θεωρείται διεθνώς και ένας από τους κύριους συμφωνικούς συνθέτες του 20ού αιώνα.
Ομως, και όταν ακόμη συνέθετε συμφωνικά έργα, πάντα στον νου του είχε τον λαό.
Ο,τι φτιάξαμε το πήραμε από τον λαό και στον λαό το επιστρέφουμε, έλεγε.
Και αυτό δεν ήταν από σεμνοτυφία. Ο Μίκης γνώριζε πως μεγάλη Τέχνη είναι αυτή που συλλαμβάνει την κίνηση της Ιστορίας, και πως αυτός που την κινεί μπροστά είναι ο λαός.
Είχε δηλαδή απόλυτη επίγνωση ότι στο σπουδαίο καλλιτεχνικό του επίτευγμα αντανακλούσαν οι σπουδαίες πράξεις του λαού, και ότι η δική του συμμετοχή στη λαϊκή δράση, παρότι τον αποσπούσε σε κάποιον βαθμό από τη δημιουργία του, ήταν το οξυγόνο της Τέχνης του.
Στο δοκίμιο “Στη διαλεκτική της αρμονίας”, που έγραψε μαζί με τον Κώστα Γουλιάμο, υπογραμμίζει με νόημα: “Σε κάθε αληθινή επανάσταση αντιστοιχεί μια νέα μορφή πολιτιστικής επανάστασης. Στην περίπτωση της σοσιαλιστικής επανάστασης, με την εμπέδωση της ισότητας για όλους, αντιστοιχεί μια Τέχνη για όλους”.
Ταυτόχρονα, ως γνήσιος διεθνιστής, ήθελε τη φωνή του δικού του λαού “να την ενώσει με τη φωνή των άλλων μέσα στο κοινό και πολύβουο τραγούδι της ανθρωπότητας”. Και αποδείχθηκε πως αυτό δεν ήταν δύσκολο να το πετύχει.
Η μουσική του έσπασε τα σύνορα της χώρας, καθώς έχει την οικουμενικότητα από τα κοινά βάσανα, τις ελπίδες, τους οραματισμούς των λαϊκών ανθρώπων όπου Γης.
Η παγκόσμια αναγνώριση της καλλιτεχνικής και κοινωνικής προσφοράς του επισφραγίστηκε με το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη.
Δίχως άλλο, χωρίς τον Μίκη, ιδρυτή και πρωτεργάτη αυτής της νέας Τέχνης, η μουσική θα ήταν αλλιώς.
Χωρίς την παλλόμενη, άγρυπνη και ακατασίγαστη προσωπικότητα του Μίκη, κι εμείς θα ήμασταν αλλιώς.
Κι ως να ‘ρθει αυτή η Λαμπρή, με τα τραγούδια του θα πολεμάμε κι εμείς
Μπορεί ως Κομμουνιστικό Κόμμα να μη συμφωνούσαμε πάντα με τις πολιτικές πρωτοβουλίες του, όμως το καταστάλαγμα που μένει είναι η τεράστια παρακαταθήκη του έργου του.
Οπως και η πολιτική διαθήκη που μας άφησε, “σβήνοντας τις λεπτομέρειες” και κρατώντας τα “Μεγάλα Μεγέθη”.
“Ξέρω”, έλεγε, “πως τελικά η συντριπτική πλειονότητα του λαού μας θα ‘ρθει κάποτε στις γραμμές μας, θ’ ακολουθήσει τις σημαίες μας… Και τότε, πάνω από τις σκαλωσιές και μέσα από τους κάμπους η πατρίδα μας θα γεμίσει τραγούδια… Τραγούδια χαράς, δημιουργίας και ελευθερίας”.
Αυτήν τη μεγάλη μέρα λαχτάρησε, γι’ αυτήν τη μέρα πολέμησε, μάτωσε, τραγούδησε σε όλη του τη ζωή.
Κι ως να ‘ρθει αυτή η Λαμπρή, με τα τραγούδια του θα πολεμάμε κι εμείς.
Μα κι “άμα τελειώσει ο πόλεμος”, εκεί που θα “κοκκινίζουν τα όνειρα”, δεν θα τον ξεχάσουμε.
Με τη δική του πάλι μουσική θα τραγουδήσουμε μαζί οι λαοί στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στην Κύπρο, στην Παλαιστίνη, στη Μεσόγειο, στα Βαλκάνια, στη Μέση Ανατολή, παντού στη Γη, το τραγούδι της ειρήνης και της πανανθρώπινης φιλίας. Με όλο το ελληνικό τραγούδι να είναι απόψε εδώ.
Να περάσουμε μια όμορφη βραδιά. Καλή δύναμη σε όλους και όλες! Καλούς αγώνες!».
Πηγή : Ριζοσπάστης 26 – 6 – 2025

Συγκλονιστικό αντάμωμα με τις μελωδίες του τεράστιου δημιουργού
«Κοινοί Θνητοί» |
Ενα από τα πολλά μοναδικά στοιχεία της ιστορικής συναυλίας του ΚΚΕ για τον Μίκη Θεοδωράκη στο Καλλιμάρμαρο ήταν ότι συνένωσε στη σκηνή δεκάδες καλλιτέχνες, όλο το ελληνικό τραγούδι. Από τους πρώτους ερμηνευτές του Μίκη μέχρι νέους και ανερχόμενους, που εμπνέονται και θα εμπνέονται διαρκώς από το έργο του.
Ετσι, δεν ξάφνιασε που το άνοιγμά της έγινε από τους «Κοινούς Θνητούς», το αγαπημένο στη νεολαία συγκρότημα από το Αλιβέρι Εύβοιας, που ερμήνευσε το «Θάλασσες μας ζώνουν», ένα από τα πρώτα τραγούδια του Μίκη, που το έγραψε εξόριστος στην Ικαρία μαζί με τους συντρόφους του, δεσμώτες κομμουνιστές, και από τις πρώτες νότες καταλάβαινες τι θα ακολουθήσει… «Στην καρδιά ατσάλι, φλόγα στην ψυχή!».
Με την «Επιστολή», το τραγούδι που έγραψε ο Μίκης στα χρόνια της χούντας και «χάρισε» και τον τίτλο στη μεγάλη συναυλία («Κοντά σας όλη μου η ζωή»), ο Αγγελος Θεοδωράκης, εγγονός του μεγάλου μας συνθέτη, έστειλε τον δικό του «χαιρετισμό», σημειώνοντας από σκηνής: «Παππού, απόψε γιορτάζουμε τα 100 σου χρόνια, στέλνουμε μήνυμα να σταματήσει η γενοκτονία. Λευτεριά στην Παλαιστίνη!».
Ξεχωριστά ήταν και τα λυρικά τραγούδια του Μίκη. Ενα τέτοιο ερμήνευσε η Βιολέτα Ικαρη, κάνοντας τους πρώτους φακούς να ανάβουν για να συνοδέψουν τη μελωδικότητα της «Φαίδρας» από την ομώνυμη ταινία του Ζιλ Ντασέν… Με την επιλογή του συγκεκριμένου τραγουδιού έγινε και μια αναφορά σε μια ιδιαίτερη πλευρά της μουσικής δημιουργίας του Μίκη, τη μουσική που έγραψε για κινηματογραφικές ταινίες. Βέβαια, δεν ήταν λίγες οι φορές που τα συγκεκριμένα τραγούδια και μελωδίες «αυτονομήθηκαν», φανερώνοντας και με αυτόν τον τρόπο το μέγεθος και την τεράστια δύναμη επικοινωνίας του έργου του. Και κινηματογραφικά συνέχισαν ως ντουέτο στη σκηνή ο Α. Θεοδωράκης με την Β. Ικαρη, στο «Από το παράθυρό σου».
Αγγελος Θεοδωράκης |
Επειτα ο λόγος δόθηκε στους ποιητές. Η δύναμη του έργου του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα αποτυπώθηκε στον κύκλο τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη «Romancero Gitano», βασισμένο στη μετάφραση επτά ποιημάτων του Λόρκα από τον Οδυσσέα Ελύτη. Στην εκφραστική δύναμη της ποίησης του Λόρκα μάς ταξίδεψε μοναδικά η Αγγελική Τουμπανάκη, με το ξεχωριστό ηχόχρωμά της.
Ακολούθησε η ποίηση του Κάλβου, να διαμηνύει πως «θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία», ένα από τα «Τραγούδια του Αγώνα», το «Εις Σάμον», που ερμήνευσε ο Παναγιώτης Πετράκης.
Μπορεί να χωρέσει η μυθιστορηματική ζωή του Μίκη σε ένα τραγούδι; Αν σκεφτούμε τους «Δρόμους του Αρχάγγελου», σε στίχους Μιχάλη Γκάνα, η απάντηση είναι ναι. Ο Βασίλης Λέκκας, ως ο πρώτος ερμηνευτής του έργου, άνοιξε με αυτό τη δεύτερη ενότητα της συναυλίας, λέγοντας ότι «ήρθαμε απόψε εδώ όλοι συνειδητά» και ταξιδεύοντας το Στάδιο σε όλα τα μέρη και τους τόπους που καθόρισαν τη ζωή και το έργο του Μίκη: «Γιάννενα και Τρίπολη και Κρήτη / ρίζα μου περηφάνια Ψηλορείτη / Ζάτουνα και νησιά της αγωνίας / φλέβα μου μυστική της Ιωνίας».
Κι ύστερα όλο το Στάδιο να χτυπάει ρυθμικά παλαμάκια στη «Μυρτιά», που τραγούδησε η Ρίτα Αντωνοπούλου, και στον «Αντρίκο», που ερμήνευσε η Γιώτα Νέγκα.
Βιολέτα Ικαρη |
Επειτα το Στάδιο όρθιο σε ένα από τα εμβληματικά ζεϊμπέκικα του Μίκη, το θρυλικό «Σαββατόβραδο»! Το ηχογράφησε ο Μίκης το 1961, μαζί με άλλα πέντε τραγούδια του Τάσου Λειβαδίτη και του Δημήτρη Χριστοδούλου, με τις φωνές του μεγάλου Στέλιου Καζαντζίδη και της Μαρινέλλας, και με τον Μανώλη Χιώτη στο μπουζούκι. Λαϊκά τραγούδια, αγαπημένα, που αργότερα αποτέλεσαν μεγάλο κομμάτι της πρώτης «Πολιτείας» του συνθέτη. Τραγούδια που έχουν καθορίσει γενιές και γενιές… Το ερμήνευσε ο Δημήτρης Μπάσης εξαιρετικά, συνοδευόμενος από τις φωνές των δεκάδων χιλιάδων του κοινού στα ρεφρέν, όπως έγινε και αμέσως μετά, που μετρώντας «Βράχο, βράχο τον καημό μου», ολόκληρο το Καλλιμάρμαρο παλλόταν, δονούνταν από τα χειροκροτήματα και το τραγούδι.
Με συγκίνηση και δύναμη η Ρίτα Αντωνοπούλου ερμήνευσε το «Δρόμοι παλιοί», λέγοντας πόσο συγκινημένος θα ήταν ο ίδιος ο Μίκης αν ήταν μαζί με όλο αυτό το γεμάτο παλμό πλήθος, και ύστερα ο Παντελής Θαλασσινός πήρε τη σκυτάλη για να ερμηνεύσει τον «Ωρωπό», να μας θυμίσει μια σελίδα του έργου και της δράσης του Μίκη στον αντιδικτατορικό αγώνα, τότε που το να τραγουδάς Θεοδωράκη ήταν συνώνυμο πράξης αντίστασης.
Επειτα ο Παντελής Θαλασσινός μαζί με τον Διονύση Τσακνή επιφύλαξαν μια «έκπληξη», όπως είπαν, στο κοινό: Τραγουδώντας μαζί το «Ηταν κάποτε δυο φίλοι», σημείωσαν ότι μπορεί να το είχε πρωτοπεί ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, μετά όμως αυτό το τραγούδι έγινε ο εθνικός ύμνος της Παλαιστίνης. Για άλλη μια φορά σε όλο το Στάδιο ήχησε το σύνθημα «Λευτεριά στην Παλαιστίνη», από τις οθόνες πρόβαλε ο Μίκης σε φωτογραφίες με τον Γιασέρ Αραφάτ και τον Γιάννη Ρίτσο, να φορούν την παλαιστινιακή μαντίλα, ενώ το κοινό ανέμιζε κεφίγες και παλαιστινιακές σημαίες, κοιτώντας τη μια εξέδρα όπου εκατοντάδες νέοι ύψωσαν πικέτες με τη σημαία της Παλαιστίνης.
Παναγιώτης Πετράκης |
Ναι! Η Ιστορία έχει μια σωστή πλευρά, με την Παλαιστίνη ως τη λευτεριά. Δεν θα κουραστούμε να το φωνάζουμε, και σε αυτόν τον αγώνα η μουσική του Μίκη πάντα θα μας συνοδεύει… Γιατί όπως έλεγε και ο ίδιος: «Πρέπει κάτι να γίνει για να σπάσει ο φόβος και η σιωπή γύρω απ’ αυτά τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας».
«Σήμερα, το 2025, τα τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη ηχούν σημαντικότερα από ποτέ, ίσως γιατί τα έχουμε εμείς περισσότερο ανάγκη», τόνισε ανεβαίνοντας στη σκηνή ο Γεράσιμος Ανδρεάτος, που ερμήνευσε το «Βραδιάζει». Μαζί του ανέβηκε ο Κώστας Τριανταφυλλίδης για να δονήσει το Στάδιο με το «Της ξενιτιάς» αλλά και τη «Μέρα Μαγιού», το σπαρακτικό λαϊκό τραγούδι από τον «Επιτάφιο», ένα τραγούδι – ύμνο για τη δύναμη της εργατικής τάξης…
Και αμέσως μετά όλο το Στάδιο αντήχησε με το σύνθημα «Ενας αιώνας αγώνας και θυσία, το ΚΚΕ στην πρωτοπορία!».
«Φόρος τιμής στην καρδιά του Μίκη, στην καρδιά της Γάζας, φόρος τιμής στην ειρήνη, στους ανθρώπους αυτούς που έχουν υποφέρει», ήταν η αφιέρωση που έκανε από σκηνής ο Μάριος Φραγκούλης, ερμηνεύοντας το «Της αγάπης αίματα» από το κορυφαίο «Αξιον Εστί» και καλώντας το κοινό να τραγουδήσει μαζί του την «Αρνηση», ολοκληρώνοντας το τραγούδι με μία από τις μοναδικές κορόνες του.
Αγγελική Τουμπανάκη |
Υστερα ήρθε η ώρα για τον σεβαστό και μεγάλο Μανώλη Μητσιά: «Στράτα τη στράτα», «Το παλικάρι έχει καημό», «Δραπετσώνα» και όλο το Στάδιο να τραγουδά, να υποκλίνεται, να εύχεται να μην τελειώσει αυτή η μοναδική βραδιά.
Και όχι μόνο δεν τελείωνε, αλλά η ένταση όλο δυνάμωνε, αφού στη σκηνή ανέβηκε ο Μίλτος Πασχαλίδης, ξεσηκώνοντας μια μοναδική ατμόσφαιρα. «Είμαστε δυο», «Οταν σφίγγουν το χέρι»… Τραγούδια και συνθήματα, ηλεκτρισμός, όλο το στάδιο μια φωνή, όλα τα χέρια ψηλά, όλες οι φωνές ενωμένες απαιτώντας ξανά «Λευτεριά στην Παλαιστίνη»!
«Ευχαριστούμε τον Μίκη για τον πολιτισμό, για την Τέχνη που μας άφησε παρακαταθήκη και θα μεγαλώσουν γενιές και γενιές. Σας ευχαριστούμε και τον ευχαριστούμε από τα βάθη της καρδιάς μας», είπε η Αλκηστις Πρωτοψάλτη, για να ακολουθήσει η αγέρωχη ερμηνεία της στο «Κράτησα τη ζωή μου» και να μαγέψει με τη μελωδικότητα και τη ζωντάνια της στον «Απρίλη», πριν κάνει ντουέτο με τον Δημήτρη Μπάση στο «Στρώσε το στρώμα σου για δυο».
Με το «Αρνιέμαι» ανέβηκε στη σκηνή ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου, ξεσηκώνοντας το μοναδικό συναυλιακό κλίμα που μόνο εκείνος ξέρει να δημιουργεί, για να ενωθεί όλο το Στάδιο στο σύνθημα «Το μέλλον μας δεν είναι ο καπιταλισμός, είναι ο νέος κόσμος ο σοσιαλισμός». Αμέσως μετά ερμήνευσε την «Ομορφη πόλη» …και η νύχτα έγινε μέρα, καθώς δεκάδες χιλιάδες φακοί από τα κινητά του κοινού φώτισαν το Στάδιο, δίνοντας εικόνες ανεπανάληπτες. Ακολούθησε το «Σφαγείο», που συνοδεύτηκε από το σύνθημα «Ούτε σε ξερονήσια ούτε σε φυλακές, ποτέ τους δεν λυγίσανε οι κομμουνιστές».
Βασίλης Λέκκας |
«Πατέρα και δάσκαλο» για την οικογένεια των μουσικών, που «δεν έφυγε ποτέ από κοντά μας» χαρακτήρισε τον Μίκη Θεοδωράκη ο Γιώργος Νταλάρας, που ανέβηκε με τη σειρά του στη σκηνή ερμηνεύοντας το «Ανοίγω το στόμα μου» κι έπειτα τις «Καμπάνες», γιατί… «τούτο το χώμα είναι δικός τους και δικό μας, δεν μπορεί κανείς να μας το πάρει»… Αυτά τα τραγούδια είναι δικά τους και δικά μας… Και αυτό το ξέρουμε καλά! Τραγούδησε για το χθες, το σήμερα και το αύριο. Τραγούδησε για τον δικό μας Μίκη που μας έμαθε ότι η ζωή έχει «ανηφόρες», αλλά και μας έμαθε πως να κρατιόμαστε «από ένα λουλούδι» μέχρι να σημάνουν οι πραγματικές καμπάνες… Και τον συνόδεψαν αμέσως μετά οι «Τεκετζήδες», παιδιά από τα Μουσικά Σχολεία Ιλίου και Αλίμου, με τα μπουζούκια και τις φωνές τους, στο «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» κερδίζοντας θερμότατο χειροκρότημα.
Μέχρι τη ώρα που έκλεινε η ύλη της εφημερίδας, η μοναδική αυτή, ιστορική συναυλία ήταν σε εξέλιξη, κορυφωνόταν τραγούδι με το τραγούδι. Οπότε είναι δεδομένο ότι ο «Ριζοσπάστης» θα επανέλθει με ρεπορτάζ από τις μοναδικές αυτές στιγμές στο αυριανό φύλλο.
Επαιξε η Λαϊκή Ορχήστρα «Μίκης Θεοδωράκης»: Νίκος Τατασόπουλος (μπουζούκι), Αρης Κούκος (μπουζούκι), Ευαγγελία Μαυρίδου (πιάνο), Ξενοφών Συμβουλίδης (όμποε – φλογέρες – μπαγλαμάς), Αρτέμης Σαμαράς (βιόλα), Λευτέρης Γρίβας (ακορντεόν), Νίκος Γκιόλιας (κιθάρα), Θεόδωρος Κουέλης (μπάσο), Νίκος Σκομόπουλος (ντραμς), Στέφανος Θεοδωράκης – Παπαγγελίδης (κρουστά).
Παντελής Θαλασσινός |
Στον ήχο ήταν οι Μιχάλης Αλεξάκης, Νίκος Ρούντος, Σάκης Καρασαρίνης και Γιώργος Αλειφέρης.
Διονύσης Τσακνής |
Γεράσιμος Ανδρεάτος |
Κώστας Τριανταφυλλίδης |
Μανώλης Μητσιάς |
Ρίτα Αντωνοπούλου |
Γιώτα Νέγκα |
Μάριος Φραγκούλης |
Βασίλης Παπακωνσταντίνου |
Μίλτος Πασχαλίδης |
Αλκηστης Πρωτοψάλτη – Δημήτρης Μπάσης |
Γιώργος Νταλάρας |
Μαρία Φαραντούρη |
Πηγή : Ριζοσπάστης 26 – 6 – 2025 |
***
Erokinissi |