ΠΟΛΙΤΙΚΗ
ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ – ΕΚΤΡΩΜΑ ΓΙΑ ΤΗ 13ΩΡΗ ΔΟΥΛΕΙΑ
Οι «ελευθερίες» στο ξεζούμισμα και η πραγματικότητα για τους εργαζόμενους
Αν πάρει κανείς «τοις μετρητοίς» την προπαγάνδα της κυβέρνησης και των «παπαγάλων» της με την οποία στηρίζουν το νέο αντεργατικό νομοσχέδιο για τη 13ωρη σκλαβιά, θα πιστέψει ότι οι εργαζόμενοι …απεχθάνονται τον σταθερό χρόνο εργασίας. Οτι θέλουν να παίρνουν ψίχουλα αντί για μισθούς, και ότι για να αυξήσουν – κάπως – το εισόδημά τους χαίρονται να δουλεύουν παραπάνω ώρες, σε ακανόνιστα και εξαντλητικά ωράρια, όπως, όταν και όπου το θελήσουν οι εργοδότες. Οτι μισούν τον ελεύθερο χρόνο.
Και το πιο σημαντικό; Οτι τάχα «ελεύθεροι» από τους καταναγκασμούς της μισθωτής εργασίας, «ελεύθεροι» από συνδικάτα και συλλογικές διαπραγματεύσεις, ο καθένας μόνος του και «ίσος προς ίσο» με τον εργοδότη «αποδέχεται» τη ζούγκλα την οποία κάνει νόμο η κυβέρνηση.
Με κάτι τέτοια επιχειρήματα στηρίζει η κυβέρνηση το νομοσχέδιο που έφερε για διαβούλευση, διακινώντας τα γνωστά σημειώματα στα ΜΜΕ με «ερωταπαντήσεις» και «αλήθειες» για την «ελευθερία» που φέρνει η 13ωρη σκλαβιά…
Η «ελευθερία» της 13ωρης σκλαβιάς
Λέει η κυβέρνηση:«Δεν καταργείται το 8ωρο, απλώς δίνεται η “ελευθερία” στον εργαζόμενο να απασχολείται μέχρι 13 ώρες στον ίδιο εργοδότη, κερδίζοντας περισσότερα χρήματα από την προσαύξηση κατά 40% για κάθε υπερωρία».
Η αλήθεια: Οι 13 ώρες εργασίας περιλαμβάνονται στην Οδηγία 2003/88 της ΕΕ, τις οποίες η ίδια η κυβέρνηση χαρακτηρίζει ως «κανονικότητα». Μάλιστα, επιτρέπονται και παρεκκλίσεις, δηλαδή δουλειά πάνω από 13 ώρες την ημέρα. Την Οδηγία αυτή στηρίζουν όλα τα αστικά κόμματα και εφαρμόζουν όλες οι κυβερνήσεις των ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ.
Το 8ωρο αποτελεί έτσι κι αλλιώς «είδος υπό εξαφάνιση». Οι 13 ώρες δουλειάς καταργούν στην πράξη το 8ωρο – 5ήμερο – 40ωρο, σμπαραλιάζουν κάθε έννοια ελεύθερου χρόνου, αντικειμενικά προκαλούν ανεπανόρθωτη φθορά στον οργανισμό του εργαζόμενου.
Ταυτόχρονα, ο ισχυρισμός ότι οι εργαζόμενοι θα «βγάζουν περισσότερα χρήματα» αν κάθονται 5 ώρες παραπάνω στη δουλειά αποτελεί ωμή παραδοχή ότι οι καθηλωμένοι μισθοί έχουν οδηγήσει τους εργαζόμενους να μην μπορούν να τα βγάλουν πέρα, οπότε αναγκάζονται είτε σε δεύτερο μεροκάματο είτε σε υπερωρίες.
Μάλιστα, οι κυβερνήσεις τα τελευταία 25 χρόνια μειώνουν διαρκώς την αμοιβή των υπερωριών. Πιο πρόσφατα, ο νόμος 4808/2021 (νόμος Χατζηδάκη) αύξησε τον αριθμό των νόμιμων υπερωριών από 120 σε 150 ετησίως και μείωσε την προσαύξηση της αμοιβής τους από 60% σε 40%, στρώνοντας το έδαφος για το σημερινό αίσχος της 13ωρης δουλειάς.
Είναι πρόκληση, λοιπόν, η κυβέρνηση να επικαλείται την προσαυξημένη αμοιβή κατά 40% στις υπερωρίες, την οποία η ίδια κυβέρνηση μείωσε πριν από 4 χρόνια κατά 33%!
Πρόσφατα, επίσης με άλλο νόμο κατάργησε την ασφάλιση των προσαυξήσεων για υπερεργασία και υπερωρία και πλέον ασφαλίζονται σαν κανονικές ώρες, μειώνοντας έτσι περαιτέρω το λεγόμενο «μη μισθολογικό κόστος» σε όφελος των εργοδοτών και σε βάρος των εργαζομένων και των ασφαλιστικών ταμείων τους.
Λέει η κυβέρνηση:«Το νομοσχέδιο το ζήτησαν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, το ζήτησαν σερβιτόροι και κομμώτριες!».
Η αλήθεια: Οι εργαζόμενοι εκπροσωπούνται από τα σωματεία τους, και η κυβέρνηση δεν μπορεί να αναφέρει ούτε ένα σωματείο που να πήγε και να της ζήτησε την επέκταση της 13ωρης δουλειάς στον ίδιο εργοδότη.
Μάλιστα, υπάρχει καταγγελία των εργαζομένων μέσα από το υπουργείο Εργασίας ότι η σύνταξη του νομοσχεδίου δεν ακολούθησε καν την προβλεπόμενη διαδικασία – δηλαδή, δεν πέρασε καν από Επιτροπές και στελέχη του υπουργείου – αλλά, ήρθε αυτούσιο από τους επιχειρηματικούς ομίλους και τις ενώσεις εργοδοτών.
Σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό ότι το ζήτησαν …σερβιτόροι είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις λίγες μέρες πριν αναγγελθεί το νομοσχέδιο, το Συνδικάτο Επισιτισμού – Τουρισμού Αττικής πραγματοποίησε αρχαιρεσίες. Σε αυτές ψήφισαν 3.500 εργαζόμενοι, στηρίζοντας τα αιτήματα για 5ήμερο – 8ωρο χωρίς διευθέτηση του χρόνου εργασίας, για σταθερή δουλειά με ανθρώπινες συνθήκες εργασίας, με μέτρα για την Υγεία και την ασφάλεια, καταδικάζοντας την υπογραφή απαράδεκτου άρθρου στην κλαδική ΣΣΕ των Ξενοδοχείων, που υπέγραψαν οι συνδικαλιστές ΠΑΣΚΕ – ΔΑΚΕ – ΣΥΡΙΖΑ για 9ωρο – 7ήμερο με διευθέτηση.
Την ίδια περίοδο, ο ΣΕΒ στη Γενική του Συνέλευση επαναλάμβανε ότι «οι επιχειρήσεις ζητούν περισσότερη ευελιξία, να μην παρεμβαίνει το κράτος για το πότε θα λειτουργούν». Επανέφερε δηλαδή το αίτημα για δουλειά όπως και για όσο θέλουν οι εργοδότες, ενώ στην ΕΕ εντεινόταν η συζήτηση για νέες διευθετήσεις στον χρόνο εργασίας και άλλες ανατροπές, ώστε να πιάνονται οι στόχοι της πολεμικής οικονομίας.
Ποιους «άκουσε» λοιπόν η κυβέρνηση; Τους χιλιάδες εργαζόμενους στον Επισιτισμό και σε κάθε κλάδο, που λιώνουν στη δουλειά για μισθούς πείνας, που παλεύουν μέσα από τα συνδικάτα τους για μείωση του χρόνου εργασίας; `Η τους επιχειρηματικούς ομίλους που ζητούν περισσότερη «ευελιξία», επέκταση της απλήρωτης εργασίας, κατάργηση κάθε εμποδίου στο ξεχείλωμα του εργάσιμου χρόνου μέχρι τα απώτατα όρια της φυσικής εξάντλησης;
Η «ελευθερία» του γονέα να βλέπει το παιδί μια φορά τη βδομάδα
Λέει η κυβέρνηση: «Το νομοσχέδιο στηρίζει τους εργαζόμενους γονείς αφού τους επιτρέπει να δουλεύουν 4 μέρες τη βδομάδα για 10 ώρες την ημέρα, για όλο τον χρόνο και έτσι θα μπορούν να βλέπουν τα παιδιά τους την 5η μέρα».
Η αλήθεια: Η κυβέρνηση λέει στους γονείς ότι θα είναι «γονείς» μόνο την 5η ημέρα της εβδομάδας, ενώ τις υπόλοιπες δεν θα προλαβαίνουν όχι να δουν τα παιδιά τους, ούτε και να ξεκουραστούν οι ίδιοι. Θα φεύγουν για δουλειά στις 7 το πρωί και θα επιστρέφουν μέσα στη νύχτα. Και θα έχουν παράλληλα να αντιμετωπίσουν τα οξυμένα προβλήματα που δημιουργεί η εμπορευματοποίηση της Παιδείας, η απαράδεκτη κατάσταση στους παιδικούς σταθμούς, η ανυπαρξία βασικών υποδομών για τη λαϊκή οικογένεια.
Η «ελευθερία» στην εξαφάνιση της ετήσιας άδειας αναψυχής
Λέει η κυβέρνηση: «Το νομοσχέδιο δίνει τη δυνατότητα στους εργαζόμενους να “σπάνε” και να “απλώνουν” την άδειά τους όλο τον χρόνο».
Η αλήθεια: Πρόκειται για άθλιο μέτρο που στην ουσία καταργεί την κεκτημένη ενιαία θερινή άδεια των εργαζομένων. Σημειώνεται ότι σήμερα ο εργοδότης είναι υποχρεωμένος να δώσει το καλοκαίρι το λιγότερο 10 μέρες άδεια, για όσους εργάζονται 5ήμερο και 12 μέρες, για όσους εργάζονται 6ημερο. Με το νομοσχέδιο η άδεια κατακερματίζεται σε 5ημεράκια όλο τον χρόνο που θα δίνονται όποτε βολεύει την επιχείρηση, δηλαδή όποτε έχει …αναδουλειές, πάντα σε «συνεννόηση με τον εργοδότη». Και, προφανώς θα πηγαίνουν «στράφι», γιατί π.χ. τι να το κάνει το 5ήμερο ο «σερβιτόρος» (που ζήτησε 13 ώρες δουλειά) τον Φλεβάρη όταν τα παιδιά του θα έχουν σχολείο;
Η «ελευθερία» της εργασίας των δύο ημερών
Λέει η κυβέρνηση:«Με τις fast track προσλήψεις για δουλειά δύο ημερών μειώνεται η γραφειοκρατία».
Η αλήθεια: Η υπάρχουσα νομοθεσία επιτρέπει πλήθος παραλλαγών ελαστικών μορφών απασχόλησης. Με το μέτρο αυτό δίνεται ένα ακόμα όπλο στους εργοδότες να κάνουν τη ζωή των εργαζομένων λάστιχο. Στην πραγματικότητα είναι fast track απολύσεις, οι οποίες θα χειροτερέψουν περισσότερο τη σημερινή κατάσταση ανακύκλωσης εργαζομένων – ανέργων, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ», για κάθε 100 προσλήψεις γίνονται 95 απολύσεις και πάνω από 8.000 απολύσεις την ημέρα.
Και τα …όρια της κυβέρνησης
Εκτός από τις «ελευθερίες», στην ίδια σφαίρα του εμπαιγμού κινούνται και τα …«όρια» που επικαλείται η κυβέρνηση για να καθησυχάσει τους εργαζόμενους.
Λέει η κυβέρνηση: «Οι εργαζόμενοι δεν θα δουλεύουν 13 ώρες την ημέρα όλο τον χρόνο γιατί οι υπερωρίες δεν μπορούν να ξεπεράσουν ετησίως τις 150».
Η αλήθεια: Καταρχάς το όριο αυτό σημαίνει ότι ένας εργαζόμενος μπορεί να εξαναγκαστεί σε 13 ώρες ημερήσια εργασία, για 37 εργάσιμες μέρες ανά έτος. Επιπλέον, ο εργοδότης επικαλούμενος έκτακτες ανάγκες μπορεί να πάρει άδεια από το υπουργείο Εργασίας για επιπλέον υπερωρίες. Αυτό έκαναν μόλις πριν λίγο καιρό τα ΕΛΠΕ ζητώντας και παίρνοντας άδεια για επιπλέον 65.000 ώρες υπερωρίας για περίπου 400 μόνιμους εργαζόμενους, για διάστημα τριών μηνών!
Λέει η κυβέρνηση:«Δεν κινδυνεύουν οι εργαζόμενοι. Υπάρχει ρήτρα “μη απόλυσης” εφόσον αρνηθούν τη διευθέτηση και το 13ωρο».
Η αλήθεια: Πρόκειται για καθαρή κοροϊδία. Με βάση προηγούμενους νόμους δεν υπάρχει υποχρέωση από τους εργοδότες να αιτιολογούν τις απολύσεις. Ταυτόχρονα, όπως κάνουν και τώρα, μπορούν να επικαλούνται προσχηματικά άλλους λόγους από τους πραγματικούς. Δηλαδή σε έναν εργαζόμενο που αρνήθηκε να δουλέψει υπερωρία μπορεί να τον απολύσει γιατί «δεν είναι καλός στη δουλειά του», ενώ λόγω των μεγάλων ελλείψεων στην επιθεώρηση εργασίας η εργοδοσία ξέρει ότι μπορεί να ξεσαλώνει ανενόχλητη.
Λέει η κυβέρνηση:«Το νομοσχέδιο δεν υπονομεύει τις Συλλογικές Συμβάσεις και τις συλλογικές διαπραγματεύσεις».
Η αλήθεια: Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας υπονομεύονται, χτυπιούνται, εδώ και χρόνια από σειρά αντεργατικών νόμων των κυβερνήσεων ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ, που ξεχείλωσαν τον εργάσιμο χρόνο και παρενέβησαν στον τρόπο καθορισμού των μισθών.
Οι αντεργατικοί νόμοι Βρούτση – Αχτσιόγλου, Χατζηδάκη, Γεωργιάδη δίνουν στους εργοδότες την επιλογή να μην υπογράφουν συλλογικές συμβάσεις και να καθορίζουν τους όρους εργασίας με ατομικές συμβάσεις, ή να πιέζουν για να συμπεριλαμβάνονται αντεργατικές διατάξεις στις ΣΣΕ. Η κυβέρνηση φέρνει το νομοσχέδιο συνεχίζοντας το χτύπημα των συλλογικών διαπραγματεύσεων για να ξεμοναχιάζεται ο εργαζόμενος απέναντι στον εργοδότη.
Χ.Μ.
ΠΑΝΕΡΓΑΤΙΚΟ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ – ΣΥΝΔΙΚΑΤΑ
Κλιμάκωση του αγώνα, να αποσυρθεί το τερατούργημα της 13ωρης δουλειάς!
Ολοι στη συγκέντρωση τη Δευτέρα 8 Σεπτέμβρη στις 7.30 μ.μ. στο Σύνταγμα – Συνέχεια με πανεργατική απεργία
Την απαίτηση να αποσυρθεί το νέο αντεργατικό τερατούργημα για το 13ωρο και τα ευέλικτα ωράρια προβάλλει το ΠΑΜΕ, καλώντας όλα τα Συνδικάτα στον αγώνα για 7ωρο – 5ήμερο – 35ωρο, για Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και γενναίες αυξήσεις στους μισθούς.
Στο πλαίσιο αυτό καλεί σε συγκέντρωση τη Δευτέρα 8 Σεπτέμβρη, στις 7.30 μ.μ., στο Σύνταγμα και σε κλιμάκωση της πάλης με την οργάνωση πανεργατικής απεργίας.
Οι κυβερνητικές αθλιότητες, σημειώνει το ΠΑΜΕ, περί «δίκαιης εργασίας για όλους» και «στήριξης στους εργαζόμενους» δεν μπορούν να κρύψουν ότι μας φέρνουν ένα βήμα πιο κοντά στον Μεσαίωνα. Με το νομοσχέδιο η κυβέρνηση επεκτείνει την εργοδοτική ασυδοσία, οδηγεί στην παραπέρα εντατικοποίηση της εργασίας με μοναδικό στόχο την ακόμα μεγαλύτερη αύξηση της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων.
Το ΠΑΜΕ καλεί σε ένταση της πάλης μέσα από τα συνδικάτα απαιτώντας την απόσυρση του αντεργατικού τερατουργήματος και διεκδικώντας το αίτημα 7ωρο – 5ήμερο – 35ωρο για όλους! Κατάργηση της διευθέτησης του χρόνου εργασίας και όλων των μορφών ελαστικής απασχόλησης, αυξήσεις στους μισθούς και Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, καμιά εμπλοκή της χώρας μας στο μακελειό του πολέμου. Προστασία της λαϊκής κατοικίας κ.ά.
Συσκέψεις και συνεδριάσεις σωματείων
– Το Εργατικό Κέντρο Λαυρίου – Ανατολικής Αττικής καλεί σε σύσκεψη το Σάββατο 30 Αυγούστου, στις 7 μ.μ. στον προαύλιο χώρο του ΕΚ στο Λαύριο (Δανουκάρα 7).
– Το Συνδικάτο Επισιτισμού – Τουρισμού – Ξενοδοχείων Αττικής καλεί σε ανοιχτή συνεδρίαση της Κεντρικής Διοίκησης, μαζί με εκπροσώπους των επιχειρησιακών σωματείων, τη Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου, στις 6.30 μ.μ., στα γραφεία του.
– Στα Τρίκαλα, κάλεσμα σε ανοιχτή σύσκεψη απευθύνει το Εργατικό Κέντρο, για το Σάββατο 30 Αυγούστου, στις 7.30 μ.μ., στην αίθουσα συνελεύσεων των γραφείων του.
Κυριακή 31 Αυγούστου 2025

ΕΡΓΑΤΙΚΑ
«Καθεστώς» τα μεροκάματα της εξόντωσης σε όλη την ΕΕ
Μια αποκαλυπτική «ματιά» στην ευρωπαϊκή «κανονικότητα» την οποία υπερασπίζονται οι δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας
«
Η κυβέρνηση της ΝΔ με το 13ωρο κάνει την Ελλάδα “εξαίρεση” στην ΕΕ», «παραβιάζει τις ευρωενωσιακές κατευθύνσεις για τον εργάσιμο χρόνο», «τέτοια νομοσχέδια είναι εκτός ευρωπαϊκού πλαισίου», «η Ελλάδα γίνεται ευρωπαϊκή παραδοξότητα».
Τα παραπάνω είναι μερικά μόνο από όσα περιλαμβάνονται στις θέσεις του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ και άλλων κομμάτων της αντιπολίτευσης, όπως και συνδικαλιστών τους στο εργατικό κίνημα με αφορμή το εκτρωματικό νομοσχέδιο της κυβέρνησης για την επέκταση της 13ωρης δουλειάς. Σε μια ακόμα προσπάθεια να παραπλανήσουν τους εργαζόμενους, αυτό που καταλογίζουν στην κυβέρνηση είναι ότι τάχα «δεν εφαρμόζει τις κατευθύνσεις της ΕΕ» για τον εργάσιμο χρόνο. Μάλιστα προβάλλουν ως «πρότυπα» χώρες που ήδη εφαρμόζεται το ξεχείλωμα του εργάσιμου χρόνου, ξεπλένοντας τη στρατηγική του κεφαλαίου όπως συμπυκνώνεται στις αντεργατικές οδηγίες της ΕΕ με πιο εμβληματική την 2003/88 που κατοχυρώνει τη 13ωρη δουλειά.
Τι συμβαίνει λοιπόν στην ΕΕ και στις χώρες «πρότυπα»;
Υπενθυμίζεται ότι η περιβόητη Οδηγία 2003/88 περιλαμβάνει μια σειρά «εξαιρέσεων» και «παρεκκλίσεων», ώστε να γίνεται «καθεστώς» το ξεχείλωμα του εργάσιμου χρόνου, κάτι που περιλαμβάνεται στις νομοθεσίες σχεδόν όλων των χωρών της ΕΕ. Κάπως έτσι και με …όριο την 11ωρη ανάπαυση ανάμεσα σε δύο βάρδιες, η εργάσιμη βδομάδα φτάνει μέχρι και τις 78 ώρες.
Μόλις πριν λίγους μήνες άλλωστε άνοιξε εκ νέου η συζήτηση στην ΕΕ για την ανάγκη περαιτέρω ξεχειλώματος του εργάσιμου χρόνου, ώστε να πιάνονται οι στόχοι της στροφής στην πολεμική οικονομία.
Στο πλαίσιο αυτής της «κανονικότητας» είναι οι προβλέψεις του εργατικού δικαίου σε μια σειρά χώρες για τον εργάσιμο χρόνο, συγκλίνοντας όλο και περισσότερο προς τη 13ωρη δουλειά. Κι αυτό γίνεται είτε στο όνομα της «δημόσιας τάξης» είτε για άλλες «εθνικές ανάγκες» όπως σε Βουλγαρία, Γερμανία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο κ.α.
Στις περισσότερες χώρες οι εργαζόμενοι είναι υποχρεωμένοι να εργαστούν υπερωριακά για να καλύψουν τις ανάγκες του εργοδότη, κάτι που συμβαίνει σε Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία, Λουξεμβούργο, Μάλτα, Ολλανδία, Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Κροατία, Τσεχία, Δανία, Εσθονία, Γαλλία, Ελλάδα, Ουγγαρία.
Χαρακτηριστικά είναι όσα περιλαμβάνονται σε έρευνα του Eurofound του 2022, όπου καταγράφονται οι υπερωρίες και ο εργάσιμος χρόνος, αποκαλύπτοντας πώς εφαρμόζεται στην πράξη η Οδηγία 2003/88. Από όσα αναφέρονται στην έρευνα ξεχωρίζουν τα εξής, τα οποία προβλέπονται από τα εργατικά δίκαια των κρατών (βλ. και πίνακα):
- Στη Γαλλία, η εργάσιμη εβδομάδα προσδιορίζεται τυπικά στις 35 ώρες και με βάση την ενσωμάτωση της ΕΚ/2003/88, μπορεί να παραταθεί στις 48 ώρες με 10ωρη ή 12ωρη ημερήσια εργασία. Παράλληλα το όριο των ετήσιων υπερωριών προσδιορίζεται στις 200, αλλά μπορεί να τροποποιηθεί με συλλογική ρύθμιση.
- Στη Γερμανία η εργάσιμη εβδομάδα προσδιορίζεται τυπικά στις 35,6 ώρες ενώ η εργάσιμη μέρα μπορεί να επεκταθεί στις 12 ή τις 13 ώρες, όπως εφαρμόζεται ήδη σε εργοστάσια πολεμικής βιομηχανίας.
- Στο Βέλγιο, η εργάσιμη εβδομάδα ορίζεται στις 37,8 ώρες. Ομως η εργάσιμη μέρα μπορεί να επεκταθεί από 9 έως 12 ώρες, ενώ οι ετήσιες υπερωρίες είναι 100 ώρες εθελοντικής υπερωριακής απασχόλησης, που μπορούν να αυξηθούν στις 360 (!) με συλλογική σύμβαση.
- Στην Ιταλία, η τυπική εργάσιμη εβδομάδα είναι 38 ώρες, η εργάσιμη μέρα μπορεί να επεκταθεί στις 13 ώρες, ενώ σε ό,τι αφορά στο όριο των υπερωριών, φτάνει στις 250 ετησίως, που μπορεί να παραταθεί με συλλογική συμφωνία.
- Στη Σουηδία, η εργάσιμη εβδομάδα ορίζεται στις 39 ώρες με επέκταση στις 48 ώρες, μέσα από την παράταση του ημερήσιου ωραρίου και σχετικά με το σύνολο των υπερωριών, η πρόβλεψη είναι για 200 τον χρόνο, μέσα σε συγκεκριμένες περιόδους αναφοράς.
- Στην Ισπανία η εργάσιμη εβδομάδα ορίζεται στις 40 ώρες με συζήτηση να μειωθεί στις 37, ενώ η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση Σάντσεθ είχε αποφασίσει να δώσει περίπου 250.000 ευρώ σε κάθε επιχείρηση για να αντισταθμιστεί η όποια «χασούρα». Παραμένει όμως η δυνατότητα επέκτασης του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου στις 13 ώρες.
- Στην Ουγγαρία, η εργάσιμη εβδομάδα ορίζεται στις 40 ώρες με μέγιστο ημερήσιο ωράριο τις 12 ώρες, ενώ οι ετήσιες υπερωρίες είναι 250 με δυνατότητα επέκτασης στις 400, με ατομική συμφωνία εργοδότη – εργαζόμενου.
Κερδίζουν οι εργαζόμενοι;
Ενα από τα επιχειρήματα της κυβέρνησης είναι πως η παράταση της εργάσιμης μέρας, μπορεί να φέρει και οικονομικά οφέλη στους εργαζόμενους, καθώς θα δουν αυξήσεις μέσω υπερωριών ή μπορεί να το αντισταθμίσουν με ρεπό ή άδεια. Βεβαίως ένα τέτοιο επιχείρημα αποτελεί ουσιαστικά παραδοχή ότι ο εξευτελιστικός μισθός από το συμβατικό ωράριο έχει κάνει δεδομένο ότι ο εργαζόμενος πρέπει να δουλεύει παραπάνω για να φέρει βόλτα.
Αυτή είναι η πραγματικότητα σε όλη την ΕΕ. Η συνολική μείωση μισθών που κατέγραψε η Eurostat στην ΕΕ το 2022 ήταν 3,9%, ενώ για το 2024, οι μισθοί παρέμειναν πιο χαμηλά σε σχέση με 5 χρόνια πριν, με πτώση πάνω από 4%, συγκριτικά με το 2019. Στην Ελλάδα η μείωση του μέσου μισθού εργασίας από το 2011 έως το 2024, καταγράφεται στο 28%.
Μόνοι κερδισμένοι είναι οι επιχειρηματικοί όμιλοι που βλέπουν τα κέρδη τους να εκτινάσσονται μέσα από την ένταση της εκμετάλλευσης, ενώ ήδη τρίβουν τα χέρια τους για τα πολεμικά πακέτα των 800 δισ. για τα οποία προετοιμάζουν την εργατική τάξη για νέες θυσίες δικαιωμάτων, όπως στη Γαλλία, τη Γερμανία κ.α.
Η μείωση του εργάσιμου χρόνου ήταν μάλιστα ένα από τα βασικά αιτήματα της απεργίας που έγινε τον Σεπτέμβρη του 2024 στην Ισπανία. Φέτος τον Ιούνη, οι μεταλλουργοί της Ιταλίας απαίτησαν επίσης Συλλογική Σύμβαση με αυξήσεις και μείωση ωρών εργασίας, καθώς με βάση τις καταγγελίες δούλευαν πολύ πέρα του 8ωρου απλήρωτοι, πολλές φορές και κάτω από την απειλή της μη ανανέωσης σύμβασης.
Στη Σκωτία, οι εργαζόμενοι του μετρό στη Γλασκόβη που κατέβηκαν σε απεργία, καταγγέλλουν πως ήταν αναγκασμένοι να εργάζονται 10 τουλάχιστον επιπλέον ώρες του συμβατικού τους ωραρίου, που είναι στις 39 ώρες/εβδομάδα, ενώ στην «Tesla» στην Γερμανία, οι εργάτες δούλευαν με όρους εξάντλησης ακόμα και τα Σαββατοκύριακα, ενώ απαγορευόταν να μιλήσουν για αυτό με βάση συμφωνίες εχεμύθειας που αναγκάζονταν να υπογράψουν.
Το 13ωρο δεν είναι παραφωνία
Οσο λοιπόν πρέπει να χρεοκοπήσει η άθλια προπαγάνδα της κυβέρνησης πως οι εργαζόμενοι τάχα ζητούν οι ίδιοι να «ευεργετηθούν» από τη 13ωρη σκλαβιά, άλλο τόσο πρέπει να απορριφθεί και το δηλητήριο της σοσιαλδημοκρατίας και των εργατοπατέρων της στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Το νέο αυτό νομοσχέδιο δεν αποτελεί μια «παραφωνία» στο άσμα της ευρωπαϊκής κανονικότητας, αλλά όπως αποδεικνύεται είναι το αντίθετο: Αποτελεί υλοποίηση των στρατηγικών κατευθύνσεων της ΕΕ.
Αυτή η πολιτική άλλωστε έχει εφαρμοστεί στην Ελλάδα από όλες τις κυβερνήσεις, ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΣΥΡΙΖΑ και έχει στηριχτεί με κάθε τρόπο από τις ηγεσίες της ΠΑΣΚΕ, της ΔΑΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ στη ΓΣΕΕ και άλλες συνδικαλιστικές οργανώσεις. Μόλις πρόσφατα οι δυνάμεις αυτές υπέγραψαν ΣΣΕ για τα ξενοδοχεία της Ρόδου, που προβλέπει μέχρι και 16 ώρες δουλειάς.
Διέξοδος για τους εργαζόμενους δεν είναι να παζαρεύουν πόσο θα ξεχειλώνεται ο εργάσιμος χρόνος, πόσο μεγαλύτερο θα γίνεται το ξεζούμισμά τους στο όνομα της «ευρωπαϊκής κανονικότητας» αλλά η πάλη για ουσιαστική μείωσή του, για 7ωρο – 5ήμερο – 35ωρο, σύμφωνα και με τις σύγχρονες δυνατότητες. Διέξοδος είναι η οργάνωση της αντεπίθεσης, ξεπερνώντας τα εμπόδια και τις τρικλοποδιές που βάζουν οι εργατοπατέρες και τα κόμματά τους, οι κάθε λογής «σωτήρες» που επιχειρούν να ξαναζεστάνουν τις σοσιαλδημοκρατικές αυταπάτες για να μένει στο απυρόβλητο η βαρβαρότητα του καπιταλισμού.
Γ. Παπ.
ΚΟΜΙΣΙΟΝ
Υπερασπίζεται το «σπλάχνο» της, τη 13ωρη δουλειά
Απάντηση – στήριξη στα νέα αρρωστημένα σχέδια κυβέρνησης ΝΔ – μεγαλοεργοδοσίας έδωσε η Κομισιόν στην Ερώτηση της Ευρωκοινοβουλευτικής Ομάδας του ΚΚΕ, που κατέθεσε ο ευρωβουλευτής του Κόμματος, Λευτέρης Νικολάου – Αλαβάνος για το αντεργατικό έκτρωμα για το 13ωρο. Αλλωστε πυρήνας του είναι οι ίδιες οι Οδηγίες της ΕΕ.
Η Κομισιόν, λοιπόν, στην απάντηση της αρμόδιας επιτρόπου Μινζάτου, ομολογεί ότι η Oδηγία 2003/88 «επιτρέπει τη δουλειά 13 ωρών» αδειάζοντας τα άλλα αστικά κόμματα της αντιπολίτευσης που εξωραΐζουν τις ευρωπαϊκές Oδηγίες ισχυριζόμενοι ότι τάχα «η κυβέρνηση της ΝΔ τις παραβιάζει», ενώ τις εφαρμόζει κατά γράμμα. Στην απάντησή της μάλιστα και προς υπεράσπιση του 13ωρου πλέον και σε έναν εργοδότη, επικαλείται προκλητικά ως «προστασία» τη διευθέτηση και κατάτμηση του ημερήσιου χρόνου εργασίας κατά τα συμφέροντα της μεγαλοεργοδοσίας.
Για αυτό και επιμένει θέτοντας ως προϋπόθεση να «τηρείται η μέση μέγιστη εβδομαδιαία διάρκεια εργασίας των 48 ωρών κατά την περίοδο αναφοράς των τεσσάρων μηνών» συμπληρώνοντας με νόημα ότι: «[…] οι εργαζόμενοι τους οποίους αφορούν αυτές οι παρεκκλίσεις πρέπει να λαμβάνουν ισοδύναμες περιόδους αντισταθμιστικής ανάπαυσης ή, κατ’ εξαίρεση, άλλη κατάλληλη προστασία [..]».
Με απλά λόγια η Κομισιόν ζητά διαρκή αυξομείωση του χρόνου εργασίας ακόμα και εντός της εβδομάδας με βάση τις ορέξεις και την κερδοφορία της εργοδοσίας και την εμφανίζει αυτή ως …«ανάπαυση» από τα εξοντωτικά 13ωρα. Παρουσιάζει δηλαδή ως «προστασία» των εργαζομένων την Οδηγία 2003/88/ΕΚ, που έκανε «κανόνα» την εφαρμογή εξαντλητικών ωραρίων με μόλις 11 ώρες ανάπαυσης από βάρδια σε βάρδια, την εκ περιτροπής εργασία και το καθεστώς γαλέρας – διευθέτησης του χρόνου εργασίας.
Και επειδή ο «διάβολος» ως γνωστόν κρύβεται στις …λεπτομέρειες, η αναφορά της Επιτροπής σε «παρεκκλίσεις» δεν γίνεται διόλου τυχαία και πάντα προς το χειρότερο για τον εργαζόμενο. Διότι ως «παρέκκλιση» καταγράφεται στο νομοσχέδιο η διευθέτηση του ημερήσιου χρόνου μέχρι ένα έτος. Ταυτόχρονα, σηματοδοτεί γενικευμένη επίθεση των καπιταλιστών ενάντια σε κάθε έννοια σταθερής δουλειάς θεσμοθετώντας συμβάσεις ακόμα και ορισμένου χρόνου δύο ημερών ενώ καθιερώνει τη λεγόμενη «ευέλικτη προσέλευση» μέχρι 120 λεπτά καταργώντας την ισχύ εργάσιμου χρόνου για τον χρόνο προετοιμασίας.
Επίσης, προβλέπει περαιτέρω μείωση του λεγόμενου «μη μισθολογικού κόστους», κατάργηση τόσο της υπερωριακής προσαύξησης του μισθού για τους εργαζόμενους, όσο και των ασφαλιστικών εισφορών των εργοδοτών αλλά και τον τεμαχισμό του δικαιώματος της άδειας των εργαζομένων, οδηγώντας στην κατάργησή της.
Οπως σημειώνει η Ευρωκοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ, «πρόκειται για την “τελευταία λέξη” της αντεργατικής εργαλειοθήκης της ΕΕ, που η κυβέρνηση της ΝΔ προωθεί με βάση τα “έργα και ημέρες” και των προηγούμενων κυβερνήσεων. Ολες τους φέρουν βαριές ευθύνες, γιατί έχουν βάλει το χέρι τους στην ενσωμάτωση και υλοποίησή της, γεγονός που φωτίζουν οι δεκάδες καταγγελίες εργατικών σωματείων και φορέων.
Οσο για τις αναφορές της Κομισιόν στις συλλογικές διαπραγματεύσεις, αυτές είναι χωρίς αντίκρισμα καθώς σύμφωνα με το νομοσχέδιο με βάση τις κατευθύνσεις της επεκτείνεται η κατάργηση της ασφάλισης και σε όσες προσαυξήσεις προκύπτουν “από συλλογική σύμβαση εργασίας ή οικειοθελώς από τον εργοδότη”.
Η απάντηση βρίσκεται στον οργανωμένο αγώνα απέναντι σε αυτό το τερατούργημα που αποτελεί αιτία πολέμου για τους εργαζόμενους. Αυτοί δεν έχουν τίποτα να περιμένουν από την ΕΕ, τις κυβερνήσεις και τα κόμματά τους. Με συλλογική πάλη μπορούν να το ακυρώσουν στην πράξη και να διεκδικήσουν σύγχρονα δικαιώματα, μείωση του εργάσιμου χρόνου, δουλειά με δικαιώματα, Συλλογικές Συμβάσεις, 7ωρο – 5ήμερο – 35ωρο, με ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς».

ΔΙΕΘΝΗ
ΕΝΤΕΙΝΕΤΑΙ Ο ΑΝΑΒΡΑΣΜΟΣ ΣΤΑ ΑΣΤΙΚΑ ΕΠΙΤΕΛΕΙΑ ΤΗΣ ΕΕ
Το «τέλος των ψευδαισθήσεων» και οι ανησυχίες για σύνθλιψη στην αντιπαράθεση ΗΠΑ – Κίνας
Αντίκτυπος σε διεργασίες και αντιθέσεις στο αστικό πολιτικό σκηνικό
Οταν στα τέλη Ιούλη μετά από πολύμηνα παζάρια, διαπραγματεύσεις αλλά και εκβιασμούς μεταξύ «συμμάχων», υπογραφόταν η εμπορική συμφωνία ΗΠΑ – ΕΕ, οικονομικά επιτελεία στην Ευρώπη (όπως το Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών Ifo του Μονάχου), σημείωναν ότι το αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων «αντικατοπτρίζει την πραγματική ισορροπία δυνάμεων», δηλαδή τους συσχετισμούς στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, όπου η ΕΕ χωλαίνει στον ανταγωνισμό με τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Σε άμεση σύνδεση με την οικονομία, εξάλλου, η «πραγματική ισορροπία δυνάμεων» βαραίνει αρνητικά για τα συμφέροντα της ΕΕ και στο πεδίο της ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης στην Ουκρανία και την Ανατολική Ευρώπη συνολικότερα.
Στη Γαλλία, η Ενωση των μεγαλοβιομηχάνων (MEDEF) γκρίνιαζε για τη συμφωνία ΗΠΑ – ΕΕ ότι «η Ευρώπη δεν μπορεί να είναι η μεταβλητή που προσαρμόζουν οι πολιτικές των ΗΠΑ και της Κίνας», αλλά και ότι αν «δεν ξυπνήσουμε (οι Ευρωπαίοι)» και «αντλήσουμε γρήγορα συμπεράσματα (…) θα κινδυνεύσουμε να χαθούμε». Ενώ στη Γερμανία, ο επικεφαλής του Συνδέσμου Χημικής Βιομηχανίας (VCI) σχολίαζε ότι «όσοι περιμένουν τυφώνα, είναι ευγνώμονες με την καταιγίδα», χαρακτηρίζοντας ουσιαστικά τη συμφωνία ως το «μικρότερο κακό».
Η ανησυχία που μεγαλώνει στα επιτελεία της ΕΕ, για τη θέση της συνολικά στην ιμπεριαλιστική πυραμίδα, αλλά και την αυξανόμενη πίεση που προκαλεί στα ευρωπαϊκά μονοπώλια η όξυνση της αντιπαράθεσης ΗΠΑ – Κίνας, έκανε προ ημερών τον πρώην πρόεδρο της ΕΚΤ, Μ. Ντράγκι, να αναφωνήσει από βήμα εκδήλωσης στο Ρίμινι της Ιταλίας: «Επί χρόνια, η ΕΕ πίστευε ότι η οικονομική της διάσταση, με 450 εκατομμύρια καταναλωτές, έφερνε μαζί της γεωπολιτική ισχύ και διεθνείς εμπορικές σχέσεις. Φέτος θα μείνει στην ιστορία ως η χρονιά που αυτή η ψευδαίσθηση εξαφανίστηκε».
Σχεδόν έναν χρόνο μετά τη γνωστή έκθεσή του, με την οποία σέρβιρε νέες αντιλαϊκές «μεταρρυθμίσεις» που χρειάζονται τα ευρωπαϊκά μονοπώλια για να στηρίξουν τη διεθνή τους θέση, ο Ντράγκι ανέφερε ότι «για να αντιμετωπίσει τις σημερινές προκλήσεις, η ΕΕ πρέπει να μεταμορφωθεί από θεατής, ή το πολύ υποστηρικτικός παράγοντας, σε πρωταγωνιστή» και ζήτησε «η πολιτική της οργάνωση να αλλάξει, κάτι που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ικανότητά της να επιτύχει τους οικονομικούς και στρατηγικούς της στόχους».
Από κοντά κι ο προκάτοχος του Ντράγκι στην ΕΚΤ, Ζαν Κλωντ Τρισέ, έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου επειδή «η ΕΕ είναι ένας οικονομικός νάνος σε σχέση με τις ΗΠΑ και την Κίνα»… Ως «αντίδοτο» παρουσίασε και αυτός την «εφαρμογή του ομοσπονδιακού σχεδίου», παρότι – στο έδαφος της καπιταλιστικής ανισομετρίας και της όξυνσης των αντιθέσεων και μέσα στη λυκοσυμμαχία της ΕΕ – αναγκάστηκε να αναγνωρίσει ότι «η πορεία προς μια πραγματική ομοσπονδία είναι πολιτικά δύσκολη».
Με τους ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς να προβλέπουν αναιμικούς ρυθμούς ανάπτυξης και στασιμότητα για την ΕΕ, συνοδευόμενη μάλιστα από «αστερίσκους» και «αβεβαιότητες» – το ΔΝΤ προβλέπει για την Ευρωζώνη ρυθμό 1% για το 2025 και 1,2% για το 2026 – και με τις μεγαλύτερες οικονομίες της να αντιμετωπίζουν οξυμένα προβλήματα, εντείνονται διεργασίες και αντιθέσεις στο αστικό πολιτικό σκηνικό.
Χαρακτηριστικές είναι, μεταξύ άλλων, οι εξελίξεις στη Γαλλία και τη Γερμανία, καθώς αστικά κόμματα και επιτελεία αναζητούν τρόπους για την αποτελεσματική υπηρέτηση των συμφερόντων των μονοπωλίων τους μέσα στις δυσμενείς συνθήκες του διεθνούς ανταγωνισμού, με τις μικρότερες δυνατές λαϊκές αντιδράσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, προ των πυλών βρίσκεται νέα κλιμάκωση της αντιλαϊκής επίθεσης, με νέα μέτρα για «μείωση του εργατικού κόστους» και την ένταση της εκμετάλλευσης, με δραστικές περικοπές σε κοινωνικές και άλλες κρατικές δαπάνες, πλην των στρατιωτικών που φυσικά εκτοξεύονται, καθώς φουντώνει η πολεμική προπαρασκευή για μια γενικευμένη σύγκρουση.
Σε αυτές τις συνθήκες, οι εργαζόμενοι λαοί έχουν κάθε συμφέρον όχι μόνο να μην εγκλωβιστούν στα αστικά κελεύσματα για «εθνική ενότητα», για «συμβολή στη σταθερότητα», αλλά ίσα ίσα να οργανώσουν την αυτοτελή πάλη τους, να βάλουν εμπόδια στην αντιλαϊκή πολιτική της εκμετάλλευσης και του πολέμου, να αξιοποιήσουν κάθε ρήγμα και κάθε «δυσκολία» των καπιταλιστών και των λυκοσυμμαχιών τους, στη μάχη για την ανατροπή τους.
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Στις «συμπληγάδες» του ανταγωνισμού με ΗΠΑ και Κίνα
Το μερίδιο της Γερμανίας στις διεθνείς εξαγωγές συρρικνώνεται συστηματικά από το 2017 |
«Η προσπάθεια για οικονομική ανάκαμψη είναι μεγαλύτερη απ’ ό,τι είχαμε φανταστεί πριν από έναν χρόνο. Δεν πρόκειται απλώς για μια περίοδο χαμηλής ανάπτυξης, αλλά για μια βαθιά, δομική κρίση στην οικονομία μας», δήλωσε προ ημερών ο χριστιανοδημοκράτης Γερμανός καγκελάριος Φρ. Μερτς, επαναλαμβάνοντας τις εξαγγελίες για «φθινόπωρο μεταρρυθμίσεων» και ενώ ήδη φαίνονται τα πρώτα σύννεφα στον κυβερνητικό συνασπισμό με τους Σοσιαλδημοκράτες.
Αντιμέτωπη με τον ανταγωνισμό με ΗΠΑ και Κίνα, η Γερμανία χάνει στην προσέλκυση επενδύσεων, οι εξαγωγές της μειώνονται συστηματικά εδώ και περίπου μια δεκαετία και η καπιταλιστική οικονομία της είτε αναπτύσσεται αναιμικά, είτε βρίσκεται σε ύφεση από το 2022.
Η άλλοτε εξαγωγική οικονομία της Γερμανίας που αποτελούσε, μαζί με τη βιομηχανική της βάση, την «ατμομηχανή» της καπιταλιστικής ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια αποτελεί «βαρίδι».
Ενδεικτική είναι η πρόσφατη μελέτη (13/8/2025) των οικονομολόγων της Bundesbank (η κεντρική τράπεζα της Γερμανίας): Το μερίδιο της Γερμανίας στις διεθνείς εξαγωγές συρρικνώνεται συστηματικά από το 2017 και πιο έντονα από το 2021. Οι απώλειες αυτές έχουν συμβάλει σημαντικά στην υποτονική ανάπτυξη της γερμανικής οικονομίας.
Η Bundesbank εκτιμά ότι το γερμανικό ΑΕΠ θα είχε αυξηθεί συνολικά κατά 2,4% περισσότερο μεταξύ 2021-2024, εάν οι γερμανικές εξαγωγές δεν είχαν απολέσει μερίδια αγοράς.
Αλλά και μελέτη της Deutsche Bank (20/7/2025) επισημαίνει ότι η παγκόσμια ανταγωνιστικότητα των γερμανικών εμπορευμάτων βρίσκεται σε καθοδική πορεία από το 2015, ενώ οι προοπτικές για τις δύο βασικές αγορές της Γερμανίας, ΗΠΑ και Κίνα, παραμένουν δυσμενείς.
Το «σοκ της Κίνας»
Το γερμανικό κεφάλαιο ήταν από τους μεγάλους κερδισμένους στην ανερχόμενη αγορά της Κίνας από τη δεκαετία του 2000, με τους γερμανικούς μονοπωλιακούς ομίλους της αυτοκινητοβιομηχανίας, των χημικών προϊόντων, των βιομηχανικών μηχανημάτων κ.ά., να επενδύουν μαζικά. Από εκεί διοχέτευαν τα εμπορεύματα απευθείας στην ασιατική αγορά.
Αυτό το πλεονέκτημα τώρα έχει αντιστραφεί και ιδιαίτερα από το 2020, η Γερμανία αντιμετωπίζει το λεγόμενο «σοκ της Κίνας» (σ.σ. που είχαν αντιμετωπίσει οι ΗΠΑ τη δεκαετία του 2000).
Η Κίνα, με την ενίσχυση της εγχώριας παραγωγής, τις εμπορικές της πολιτικές και την είσοδο σε κλάδους υψηλής τεχνολογίας, έχει γίνει κύριος ανταγωνιστής σε ηλεκτρικά οχήματα και μηχανήματα, απειλώντας τους δυο βασικούς πυλώνες της γερμανικής οικονομίας.
Ενώ η Κίνα ήταν βασική εξαγωγική αγορά για τη Γερμανία, οι εισαγωγές από την Κίνα αυξήθηκαν κατά 60% μεταξύ 2020 και 2022, με ιδιαίτερη πίεση να ασκείται από τα κινεζικά ηλεκτρικά οχήματα και μηχανήματα. Γι’ αυτό η ΕΕ το 2024 επέβαλε δασμούς έως και 45,3% στα ηλεκτρικά οχήματα και έως 66,7% στα μηχανήματα.
Παράλληλα, οι εξαγωγές της Γερμανίας στην Κίνα έχουν μειωθεί σημαντικά, με τις πωλήσεις αυτοκινήτων να πέφτουν κατά 70% μεταξύ 2022 και 2024, καθώς οι κινεζικές μάρκες κυριαρχούν όλο και περισσότερο στην εγχώρια αγορά. Στον τομέα των μηχανημάτων, η Γερμανία έχει μετατραπεί σε καθαρό εισαγωγέα από την Κίνα από το 2015, μια τάση που επιδεινώθηκε τα τελευταία χρόνια.
Από το 2001, όταν η Κίνα εισήλθε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, ο βαθμός σύγκλισης των κλάδων όπου Γερμανία και Κίνα έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα αυξήθηκε στο 40% το 2023, παρατηρεί η Deutsche Bank.
Ο «εμπορικός πόλεμος» από τις ΗΠΑ
Από την πρώτη θητεία του Αμερικανού Προέδρου Ντ. Τραμπ το 2017 οι δασμοί των ΗΠΑ στη Γερμανία, που διατηρήθηκαν και επί θητείας Τζο Μπάιντεν, στόχευαν στο να μειώσουν το μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα που είχε η Γερμανία έναντι των ΗΠΑ, με την αυτοκινητοβιομηχανία να ηγείται στις γερμανικές εξαγωγές.
Αυτό σταδιακά έχει επιτευχθεί, αν και οι ΗΠΑ παραμένουν σημαντική εξαγωγική αγορά απορροφώντας περίπου το 10% των γερμανικών εξαγωγών.
Μετά την πρόσφατη εμπορική συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ και τους δασμούς 15% που επέβαλαν οι ΗΠΑ σχεδόν σε όλες τις εισαγωγές από την ΕΕ, οι γερμανικές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ θα επιβραδυνθούν σημαντικά.
Οπως υπολογίζει η Commerzbank η μέση δασμολογική επιβάρυνση στις γερμανικές εξαγωγές θα διαμορφωθεί στο 12,8%.
«Αυτός ο σημαντικά υψηλότερος δασμός καθιστά σαφώς δυσκολότερη την πρόσβαση των γερμανικών επιχειρήσεων στη σημαντικότερη αγορά», ενώ σε δύο χρόνια ο όγκος των γερμανικών στις ΗΠΑ αναμένεται να έχει υποχωρήσει κατά 20%-25%.
Σύμφωνα με το ZEW (Κέντρο Ευρωπαϊκών Οικονομικών Μελετών), οι προοπτικές έχουν επιδεινωθεί σημαντικά για τις χημικές και φαρμακευτικές βιομηχανίες, ενώ οι τομείς της μηχανοκατασκευής, των μετάλλων και της αυτοκινητοβιομηχανίας πλήττονται σοβαρά.
Σε όλα τα παραπάνω, προστίθενται η απώλεια των σχετικά φθηνότερων ρωσικών υδρογονανθράκων που αποτελούσαν τα προηγούμενα χρόνια σοβαρό πλεονέκτημα για τη γερμανική βιομηχανία, ως συνέπεια της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης στην Ουκρανία και της όξυνσης της αντιπαράθεσης με τη Μόσχα.
«Στον θεό» οι στρατιωτικές δαπάνες
Η γερμανική καπιταλιστική οικονομία είχε επίσης το «ανταγωνιστικό πλεονέκτημα» των σχετικά χαμηλών στρατιωτικών δαπανών για δεκαετίες, «βασίζοντας» την «ασφάλειά» της κυρίως στις ΗΠΑ, με μεγαλύτερο μερίδιο του παραγόμενου πλούτου να καταλήγει στη βιομηχανία και άλλους επιχειρηματικούς ομίλους.
Η ιμπεριαλιστική σύγκρουση στην Ουκρανία, αλλά και ο εντεινόμενος γεωπολιτικός ανταγωνισμός με τις ΗΠΑ, τη Βρετανία, τη Γαλλία, την Πολωνία για τον συσχετισμό δυνάμεων στην Ευρώπη έχουν αλλάξει τα δεδομένα.
Η Γερμανία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων στην Ουκρανία στην Ευρώπη και φιλοδοξεί να αποκτήσει τις μεγαλύτερες και ισχυρότερες συμβατικές ένοπλες δυνάμεις της ηπείρου. Από τον Φλεβάρη του 2022 έχει δαπανήσει συνολικά (στρατιωτική, οικονομική, ανθρωπιστική βοήθεια) για την ιμπεριαλιστική σύγκρουση στην Ουκρανία 50,5 δισ. ευρώ και σκοπεύει να παρέχει στο Κίεβο περισσότερα από 8 δισ. ευρώ ετησίως σε στρατιωτική βοήθεια μέχρι το 2027.
Σύμφωνα με τον ΝΑΤΟικό στόχο για συνολικές στρατιωτικές δαπάνες στο 5% του ΑΕΠ, προβλέπεται οι ετήσιες στρατιωτικές δαπάνες να εκτοξευτούν στα 162 δισ. ευρώ, σηματοδοτώντας αύξηση 70% έως το 2029.
Ηδη ο προϋπολογισμός για το 2026 δημιουργεί νέο χρέος, παρότι προβλέπει περικοπές σε μια σειρά υπουργεία, με εξαίρεση το υπουργείο Αμυνας, του οποίου οι δαπάνες αυξάνονται κατά 32,4%. Μέχρι το 2029 θα έχει δημιουργηθεί έλλειμμα στον προϋπολογισμό ύψους 172 δισ. ευρώ.
Υπενθυμίζεται ότι τον περασμένο Μάρτη η γερμανική Βουλή ενέκρινε τη συνταγματική αναθεώρηση του «φρένου χρέους» προκειμένου να χρηματοδοτηθεί η πολεμική προετοιμασία, που υπολογίζεται να κοστίσει 1 τρισ. ευρώ (500 δισ. για εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων και 500 δισ. για σχετικές υποδομές και τεχνολογίες).
Η πολεμική οικονομία «δεν αρκεί»
Μέρος των κεφαλαίων που «λιμνάζουν» βρίσκει διέξοδο στην πολεμική οικονομία, με πολεμικές βιομηχανίες όπως η «Rheinmetall» να σημειώνουν κέρδη ρεκόρ και γερμανικά μονοπώλια άλλων κλάδων να προσανατολίζουν αντίστοιχα την παραγωγή τους.
Ωστόσο, «το επενδυτικό πρόγραμμα της κυβέρνησης για τις υποδομές και την Αμυνα δεν θα είναι αρκετό από μόνο του για την επανεκκίνηση της οικονομίας», επισήμανε πρόσφατα ο πρόεδρος της Bundesbank, J. Nagel, προσθέτοντας πως «οι αιτίες είναι βαθύτερες».
Αυτό που απασχολεί το γερμανικό κεφάλαιο είναι ότι η Γερμανία δεν είναι «ελκυστική για επενδύσεις» και το επίπεδο επενδύσεων στη Γερμανία παραμένει κατά 5% χαμηλότερο από το 2019 (ifo).
Παρά τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις εκατοντάδων δισ. ευρώ, η Bundesbank δεν προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ για το 2025, ενώ οι παραγγελίες εργοστασίων μειώθηκαν για δεύτερο συνεχόμενο μήνα τον Αύγουστο και η βιομηχανική παραγωγή κατέγραψε τη μεγαλύτερη πτώση των τελευταίων 12 μηνών.
Επιχειρηματικοί όμιλοι και οικονομικά ινστιτούτα υπογραμμίζουν πως για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας απαιτείται φθηνότερο εργατικό δυναμικό, προσέλκυση εξειδικευμένων μεταναστών και περισσότερα φορολογικά κίνητρα για επενδύσεις.
Η ασφαλιστική «μεταρρύθμιση» είναι επίσης απαραίτητη, ώστε να μειωθούν οι κοινωνικές εισφορές, να περικοπούν δαπάνες Υγείας και να δοθούν «κίνητρα» για περισσότερες ώρες δουλειάς, καθώς και για δουλειά μετά τη σύνταξη. «Οι Γερμανοί θα πρέπει να εργάζονται περισσότερο – εν ανάγκη μέχρι τα 70», είπε η υπουργός Οικονομίας Κ. Ράιχε.
Σε αυτό το πλαίσιο ο Μερτς ανακοίνωσε «φθινόπωρο μεταρρυθμίσεων» με αντιλαϊκά μέτρα, φοροελαφρύνσεις και επιδοτήσεις των επιχειρηματικών ομίλων.
Αντίκτυπος και διεργασίες στο πολιτικό σύστημα
Ολες αυτές οι «κοσμογονικές» αλλαγές στο γεωπολιτικό και οικονομικό πεδίο, έχουν αντίκτυπο και στον κυβερνητικό συνασπισμό και γενικότερα στο γερμανικό αστικό πολιτικό σύστημα.
Τον περασμένο Μάρτη πραγματοποιήθηκαν εκλογές μετά την κατάρρευση του κυβερνητικού συνασπισμού Σοσιαλδημοκρατών – Πρασίνων – Φιλελευθέρων. Οι Φιλελεύθεροι έμειναν εκτός κοινοβουλίου, ενώ οι Σοσιαλδημοκράτες κατέγραψαν το χαμηλότερο ποσοστό της ιστορίας τους.
Σε ένα τέτοιο φόντο, ενώ οι «μεγάλοι συνασπισμοί» Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών θεωρούνταν οι πιο σταθερές κυβερνήσεις στη Γερμανία, ο συνασπισμός τους μετά τις εκλογές του Μάρτη χαρακτηρίστηκε θνησιγενής από την πρώτη μέρα.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η συνταγματική αναθεώρηση του φρένου χρέους – θέμα «ταμπού» στη Γερμανία – ψηφίστηκε μεν μετά τις εκλογές, αλλά από την απερχόμενη Βουλή, που είχε την απαραίτητη πλειοψηφία.
Επίσης, είναι ενδεικτικό ότι ο Μερτς εκλέχτηκε καγκελάριος με τη δεύτερη ψηφοφορία στη Βουλή.
Στις δημοσκοπήσεις η δημοτικότητα του καγκελάριου έχει πέσει κατακόρυφα, οι Σοσιαλδημοκράτες βρίσκονται στην τρίτη θέση, ενώ το εθνικιστικό – ακροδεξιό Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) εμφανίζεται ακόμη και στην πρώτη θέση, προτάσσοντας μεταξύ άλλων την «ανάγκη» των γερμανικών βιομηχανιών για φθηνή ρωσική Ενέργεια.
Ε.Μ.
ΓΑΛΛΙΑ
Τα μεγάλα «ζόρια» στην οικονομία φέρνουν διεργασίες στο πολιτικό σύστημα
Ο Γάλλος Πρόεδρος βλέπει άλλη μία κυβέρνηση να οδεύει σε κατάρρευση, 9 μήνες μετά την προηγούμενη |
Η διαφαινόμενη κατάρρευση της κυβέρνησης μειοψηφίας του Γάλλου πρωθυπουργού Εμ. Μπαϊρού, ενόψει της διαδικασίας στις 8 Σεπτέμβρη για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης από την Εθνοσυνέλευση, μόλις 9 μήνες μετά την καταψήφιση της κυβέρνησης Μπαρνιέ τον Δεκέμβρη του 2024, η οποία με τη σειρά της είχε «αντέξει» μόλις λίγο περισσότερο από 2 μήνες, φέρνει ξανά με ένταση στο προσκήνιο την «κινούμενη άμμο» που χαρακτηρίζει τον αστικό πολιτικό χάρτη της Γαλλίας τα τελευταία χρόνια.
Οι «δυσκολίες» στο πολιτικό σύστημα αντανακλούν στην πραγματικότητα τα μεγάλα «ζόρια» στη γαλλική καπιταλιστική οικονομία, η οποία μαζί με τη συνολικότερη πίεση στην ΕΕ από την όξυνση της αντιπαράθεσης ΗΠΑ – Κίνας, αντιμετωπίζει και τη συνεχή απώλεια εδάφους στον ανταγωνισμό εντός της ΕΕ με τη Γερμανία.
Τον Ιούνη η Τράπεζα της Γαλλίας προέβλεψε ότι η ανάπτυξη του ΑΕΠ το 2025 θα κινηθεί μόλις στο 0,6%, υποχωρώντας από το 1,1% το 2024, ενώ για 2026 και 2027 προέβλεψε αναιμική ανάπτυξη 1% και 1,2% αντίστοιχα.
Αυτά βέβαια, πριν καθοριστεί το τελικό ύψος των αμερικανικών δασμών με τη συμφωνία ΗΠΑ – ΕΕ τον Ιούλη (για την οποία ο Γάλλος πρωθυπουργός έκανε λόγο για.. «μαύρη μέρα» και «υποταγή»), και ενώ σύμφωνα με αναλύσεις οικονομικών επιτελείων ο μέσος όρος των δασμών με τις οποίες επιβαρύνονταν οι γαλλικές εξαγωγές στις ΗΠΑ κυμαινόταν τον Μάρτη στο 1%, τον Απρίλη αυτό διαμορφώθηκε στο 3% και τον Μάη στο 6,1%.
Τη δεινή θέση της γαλλικής καπιταλιστικής οικονομίας επικαλέστηκε ο Φρ. Μπαϊρού για να αναγγείλει το κυβερνητικό σχέδιο για νέες αντιλαϊκές ανατροπές και νέο κύμα δραστικών περικοπών σε κοινωνικές και άλλες κρατικές δαπάνες, την ίδια ώρα που οι στρατιωτικές δαπάνες θα διπλασιαστούν σε σχέση με το 2017!
Συνοπτικά:
– Το κρατικό χρέος της Γαλλίας σήμερα ξεπερνά τα 3,3 τρισ. ευρώ, φτάνοντας το 114% του ΑΕΠ της χώρας. Είναι το μεγαλύτερο κρατικό χρέος στην ΕΕ σε απόλυτους αριθμούς και το τρίτο υψηλότερο ως ποσοστό του ΑΕΠ. Η δε Τράπεζα της Γαλλίας προβλέπει ότι το 2027 θα φτάσει στο 120% του ΑΕΠ.
– Το δημόσιο έλλειμμα το 2024 έφτασε στο 5,8% του ΑΕΠ, σχεδόν διπλάσιο από το 3% που προβλέπουν οι κανόνες της Ευρωζώνης.
– Ως αποτέλεσμα των παραπάνω, για πρώτη φορά από την καπιταλιστική κρίση του 2008, οι αγορές εντοπίζουν σύγκλιση του μακροπρόθεσμου κόστους δανεισμού (απόδοση 10ετούς ομολόγου) της Γαλλίας με αυτό της Ιταλίας – στοιχείο ενδεικτικό για την υποχώρηση στον ανταγωνισμό και με τη Γερμανία.
– Σύμφωνα με την ετήσια έρευνα του Ινστιτούτου «Rexecode», το 2024, το μερίδιο των γαλλικών εξαγωγών στο σύνολο των εξαγωγών της Ευρωζώνης κυμάνθηκε στο 13%, από 18% το 2000, έχοντας σημειώσει νέα υποχώρηση από το 2023 (κατά 0,3%). Οταν δημοσιεύτηκε η έκθεση, οικονομολόγοι εξηγούσαν ότι «βαραίνει» σημαντικά η πίεση που δέχεται η γαλλική αυτοκινητοβιομηχανία, όπως και άλλοι «ενεργοβόροι» τομείς της βιομηχανίας (σ.σ. παραγωγή πλαστικών, μεταλλουργία, βιομηχανία χημικών προϊόντων και χάρτου), ενώ και τα θεωρούμενα ως «δυνατά χαρτιά» της γαλλικής παραγωγής (αεροναυπηγική, φαρμακοβιομηχανία, πολεμική βιομηχανία) επίσης υποχωρούν.
Στο επίκεντρο οι «δύσκολες αποφάσεις» για την αντιλαϊκή κλιμάκωση
Σε ένα τέτοιο έδαφος, τα αστικά επιτελεία ιεραρχούν την αντιλαϊκή κλιμάκωση: Στελέχη του «Rexecode» πρόσθεταν ότι «η χώρα υποφέρει από “ιστορικές της αδυναμίες”», όσον αφορά «τους όρους που σχετίζονται με το κόστος εργασίας ή τη φορολογία (των επιχειρήσεων)» στους οποίους, «η Γαλλία παραμένει πολύ πίσω από τους γείτονές της».
Αντίστοιχα, σε πρόσφατη συνέντευξή του, ο επικεφαλής της Ενωσης των Γάλλων μεγαλοβιομηχάνων MEDEF, Π. Μαρτέν, μιλώντας για τις «προκλήσεις» που πρέπει να αντιμετωπιστούν για να στηριχτεί η «ανταγωνιστικότητα της χώρας», ξεχώρισε το λεγόμενο «κόστος εργασίας», γκρινιάζοντας γιατί «στη Γαλλία αυτό είναι από τα πιο υψηλά σε σχέση με τα μέλη του ΟΑΣΕ. Επέμεινε δε ότι αυτό συγκαταλέγεται σε «φρένα που μας κάνουν να χάνουμε τμήματα της παγκόσμιας αγοράς, επιταχύνουν την παρακμή μας».
Γι’ αυτό, εξάλλου, στην ετήσια θερινή Διάσκεψη της MEDEF, πριν λίγες μέρες, ο Μαρτέν – αν και επέκρινε το Μπαϊρού που ανήγγειλε πως θα ζητήσει ψήφο εμπιστοσύνης χωρίς να έχει ξεκινήσει η εκτέλεση του νέου σχεδίου προϋπολογισμού, με τις αντιλαϊκές του προβλέψεις, τον παίνεψε λέγοντας ότι «εργάζεται με σοβαρότητα» και λαμβάνει υπόψιν τη «σκληρότητα του παγκόσμιου ανταγωνισμού ή ακόμα και την τόσο κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκονται τα δημοσιονομικά μας», καταλήγοντας ότι απαιτείται «επιθετική δράση για την ανάκαμψη της χώρας μας».
Επέκρινε μάλιστα τους «μάταιους καβγάδες» και τις «υπεκφυγές» με τις οποίες – όπως υποστήριξε – αντέδρασαν οι άλλες πολιτικές δυνάμεις, υπογραμμίζοντας ότι προέχει η τακτοποίηση των δημοσίων οικονομικών της χώρας, γιατί επιδρούν στην «αβεβαιότητα που παράγουν και μεταφράζεται υλικά, στο επίπεδο της (οικονομικής) δραστηριότητας, της απασχόλησης και της ανάπτυξης» ενώ «άλλοι γείτονές μας από τον ευρωπαϊκό Νότο τα πηγαίνουν καλύτερα από μας, με ποσοστά τρεις ή τέσσερις φορές μεγαλύτερα από τα δικά μας».
Οι μεγαλοεπιχειρηματίες ιεραρχούν μέτρα που θα μειώσουν το λεγόμενο «κόστος εργασίας», δηλαδή το παραπέρα χτύπημα στους μισθούς, για να καλυφθεί η απόσταση που τους χωρίζει από ανταγωνιστές τους εντός και εντός ΕΕ: Στοιχεία ειδικά για τη μεταποιητική βιομηχανία (από τη σχετική έκθεση «Rexecode») αναφέρουν ότι ενώ το μέσο ωρομίσθιο στην Ευρωζώνη είναι 40,3 ευρώ, στη Γαλλία αυτό είναι 47 ευρώ, αλλά στην Ιταλία 32,1 ευρώ, στην Ισπανία 27,6 ευρώ.
Γι’ αυτό λοιπόν, παρά τη διαφαινόμενη πτώση της κυβέρνησης Μπαϊρού, οι εκπρόσωποι της MEDEF ξεκαθαρίζουν ότι «δυσάρεστες αποφάσεις» πρέπει να συνοδεύσουν το νέο σχέδιο προϋπολογισμού.
Ο δε υπουργός Οικονομικών, Ερίκ Λομπάρντ, αφού στις αρχές της βδομάδας «προειδοποίησε» ότι μια ενδεχόμενη προσφυγή στο ΔΝΤ «είναι ένας κίνδυνος που αντιμετωπίζουμε», στη συνέχεια μιλώντας στη MEDEF εμφανίστηκε «καθησυχαστικός» για τα ζητούμενα του κεφαλαίου, διαβεβαιώνοντας ότι δεν θα χρειαστεί κάτι τέτοιο και ότι «η χώρα μπορεί να παραμείνει σε τροχιά με τα σχέδια μείωσης του χρέους, παρά την προοπτική κατάρρευσης της κυβέρνησης στις αρχές του επόμενου μήνα».
Επισήμανε μάλιστα ότι «είναι σημαντικό να εξαλειφθούν αυτές οι αβεβαιότητες το συντομότερο δυνατό», υποστηρίζοντας ότι «εκείνη τη στιγμή η διαφορά επιτοκίων με τη Γερμανία και το κόστος του χρέους μας θα μειωθούν». Διαβεβαίωσε δε ότι «όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας» στις 8 Σεπτέμβρη, «θα συνεχίσουμε να καταρτίζουμε τον προϋπολογισμό για το 2026».
Εκκλήσεις σε «υπεύθυνους (…) να κυβερνήσουν»
Τα «ζόρια» για τη γαλλική καπιταλιστική οικονομία επιδρούν στις εντεινόμενες διεργασίες στο αστικό πολιτικό σύστημα.
Η ακροδεξιά «Εθνική Συσπείρωση» (RN – της Λεπέν) και οι σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις «Ανυπότακτη Γαλλία» (LFI – του Μελανσόν), Σοσιαλιστικό Κομμα (PS), Οικολόγοι (EELV) δήλωσαν ότι δεν θα δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση Μπαϊρού.
Στρατηγικά βέβαια συμφωνούν με τον πυρήνα της αντιλαϊκής πολιτικής Μακρόν – Μπαϊρού, όπως έδειξε άλλωστε για πολλοστή φορά η στάση τους και την τελευταία χρονιά: Από το κάλεσμα των LFI – PS σε «αντι-Λεπέν» ψήφο στον β’ γύρο των περσινών βουλευτικών εκλογών όπου δεν είχαν υποψηφίους, που ισοδυναμούσε με ψήφο στους «μακρονικούς» υποψηφίους και «σωσίβιο» στον Γάλλο Πρόεδρο, μέχρι την «ψήφο ανοχής» που έδωσαν Λεπέν και Σοσιαλιστές (αποχή σε προτάσεις μομφής) στην κυβέρνηση Μπαϊρού.
Οι ίδιες οι πολιτικές προτάσεις που αρθρώνουν όλες αυτές οι δυνάμεις, έχουν ως κεντρικό μέλημα το «εθνικό συμφέρον» των γαλλικών μονοπωλίων, για αυτό και σε μεγάλο βαθμό ταυτίζονται στις στρατηγικές επιλογές, όπως για την «στρατηγική αυτονομία» της ΕΕ, για τον πόλεμο στην Ουκρανία κ.ά.
Ωστόσο, όπως είναι αναμενόμενο, καμία από τις δυνάμεις της αστικής αντιπολίτευσης δεν θέλει να «πάρει τον μουτζούρη», δεν θέλει να εισπράξει τη λαϊκή δυσαρέσκεια για τα νέα αντιλαϊκά μέτρα που έχει ανάγκη το κεφάλαιο.
Οι μαζικές και πολύμηνες κινητοποιήσεις που οργάνωσαν συνδικάτα σε πολλούς κλάδους, τα προηγούμενα χρόνια στη Γαλλία, για το Ασφαλιστικό και για άλλες αιχμές, φανέρωσαν την πίεση που μπορεί να απελευθερώσει η οργανωμένη πάλη των εργαζομένων με «μπούσουλα» τις δικές τους ανάγκες.
Ο Φρ. Μπαϊρού κάλεσε τα κοινοβουλευτικά κόμματα σε συνάντηση στις αρχές της βδομάδας, εμφανιζόμενος «ανοιχτός» να συζητήσουν αναπροσαρμογές στο σχέδιο προϋπολογισμού.
Και αν τα περισσότερα αντιπολιτευόμενα κόμματα ξεκαθαρίζουν ότι θα καταψηφίσουν την κυβέρνηση, είναι σίγουρο ότι ήδη τρέχουν παζάρια για την επόμενη μέρα.
Σε ένα τέτοιο φόντο, εξάλλου, ο Γάλλος Πρόεδρος Εμ. Μακρόν, διαβεβαίωσε ότι «τη θητεία μου θα την υπηρετήσω έως το τέλος της» – το 2027 – ενώ ζήτησε «υπευθυνότητα από τα κόμματα που επιθυμούν να κυβερνήσουν» και «να αναλάβουμε τα ηνία του πεπρωμένου μας».
Α.Μ.
Πηγή : Ριζοσπάστης 30 – 31/ 8 – 2025
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Είμαι ένας μουσικός που ζυμώθηκα μέσα από την πρόσφατη ιστορία της χώρας μας»
4 χρόνια χωρίς τον Μίκη Θεοδωράκη
Συμπληρώνονται σήμερα τέσσερα χρόνια από τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη. Τιμώντας τη μνήμη του μεγάλου μας συνθέτη δημοσιεύουμε εκτενή αποσπάσματα από ένα κείμενό του, με τίτλο «Ηχος», που περιέχεται στην έκδοση «Μαχόμενη Κουλτούρα» που κυκλοφόρησε η «Σύγχρονη Εποχή» το 1982.
Ο Μίκης Θεοδωράκης μας βάζει στο σύμπαν της μουσικής του δημιουργίας. Τι είναι αυτό που τον καθόρισε; Τι σήμαινε για τον ίδιο ο ήχος της μάχης, της διαδήλωσης, των βομβαρδισμών;
Στο κείμενο, επίσης, ο ίδιος ο συνθέτης κάνει μια αποτίμηση των έργων του. Τι είναι το λαϊκό τραγούδι, το ορατόριο, η συμφωνική μουσική, το τραγούδι – ποταμός και πώς διαχωρίζονται στη δημιουργία του;
***
«Είμαι ένας μουσικός που ζυμώθηκα μέσα από την πρόσφατη ιστορία της χώρας μας. Από ιδιοσυγκρασία μ’ άρεσε να βρίσκομαι εκεί όπου η δίνη στροβιλίζει γύρω της σαν άχερα τους ανθρώπους. Εκεί όπου ο εκκωφαντικός θόρυβος των γεγονότων τραντάζει τους τοίχους και τις συνειδήσεις. Μ’ άρεσε ο θόρυβος. Ο θόρυβος της διαδήλωσης. Της μάχης. Του τραγουδιού. Του παιάνα. Ο θόρυβος με τραβούσε σαν μαγνήτης. Τότε άφηνα σπίτι, μάννα, μνηστή να τρέξω στην καρδιά του θορύβου. Ετσι έγινα τραγουδιστής, διαδηλωτής, μαχητής. Οι άνθρωποι με φόβιζαν και με φοβίζουν, όταν είναι ένας – ένας. Ομως όταν είναι πολλοί μαζί – στο στάδιο, στη διαδήλωση, στη μάχη, στη χορωδία – και κυρίως όταν φωνάζουν όλοι μαζί ρυθμικά, όταν τραγουδούν, προπαντός, τότε φαίνεται πως αποκτούν σιγουριά. Υπάρχει εμπιστοσύνη. Ο άνθρωπος ημερεύει. Τότε μπορείς ν’ αναπνεύσεις. Να αφεθείς, να χαρείς, να τραγουδήσεις κι εσύ με ξεγνοιασιά.
Ομως προσοχή. Η διαδήλωση δεν μπορεί να κρατήσει αιώνια. Οι άνθρωποι θα σκορπίσουν. Θα γίνουν ρυάκια. Θα μπουν σε γραφεία με σκοπό να δαμάσουν τη διαδήλωση, τη χορωδία, το τραγούδι. Θα βγάλουν στη φόρα στατιστικές, αριθμούς, θεωρίες. Θα υποσχεθούν παραδείσους. Για να τυλίξουν τους ανθρώπους. Να τους κοιμίσουν. Να γίνει το τραγούδι ύμνος στην εξουσία.
Τότε οι άνθρωποι γίνονται νούμερα, μυρμήγκια, στρατιώτες. Τότε η αληθινή διαδήλωση, το αληθινό τραγούδι γίνονται υπόγεια ποτάμια. Είναι αυτή η βαθιά μουσική που πρέπει να δώσει σιγουριά στους ανθρώπους όταν ο κόσμος γίνεται όλο και πιο παράλογος…
Εδώ και χρόνια ακούω τον κόσμο. Από τα 1940, την εισβολή των Ιταλών, ένας νέος “θόρυβος” γεννήθηκε στα βάθη της ελληνικής κοινωνίας. Γρήγορα έσμιξε με τις εκπυρσοκροτήσεις των όπλων. Τους βομβαρδισμούς. Τους θρήνους. Τους σιδερένιους ήχους της διαταγής των κατακτητών. Και σε λίγο, τις πρώτες ομαδικές κραυγές στη διαδήλωση. Τα ομαδικά τραγούδια. Ετσι βούτηξα στην καρδιά του “ήχου” αναζητώντας τον εκεί που η ένταση είναι πιο δυνατή, πιο ομαδική. Απ’ όλους τους “ήχους” οι πιο γοητευτικοί – γιατί ήσαν μεγαλειώδεις και ασύλληπτοι – ήταν ο ήχος των βομβαρδισμών, ο ήχος της μάχης και ο ήχος της διαδήλωσης. Και οι τρεις είχαν το ρίγος του θανάτου. Ομως ήταν τόσο ζωντανοί “παρόντες”, που γρήγορα η συνείδησή σου λες και γινόταν πιο δυνατή από τον θάνατο. Ο “ήχος”, έκφραση ζωής στην ακμαιότερη μορφή της, σε οδηγούσε πέρα από το θάνατο. Αν σκοτωνόσουν τότε μέσα στον “ήχο” είναι σαν να τυλιγόσουν για πάντα τη ζωή. Ησουν αθάνατος, να πετάς για πάντα με τα φτερά του ήχου. Ετσι φαντάζομαι τους σκοτωμένους εκείνης της εποχής. Στο βομβαρδισμό, στη μάχη ή στη διαδήλωση.
Ο βασανιστικός ήχος είναι εκείνος που σε σκοτώνει και αν ακόμα συμβεί να μην πεθάνεις, να μείνεις ζωντανός, είναι ο ήχος του βασανισμού.
Η Μακρόνησος είναι για μένα ο ομαδικός ήχος βασανισμού. Η Ασφάλεια του 67 είναι ο ατομικός. Και οι δυο μορφές αυτών των ήχων σκότωσαν μέσα μου ένα κομμάτι του ανθρώπου που είμαι. Ο ομαδικός ήχος της Μακρονήσου – 300 οι βασανιζόμενοι και μερικές εκατοντάδες οι βασανιστές (26 Μαρτίου 1949) με σκότωνε κάθε μέρα για δέκα περίπου χρόνια. Δε με άφηναν ούτε για μια στιγμή. Πολύ συχνά ξανάρχονταν όπως ακριβώς ήταν: Τρομερός, μεγαλειώδης, ασύλληπτος, δηλητηριώδης. Με νύχια και με ξυράφια. Είναι σύμπτωση τάχα ότι απαλλάχτηκα από τις Ερινύες αυτές μόλις ανακάλυψα τη λαϊκή μουσική φλέβα γράφοντας τον “Επιτάφιο” στα 1959;…
Η λαϊκή μουσική – 1959 – 1967 – ζυμώθηκε βαθιά μέσα στον λαό, τα γεγονότα, τους αγώνες. Ετσι είναι η φωτεινή, η γνωστή πλευρά της σελήνης. Υπάρχει όμως και η άλλη πλευρά. Και είναι εκείνη που συνδέεται με τις κορυφαίες στιγμές του άγνωστου ελληνικού ήχου: ο απόηχος από τα Δεκεμβριανά. Ο ήχος της μάχης, της διαδήλωσης, της εξορίας, των εκτελεστικών αποσπασμάτων και των βασανισμών μέσα στην Πρώτη Συμφωνία (1948 – 1952). Ο ήχος των τανκς, του νέου αγώνα, της απόγνωσης, της φυλακής και των βασανισμών μέσα στον “Ηλιο και Χρόνο” (1957) και την “Κατάσταση Πολιορκίας” (1967). Ο ήχος της εξορίας μέσα στην Ελλάδα – “Πνευματικό Εμβατήριο” (1969) και έξω από την Ελλάδα “Κάντο Χενεράλ” (1972).
Με το λαϊκό τραγούδι, προσπαθούμε να περάσουμε ανάμεσα στα ραγίσματα του μεγάλου – του συνολικού και μεγαλειώδη ήχου. Αν ο ήχος ενός λαού είναι ένα δέντρο – ένα πεύκο – το λαϊκό τραγούδι είναι η ρετσίνη που στάζει από την πληγή του. Είναι τα δάκρυα του δέντρου. Είναι τα δάκρυα που ανακουφίζουν τον λαό γιατί τα νιώθει στα καυτά μαγούλά του σαν βάλσαμο που δροσίζει, ανακουφίζει και τελικά δυναμώνει την πίστη και την ελπίδα.
Με το Ορατόριο, τη Συμφωνία, το Τραγούδι – ποταμός και άλλες μεγάλες μουσικές φόρμες προσπαθούμε να αναπαράγουμε τον ήχο τον συνολικό, αν όχι στο σύνολό του γιατί αυτό είναι αδύνατο, τουλάχιστο να σώσουμε τον χαρακτήρα του ή κάποια από τις μορφές και τους απόηχούς του.
Πρόκειται λοιπόν για προσπάθεια που αντίθετα από το λαϊκό τραγούδι πρέπει να πονά τον λαό, γιατί ξύνει τις πληγές του, αναταράζει τις πικρές μνήμες…».
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΒΕΝΕΤΙΑΣ
«Η Γάζα δεν είναι ταινία να την κοιτάμε»
Το Σάββατο το 82o Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας γέμισε από ξηρά και θάλασσα με διαδηλωτές ενάντια στη γενοκτονία στην Παλαιστίνη. Ηταν η μεγαλύτερη διαδήλωση που έχει γίνει σε διεθνές φεστιβάλ τα τελευταία χρόνια. Τα διεθνή ΜΜΕ κάνουν λόγο για χιλιάδες διαδηλωτές, οι οποίοι έφτασαν με κάθε μέσο στο νησάκι του Λίντο. Κρατώντας πανό και πλακάτ ενάντια στη γενοκτονία, φωνάζοντας «Λευτεριά στην Παλαιστίνη», «Είστε το κοινό της γενοκτονίας» και «Η Γάζα δεν είναι ταινία να την κοιτάμε», παρακίνησαν αρκετούς επισκέπτες του Φεστιβάλ να ενωθούν με το ανθρώπινο ποτάμι διαμαρτυρίας. Παράλληλα, ένας «στόλος» από χάρτινα καραβάκια αφέθηκαν στο πάτωμα της Μπιενάλε κατά τη διάρκεια της κινητοποίησης, και οι διαδηλωτές άνοιξαν μια γιγαντιαία παλαιστινιακή σημαία.
Μέχρι σήμερα οι αντιδράσεις από τους σκηνοθέτες και παραγωγούς της κινηματογραφικής κοινότητας, τόσο στο κόκκινο χαλί όσο και στις συνεντεύξεις Τύπου, είναι μετρημένες στα δάχτυλα. Αν εξαιρέσουμε την επιστολή της πρωτοβουλίας «Venice 4 Palestine», την οποία υπέγραψαν αρκετοί σκηνοθέτες, και την απόφαση των Μπραντ Πιτ, Χοακίν Φίνιξ, Ρούνι Μάρα, Τζόναθαν Γκλέιζερ και Αλφόνσο Κουαρόν να στηρίξουν την ταινία «Η φωνή της Χιντ Ρατζάμπ» της Κάουτερ Μπεν Ανιά, επικρατεί μια «σιωπή», κυρίως από τους ιθύνοντες της διοργάνωσης.
Επίσης, ο Γιώργος Λάνθιμος φόρεσε τη σημαία της Παλαιστίνης στο πέτο του, τόσο στο κόκκινο χαλί όσο και κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου, ενώ η Μαροκινή σκηνοθέτιδα Μαριάμ Τουζανί, συνοδευόμενη από τον σύζυγό της, παραγωγό Ναμπίλ Αγιούτς, έκανε την εμφάνισή της κρατώντας ένα τσαντάκι με την παλαιστινιακή κεφίγια, που ανοίγοντάς το είχε το μήνυμα «Σταματήστε τη γενοκτονία στη Γάζα».
Αναμένουμε τις επόμενες μέρες και τις προβολές, για περισσότερα νέα…
«ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΕΙΑ» – ΗΡΩΔΕΙΟ
Μια εξαιρετική μουσική παράσταση διά χειρός Χρ. Λεοντή
Στο μεγάλο λαϊκό πανηγύρι του Χρήστου Λεοντή για τον Αριστοφάνη έδωσαν το «παρών» χτες χιλιάδες θεατές στο Ηρώδειο.
Στην παράσταση «Αριστοφάνεια» παρευρέθηκε ο ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ, Δημήτρης Κουτσούμπας. Παρευρέθηκε ακόμα ο Νίκος Σοφιανός, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του Κόμματος.
Η εξαιρετική αυτή μουσική παράσταση βασίστηκε στη μουσική που έγραψε ο Χρ. Λεοντής για τις παραστάσεις του Θεάτρου Τέχνης και του Εθνικού Θεάτρου, στην Επίδαυρο, για τις κωμωδίες του Αριστοφάνη «Αχαρνής», «Πλούτος», «Εκκλησιάζουσες», «Σφήκες», «Ιππείς», «Λυσιστράτη» και «Ειρήνη».
Ο επί σκηνής παρουσιαζόμενος Αριστοφάνης, που τον ερμήνευσε έξοχα ο Σταμάτης Κραουνάκης, σχολίασε την επικαιρότητα της εποχής του, η οποία μας θύμισε και κάτι από το σήμερα…
Ερμήνευσαν μοναδικά οι Τάσης Χριστογιαννόπουλος, Ιωάννα Φόρτη, Αγγελική Τουμπανάκη, Πέτρος Δαμουλής και η Klavdia.
Συμμετείχε η 16μελής ορχήστρα που αποτελείται από τη Λαϊκή Ορχήστρα του Χρήστου Λεοντή και οι Polis Ensemble.
Οι τρεις χορωδίες που αποτέλεσαν τον Χορό είναι: Οι σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης «Κάρολος Κουν», το φωνητικό σύνολο «Διαφωνία» και η παιδική χορωδία του CGS (Εκπαιδευτήρια Κωστέα – Γείτονα).
Διηύθυνε ο Χρ. Λεοντής.
Τα κείμενα ήταν της Ευανθίας Στιβανάκη και του Σταμάτη Κραουνάκη.
Χοροθεσία – φωτισμοί: Κωστής Καπελώνης.
Ενδυματολογική επιμέλεια: Κατερίνα Σωτηρίου.
Πηγή : Ριζοσπάστης 2 – 9 – 2025