Κατηγορίες
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

Ο δικός μας Federico García Lorca

5 Ιουνίου 2020 | 06:24  

Άνθρωποι, πόθοι, πάθη, έρωτες, αγώνες, παραδόσεις, φύση ήταν ο μαγικός ιστός πάνω στον οποίο ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα ύφανε την οικουμενική, αθάνατη ποίησή του.
«Τραγούδησε» την αγάπη αλλά και το θάνατο, μίσησε το δεσποτισμό και την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο και όρθωσε το ανάστημά του σε κάθε μορφή αδικίας.
Ο Λόρκα καταδίκαζε την καπιταλιστική κοινωνία και όλα όσα είχε σαν συνέπειες – την αδιαφορία για τη δυστυχία, την αποξένωση, τη φτώχεια και το ρατσισμό.

Ο μεγάλος και αδικοχαμένος στα 38 του χρόνια, δραματουργός ποιητής Federico [del Sagrado Corazón de Jesús] García Lorca γεννήθηκε στις 5-Ιουν-1898 στο Fuente Vaqueros (περιφέρεια της Granada, στην Andalucía).
Από το 1909, έζησε στην πόλη της Γρανάδα και για ένα διάστημα στη Μαδρίτη
Το 1929 πήγε για λίγο στη Νέα Υόρκη
1936 |> τα σύννεφα του φασισμού πυκνώνουν πάνω από την Ισπανία και όλοι τον συμβουλεύουν, να μείνει όσο γίνεται μακριά από τη γενέτειρά του.
Στις 19 Αυγούστου, στο χωριό Víznar (Βιθνάρ), ο Λόρκα βρίσκει τραγικό θάνατο από τους φαλαγγίτες του δικτάτορα Φράνκο.

Το έργο του απαγορεύτηκε στην Ισπανία μέχρι το 1953, όταν ξαναεμφανίστηκε λογοκριμένο.
Μόνο μετά το θάνατο του Φράνκο το 1975, έγινε δυνατό να συζητηθεί δημόσια το έργο και ο θάνατός του.

Ο Λόρκα έβλεπε πέρα από τις περιστάσεις, αναζητώντας μια εξήγηση, με το φόβο πως η δυστυχία γύρω του δεν φαινόταν να έχει καμιά κοινωνική ή ηθική εξήγηση.
Στο ποίημα «Τυφλό Πανόραμα της Νέας Υόρκης», έγραφε: «Ο αυθεντικός πόνος που κρατά τα πάντα ξύπνια είναι μια μικροσκοπική, απέραντη φωτιά στα αθώα μάτια άλλων συστημάτων», ενώ στο «Ξημέρωμα», με θέμα πάλι τη Νέα Υόρκη,
«Το ξημέρωμα της Νέας Υόρκης στενάζει στ’ απέραντα κλιμακοστάσια, ψάχνοντας μέσα απ’ τις γωνίες νάρδους από σχεδιασμένη αγωνία. Το ξημέρωμα φτάνει και κανείς δεν το παίρνει στο στόμα του γιατί εκεί δεν έχει αύριο και δυνατότητα ελπίδας».

Ο Λόρκα και το θέατρο

Στο θέατρο, ο Λόρκα ανακάλυψε ένα ισχυρό μέσο να συνδέεται με το κοινό και να το προκαλεί. Το θέατρο, έγραφε, «είναι ποίηση που σηκώνεται από το βιβλίο και γίνεται ανθρώπινη. Κι όσο γίνεται ανθρώπινη, μιλάει και φωνάζει, κλαίει και απελπίζεται».

Αυτή τη σχέση του με το κοινό καταγράφει στο τελευταίο του έργο το «Κοινό» και στο μονόπρακτο «Κωμωδία χωρίς τίτλο».
Το «Κοινό», δράμα υπερρεαλιστικό, δίνει μια άλλη εικόνα για το έργο του Λόρκα. Τολμηρή αναζήτηση ενός ονειρικού θεάτρου με ποιητικές εκλάμψεις, όπου μέσα από τεχνικές και μοτίβα που πολύ αργότερα θα χρησιμοποιηθούν από την πρωτοπορία του θεάτρου (Pirandello, Cocteau, Genet, Beckett κ.ά.), μιλάει για τον ομοφυλόφιλο έρωτα, το θάνατο, την αδυναμία και το τυχαίο στον έρωτα, προβληματίζεται πάνω στη φύση του θεάτρου, στις σχέσεις συγγραφέα – έργου – θεατή.
Η «Κωμωδία χωρίς τίτλο», απόηχος των ταραγμένων χρόνων 1935-36, κινείται σ’ ένα κλίμα ανησυχητικό κι απειλητικό, κι έχει σαν θέμα την τέχνη, το θέατρο και την επανάσταση.

«Τολμηρότατο και με μια εντελώς νέα τεχνική. Είναι το καλύτερο που έχω γράψει για το θέατρο. (…) Δεν αντιλήφτηκαν τίποτα ή τρόμαξαν – το καταλαβαίνω. Το έργο είναι πολύ δύσκολο και για την ώρα δεν μπορεί να παιχτεί. Έχουν δίκιο. Αλλά σε δέκα ή είκοσι χρόνια θα γίνει τρομερή επιτυχία. Θα δεις».

Αυτά είναι τα λόγια του Λόρκα, μετά την πρώτη ανάγνωση του έργου, σε φίλους του, το φθινόπωρο του 1931. Από τότε το έργο ξαναδουλεύτηκε αλλά δεν εκδόθηκε ποτέ ολόκληρο.
Μια μορφή του χειρογράφου παραδόθηκε στον R. M. Nadal που για χρόνια πολλά έψαχνε για άλλες εκδοχές του έργου και τη χαμένη 5η σκηνή του χειρογράφου. Εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1978 στην Ισπανία με το μονόπρακτο «Κωμωδία χωρίς τίτλο», που αρχικά νόμισαν ότι πρόκειται για την περίφημη χαμένη 5η σκηνή και δεν αποκλείεται να είναι.

Η δολοφονία

Ο Λόρκα είχε προειδοποιηθεί από τους φίλους του τον Ιούλιο του 1936, όταν ήταν ήδη γνωστό ότι ο Φράνκο ετοίμαζε τα στρατεύματά του στο ισπανικό Μαρόκο και θα ξεσπούσε ο εμφύλιος πόλεμος, να μην πάει στην Ανδαλουσία.
Δύο ημέρες μετά την άφιξή του στη Γρανάδα ξέσπασε ο πόλεμος.
Η περιοχή ήταν η πρώτη που κατελήφθη από τους φρανκιστές, ο γαμπρός του Λόρκα και δήμαρχος της Γρανάδας συνελήφθη στις 16 Αυγούστου και την επομένη εκτελέστηκε.
Την ίδια ημέρα συνελήφθη και ο Λόρκα.

Το φασιστικό καθεστώς δε δίστασε να εκτελέσει έναν διάσημο ποιητή, που προερχόταν από μια πολύ γνωστή οικογένεια της περιοχής. Αλλά δεν είναι περίεργο, αν σκεφτεί κανείς ότι εκείνη τη χρονιά μόνο στην περιοχή γύρω από την Αλάμπρα η φάλαγγα εξετέλεσε 30.000 άτομα, αφού ο Φράνκο είχε διακηρύξει ότι θα «προστάτευε» την Ισπανία από «τη διεθνή κομμουνιστική, εβραϊκή και μασονική συνωμοσία».
Παρόλο που ο ποιητής ποτέ δεν εντάχθηκε στο εργατικό επαναστατικό κίνημα, οι κοινωνικές και πολιτικές του θέσεις ήταν τόσο εμφανείς, που για τον Φράνκο και τους υποστηρικτές του δεν είχε καμιά διαφορά από έναν κομμουνιστή.

Στ’ όνομά σου, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα

«Στ’ όνομά σου, Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, που πέθανες στην Ισπανία για τη λευτεριά του ζωντανού λόγου, εμείς, οι ποιητές από πολλές χώρες του κόσμου, που μιλάμε και γράφουμε σε διάφορες γλώσσες, ορκιζόμαστε εδώ πέρα, όλοι μαζί, πως τ’ όνομά σου δε θα ξεχαστεί ποτέ πάνω στη γη, και στ’ όνομά σου, όσο που θα υπάρχει τυραννία και καταπίεση να τις καταπολεμήσουμε, όχι μονάχα με το λόγο μα και με τη ζωή μας».

Ο παραπάνω όρκος δόθηκε από λογοτέχνες απ’ όλες τις χώρες του κόσμου, όπου συγκεντρώθηκαν αρχικά στη Βαλένθια και στη συνέχεια στο Παρίσι, το 1937, στο Δεύτερο Διεθνές Συνέδριο των συγγραφέων, για την υπεράσπιση της κουλτούρας ενάντια στο φασισμό.
Τον όρκο συνέταξε ο Στρατής Τσίρκας μαζί με τον Αμερικανό ποιητή Λάνγκστον Χιους και προωθήθηκε από τον Λουί Αραγκόν.
Ανάμεσα στους λογοτέχνες που υπόγραψαν τον όρκο είναι οι Μπέρτολτ Μπρεχτ, Πάμπλο Νερούντα, Ιλία Ερενμπουργκ, Αλεξέι Τολστόι κ.ά.

Ο Λόρκα ήταν παιδί μιας προνομιούχας και μορφωμένης οικογένειας, γρήγορα, όμως, συνειδητοποίησε ότι υπάρχει και μια άλλη ζωή, αυτή των πολλών μέσα στη φτώχεια και τη δυστυχία.
Το 1915 παρά την επιθυμία του να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη μουσική, γράφτηκε στη Φιλοσοφική και στη Νομική Σχολή του πανεπιστημίου της Γρανάδα.
Το 1919 εγκαθίσταται στη Μαδρίτη για να συνεχίζει τις σπουδές του. Εκεί συνδέθηκε με μια ομάδα νέων διανοουμένων που χαρακτηριζόταν αργότερα, ως η γενιά του ’27 και θα έπαιζε σημαντικό ρόλο στην πνευματική ζωή της Ισπανίας.

Το 1931 (μετά το ταξίδι στη Νέα Υόρκη -1929) ξαναγυρίζει στη «δημοκρατική» πια Ισπανία («2η ισπανική δημοκρατία -Segunda República Española Απρίλιος 1931) και ο υπουργός Παιδείας του ανέθεσε να δημιουργήσει μαζί με τον Εδουάρδο Ουγάρτε έναν περιοδεύοντα φοιτητικό θίασο, την «Μπαράκα» (Barraca ambulante), που γύριζε σε όλη την Ισπανία δίνοντας παραστάσεις σε μικρές πόλεις και σε πανεπιστήμια.
Οι ηθοποιοί ήταν ερασιτέχνες και έπαιζαν δωρεάν, ενώ τα σκηνικά, όπως και τα κοστούμια, τα έφτιαχναν φοιτητές της Αρχιτεκτονικής απ’ όλη την Ισπανία.
Ως το 1936 που διαλύθηκε, το θέατρο ανέβασε 13 έργα και έδωσε παραστάσεις σε 72 χωριά και πόλεις.

Από τα πιο γνωστά έργα του Λόρκα είναι, «Ποιητής στη Νέα Υόρκη», «Μοιρολόι για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας», «Romancero gitano», «Ντουέντε» και από τα θεατρικά του, «Τα Μάγια της Πεταλούδας», «Οι Φασουλήδες του Κατσιπόρα», «Ματωμένος Γάμος», «Γέρμα» και «Το Σπίτι της Μπερνάρντα Αλμπα». Μέσα από το έργο του «τραγούδησε» την αγάπη αλλά και το θάνατο, κατήγγειλε την τυραννία και όρθωσε το ανάστημά του σε κάθε μορφή αδικίας. Πάθη, παραδόσεις, στοιχεία της φύσης, ανδαλουσιάνικες φιγούρες συναντώνται στην ποίησή του.

Το έργο του απαγορεύτηκε στην Ισπανία μέχρι το 1953, όπου έκανε την επανεμφάνισή του, λογοκριμένο. Μόνο μετά το θάνατο του Φράνκο το 1975, έγινε δυνατό να συζητηθούν δημόσια το έργο και ο θάνατός του…

Μια αθάνατη μορφή του 20ού αιώνα
«Αθίγγανε κι αφέντη μου με τι να σε στολίσω»…

 «Αθίγγανε κι αφέντη μου με τι να σε στολίσω;
Φέρτε το μαυριτονικά σκουτί το πορφυρό
Στον τοίχο της Καισαριανής μας φέραν από πίσω
Κι ίσα ένα αντρίκειο ανάστημα ψηλώσαν το σωρό»
(Απόσπασμα από το ποίημα «Federico Garcia Lorca- 1979» του Ν. Καββαδία)

Το 1936, είναι η χρονιά που μόνο στην περιοχή γύρω από τη Γρανάδα η φασιστική φάλαγγα εκτέλεσε χιλιάδες απλούς πολίτες, αφού ο Φράνκο είχε διακηρύξει ότι θα «προστάτευε» την Ισπανία από «τη διεθνή κομμουνιστική, εβραϊκή και μασονική συνωμοσία»
Μεταξύ αυτών, κοντά στην «Πηγή των Δακρύων» και τον ποιητή του «ντουέντε» που ήταν πάντα «στο πλευρό αυτών που δεν έχουν τίποτα και στους οποίους δεν επιτρέπεται καν να απολαύσουν ειρηνικά το τίποτα που έχουν», που όρθωσε το ανάστημά του σε κάθε μορφή αδικίας.

1932 / Vintage print – τεχνική απεικόνισης Gelatin silver τυπωμένο σε χαρτί – Διαστάσεις:13,7 Χ 8,5 cm

«Δε μας ανήκει τίποτα. Δε μας ανήκει τίποτα
Είναι όλα δανεικά απ’ τα παιδιά μας.
Το ξέρω, κάποτε θα γίνει ένα θαύμα
Μόνο έχοντας διδαχθεί από την πραγματικότητα,
μπορούμε την πραγματικότητα ν’ αλλάξουμε.
Δε μας ανήκει τίποτα. Τίποτα δεν είναι δικό μας.
Αυτό τον πλανήτη μας τον εμπιστεύτηκαν τα παιδιά μας
και πρέπει να τους τον επιστρέψουμε ακέραιο»..
.

Από τους πρώτους μήνες της ζωής του υπέστη την ταλαιπωρία σοβαρής ασθένειας, η οποία μάλιστα θα του αφήσει και μια μικρή χωλότητα.
Σπουδάζοντας στο Πανεπιστήμιο της Γρανάδας παράλληλα παίρνει μαθήματα κιθάρας και πιάνου με δάσκαλο τον Μανουέλ ντε Φάλια.
Στη Μαδρίτη, στη Φοιτητική Εστία και εκεί έχει την ευκαιρία να γνωριστεί με τους Λουίς Μπουνιουέλ, Σαλβαδόρ Νταλί, Μιγέλ Ουναμούνο και άλλους.
Το 1920 ανεβαίνει στη Μαδρίτη το έργο του «Τα μάγια της πεταλούδας».
Την επομένη χρονιά κυκλοφορεί η πρώτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Βιβλίο ποιημάτων», ενώ παράλληλα γράφει το «Ποίημα του Κάντε Χόντο».
Το 1925 ο θίασος της Μαργαρίτας Σίργκου ανεβάζει στη Βαρκελώνη το έργο «Μαριάνα Πινέδα» με σκηνικά του Σαλβαδόρ Νταλί.
Το 1928 εκδίδει μαζί με φίλους του από τη Γρανάδα το περιοδικό «El Gallo» («O πετεινός»), όπου και δημοσιεύονται τα μονόπρακτά του «Η παρθένος, ο ναύτης και ο σπουδαστής» και «Ο περίπατος του Μπάστερ Κήτον».
Την ίδια χρονιά εκδίδει το πρώτο μέρος του «Ρομανθέρο Χιτάνο», με ποιήματα της περιόδου 1924 – 1927.

https://www.youtube.com/embed/aw0r38_Epow?feature=oembedΗ καλόγρια η τσιγγάνα / Γιώργος Παπαστεφάνου
Το «Romancero Gitano» του Μίκη Θεοδωράκη, ποίηση Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και με απόδοση του Οδυσσέα Ελύτη στα ελληνικά, επρόκειτο να ηχογραφηθεί σε δίσκο με την Αρλέτα, αλλά το σχέδιο ναυάγησε την 21η Απρίλη 1967.
Ωστόσο, η Αρλέτα είχε μάθει τα τραγούδια και τα ‘λεγε στην παρέα με την κιθάρα της – καμιά φορά και στις μπουάτ που εμφανιζόταν, αφού τα τραγούδια ήταν άγνωστα. Κάπως έτσι τα πρωτάκουσα κι εγώ και βεβαίως τα ερωτεύθηκα!
Σκέφτηκα λοιπόν τότε, να τα ηχογραφήσουμε σε στούντιο, μόνο και μόνο για να υπάρχουν, με κλειδαμπαρωμένες τις πόρτες, η Αρλέτα με την κιθάρα της, είπε και τα επτά τραγούδια του «Ρομανθέρο», με το δικό της απαράμιλλο τρόπο.
Επτά χρόνια αργότερα, το 1978, όταν τα τραγούδια του Θεοδωράκη κυκλοφορούσαν πια ελεύθερα, η Αρλέτα ξαναηχογράφησε το «Ρομανθέρο Χιτάνο» στην εταιρία «Λύρα», έχοντας δίπλα της στην δεύτερη κιθάρα τον Βασίλη Ρακόπουλο.
Στη δική μας, πρώτη εγγραφή, τη φωνή της Αρλέτας πλαισιώνουν σκίτσα του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και κάποιες εικόνες παρμένες μέσα από το περιοδικό «Θέατρο» του Κώστα Νίτσου, από το τεύχος που ήταν αφιερωμένο στον αδικοχαμένο ποιητή.

Μετά τα ταξίδια του στην Νέα Υόρκη και την Κούβα ο Λόρκα επιστρέφει το 1930 στη Μαδρίτη, όπου ανεβαίνει στο θέατρο Εσπανιόλ το έργο του «Η θαυμαστή μπαλωματού».
Το 1933 ανεβαίνουν στη Μαδρίτη τα έργα «Ματωμένος γάμος» και «Δον Περλιμπλίν», ενώ την επόμενη χρονιά ανεβαίνει στο Τεάτρο Εσπανιόλ η «Γέρμα» με την Μαργκαρίτα Σίργου.
Το θέατρο «Λα Μπαράκα» δίνει παραστάσεις στη Νότια Αμερική, και ο Λόρκα γράφει το «Θρήνο για τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας».
Τον επόμενο χρόνο, θα παιχτούν τα έργα του «Η παραστασούλα του Δον Κριστόμπαλ» και «Δόνια Ροζίτα η ανύπαντρη»…

Θέατρο και επανάσταση

Η «Κωμωδία χωρίς τίτλο», απόηχος των ταραγμένων χρόνων 1935 – 36, κινείται σ’ ένα κλίμα ανησυχητικό κι απειλητικό, κι έχει σαν θέμα την τέχνη, το θέατρο και την επανάσταση.
«Τολμηρότατο και με μια εντελώς νέα τεχνική. Είναι το καλύτερο που έχω γράψει για το θέατρο. (…) Δεν αντιλήφτηκαν τίποτα ή τρόμαξαν – το καταλαβαίνω. Το έργο είναι πολύ δύσκολο και για την ώρα δεν μπορεί να παιχτεί. Έχουν δίκιο. Αλλά σε δέκα ή είκοσι χρόνια θα γίνει τρομερή επιτυχία. Θα δεις».

Αυτά είναι τα λόγια του Λόρκα, μετά την πρώτη ανάγνωση του έργου, σε φίλους του, το φθινόπωρο του 1931.
Από τότε το έργο ξαναδουλεύτηκε αλλά δεν εκδόθηκε ποτέ ολόκληρο. Σε κάποιο σημείο ο συγγραφέας – ήρωας του έργου λέει
«…Tο να δεις την πραγματικότητα είναι δύσκολο. Και να την διδάξεις, ακόμη περισσότερο. Είναι σα να προφητεύεις στην έρημο. Αλλά δεν πειράζει. Ιδίως σε σας, άνθρωποι της πόλης, που ζείτε με την πιο φτωχή και λυπητερή φαντασία. Όλο, κι όλο που κάνετε είναι να επιζητάτε τέτοιους δρόμους που να μη μαθαίνετε τίποτε. Οταν σφυρίζει ο αέρας, για να μη καταλάβετε τι λέει, παίζετε πιανόλα, για να μη δείτε τον τεράστιο χείμαρρο από δάκρυα που μας κυκλώνει, κλείνετε με σκούρα τα παράθυρα,για να μπορείτε να κοιμηθείτε ήσυχα και να σωπάσετε τον επίμονο γρύλλο της συνείδησής σας, εφευρίσκετε τα ιδρύματα φιλανθρωπίας. Κήρυγμα! Ναι, κήρυγμα! Γιατί να πηγαίνουμε στο θέατρο πάντα για να δούμε τι γίνεται κι όχι τι μας γίνεται»;

Αυτοπροσωπογραφία

«Ποτέ δε με βρήκαν»…

Ογδόντα τέσσερα χρόνια μετά τη δολοφονία του και ο τάφος του μεγαλύτερου Ισπανού ποιητή του 20ού αιώνα παραμένει άγνωστος, όχι όμως και οι συνθήκες του θανάτου του.
Βιογράφοι, μελετητές και ερευνητές μπορεί να διαφωνούν στις λεπτομέρειες, αλλά δεν υπάρχει αμφιβολία για το πώς περίπου συνέβη το έγκλημα. Οι προσπάθειες να αποκαλυφθεί ο τάφος του Λόρκα παραμένουν άκαρπες.

Η ελιά που μπροστά της εκτελέστηκε ο Λόρκα

«Έπειτα κατάλαβα ότι είχα δολοφονηθεί. Με έψαξαν σε καφετέριες, νεκροταφεία και εκκλησίεςαλλά δε με βρήκαν. Δε με βρήκαν ποτέ; Όχι. Ποτέ δε με βρήκαν» (από τον «Ποιητή στη Νέα Υόρκη»).

Προφητικό; Ποιος ξέρει. Πάντως, σ’ ολόκληρο το έργο του Λόρκα, ο θάνατος πλανάται επίμονα. Ένας ισπανικός θάνατος «διαφορετικός» από τους άλλους. Γιατί, σύμφωνα με τον ίδιο τον ποιητή, στη διάλεξή του το 1933 για την «Πρακτική και Θεωρία του duende»:
«Σε όλες τις χώρες ο θάνατος είναι το τέλος. Όταν έρχεται, οι κουρτίνες κλείνουν. Όχι όμως στην Ισπανία… Εκεί ο νεκρός είναι περισσότερο ζωντανός απ’ ό,τι ένας νεκρός οπουδήποτε αλλού στον κόσμο».

Προτομή στη Μαδρίτη

Ποιήματα

  • De Profundis en Leiden
  • Libro de poemas (1921)
  • Poema del cante jondo (1921)
  • Oda a Salvador Dalí (1926)
  • Romancero gitano (1928)
  • Poeta en Nueva York (1930)
  • Llanto por Ignacio Sánchez Mejías (1935)
  • Seis poemas galegos (1935)
  • Diván del Tamarit (1936)
  • Sonetos del amor oscuro (1936)
La Barraca (αφιέρωμα -θεατρικές παραστάσεις 2014)

Θεατρικά

Ταχυδρομικό δελτάριο του Lorca στον Antonio de Luna

Πρόζα

  • Impresiones y paisajes (1918)

Φιλμογραφία

  • Deep song, black sound (1968), de P. Luke (BBC).
  • L’assassinio di Federico Garcia Lorca (1976), του Alessandro Cane (RAI).
  • Federico García Lorca: Murder in Granada (1976), τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ του Humberto López y Guerra για τη σουηδική τηλεόραση SVT-TV1.
  • Lorca, muerte de un poeta (1987), σειρά της ισπανικής τηλεόρασης (σκηνοθεσία Juan Antonio Bardem).
  • Muerte en Granada (1997), σκηνοθεσία Marcos Zurinaga.
  • Lorca (1998), σκηνοθεσία Iñaki Elizalde.
  • La luz prodigiosa (2003), σκηνοθεσία Miguel Hermoso.
  • Lorca. El mar deja de moverse (2006), σκηνοθεσία Emilio Ruiz Barrachina.
  • Sin límites (Little ashes) (2008), σκηνοθεσία Paul Morrison ημιβιογραφικό αναφορικά με τη σχέση Lorca – Dalí και Buñuel.
  • El deseo y la realidad (2009), ντοκιμαντέρ των Rafael Zarza και Fernando García de Canales.
  • Mudanza (2009), σε σκηνοθεσία Pere Portabella.
https://youtube.com/watch?v=PO4QiJXLV_s%3Ffeature%3Doembed

​Διάφορα

  • In another five years or so (1944), σε άλλα πέντε χρόνια περίπου zarzuela του Paul Bowles βασισμένη στο «Así que pasen cinco años»
    (ΣΣ |> Η zarzuela – θαρθουέλα είναι είδος μουσικού θεάτρου / όπερας, που συνδυάζει σκωπτικά τραγούδι, χορό και θεατρικό διάλογο. Προέρχεται από το Παλάτι της Zarzuela, της βασιλικής κατοικίας κοντά στη Μαδρίτη, όπου πρωτοπαρουσιάστηκαν τέτοιες παραστάσεις)
  • La zapatera prodigiosa -ο θαυμάσιος τσαγκάρης (1949), από τον Αργεντίνο συνθέτη Juan José Castro (1895–1968), κυκλοφόρησε στο Μοντεβιδέο.
  • Bodas de sangre (ο ματωμένος γάμος) Juan José Castro (1952), Wolfgang Fortner (1957), Sándor Szokolay (1964), Nicola LeFanu (1992)
  • Yerma, ópera του  Paul Bowles (1955), de Heitor Villa-Lobos (1955-1956, κυκλοφόρησε το  1971).
  • La casa de Bernarda Alba, Το σπίτι της Bernarda Alba του καταλανού Miquel Ortega, από τον Aribert Reimann (1998/2000)
  • Ainadamar (2003), του Osvaldo Golijov, έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Tanglewood.
  • Don Perlimplín ama a Belisa en su jardín (Ο Don Perlimplín αγαπά τη Belisa στον κήπο του), του Wolfgang Fortner 1962, Bruno Maderna (1962), Simon Holt (1998).
  • Quimera, του Hans-Jürgen von Bose (1986).
  • Comedia sin título, (κωμωδία χωρίς τίτλο) από τον Jan Müller-Wieland (1998).
  • El Público, de Mauricio Sotelo (2014), έκανε πρεμιέρα στο Teatro Real 24-Φεβ-2015.
  • https://www.youtube.com/watch?v=3GGACVoO-3
  • https://youtu.be/3GGACVoO-3I

Με πληροφορίες από

Μοιράσου το…

Ναζίμ Χικμέτ: Σας σφίγγω όλους μ᾿ αγάπη στην αγκαλιά μου

3 Ιουνίου 2020 | 06:23  

Ναζίμ Χικμέτ - Nâzım Hikmet Ran ALT_gr ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε
Πρέπει νὰ τήνε πάρεις σοβαρά,
Ὅπως, νὰ ποῦμε, κάνει ὁ σκίουρος,
Δίχως ἀπ᾿ ὄξω ἢ ἀπὸ πέρα νὰ προσμένεις τίποτα.
Δὲ θά ῾χεις ἄλλο πάρεξ μονάχα νὰ ζεῖς.

Ἡ ζωὴ δὲν εἶναι παῖξε-γέλασε
Πρέπει νὰ τήνε πάρεις σοβαρὰ
Τόσο μὰ τόσο σοβαρὰ
Ποὺ ἔτσι, νὰ ποῦμε, ἀκουμπισμένος σ᾿ ἕναν τοῖχο

μὲ τὰ χέρια σου δεμένα
Ἢ μέσα στ᾿ ἀργαστήρι
Μὲ λευκὴ μπλούζα καὶ μεγάλα ματογυάλια
Θὲ νὰ πεθάνεις, γιὰ νὰ ζήσουνε οἱ ἄνθρωποι,
Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ποτὲ δὲ θά ῾χεις δεῖ τὸ πρόσωπό τους
καὶ θὰ πεθάνεις ξέροντας καλὰ
Πὼς τίποτα πιὸ ὡραῖο, πὼς τίποτα πιὸ ἀληθινὸ
ἀπ᾿ τὴ ζωὴ δὲν εἶναι.

Πρέπει νὰ τηνε πάρεις σοβαρὰ
Τόσο μὰ τόσο σοβαρὰ
Ποὺ θὰ φυτεύεις, σὰ νὰ ποῦμε,
ἐλιὲς ἀκόμα στὰ ἑβδομῆντα σου
Ὄχι καθόλου γιὰ νὰ μείνουν στὰ παιδιά σου

Μὰ ἔτσι γιατὶ τὸ θάνατο δὲ θὰ τόνε πιστεύεις
Ὅσο κι ἂν τὸν φοβᾶσαι
Μὰ ἔτσι γιατί ἡ ζωὴ θὲ νὰ βαραίνει
      πιότερο στὴ ζυγαριά.

~ ~ ~ ~
Nâzim Hikmet -Γιὰ τὴ ζωή  
         (ἀπόδοση: Γιάννης Ρίτσος)


https://youtube.com/watch?v=oUxDBOP46Mg%3Ffeature%3Doembed

Σημείωμα, μικρό αφιέρωμα, «περίληψη ζωής» για ογκόλιθους σαν τον μεγάλο Τούρκο διανοούμενο που σμίλεψε το διάβα του ανθρώπου και σημάδεψε ανεξίτηλα το χρόνο δε γίνεται.

Το Επιστημονικό Συνέδριο της Κ.Ε. του ΚΚΕ: ΝΑΖΙΜ ΧΙΚΜΕΤ «Για να γενούνε τα σκοτάδια λάμψη», που κράτησε δυο ολόκληρες μέρες χωρισμένο σε τρεις ενότητες (1η «Γεια στης ανθρωπιάς το μεγαλείο!», 2η «Τα τραγούδια μας πιο μπροστά στη γραμμή να ορμάνε στον εχθρό» & 3η «Καρδιά που αντιχτυπά και στο πιο μακρινό αστέρι» με 27 εισηγήσεις – παρεμβάσεις και πολλά δρώμενα) ανέδειξε το μεγαλείο του.
Έτσι θα περιοριστούμε σε ένα –απαραίτητο βιογραφικό ώστε να γίνει γνωστό το πολιτικό, κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο έδρασε, διαμορφώθηκε ως άνθρωπος, ως κομμουνιστής και ως ποιητής.

Ο Ναζίμ Χικμέτ, αριστοκρατικής καταγωγής, γεννήθηκε το 1902 στη Θεσσαλονίκη. Γρήγορα η οικογένειά του μετακόμισε στο Καντικιόι της Κωνσταντινούπολης.
Το 1912 φοιτά σε ιδιωτικό σχολείο. Ο επόμενος όμως χρόνος τον βρίσκει σε δημόσιο σχολείο.
Το 1917 μπαίνει στη σχολή αξιωματικών του ναυτικού και φοιτά ως δόκιμος. Μια επίμονη πλευρίτιδα του στερεί τη δυνατότητα να υπηρετήσει τη θητεία του ως αξιωματικός.
Το 1921 ο Χικμέτ αποφασίζει να ενταχθεί στον «Πόλεμο Ανεξαρτησίας» του Κεμάλ, στην Ανατολή. Στο δρόμο συναντιέται με Τούρκους Σπαρτακιστές φοιτητές, που είχαν απελαθεί από τη Γερμανία. Απ’ αυτούς μαθαίνει για τους ΜαρξΕνγκελς κι έρχεται σε επαφή με την κομμουνιστική ιδεολογία.
Στην πεζοπορία του προς την Άγκυρα γίνεται μάρτυρας της φτώχειας και δυστυχίας των αγροτών της Ανατολής και συνειδητοποιεί το μέγεθος των κοινωνικών προβλημάτων της χώρας.
Την ίδια στιγμή, η αστική επανάσταση του Κεμάλ δεν μπορεί να καταργήσει τις ταξικές διαφορές, πράγμα αντικειμενικό, κάτι που διαπιστώνει και ο ίδιος. Ενώ ζητά να σταλεί στο μέτωπο, τελικά στέλνεται ως δάσκαλος στην πόλη Μπολού.
Εκεί ενημερώνεται για την Οχτωβριανή Επανάσταση και αποφασίζει να ταξιδέψει στην ΕΣΣΔ.
Στο ταξίδι του πληροφορείται τη δολοφονία του ιδρυτή του Τουρκικού Κομμουνιστικού Κόμματος Μουσταφά Σουπχί και 14 συντρόφων του.
Το 1922 γίνεται μέλος του Κόμματος των Μπολσεβίκων – ΠΚΚ (μπ) και του Κομμουνιστικού Κόμματος Τουρκίας.
Σπουδάζει στο Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Εργατών της Ανατολής (ΚΟΥΤΒ).
Γνωρίζεται με τον Μαγιακόφσκι, με φουτουριστές και κονστρουκτιβιστές καλλιτέχνες.

Το 1924 πεθαίνει ο Λένιν. Ο Ναζίμ στέκεται τιμητική φρουρά στο φέρετρο.

«Είμαι ένας κομμουνιστής ποιητής…»

Επιστρέφει στην Τουρκία και το 1925 συνεργάζεται με τα πολιτικά περιοδικά «Διαφώτιση» και «Σφυροδρέπανο», προσκείμενα στο ΤΚΚ.
Κηρύσσεται στρατιωτικός νόμος, καταργείται η ελευθερία του Τύπου και διώκονται οι κομμουνιστές.
Ο Ναζίμ διαφεύγει στη Σμύρνη. Αποστολή του η οργάνωση παράνομου κομματικού τυπογραφείου.
Καταδικάζεται, ερήμην, σε 15 χρόνια φυλακή.
Μεταμφιεσμένος και χωρίς ταξιδιωτικά έγγραφα δραπετεύει στην ΕΣΣΔ, όπου συνθέτει ποιήματα και πάνω από 30 θεατρικά, που όμως δε διασώζονται.
Στην Τουρκία ξεκινούν καινούργιες δίκες κομμουνιστών.
Το 1928 καταδικάζεται, ερήμην, σε 3 μήνες φυλακή.
Τον Ιούλη, επιστρέφοντας παράνομα στην Τουρκία, συλλαμβάνεται στα σύνορα και φυλακίζεται στην Αγκυρα απ’ όπου αποφυλακίζεται μετά από 7μηνη κράτηση.
Το 1929 κυκλοφορεί η πρώτη του ποιητική συλλογή σε λατινικό αλφάβητο «835 στίχοι».
Η συλλογή περιλαμβάνει ποιήματα γραμμένα στην ΕΣΣΔ με έντονη τη σφραγίδα του κονστρουκτιβισμού. Σημειώνει μεγάλη επιτυχία για τις καινοτομίες που εισάγει στη μορφή και στο περιεχόμενο της τουρκικής ποίησης.
Παρά την αναγνώρισή του, δεν βρίσκει δουλειά λόγω της κομμουνιστικής του στράτευσης.
Στο μακροσκελές του ποίημα «Η Τζοκόντα και ο Σι-Για-Ου» καλεί την Τέχνη να συμμετέχει στον επαναστατικό αγώνα.
Το 1930 κυκλοφορεί δίσκος με τον ποιητή να διαβάζει ποιήματά του.
Για την ποιητική του συλλογή «Η πόλη που έχασε τη φωνή της», εμπνευσμένη από απεργία στα μέσα μεταφοράς, συλλαμβάνεται, αφήνεται όμως ελεύθερος λόγω πίεσης του μεγάλου λαϊκού ακροατηρίου της δίκης.
Στην απολογία του το 1931 ο Χικμέτ αναφέρει: «Είμαι ένας Κομμουνιστής ποιητής και κάθε μέρα προσπαθώ να γίνω καλύτερος Κομμουνιστής και καλύτερος ποιητής».
Το 1933 συλλαμβάνεται ξανά και απαγορεύεται η κυκλοφορία ποιητικής του συλλογής.
Υπόδικος μεταφέρεται από την Κωνσταντινούπολη στις φυλακές της Προύσας, όπου ξεκινά τη συγγραφή του εξαιρετικού «Το έπος του Σεΐχη Μπεντρεντίν».
Ο δημόσιος κατήγορος απαιτεί να καταδικαστεί σε θάνατο.
Τον Γενάρη 1934 καταδικάζεται σε 5 χρόνια φυλάκιση, τον Αύγουστο αποφυλακίζεται με γενική αμνηστία. Προσλαμβάνεται ως συντάκτης στις εφημερίδες «Απογευματινή» και «Αυγή» όπου υπογράφει με το ψευδώνυμο Ορχάν Σελίμ. Γράφει κινηματογραφικά σενάρια. Στα περισσότερα το όνομά του δεν αναφέρεται ή υπογράφει με ψευδώνυμο είτε για λόγους πολιτικούς, είτε γιατί το περιεχόμενό τους δεν τον εκφράζει.
Το 1935 δημοσιεύει το αφηγηματικό του ποίημα «Γράμματα στην Ταράντα – Μπαμπού», για την επίθεση της φασιστικής Ιταλίας στην Αιθιοπία. Το 1936 στην μπροσούρα «Γερμανικός φασισμός και ρατσισμός» καταγγέλλει τη στενή σχέση φασισμού, καπιταλιστικών συμφερόντων και πολέμου. Στο «Επος του Σεΐχη Μπεντρεντίν» ο Χικμέτ ιστορικοποιεί την αναγκαιότητα της σοσιαλιστικής επανάστασης.

https://www.youtube.com/embed/T2yIDp_pzrU?feature=oembedΟ Μάνος Λοΐζος το είχε καημό να μελοποιήσει και να εκδώσει σε δίσκο τα «Γράμματα στην αγαπημένη» σε ποίηση Nazim Hikmet (μετάφραση Γιάννη Ρίτσου).
Ο θάνατός του όμως το 1982 τον πρόλαβε και η επιθυμία του δεν πραγματοποιήθηκε όσο ήταν εν ζωή, αλλά αργότερα ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, βρήκε ανέκδοτα demos των τραγουδιών αυτών σε ερμηνεία του ίδιου του Μάνου, έτσι εκδόθηκε το ομώνυμο βινύλιο.
Μετά από χρόνια, ήρθαν στη δημοσιότητα κάποιες ακόμη εκτελέσεις των μελοποιημένων αυτών ποιημάτων -αυτή τη φορά από τον Μανώλη Ρασούλη πάντα υπό την καθοδήγηση του αξέχαστου Μάνου (εικάζεται ότι έχει γίνει αρχές της 10ετίας του ’70)
Τα demos βρέθηκαν ξεχασμένα σε ντουλάπια της Columbia και δημοσιεύτηκαν από τον ίδιο τον Ρασούλη στο προσωπικό του site.

Δώδεκα χρόνια στη φυλακή

Στις 17 Γενάρη του 1938 συλλαμβάνεται ξανά στη βάση σκευωρίας και περνά Στρατοδικείο, κατηγορούμενος για υποκίνηση των δοκίμων σε ανταρσία.
Καταδικάζεται σε 15 χρόνια φυλακή.
Το 1939 καταδικάζεται σε ακόμα 20 χρόνια φυλακή.
Το 1940 οδηγείται στις φυλακές της Προύσας.
Η επαφή του με τους λαϊκούς ανθρώπους επιδρά στην ωρίμανση της γλώσσας και της ποίησής του, που γίνεται πιο μεστή και απλή.
Ο Χικμέτ, ακολουθώντας τη διεθνή πρακτική των φυλακισμένων κομμουνιστών, μετατρέπει τη φυλακή σε ένα πραγματικό σχολείο για τους συγκρατούμενούς του με μαθήματα γλώσσας, λογοτεχνίας, Γαλλικών, αλλά και βασικών αρχών μαρξισμού.
Το 1941 ξεκινά τη συγγραφή του μνημειώδους έπους «Ανθρώπινα τοπία». Συνεχίζει τις μεταφράσεις, γράφει κινηματογραφικά σενάρια, φτιάχνει ξυλόγλυπτα και ζωγραφίζει πίνακες για βιοπορισμό. Υποφέρει από παθήσεις και αϋπνίες.
Το 1945 ξεκινά τη συγγραφή μιας σειράς ποιημάτων με τη μορφή επιστολών προς τη γυναίκα του, που ξεπερνούν τα όρια της προσωπικής σχέσης τους, με τον τίτλο «Ποιήματα των 9 και 10 μμ.
Συνεχίζει με τα «Ανθρώπινα τοπία», και παράλληλα με τα «Ρουμπαγιάτ» με παραδοσιακή μορφή περσικών τετράστιχων, αλλά με σύγχρονο διαλεκτικό – υλιστικό, κοινωνικό και επαναστατικό περιεχόμενο.
Το 1948 τα προβλήματα υγείας του επιδεινώνονται.
Ξεσπά κύμα διεθνιστικής αλληλεγγύης για την απελευθέρωσή του.
Διανοητές όπως οι ΕλυάρΚιουρίΝερούνταΣαρτρΠικάσο ζητούν την απελευθέρωσή του.
Το 1950, μετά από επαναλαμβανόμενες απεργίες πείνας, κατακτά την αποφυλάκισή του.
Το Νοέμβρη του 1950 τού απονέμεται στη Βαρσοβία το Παγκόσμιο Βραβείο Ειρήνης μαζί με τους Πικάσο, Ρόμπσον, Γουάντα Τζακουμπόσκα και Νερούντα.
Στον ίδιο απαγορεύεται να παραβρεθεί στην τελετή.

«Πρεσβευτής» του σοσιαλισμού και της ειρήνης

Το 1951 ο Ναζίμ καλείται στην Άγκυρα για να υπηρετήσει τη στρατιωτική του θητεία με στόχο να χαθεί κάπου στα βάθη της Ανατολής.
Εγκαταλείπει την Τουρκία. Στα διεθνή ύδατα επιβιβάζεται σε ρουμάνικο πλοίο. Το τουρκικό Κοινοβούλιο τον ανακηρύσσει προδότη και του αφαιρεί την τουρκική υπηκοότητα.
Μέσω Βουκουρεστίου φθάνει στη Μόσχα, όπου τον υποδέχεται με τιμές η Ένωση Συγγραφέων.
Στη Μόσχα δημοσιεύει έργα του, ανεβάζει θεατρικά και αρθρογραφεί στον Τύπο.
Συμμετέχει στο Φεστιβάλ Νεολαίας Βερολίνου και στο Συνέδριο για την Ειρήνη στη Βιέννη.
Τον επόμενο χρόνο, στο Πεκίνο παθαίνει την πρώτη καρδιακή προσβολή που ακολουθείται από δεύτερη στο Βερολίνο, σε πορεία ενάντια στον πόλεμο της Κορέας.
Το 1953 συμμετέχει στο δεύτερο Παγκόσμιο Συνέδριο Ειρήνης. Συναντάται με τους Αραγκόν, Σαρτρ, Ριβέρα, Νερούντα.
Το 1954 τον βρίσκει να γράφει σειρά ποιημάτων με έντονη νοσταλγία για τα αγαπημένα πρόσωπα και τον τόπο του, αλλά και ποιήματα εμπνευσμένα από τα ιδανικά του σοσιαλισμού και της αντιιμπεριαλιστικής πάλης.
Παρά τα σοβαρά προβλήματα υγείας ταξιδεύει και στηρίζει τους λαούς που υποφέρουν, που αγωνίζονται. Μόνο οι ΗΠΑ τού αρνούνται τη βίζα.
Γνωρίζεται με τον Γιάννη Ρίτσο.
Το 1956 γράφει το θεατρικό «Υπήρξε ή όχι ο Ιβάν Ιβάνοβιτς;»
Το 1958 συμμετέχει στο συνέδριο των Ανατολικών Συγγραφέων στην Τασκένδη.
Το 1961 ταξιδεύει στην Κούβα της Επανάστασης και συνθέτει το «Ρεπορτάζ στην Αβάνα» και την «Αυτοβιογραφία».
Το 1962 ανακηρύσσεται Σοβιετικός πολίτης. Ξεκινά το μοναδικό του μυθιστόρημα με έντονα αυτοβιογραφικά στοιχεία «Η ζωή είναι ωραία, αδελφέ μου», που στην ΕΣΣΔ εκδόθηκε ως «Οι Ρομαντικοί».
Το 1963 συμμετέχει στο Συνέδριο Ασιατών και Αφρικανών συγγραφέων στην Τανζανία, γράφει το ποίημα «Ρεπορτάζ από την Τανγκανίκα» και ολοκληρώνει το μυθιστόρημα «Οι Ρομαντικοί».
Πεθαίνει από καρδιακή προσβολή στις 3 Ιούνη 1963, στη Μόσχα.

https://youtube.com/watch?v=0u7PT7heg6o%3Ffeature%3Doembed

Τα Επιστημονικά Συνέδρια της ΚΕ του ΚΚΕ είναι πλέον ένα πολύ σημαντικό γεγονός-θεσμός

Η πορεία τους ξεκίνησε το 2010, με το πρώτο Συνέδριο να είναι αφιερωμένο στον Γιάννη Ρίτσο, το δεύτερο στον Κώστα Βάρναλη, το τρίτο στον Μπέρτολτ Μπρεχτ και, το τέταρτο στον Ναζίμ Χικμέτ, που με τη βοήθεια και του ΚΚ Τουρκίας (χορήγηση υλικών, πολιτιστικές δραστηριότητες, κινηματογραφικές προβολές, συναυλίες με τη συμμετοχή και του Πολιτιστικού Κέντρου “Ναζίμ Χικμέτ” της Κωνσταντινούπολης, αλλά και με τη συμμετοχή του σε εισηγήσεις κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου).
Ανιχνεύουμε το μεγαλείο του ποιητή, του κομμουνιστή, του αγωνιστή σήμερα και αύριο.
Κι αλήθεια πώς να ξεκινήσεις; Πώς ν’ αρχίσεις να μετράς τους ατέλειωτους στίχους του μεγάλου φίλου της Ελλάδας, του αγωνιστή λαού μας, του πραγματικού φίλου όλων των καταπιεσμένων και κατατρεγμένων;

«Μολύβι ο καιρός κι ο άνεμος πικρός, βάλτε όλοι σκοπό να αλλάξει ο καιρός…»
Όταν μετράς τους νεκρούς. Όταν μετράς τις ώρες των βασανιστηρίων. Όταν μετράς τους λυγμούς των κατατρεγμένων στην Τουρκία, στην Ελλάδα, στην Ισπανία, όπου Γης.
Ο Ναζίμ Χικμέτ είχε την ελπίδα, μέσα από την τέχνη του, να μας κάνει για όλα αυτά, για όλα τα βάσανα των κατατρεγμένων και καταπιεσμένων, να «κλάψουμε» από οργή, ήθελε να μετατρέψει το λυγμό σε εξέγερση, σε επανάσταση.
Πολλοί προσπάθησαν να σβήσουν αυτήν τη φωνή του λαού, της αντίστασής του, τη φωνή που ανοίγει το δρόμο στους καταπιεσμένους για να πάρει τέλος το «συμπόσιο της δυστυχίας» τους, που μας δείχνει πως…
«ο πλανήτης μας δε στέκεται σε ενός βοδιού τα κέρατα ανάμεσα στα χέρια μας κρατιέται».
[…] (Από τον χαιρετισμό του Δημήτρη Κουτσούμπα, Γενικού Γραμματέα της ΚΕ του ΚΚΕ)

https://youtube.com/watch?v=qawWwWAs5aM%3Ffeature%3Doembed
https://youtube.com/watch?v=KXy9dyuDWvI%3Ffeature%3Doembed
https://youtube.com/watch?v=c9XwaEc4QrM%3Ffeature%3Doembed

Πηγή : ΑLT.GR

Ετικέτες: ΠοίησηΙστορί

Ο αγωνιστής Γρηγόρης Λαμπράκης μέσα από το λαϊκό τραγούδι

20 Μαΐου 2020 | 06:55

ΕΔΑ - Κίνημα Ειρήνης - Γρηγόρης Λαμπράκης
Ο Γρηγόρης Λαμπράκης στην πρώτη Μαραθώνια Πορεία Ειρήνης λίγο πριν συλληφθεί

Το μυαλό όλων μας, στο άκουσμα του ονόματος του μαραθωνοδρόμου της ειρήνης και βουλευτή της ΕΔΑ που έπεφτε νεκρός από τα χτυπήματα του αστικού κράτους και παρακράτους στη Θεσσαλονίκη το 1963, πάει στο πικρό σάουντρακ μιας ολόκληρης εποχής όπου το πολιτικοποιημένο μαζικό κίνημα, βγήκε μπροστά –και μάτωσε παραπάνω από μια φορά, ξεπερνώντας τα απλά «δημοκρατικά» αιτήματα, φέρνοντας στο προσκήνιο της ιστορικής μνήμης το παλιό ΕΑΜίτικο Παπαντρέα-παπατζή, χίτης ήσουνα και συ…

Από τις αρχές της 10ετίας του 60, από τον «αγκαθοστέφανο», Βελδεμίρης με «το αγκάθινο στεφάνι στο μέτωπό σου πελώριο φωτοστέφανο στους κροτάφους του σύμπαντος…» (Γ. Ρίτσος) το 24χρονο παλληκάρι που το 1961 έπεσε νεκρό στη Θεσσαλονίκη από σφαίρες χωροφύλακα επειδή μοίραζε προκηρύξεις της ΕΔΑ, το  στρατιώτη Διονύση Κερπινιώτη, που επίσης δολοφονήθηκε στο Δεμίρι Αρκαδίας και αργότερα στον 22 οικοδόμο – φοιτητή από τον Κολωνό τον Σωτήρη Πέτρουλα … που «σε πήρε ο Λαμπράκης σε πήρε η Λευτεριά | Μάρτυρες ήρωες οδηγούνε | αηδόνι και λιοντάρι βουνό και ξαστεριά | τα γαλάζια μάτια σου μας καλούνε»… στα Ιουλιανά του 1965 και εν μέσω Αποστασίας, μέχρι και το μαύρο 1967 της αμερικανοκίνητης δικτατορίας των συνταγματαρχών.

https://youtube.com/watch?v=v2m8O5CWn7o%3Ffeature%3Doembed

Το «γελαστό παιδί» που έγραψε ιστορία

(στίχοι Brendan Behan | μετάφραση Βασίλης Ρώτας, μουσική Μίκης Θεοδωράκης, πρώτη εκτέλεση Ντόρα Γιαννακοπούλου, «κλασσική» εκτέλεση Μαρία Φαραντούρη)

Ηταν πρωί του Αυγούστου κοντά στη ροδαυγή
βγήκα να πάρω αέρα στην ανθισµένη γη
βλέπω µια κόρη κλαίει σπαραχτικά θρηνεί
σπάσε, καρδιά µου, εχάθη το γελαστό παιδί

Είχεν αντρεία και θάρρος και αιώνια θα θρηνώ
το πηδηχτό του βήµα το γέλιο το γλυκό
ανάθεµα την ώρα, κατάρα τη στιγµή
σκοτώσαν οι δικοί μας (ΣΣ |> μετά παραφράστηκε και έγινε «εχθροί µας»)
το γελαστό παιδί

Μον’ να ‘ταν σκοτωµένο στου αρχηγού το πλάι
και µόνον από βόλι Εγγλέζου να ‘χε πάει
κι από απεργία πείνας µέσα στη φυλακή
θα ‘ταν τιµή µου που ‘χασα το γελαστό παιδί

Στις 27.5.1963, η ΚΕ του ΚΚΕ υπογράμμιζε σε ανακοίνωσή της:
«Τιμώντας τον άξιο μαχητή της ειρήνης και της δημοκρατίας, η εργατική τάξη και όλος ο λαός, αψηφώντας τις κυβερνητικές απαγορεύσεις, θα δυναμώσει τις αγωνιστικές αυτές εκδηλώσεις, και την ημέρα της κηδείας του με απεργίες, συγκεντρώσεις και διαδηλώσεις θα εκδηλώσει τη διαμαρτυρία του και θα διατρανώσει τη θέληση και την απόφασή του να παλέψει ενωμένος για την αποπομπή της κυβέρνησης του αίματος, την άμεση τιμωρία των δολοφόνων, τη διάλυση των νεοφασιστικών συμμοριών».
Η παραπάνω Απόφαση της ΚΕ παραβιάστηκε από το Γραφείο του Κλιμακίου Εσωτερικού.
Θεωρήθηκε «τυχοδιωκτική» και έτσι η κηδεία δεν πήρε το χαρακτήρα εκδήλωσης –ούτε καν για την ανατροπή της κυβέρνησης.

Το έργο An Giall (1958) – «Ενας όμηρος» του Brendan Behan Ιρλανδού ποιητή, μυθιστοριογράφου, θεατρικού συγγραφέα και διηγηματογράφου (Μπέρντραν Μπήαν 9-Φεβ-1923 | 20-Μαρτ-1964),  μεταφράστηκε από τον Βασίλη Ρώτα (σε συνεργασία με τη σύντροφό του Βούλα Δαμιανάκου)  και παρουσιάστηκε δύο φορές στην Αθήνα (το 1962 πριν τη δολοφονία του Λαμπράκη και το 1966) σε σκηνοθεσία του Λεωνίδα Τριβιζά και σκηνικά του Γιάννη Τσαρούχη.
Η πρώτη είχε πρωταγωνιστές τη Νέλλη Αγγελίδου, τον Κώστα Μπάκα και την Τασσώ Καββαδία.
Η 2η του 1966, στο «Μετάλλειον» του Παγκρατίου, σε σκηνοθεσία πάλι του Τριβιζά, αλλά αυτή τη φορά με Μάρθα Βούρτση και Τίτο Βανδή και σε μουσική Μίκη (νέα εκτέλεση).

Το έργο διαδραματίζεται σ’ ένα μπορντέλο του Δουβλίνου όπου ένας νεαρός άγγλος στρατιώτης κρατείται όμηρος ως αντίποινα για τη φυλάκιση ενός νεαρού μέλους του ΙRA, ενώ μέσα στην ομήγυρη με τραβεστί, πόρνες, πρώην επαναστάτες εκτυλίσσεται μια ερωτική ιστορία στον πίσω καμβά των πολιτικών σκοπιμοτήτων.
Ανάμεσα στα τέσσερα τραγούδια περιλαμβάνεται και «Το γελαστό παιδί» – με τη συνοδεία της κιθάρας του σολίστα Δημήτρη Φάμπα – και, όπως είναι φυσικό για εκείνη την εποχή, τα τραγούδια έπεσαν πάνω στη λογοκρισία, οι στίχοι απορρίφθηκαν και ο Μίκης προχώρησε στη φωνοληψία των τραγουδιών – εκτός δισκογραφίας – και με μόνο ερμηνευτή (μια φωνή και ένα πιάνο) τον ίδιο.
Λίγο αργότερα ο Αλέκος Πατσιφάς της Lyra κατόρθωσε να πάρει την έγκριση της λογοκρισίας και έτσι ηχογραφήθηκε ο δίσκος με ορχήστρα και ερμηνευτή τον ίδιο συνθέτη – 16 τραγούδια.
Το 1966 ακολούθησε ο δίσκος με τη Μαρία Φαραντούρη, που δεν πρόλαβε να κυκλοφορήσει  λόγω δικτατορίας, αλλά αυτό δεν έχει καμιά σημασία –τραγουδιόταν παντού, κατ’ ιδίαν, στις παρέες, στις εκδρομές.

Ετσι, παρότι οι στίχοι μιλούσαν για τον ιρλανδικό αγώνα και κάποιον από μέσα προδότη το «γελαστό παιδί» έγινε ο ύμνος της ΕΔΑ και των Λαμπράκηδων και ζει ακόμη σήμερα, πλάι στα «πότε θα κάνει ξαστεριά», επισκιάζοντας ολόκληρο το βινύλιο που αποτελούταν από 15 κομμάτια, το καθένα κατάλληλο

  1. Αγία Γραφή
  2. Ακούσλα ταίρι μου
  3. Άνοιξε λίγο το παράθυρο
  4. Δεν παίρνει εδώ κανείς
  5. Είμαι Άγγλος νιος και τυχερός
  6. Ήταν 18 Νοέμβρη
  7. Θα σου δώσω ένα τόπι χρυσό
  8. Θα σου στείλω μάνα
  9. Θες να ζεις από τις γυναίκες
  10. Λατρεύω το Σωτήρα μου
  11. Ποιος δε μιλά για τη λαμπρή
  12. Τη μάνα σου μην την πετροβολάς
  13. Της κόλασης καμπάνες
  14. Το γελαστό παιδί
  15. Το Σεπτέμβριο θυμάμαι
https://youtube.com/watch?v=OUCCkEKeDkk%3Ffeature%3Doembed
https://youtube.com/watch?v=u_Y2y8__QV0%3Ffeature%3Doembed

Εδώ και δυο χρόνια, με αφορμή τη συμπλήρωση 55 χρόνων από την δολοφονική επίθεση κατά του Γρηγόρη Λαμπράκη, το Αρχείο της ΕΡΤ ψηφιοποίησε και παρουσιάζει την εκπομπή: Ριμέικ (την ίδια που προβλήθηκε το 2003)

Στο τεύχος 101 του περιοδικού «Επιθεώρηση Τέχνης» (Μάιος 1963), υπήρχε ένα εκτενές αφιέρωμα, κάποιων επώνυμων (Νικηφόρος Βρεττάκος, με το επιτάφιο επίγραμμα και 12 ακόμη ποιήματα, Μήτσος Λυγίζος κά), καθώς και οι «τέσσερις Θρήνοι» (Σταυρούλα Ζυγούρη, Βικτωρία Θεοδώρου, Μιχάλης Δωρής, Λάμπης Χρονόπουλος) -ξεχωρίζουμε το λαϊκό μοιρολόι που αυτοσχεδίασε η εβδομηντάχρονη Ζυγούρη, από την Καλαμάτα, πάνω από φέρετρο του Λαμπράκη.
Το μοιρολόι αυτό αναδημοσιεύτηκε στο βιβλίου του Τάκη Αδάμου με τίτλο «Το λαϊκό τραγούδι της Αντίστασης» που πρωτοεκδόθηκε το 1964 από τις ΠΛΕ (Πολιτικές & Λογοτεχνικές Εκδόσεις)

«Γρηγόρη, σε φορτώσανε, βαριά είσαι φoρτωμένος.
Γρηγόρη μου, τις μυρουδιές να μην τις εσκορπίσεις,
να τις βαστάς στην Κάτω Γης, στους νιούς να τις δωρίσεις,
να βάλουνε στα πέτα τους να βγούνε στο σεργιάνι.
Γρηγόρη μου, η Κάτω Γης έχει αναστατώσει,
τι έμαθε η λεβεντιά πως κάποιος κατεβαίνει.
Τρέχουνε για συνάντηση, να σε προϋπαντήσουν,
τρέχουν στις βρύσες για νερό, στους κηπουρούς για φρούτα,
και στις καλές νοικοκυρές γι’ αφράτο παξιμάδι.
Τραπέζι σού τοιμάζουνε, Γρηγόρη, να δειπνήσεις
και το κρεβάτι στρώνουνε να πέσεις να πλαγιάσεις».

ΣΣ |> Κάπου στο περιθώριο, με ψιλά γράμματα η ΕΤ αναφέρει την «ιδιότητα» της Ζυγούρη |> «μητέρα του πολιτικού κρατούμενου Νίκου Ζυγούρη –τέσσερα άλλα παιδιά της εκτελέστηκαν από τους Γερμανούς…

https://youtube.com/watch?v=PV2n1MFhehs%3Ffeature%3Doembed
https://youtube.com/watch?v=JeVMYlQS5Ts%3Ffeature%3Doembed

Όλο το Soundtrack του «Ζ»

  1. Main Title (O Adonis)
  2. To yelasto pedi Mikis Theodorakis
  3. La Course De Manuel (Chase)
  4. Arrival of Helen (To yelasto pedi)
  5. Batucada
  6. To Yelasto Paidi (From Z)[Bouzouki Version]
  7. To Yelasto Pedi (From ‘Z’)
  8. Finale (To Gelasto Pedi) – Finale
https://youtube.com/watch?v=kvfqjaGiBec%3Ffeature%3Doembed
Κοινοποιήστε

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *