Κατηγορίες
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Πλευρές της διαπάλης στο κίνημα ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό λαό

Οι δραματικές εξελίξεις στη Γάζα με τον εγκληματικό πόλεμο που διεξάγει το κράτος του Ισραήλ σε βάρος του λαού της Παλαιστίνης, τη γενοκτονία όπως σωστά έχει χαρακτηριστεί, προκαλεί ευρύτερα αγανάκτηση και οργή, αλλά και αλληλεγγύη στον λαό της Παλαιστίνης. Η ισραηλινή και ευρωατλαντική προπαγάνδα περί «αντιμετώπισης της τρομοκρατίας» και «δικαιώματος στην αυτοάμυνα», στην Ελλάδα έχει φάει τα μούτρα της, όχι μόνο εξαιτίας της συστηματικής προσπάθειας αποδόμησης αυτών των επιχειρημάτων, με την αποφασιστική συμβολή, από την πρώτη στιγμή, του ΚΚΕ και των δυνάμεών του στο εργατικό – λαϊκό κίνημα, αλλά και εξαιτίας της φρικαλεότητας, της αποκάλυψης σε όλο τον κόσμο ότι ο στόχος του ισραηλινού κράτους είναι η με κάθε τρόπο «εκκένωση» της Γάζας από Παλαιστινίους, είναι να μπει οριστικά ταφόπλακα σε κάθε προσπάθεια συγκρότησης ανεξάρτητου και ελεύθερου παλαιστινιακού κράτους. Ολα αυτά σήμερα είναι κοινή συνείδηση στη μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού.

Ωστόσο, τα ερωτήματα που τίθενται εκ των πραγμάτων μέσα σε αυτήν τη διαδικασία αφορούν το ίδιο το κίνημα αντίθεσης στην ισραηλινή κατοχή και γενοκτονία, το κίνημα αλληλεγγύης στον λαό της Παλαιστίνης. Το κύριο είναι το εξής: Είναι αρκετή μια «ανθρωπιστικού» χαρακτήρα αλληλεγγύη στον λαό της Παλαιστίνης – που είναι λογικό να κυριαρχεί σήμερα και να διογκώνεται ως διάθεση μπροστά στη φρίκη του πολέμου; Είναι αρκετή μια γενική εναντίωση στον πόλεμο, χωρίς να τίθεται το ερώτημα τι κίνημα χρειάζεται σήμερα και ενάντια σε ποιον πρέπει να στρέψει τα βέλη του; Τι πρέπει να διεκδικεί, για ποιο πράγμα πρέπει να παλεύει, ποια πρέπει να είναι η προοπτική του;

Δηλαδή το ερώτημα: Προς τα πού πρέπει να στραφεί όλη αυτή η αγανάκτηση, η οργή, η διαμαρτυρία, προς τα πού πρέπει να στραφεί η εργατική – λαϊκή κινητοποίηση.

Σε αυτά τα ζητήματα δεν απαντούν με τον ίδιο τρόπο όλες οι δυνάμεις που συμμετέχουν, οργανώνουν ή στηρίζουν τις κινητοποιήσεις αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό λαό. Αντικειμενικά υπάρχει διαπάλη, που εκφράζει αντιτιθέμενες πολιτικές στρατηγικές. Πρόκειται ουσιαστικά για τη διαπάλη ανάμεσα στη γραμμή που θέλει η αντίθεση στον πόλεμο να εκφραστεί μέσα από ένα εργατικό – λαϊκό κίνημα στηριγμένο στα σωματεία, στα συνδικάτα, στους φορείς, με συνολικά αντικαπιταλιστικό – αντιμονοπωλιακό προσανατολισμό, τη γραμμή δηλαδή που προωθούν οι δυνάμεις του ΚΚΕ και της ΚΝΕ μέσα στο κίνημα, και από την άλλη στις διάφορες εκδοχές εγκλωβισμού του κινήματος σε μια αστική ή μικροαστική κατεύθυνση.

Σε ορισμένα σημεία αυτής της διαπάλης επιχειρούμε να σταθούμε σε αυτό το πρώτο κείμενο. Θα ακολουθήσουν και επόμενα, σε άλλες εκδόσεις της εφημερίδας.

* * *

1. Ποιος είναι ο ένοχος;

Μια σειρά δυνάμεις προβάλλουν ότι η πολιτική του ισραηλινού κράτους απορρέει από τα εσωτερικά προβλήματα της χώρας και από την προσπάθεια του Νετανιάχου να τα διαχειριστεί χωρίς να διακινδυνεύσει τη διακυβέρνησή του. Αλλοι μιλούν για τον «ακροδεξιό Νετανιάχου», που με τη στήριξη του επίσης «ακροδεξιού» Τραμπ και την «ανικανότητα» της ΕΕ να παρέμβει, προχωρά το όνειρό του για μεγάλο Ισραήλ. Αλλοι επίσης λένε ότι το πρόβλημα είναι ο «σιωνισμός»1, δηλαδή ο ισραηλίτικος «εθνικισμός» και – θα μπορούσαμε να πούμε με ελληνικούς όρους – «μεγαλοϊδεατισμός». Ωστόσο, αν και όλες αυτές οι απόψεις μπορεί να αναδεικνύουν υπαρκτές πλευρές του ζητήματος, συσκοτίζουν το κύριο, τη μεγάλη εικόνα.

Η μεγάλη εικόνα είναι ότι το Ισραήλ είναι ένα αστικό κράτος της Μέσης Ανατολής το οποίο όλη την περίοδο από την ίδρυσή του και μετά έπαιξε και παίζει κρίσιμο ρόλο στην προώθηση σχεδίων των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ στην περιοχή. Οικονομικών, ενεργειακών και στρατιωτικών σχεδιασμών σε αντιπαράθεση αρχικά με την ΕΣΣΔ και την επιρροή της στα εθνικοαπελευθερωτικά και αντιιμπεριαλιστικά κινήματα των αραβικών κρατών, και στη συνέχεια με τα σχέδια ανταγωνιστικών τους καπιταλιστικών δυνάμεων, του λεγόμενου ευρασιατικού μπλοκ, δηλαδή της Κίνας, της Ρωσίας και των συμμάχων τους στην περιοχή (Ιράν). Πάνω από τα συντρίμμια της Γάζας περνάνε δρόμοι μεταφοράς εμπορευμάτων και Ενέργειας, εξελίσσονται διάφορα επιχειρηματικά σχέδια. Αυτό το «χαρτί» έπαιξε και παίζει η ισραηλινή αστική τάξη για να προωθήσει τα δικά της συμφέροντα και κυρίως για να ακυρώσει το ενδεχόμενο δημιουργίας πραγματικά ανεξάρτητου και ελεύθερου παλαιστινιακού κράτους, ώστε να αναδειχθεί σε βασική δύναμη της περιοχής, στον δικό της ανταγωνισμό με άλλα αστικά κράτη – Τουρκία, Ιράν κ.λπ. Αυτά τα συμφέροντα εκφράζει η κυβέρνηση Νετανιάχου και γι’ αυτόν τον λόγο στηρίζεται, παρά τις εσωτερικές αντιθέσεις που υπάρχουν στο Ισραήλ.

Δηλαδή ο «σιωνισμός» μπορεί να είναι επίσημη αντιδραστική ιδεολογία του ισραηλινού κράτους, ωστόσο δεν μπορεί να θεωρηθεί η αιτία του πολέμου που διεξάγει το κράτος του Ισραήλ ενάντια στους Παλαιστινίους. Είναι το ιδεολογικό πλαίσιο που δικαιολογεί αυτόν τον πόλεμο στο εσωτερικό της χώρας.

Οι κινητοποιήσεις ενάντια στην εμπλοκή της χώρας εκφράζουν την άρνηση των εργαζομένων να «βάψουν τα χέρια τους με αίμα»
Οι κινητοποιήσεις ενάντια στην εμπλοκή της χώρας εκφράζουν την άρνηση των εργαζομένων να «βάψουν τα χέρια τους με αίμα»

Το σχέδιο των ΗΠΑ για «Μεγάλη Μέση Ανατολή» και οι περίφημες «Συμφωνίες του Αβραάμ», άλλωστε, προωθούσαν αυτά τα συμφέροντα, που συγκλίνουν με τα συμφέροντα των ΗΠΑ στην περιοχή. Οι ΗΠΑ στηρίζουν «στρατηγικά» το Ισραήλ ανεξάρτητα από το αν κυβερνούν οι Δημοκρατικοί ή οι Ρεπουμπλικάνοι, ο Τραμπ ή ο Μπάιντεν, ανεξάρτητα από αποχρώσεις. Επίσης, η ΕΕ δεν είναι απαθής, δεν είναι «ανίκανη» και αδιάφορη, ίσα – ίσα είναι ενεργή στη στήριξη του Ισραήλ και της πολιτικής του.

Ενα κίνημα λοιπόν που αντιτίθεται σε αυτόν τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο που διεξάγεται στη Μέση Ανατολή, δηλαδή στον πόλεμο που έχει ως στόχο το μοίρασμα αγορών, σφαιρών επιρροής (ακριβώς πάνω σε αυτό το μοίρασμα δεν «χωρά» το δικαίωμα του λαού της Παλαιστίνης στο δικό του κράτος), οφείλει να μη συσκοτίζει τους πραγματικούς ενόχους. Αντίθετα, να βάζει στο στόχαστρο το κράτος του Ισραήλ, την αστική τάξη, το ΝΑΤΟ, τις ΗΠΑ και την ΕΕ, τα ιμπεριαλιστικά σχέδια στην περιοχή, τα οποία αποτελούν την αιτία της σφαγής του Παλαιστινιακού λαού, και όχι απλώς έναν «φασίστα Νετανιάχου».

2. Τι σημαίνουν για μια χώρα όπως η Ελλάδα η αντίθεση στον πόλεμο στη Γάζα και η αλληλεγγύη στον λαό της Παλαιστίνης;

Η στρατηγική σχέση με το κράτος - δολοφόνο υλοποιείται από όλες τις αστικές κυβερνήσεις
Η στρατηγική σχέση με το κράτος – δολοφόνο υλοποιείται από όλες τις αστικές κυβερνήσεις

Το ζήτημα του πολέμου στη Μέση Ανατολή και της αλληλεγγύης στον Παλαιστινιακό λαό δεν είναι ένα «εξωτερικό» ζήτημα, δεν είναι ένα θέμα που αφορά έναν πόλεμο που συμβαίνει σε μια απομακρυσμένη γωνιά του πλανήτη, δεν είναι απλώς θέμα αλληλεγγύης σε έναν λαό που αδικείται.

Πρόκειται για έναν ιμπεριαλιστικό πόλεμο που συμβαίνει στη γειτονιά μας, αλλά κυρίως έναν πόλεμο που τον διεξάγει μια χώρα με την οποία η Ελλάδα έχει συμμαχία, τόσο μέσω της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, των οποίων είναι μέλος, όσο και αυτοτελώς, μέσω της περίφημης «στρατηγικής συνεργασίας». Αυτή η συνεργασία άλλωστε έχει προχωρήσει πολύ τα τελευταία τουλάχιστον 15 χρόνια σε οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο.

Υπάρχουν πολλά νήματα που συνδέουν την ελληνική αστική τάξη, τους ελληνικούς επιχειρηματικούς ομίλους σε διάφορους κλάδους της οικονομίας (Ενέργεια, Τουρισμό κ.α.) με ισραηλινούς επιχειρηματικούς ομίλους, υπάρχουν κοινά επιχειρηματικά σχέδια.

Σε αυτήν τη βάση υπάρχει και προχωρημένη στρατιωτική συνεργασία ανάμεσα στις δύο χώρες. Σε ελληνικό έδαφος έχουν εκπαιδευτεί και εκπαιδεύονται ισραηλινές στρατιωτικές δυνάμεις μαζί με ελληνικές Ενοπλες Δυνάμεις, στρατιωτικές ΝΑΤΟικές υποδομές στη χώρα μας αξιοποιούνται για τη στήριξη του πολέμου του Ισραήλ.

Είναι άλλωστε τα ίδια νήματα που εμπλέκουν την Ελλάδα για λογαριασμό της ελληνικής αστικής τάξης συνολικά στους πολεμικούς σχεδιασμούς των ΗΠΑ, του ΝΑΤΟ, της ΕΕ, που προωθούν τα σχέδια πολεμικής οικονομίας και πολεμικής προετοιμασίας.

Επομένως, όταν μιλάμε για τη χώρα μας μιλάμε για μια χώρα που εμπλέκεται άμεσα στον πόλεμο τον οποίο διεξάγει το κράτος – δολοφόνος.

Η αστική τάξη στη χώρα μας, το αστικό κράτος με όλες τις κυβερνήσεις του (ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ κ.λπ.), είναι συνένοχοι σε αυτό το έγκλημα.

Κατά συνέπεια, δεν μπορούμε να μιλάμε στην Ελλάδα για κίνημα αλληλεγγύης στον λαό της Παλαιστίνης, κίνημα ενάντια στον πόλεμο στη Μέση Ανατολή, χωρίς να ιεραρχείται ως υπ’ αριθμόν 1 ζήτημα η εναντίωση στην εμπλοκή της χώρας σε αυτόν τον πόλεμο, χωρίς να ιεραρχείται το να σταματήσει κάθε συνεργασία με το κράτος του Ισραήλ.

Το «εθνικό» και ταυτόχρονα διεθνιστικό καθήκον μας είναι η αποκάλυψη αυτής της εμπλοκής, το ξεσκέπασμα της προπαγάνδας της αστικής τάξης, που υποστηρίζει ότι μπορεί ο ελληνικός λαός να έχει συμφέρον και να υπερασπίζει τα κυριαρχικά του δικαιώματα στηρίζοντας έναν άδικο ιμπεριαλιστικό πόλεμο και τη γενοκτονία ενός λαού. Σαν αυτά που είπε απροκάλυπτα τις προάλλες ο Φλωρίδης στη Βουλή, αναγορεύοντας τη στάση απέναντι στο Ισραήλ ως κριτήριο πατριωτισμού!

Είναι καθήκον του κινήματος η αντιμετώπιση της προσπάθειας εξωραϊσμού του κράτους του Ισραήλ, της διπλωματικής καμπάνιας που διεξάγεται με όλους τους τρόπους, αξιοποιώντας και τις τουριστικές σχέσεις.

«Εθνικό» και διεθνιστικό καθήκον είναι να βρεθεί στο στόχαστρο της εργατικής – λαϊκής πάλης κάθε μορφή και κάθε τρόπος εμπλοκής και στήριξης της ελληνικής αστικής τάξης στους ιμπεριαλιστικούς πολέμους του Ισραήλ, των ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ στην περιοχή.

Κάθε καταγγελία λοιπόν στη γενοκτονία, κάθε ενέργεια ή δραστηριότητα που δεν ιεραρχεί το ζήτημα της αντίθεσης στην ελληνική εμπλοκή, που δεν αναδεικνύει τις ευθύνες της ελληνικής αστικής τάξης, της κυβέρνησης και των κομμάτων του ευρωατλαντισμού που στηρίζουν την πολιτική της «στρατηγικής συνεργασίας» με το Ισραήλ, ανεξάρτητα από προθέσεις, κινδυνεύει τελικά να γίνεται τουφεκιά στον αέρα.

Ιδιαίτερη πλευρά αυτού του ζητήματος είναι οι θέσεις που διαστρεβλώνουν τον χαρακτήρα αυτής της εμπλοκής.

Μια σειρά δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ΝΕΑΡ, και από δίπλα δυνάμεις του οπορτουνισμού, υποστηρίζουν ότι η στήριξη στο Ισραήλ είναι επιλογή της «κυβέρνησης του Μητσοτάκη», ότι ο Μητσοτάκης και η ΝΔ στηρίζουν τον «φασίστα Νετανιάχου». Συνέπεια αυτής της λογικής είναι ότι αν πέσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη και έρθει μια άλλη, «προοδευτική» κυβέρνηση, θα είναι μια εξέλιξη που θα συμβάλει στο να αλλάξει η θέση της Ελλάδας για τον πόλεμο. Η αλήθεια όμως είναι ότι η «στρατηγική σχέση» με το Ισραήλ δεν χτίστηκε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη αλλά από όλες τις αστικές κυβερνήσεις, ειδικά από το 2010 και ύστερα. Ολες οι κυβερνήσεις υπέγραψαν συμφωνίες μακρόχρονης οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής συνεργασίας. Τις περισσότερες μάλιστα τις υπέγραψαν με τον Νετανιάχου, αφού από το 2009 μέχρι σήμερα αυτός είναι ο πρωθυπουργός του Ισραήλ, με εξαίρεση το διάστημα 2021 – 2022. Ειδικά η κυβέρνηση του «όλου» ΣΥΡΙΖΑ (μαζί δηλαδή και τα στελέχη που συγκρότησαν τη Νέα Αριστερά) ανέπτυξε ιδιαίτερες σχέσεις με την κυβέρνηση Νετανιάχου την περίοδο 2015 – 2019. Αρα μιλάμε για μια καθοριστική στρατηγική επιλογή της ελληνικής αστικής τάξης, την οποία υπηρέτησαν και υπηρετούν όλα τα ευρωατλαντικά κόμματα. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο αυτές οι δυνάμεις δεν αμφισβητούν συνολικά τη στρατηγική σχέση με το Ισραήλ, αλλά μιλάνε για ορισμένο πάγωμα της στρατιωτικής συνεργασίας.

Επομένως, στόχος της παραπάνω θέσης είναι η λαϊκή διαμαρτυρία για τον πόλεμο στην Παλαιστίνη και την ελληνική εμπλοκή να «συρθεί» ουσιαστικά στη στήριξη της αστικής κυβερνητικής εναλλαγής.

Μια άλλη θέση που διακινείται από ορισμένες δυνάμεις είναι ότι η ελληνική κυβέρνηση είναι «δουλική», «δοσιλογική» απέναντι στο Ισραήλ και στους συμμάχους του. Η λογική αυτή είναι λανθασμένη και το μόνο που υπηρετεί ουσιαστικά είναι η αθώωση της ελληνικής αστικής τάξης και των κυβερνήσεών της, μέσα από ένα σχήμα «υποτέλειας», που ισχυρίζεται ότι η χώρα γίνεται «ισραηλινή αποικία».

Καθόλου υποτελής δεν είναι η ελληνική αστική τάξη. Η εμπλοκή της στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο γίνεται με όρους ενεργού συμμετοχής στο μοίρασμα αγορών Ενέργειας και δικτύων μεταφοράς εμπορευμάτων, στην υπηρέτηση του στόχου να μετατραπεί η χώρα σε ενεργειακό και εμπορικό κόμβο.

Από τα παραπάνω επιβεβαιώνεται ξανά ότι στις διεκδικήσεις του κινήματος ενάντια στον πόλεμο στη Μέση Ανατολή πρέπει να ξεχωρίζουν τα ζητήματα εναντίωσης στην ελληνική εμπλοκή, στη στήριξη του κράτους του Ισραήλ, στην αξιοποίηση των στρατιωτικών υποδομών. Να ξεχωρίζει η απαίτηση για κλείσιμο των ΝΑΤΟικών βάσεων, να επιστρέψουν τα πολεμικά πλοία από την Ερυθρά Θάλασσα και η πυροβολαρχία από τη Σαουδική Αραβία, να ακυρωθούν όλες οι συμφωνίες «στρατηγικής συνεργασίας» με το Ισραήλ.

Ταυτόχρονα, χρειάζεται να στηρίζει και αιτήματα που αφορούν άμεσα την επιβίωση του Παλαιστινιακού λαού, π.χ. να ανοίξουν διάδρομοι ανθρωπιστικής βοήθειας στη Γάζα κ.λπ.

Να εκφράζει την αλληλεγγύη του και στους Ισραηλινούς που παλεύουν σε πολύ αντίξοες συνθήκες μέσα στο κράτος του Ισραήλ ενάντια στην πολιτική της κατοχής και του πολέμου, που αναγνωρίζουν την ανάγκη ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους, που είναι στο κίνημα άρνησης της υπηρέτησης στον κατοχικό στρατό, τις IDF, το οποίο δυναμώνει αυτό το διάστημα και γι’ αυτόν τον λόγο βρίσκονται στο στόχαστρο της καταστολής.

3. Για την υπεράσπιση του δικαιώματος του Παλαιστινιακού λαού να έχει το δικό του ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος

Δεν μπορεί ένα κίνημα αλληλεγγύης να μην έχει στην προμετωπίδα του την υπεράσπιση του δικαιώματος του Παλαιστινιακού λαού να έχει το δικό του ελεύθερο και ανεξάρτητο κράτος. Αυτό το νόημα έχει η υποστήριξη του αιτήματος για αναγνώριση του παλαιστινιακού κράτους στα σύνορα με βάση την Απόφαση του ΟΗΕ του 1967. Κάθε αποσιώπηση αυτού του αιτήματος, με διάφορες «δικαιολογίες» και διάφορες προφάσεις, ουσιαστικά δεν υπηρετεί τον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού.

Η επιμονή στην Απόφαση του ΟΗΕ του 1967 δεν γίνεται από αυταπάτες για ένα «διεθνές δίκαιο», που βέβαια σήμερα είναι το δίκαιο του πιο ισχυρού ιμπεριαλιστή. Προκύπτει από την υπεράσπιση του στόχου για την αποκατάσταση όλων των εδαφικών προσαρτήσεων από τις επεμβάσεις που πραγματοποίησε το Ισραήλ από τον Πόλεμο των 6 Ημερών και ύστερα, όπως η κατοχή της Δυτικής Οχθης κ.λπ. Σημαίνει επίσης την κατεδάφιση των εποικισμών, την επιστροφή προσφύγων, σημαίνει το ελάχιστο με το οποίο μπορεί να εξασφαλιστεί πραγματικά η ύπαρξη ελεύθερου και ανεξάρτητου παλαιστινιακού κράτους. Με αυτό το κριτήριο, άλλωστε, αυτήν την Απόφαση υποστήριξαν η ΕΣΣΔ και τα άλλα κράτη της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, το Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα, το εργατικό – λαϊκό και το αντιιμπεριαλιστικό κίνημα. Στόχος που άλλωστε υιοθετήθηκε και από την PLO, αλλά ακόμα και από τη Χαμάς το 2017.

Γιατί θυμόμαστε ότι και η κυβέρνηση Μπάιντεν των ΗΠΑ έκανε λόγο για «παλαιστινιακό κράτος», ή σήμερα μιλούν για αναγνώριση «παλαιστινιακού κράτους» η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία και ο Καναδάς, ασκώντας πίεση στην κυβέρνηση Νετανιάχου. Τι εννοούν όμως στην πραγματικότητα; Εννοούν ένα κρατικό μόρφωμα που θα βρίσκεται ουσιαστικά κάτω από την επικυριαρχία του Ισραήλ, με περιορισμένη κυριαρχία, αφού δεν θα έχει δικές του Ενοπλες Δυνάμεις, δεν θα έχει εδαφική ενότητα, θα είναι ουσιαστικά διάσπαρτα «καντόνια» μέσα στο κράτος του Ισραήλ, ορισμένες αυτόνομες κοινότητες, συντηρώντας έτσι όλες τις «πηγές» της αδικίας σε βάρος του Παλαιστινιακού λαού.

Από αυτήν την άποψη, ορισμένες θέσεις τις οποίες προβάλλουν δυνάμεις μέσα στο εργατικό – λαϊκό κίνημα είναι προβληματικές. Για παράδειγμα όταν τίθεται ότι σήμερα το ζήτημα της ίδρυσης παλαιστινιακού κράτους έχει ξεπεραστεί από τα πράγματα, άρα το κρίσιμο ζήτημα είναι η διεκδίκηση των δικαιωμάτων των Παλαιστινίων μέσα σε ένα ενιαίο κράτος Ισραηλινών και Αράβων. Κάτι τέτοιο επί της ουσίας σημαίνει αποδοχή, συμβιβασμό με τα τετελεσμένα που έχει δημιουργήσει το κράτος του Ισραήλ. ‘Η μια άλλη θέση που υποστηρίζει ότι δεν πρέπει να υπάρχει κράτος του Ισραήλ, θέση που συνοδεύεται από αβάσιμες θεωρίες που αρνούνται την ύπαρξη του ισραηλινού λαού, της εθνικής του ταυτότητας κ.λπ.

Ο εθνικοαπαελευθερωτικός αγώνας του Παλαιστινιακού λαού είναι ένας δίκαιος αγώνας με στόχο τη δημιουργία του δικού του κράτους, γι’ αυτό χρειάζεται τη χωρίς αστερίσκους υποστήριξη του εργατικού – λαϊκού κινήματος διεθνώς. Ωστόσο είναι σίγουρο ότι αυτός ο αγώνας θα μπορέσει να δικαιώσει τις προσδοκίες των εργαζομένων και των λαϊκών δυνάμεων της Παλαιστίνης μόνο στη σύνδεσή του, στη σχέση του με την πάλη για τον σοσιαλισμό. Το πώς θα λυθεί το ζήτημα της σχέσης Ισραηλινών και Παλαιστίνιων σε μια διαδικασία νίκης σοσιαλιστικών επαναστάσεων στη Μέση Ανατολή δεν μπορεί να καθοριστεί από σήμερα. Σε καμία περίπτωση όμως δεν μπορεί στο όνομα της σοσιαλιστικής προοπτικής να αμφισβητηθεί η ανάγκη του σημερινού αγώνα του Παλαιστινιακού λαού για τη συγκρότηση του δικού του, ανεξάρτητου κράτους, που άλλωστε μπορεί να αποτελέσει και «κρίκο» στην πάλη για τον σοσιαλισμό. Με κριτήριο τη στήριξη αυτού του αγώνα το ΚΚΕ έχει σχέσεις με το Παλαιστινιακό ΚΚ και το Κόμμα του Λαού της Παλαιστίνης, που έχουν προέλθει από τη διάσπαση του Παλαιστινιακού ΚΚ το 1991, και έχει επαφές με το Λαϊκό και με το Δημοκρατικό Μέτωπο της Παλαιστίνης.

4. Τι μπορεί να πετύχει ένα κίνημα ενάντια στον πόλεμο στη Μέση Ανατολή και αλληλεγγύης στον λαό της Παλαιστίνης;

Η διεθνής στήριξη του αγώνα του Παλαιστινιακού λαού όχι μόνο απέναντι στον βρώμικο πόλεμο του Ισραήλ στη Γάζα, αλλά και για τη διεκδίκηση του δικαιώματός του σε ανεξάρτητο κράτος, είναι πολύ κρίσιμη για το παρόν και για το μέλλον του παλαιστινιακού ζητήματος. Είναι κρίσιμη για να μπουν εμπόδια στα σχέδια των Ισραήλ – ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ στη Μέση Ανατολή, στην κατεύθυνση της γενίκευσης του ιμπεριαλιστικού πολέμου, όπως έδειξαν και οι πρόσφατες επιθέσεις του Ισραήλ και των ΗΠΑ στο Ιράν.

Δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η αντίσταση του λαού της Παλαιστίνης, που μάχεται απέναντι σε έναν πολύ πιο ισχυρό αντίπαλο και στους συμμάχους του, το πείσμα και η αποφασιστικότητα να μείνει στη γη του, φανερώνουν τις δυνατότητες που έχει η λαϊκή αντίσταση και πάλη. Γιατί έπεσαν έξω οι προβλέψεις ότι ο ισραηλινός στρατός θα εκμηδένιζε την παλαιστινιακή αντίσταση.

Ο πρώτος στόχος λοιπόν είναι να δυναμώσει σήμερα η κατεύθυνση της πάλης ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και στην εμπλοκή, μέσα στο ίδιο το οργανωμένο εργατικό – λαϊκό κίνημα, να συσπειρωθούν εργατικές – λαϊκές δυνάμεις σε αντιιμπεριαλιστική – αντιπολεμική κατεύθυνση. Αντικειμενικά, αυτή η κινητοποίηση δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί ξεκομμένα από τη συνολική πάλη του εργατικού – λαϊκού κινήματος ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, από τη συνολική πάλη ενάντια στην πολεμική προετοιμασία, ενάντια στα σχέδια της πολεμικής οικονομίας. Η Ελλάδα άλλωστε συμμετέχει – εμπλέκεται και στους δύο πολέμους που βρίσκονται σε εξέλιξη, και στη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία, ακριβώς για τα ίδια συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων.

Δεν μπορεί δηλαδή να υπάρχει κίνημα υπέρ της Παλαιστίνης που «αδιαφορεί» για την ανάγκη απεμπλοκής της χώρας από τον πόλεμο στην Ουκρανία, ή να μην εναντιώνεται στις επενδύσεις επιχειρηματικών ομίλων της πολεμικής οικονομίας, ορισμένες από τις οποίες άλλωστε ήδη από σήμερα έχουν ως «πελάτη» το Ισραήλ. Είναι «στοίχημα» το γνήσιο αντιπολεμικό και ειρηνιστικό αίσθημα να μετεξελίσσεται σε μαχητική πάλη ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο.

Πρέπει να είναι καθαρό ότι στις σημερινές συνθήκες, αρκετές κινήσεις, πρωτοβουλίες και δράσεις που πραγματοποιούνται, παρά το περιορισμένο πρακτικό αποτέλεσμα που έχουν, αποκτούν τεράστια αξία.

Μαχητικές δράσεις όπως π.χ. το σταμάτημα τρένων, φορτηγών που μεταφέρουν πολεμικό υλικό ή κοντέινερ στα λιμάνια από τους λιμενεργάτες μπορεί να δυσκολεύουν και να παρεμποδίζουν προσωρινά, ωστόσο είναι καθαρό ότι δεν μπορούν να αποτρέψουν τελεσίδικα το πολεμικό υλικό να φτάνει στην Ουκρανία ή στο Ισραήλ. Παρ’ όλα αυτά, τέτοιες κινήσεις, τόσο συμβολικά όσο και ουσιαστικά, εκφράζουν την άρνηση της εργατικής τάξης, των λαϊκών δυνάμεων να «βάψουν τα χέρια τους με αίμα», δείχνουν ότι ο λαός δεν αδιαφορεί στο να γίνονται οι πόλεις του δρόμοι μεταφοράς όπλων για τα πολεμικά μέτωπα, με ό,τι κίνδυνους συνεπάγεται αυτή η μεταφορά.

Είναι κινητοποιήσεις που ενισχύουν τη γραμμή της ανυπακοής στη συναίνεση – σιωπηλή και ενεργητική – που ζητάνε από τους εργαζόμενους για τη συμμετοχή της χώρας στον πόλεμο. Γιατί σήμερα ζητάνε από τον λαό να περνάνε καμιόνια με πυρομαχικά έξω από το σπίτι του και να γυρνά το κεφάλι από την άλλη, ζητάνε από τον εργαζόμενο να κουβαλά – χωρίς να ρωτάει – φορτία πολέμου, αύριο να παράγει για την πολεμική οικονομία και μεθαύριο να χύσει το αίμα του για τα συμφέροντά τους κάτω από τις σημαίες τους. Το ίδιο ισχύει και με τις διαφημιστικές καμπάνιες που διοργανώνονται για να προβάλουν τη συνεργασία της Ελλάδας με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ, όπως και με τις προσπάθειες να εξαγοραστούν οι εργαζόμενοι και λαϊκές δυνάμεις σε περιοχές που έχουν στρατηγική σημασία για τα διάφορα σχέδια, να αμβλυνθούν οι αντιστάσεις με οικονομικό αντίτιμο, στο όνομα είτε του «τουριστικού θαύματος» είτε των νέων θέσεων εργασίας.

Σε αυτήν τη βάση και με αυτό το κριτήριο, της ενίσχυσης της μαζικής ανυπακοής και αντίθεσης, την προσπάθεια δηλαδή να γίνεται υπόθεση ευρύτερων εργατικών – λαϊκών δυνάμεων να σπάει το αφήγημα ότι οι εργαζόμενοι έχουν όφελος από την εμπλοκή και τις συνεργασίες με Ισραήλ, ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, θα πρέπει να επιλέγονται και οι κατάλληλες μορφές πάλης και κινήσεις που θα εξασφαλίζουν τη μαχητική δράση, αλλά που θα αντιμετωπίζουν και τις προσπάθειες της κυβέρνησης και της αστικής τάξης να «απομονώσει» αυτούς που αγωνίζονται ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς.

Με αυτό το κριτήριο, καμία μορφή πάλης και κανένας τρόπος αντίδρασης δεν μπορεί να απολυτοποιείται. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να στηρίζεται στη μαζική δράση φορέων του εργατικού – λαϊκού κινήματος και η εναλλαγή των μορφών να εξασφαλίζει το κύριο: Το μαχητικό μήνυμα της αντίστασης, της μη συναίνεσης στη συμμετοχή της χώρας στα ιμπεριαλιστικά πολεμικά σχέδια, να φτάνει σε ευρύτερες εργατικές – λαϊκές δυνάμεις.

5. Ποια πρέπει να είναι η προοπτική του κινήματος;

Ορισμένες δυνάμεις υποστηρίζουν ότι μπορεί ο πόλεμος να σταματήσει ή να μην κλιμακωθεί, ότι μπορεί το Ισραήλ να υποχωρήσει κάτω από την πίεση της διεθνούς αλληλεγγύης ή κάτω από την πίεση που μπορεί να ασκήσουν μορφές όπως π.χ. το μποϊκοτάζ ισραηλινών προϊόντων και εταιρειών κ.λπ.

Η αλήθεια είναι ότι ένα κίνημα διαμαρτυρίας ενάντια στον πόλεμο, όσο ισχυρό και μαζικό κι αν είναι, δεν μπορεί να τον αποτρέψει. Είναι ουτοπική η ιδέα που λέει ότι «οι ισχυροί μπορεί κάτω από τη λαϊκή πίεση» να κάνουν πίσω, ότι μπορεί π.χ. να πιεστεί η ΕΕ και να πάρει θέση υπεράσπισης της Παλαιστίνης κ.λπ. Μια τέτοια λογική αγνοεί και υποτιμά τον πραγματικό χαρακτήρα του ιμπεριαλιστικού πολέμου, ότι δηλαδή πρόκειται για πόλεμο που πίσω του έχει πολύ μεγάλα συμφέροντα καπιταλιστικών επιχειρήσεων και αστικών κρατών, ότι πίσω του έχει διαπάλη ζωής και θανάτου για θέσεις μέσα στο ιμπεριαλιστικό σύστημα για το μοίρασμα εδαφών, σφαιρών επιρροής.2 Η λογική αυτή αναπαράγει ψευδαισθήσεις και αυταπάτες για τη δυνατότητα των αστικών θεσμών και των διακρατικών ιμπεριαλιστικών ενώσεων να αποκτήσουν «ειρηνικό» χαρακτήρα κάτω από …«λαϊκή πίεση». Μετατρέπει το κίνημα ενάντια στον πόλεμο σε «ουρά» των διαφόρων προσωρινών συμφωνιών ειρήνης με ιμπεριαλιστική επιδιαιτησία, οπαδό των διαφόρων προσωρινών και εύθραυστων εκεχειριών.

Ενώ δηλαδή ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος είναι σε πλήρη εξέλιξη, ενώ η κατεύθυνσή του είναι αυτή της κλιμάκωσης και γενίκευσης, και ενώ γι’ αυτήν την κλιμάκωση πρέπει να προετοιμάζεται το εργατικό – λαϊκό κίνημα, θέσεις όπως οι παραπάνω συμβάλλουν στον εφησυχασμό, αφήνουν τη λαϊκή πάλη εκτεθειμένη στην προπαγάνδα της αναμονής για πρόσκαιρους συμβιβασμούς «με το πιστόλι στον κρόταφο». Ενώ υπάρχει δυνατότητα να διευρύνονται η αντιπαράθεση και η αμφισβήτηση της κυρίαρχης πολιτικής, τέτοιες λογικές εξουδετερώνουν ουσιαστικά τη ριζοσπαστικοποίηση, αναπαράγουν την ουτοπία ότι μπορούν τα γεράκια του πολέμου να γίνουν περιστέρια της ειρήνης.

Συσκοτίζουν, τελικά, ότι ο πόλεμος είναι στην ίδια τη φύση του καπιταλισμού, πηγάζει από τις ίδιες τις νομοτέλειές του. Αυτό που στην ειρηνική περίοδο ονομάζεται «ανταγωνιστικότητα», «επίτευξη κερδοφορίας», «κατάκτηση νέων αγορών», στην πολεμική περίοδο παίρνει τη μορφή μαζικής καταστροφής, γενοκτονιών, κατάκτησης εδαφών.

Οπως είναι λογικό, μια τέτοια λογική δεν τη χωρίζει και μεγάλη απόσταση από αυτήν που ζυμώνεται από δυνάμεις που υποστηρίζουν ότι απότοκο – αποτέλεσμα του λαϊκού κινήματος πρέπει να είναι μια κυβέρνηση «προοδευτική», «αριστερή», «υπερήφανη» κ.λπ., που μπορεί να βγάλει τη χώρα από τον πόλεμο, να αποτελέσει στοιχείο μιας «προοδευτικής» αλλαγής στον συσχετισμό δυνάμεων στην ΕΕ ή να κηρύξει «ουδετερότητα».

Το ερώτημα λοιπόν αν μπορεί ένα αντιπολεμικό κίνημα να «νικήσει», αν μπορεί να δώσει διέξοδο από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, πρέπει να απαντηθεί από τη σκοπιά της προοπτικής αυτού του κινήματος. Αν μείνει απλώς ένα κίνημα αντιπολεμικής διαμαρτυρίας, μια φωνή ενάντια στη φρικαλεότητα του πολέμου, μια μαζική λαϊκή απάντηση που στο δίλημμα «πόλεμος ή ειρήνη» απαντά απλά «ειρήνη», είναι σίγουρο ότι δεν θα μπορέσει να ανοίξει τον δρόμο για να δοθεί διέξοδος από τον πόλεμο.

Αλλωστε, υπάρχει ιστορικό προηγούμενο εξόδου από τον πόλεμο σε συνθήκες ανόδου των επαναστατικών κινημάτων. Υπάρχει το προηγούμενο των κινημάτων αμφισβήτησης και ανατροπής της αστικής εξουσίας. Αυτό συνέβη με την Οκτωβριανή Επανάσταση και το επαναστατικό κύμα που την ακολούθησε σε Γερμανία, Ουγγαρία, Ιταλία κ.α. Οπως υπάρχει και το αρνητικό παράδειγμα της αποσύνδεσης του εθνικοαπελευθερωτικού, αντικατοχικού, αντιστασιακού αγώνα από την πάλη για την εξουσία σε μια σειρά περιπτώσεις χωρών και ιστορικών περιόδων.

Το κρίσιμο λοιπόν ζήτημα είναι το εργατικό – λαϊκό κίνημα που σήμερα αναπτύσσεται στη βάση των σημερινών εξελίξεων του πολέμου στη Μέση Ανατολή και στην Ουκρανία, της ελληνικής εμπλοκής, για αλληλεγγύη στον λαό της Παλαιστίνης και στον αγώνα του, να αποκτά αντικαπιταλιστικό – αντιμονοπωλιακό προσανατολισμό, να αμφισβητεί την αστική τάξη, την εξουσία της στη χώρα, τα συμφέροντα του μεγάλου κεφαλαίου και των επιχειρηματικών ομίλων.

Γι’ αυτό χρειάζεται από σήμερα να βάζει στο στόχαστρο την πραγματική αιτία του πολέμου, τον πραγματικό αντίπαλο, τους ιμπεριαλιστές και τους ανταγωνισμούς τους, το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα. Ειδικά σε αυτήν την κρίσιμη φάση έχει στον πυρήνα του το «καμία εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση και στην αστική τάξη, στο κράτος τους και στο πολιτικό τους σύστημα».

Να παλεύει ακριβώς ενάντια στα συμφέροντα της αστικής τάξης της χώρας, η οποία συμμετέχει στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, άμεσα ή έμμεσα. Από αυτήν τη σκοπιά, να βάζει στο στόχαστρο την πολεμική προετοιμασία σε οικονομικό και πολιτικό επίπεδο. Στους χώρους δουλειάς, για να χρεοκοπούν τα κηρύγματα στήριξης της εμπλοκής. Σε στρατηγικούς κλάδους (λιμάνια, αεροδρόμια, τηλεπικοινωνίες, υποδομές), για να μη γίνονται οι εργαζόμενοι συνένοχοι και θύτες στο μακελειό. Στα πανεπιστήμια και στα ερευνητικά κέντρα, ενάντια στη σύνδεση με τους ΝΑΤΟικούς σκοπούς. Σε πόλεις και νομούς που εντάσσονται στους πολεμικούς σχεδιασμούς, ενάντια στις βάσεις και στις άλλες ΝΑΤΟικές δομές. Σπάζοντας στην πράξη την προσπάθεια για συναίνεση των εργαζομένων στην πολεμική εμπλοκή.

Να συνδέεται με τους ευρύτερους εργατικούς – λαϊκούς αγώνες ενάντια στην εκμετάλλευση, με τους αγώνες λαϊκών δυνάμεων ενάντια στην πολιτική που στηρίζει τα μονοπώλια. Να συμβάλλει στη διαμόρφωση της κοινωνικής συμμαχίας της εργατικής τάξης, των άλλων λαϊκών δυνάμεων, αγροτών και αυτοαπασχολούμενων, που θα βάζει στο στόχαστρο συνολικά το σύστημα της εκμετάλλευσης και των ιμπεριαλιστικών πολέμων για λογαριασμό των μονοπωλίων. Γι’ αυτό είναι αναγκαίο να είναι κίνημα που στηρίζεται στις μαζικές οργανώσεις των εργαζομένων, των λαϊκών δυνάμεων των φοιτητών, των σωματείων, των συνδικάτων, των συλλόγων.

Ενα κίνημα που δεν θα πατάει τις «μπανανόφλουδες» της στήριξης αστικών εναλλακτικών κυβερνητικών λύσεων, δεν θα γίνεται «χαλάκι» για ανακατατάξεις στο αστικό πολιτικό σύστημα, αλλά θα συμβάλλει στη ριζοσπαστικοποίηση εργατικών – λαϊκών δυνάμεων, στην ενίσχυση της πίστης στη δική τους δύναμη, στη δυνατότητά τους να συγκρουστούν με το καπιταλιστικό σύστημα. Δεν θα σπέρνει νέες αυταπάτες για μεταβατικές κυβερνήσεις στο έδαφος του καπιταλισμού που βγάζοντας τη χώρα από τον πόλεμο και ακουμπώντας στο ευρασιατικό μπλοκ θα ανοίξουν τον δρόμο για την ανατροπή του συστήματος.

Που θα αποκαλύπτει και δεν θα ανέχεται την υποκρισία δυνάμεων όπως της σοσιαλδημοκρατίας, που ενώ έχουν βάψει τα χέρια τους με αίμα, ενώ έχουν σφραγίσει τη συνεργασία με το κράτος – δολοφόνο Ισραήλ, σήμερα ξεθάβουν πάλι τις παλαιστινιακές μαντίλες και παριστάνουν ότι διαδηλώνουν για «λευτεριά στην Παλαιστίνη», μπας και ξεπλύνουν τις ευθύνες τους.

Ενα κίνημα που δεν θα διαλέγει ιμπεριαλιστικό στρατόπεδο, δεν θα καλλιεργεί ψευδαισθήσεις και αυταπάτες ότι μπορεί στηρίζοντας την αλλαγή συσχετισμού υπέρ του στρατοπέδου των «ανερχόμενων» ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (ευρασιατικό μπλοκ) να οδηγήσει σε φιλολαϊκή διέξοδο για τον λαό της χώρας. Θα εκφράζει χωρίς καμία επιφύλαξη την αλληλεγγύη στον αγώνα του λαού της Παλαιστίνης και όλων των λαών που αγωνίζονται ενάντια στον ιμπεριαλισμό. Κίνημα που παλεύει για την προοπτική της αποδέσμευσης της χώρας από τους ιμπεριαλιστικούς συνασπισμούς ΝΑΤΟ και ΕΕ, συνδυασμένη με την πάλη για την εξουσία της εργατικής τάξης.

Οι προϋποθέσεις ωρίμανσης ενός τέτοιου κινήματος διαμορφώνονται σήμερα, μέσα στην καθημερινή πάλη, στους αγώνες, στις πρωτοβουλίες που παίρνονται για την ενίσχυση του αντικαπιταλιστικού προσανατολισμού, στη διαπάλη με αστικές και οπορτουνιστικές αντιλήψεις. Αυτό κρίνεται από τα χαρακτηριστικά που διαμορφώνει σήμερα το κίνημα, όπως αποτυπώθηκαν και παραπάνω.

Αυτήν τη μάχη δίνουν παντού μέσα στο εργατικό – λαϊκό κίνημα τα μέλη, τα στελέχη του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, προωθώντας την πολιτική του Κόμματος, το Πρόγραμμά του, για να φωτίζεται η ανάγκη της αντεπίθεσης, της ρήξης με το σημερινό σύστημα. Η ανάγκη της ανατροπής του και της κατάκτησης της εργατικής – λαϊκής εξουσίας. Αυτή θα είναι και η οριστική διέξοδος για τους λαούς.

Σημειώσεις:

1. «Σιωνισμός»: Αντιδραστική εθνικιστική θεωρία που θεωρεί τη συγκρότηση του κράτους του Ισραήλ στην περιοχή της Παλαιστίνης ως εκπλήρωση θεϊκής υπόσχεσης προς τον «λαό του Ισραήλ» και με αυτήν την έννοια ότι η γη της Παλαιστίνης ανήκει δικαιωματικά στο Ισραήλ.

2. Για να τεκμηριωθεί ότι μπορεί μια λαϊκή πίεση να οδηγήσει στο σταμάτημα του πολέμου (ή να εμποδίσει την έναρξή του) αξιοποιείται το παράδειγμα του πολέμου στο Βιετνάμ και του μεγάλου κινήματος που αναπτύχθηκε τότε στις ΗΠΑ ενάντια στον πόλεμο. Ομως, αυτό το «παράδειγμα» βγάζει έξω ορισμένες παραμέτρους που είναι κρίσιμες. Καταρχάς τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων, δηλαδή το γεγονός ότι υπήρχε η ΕΣΣΔ, το διεθνές σοσιαλιστικό σύστημα, οι σχέσεις του με λαούς και χώρες που αγωνίζονταν ενάντια στην αποικιοκρατία. Ηταν δηλαδή σε εξέλιξη η διεθνής διαπάλη ανάμεσα σε καπιταλισμό και σοσιαλισμό, που βάραινε σε όλες τις επιλογές και στη στάση του ιμπεριαλιστικού στρατοπέδου. Επίσης, ότι οι διαμαρτυρίες για τον πόλεμο του Βιετνάμ στις ΗΠΑ εκδηλώθηκαν πάνω στο έδαφος των μικρών και μεγαλύτερων νικών των Βιετναμέζων κομμουνιστών, νίκες οι οποίες βεβαίως προήλθαν και από την πολύμορφη υποστήριξη της ΕΣΣΔ και άλλων χωρών και κατά συνέπεια της στρατιωτικής ήττας των ΗΠΑ. Σε αυτό το πλαίσιο, αναμφισβήτητα συνέβαλε και η μαζική – λαϊκή κινητοποίηση κυρίως στις ΗΠΑ αλλά και διεθνώς ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, η πολύμορφη αλληλεγγύη στον βιετναμέζικο λαό και που ενίσχυσε τριγμούς και αντιθέσεις στους κύκλους της αστικής τάξης των ΗΠΑ, σε συνθήκες μάλιστα οικονομικής κρίσης. Επομένως, οι διαμαρτυρίες ενάντια στον πόλεμο στο Βιετνάμ συνδέονταν αντικειμενικά με μια ευρύτερη διεθνή διαπάλη σοσιαλισμού – κομμουνισμού, παρά την ισχυρή επίδραση αναθεωρητικών, ρεφορμιστικών, πασιφιστικών αστικών αντιλήψεων μέσα στο φιλειρηνικό κίνημα, που τελικά το περιόρισαν στο πλαίσιο αστικών επιλογών.

Πηγή : Ριζοσπάστης 2 – 8 – 2025 / 3 – 8 – 2025

Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ: Νίκος Ζαχαριάδης – Αταλάντευτος και πρωτοπόρος στον αγώνα της εργατικής τάξης για την κοινωνική της απελευθέρωση

Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ: Νίκος Ζαχαριάδης – Αταλάντευτος και πρωτοπόρος στον αγώνα της εργατικής τάξης για την κοινωνική της απελευθέρωση

01-08-2023

1η Αυγούστου 1973, ο Νίκος Ζαχαριάδης αυτοκτονεί στο Σοργκούτ της Σιβηρίας, διαμαρτυρόμενος για τη μη απόσυρση των κατηγοριών τις οποίες του απηύθυναν η 6η και η 7ηΟλομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, για τη μη άρση των επιβληθέντων σε βάρος του μέτρων από το σοβιετικό κράτος και τη μη αποκατάστασή του στο ΚΚΕ με πλήρη δικαιώματα.

  

 Κατιούσα

 

Κείμενο του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ για τα 50 χρόνια από τον θάνατο του Νίκου Ζαχαριάδη

1η Αυγούστου 1973, ο Νίκος Ζαχαριάδης αυτοκτονεί στο Σοργκούτ της Σιβηρίας, διαμαρτυρόμενος για τη μη απόσυρση των κατηγοριών τις οποίες του απηύθυναν η 6η (11 – 12 Μάρτη 1956) και η 7ηΟλομέλεια (18 – 24 Φλεβάρη 1957) της ΚΕ του ΚΚΕ, για τη μη άρση των επιβληθέντων σε βάρος του μέτρων από το σοβιετικό κράτος και τη μη αποκατάστασή του στο ΚΚΕ με πλήρη δικαιώματα.

Ποιες ήταν αυτές οι κατηγορίες και αυτά τα μέτρα; Η 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ, στο πλαίσιο και της δεξιάς οπορτουνιστικής στροφής η οποία συντελέστηκε με το 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, καθαίρεσε τον Ν. Ζαχαριάδη από Γενικό Γραμματέα και από μέλος του Πολιτικού Γραφείου. Η 7η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ στη συνέχεια αποφάσισε την καθαίρεση του Ν. Ζαχαριάδη από την ΚΕ του ΚΚΕ και τη διαγραφή του από το Κόμμα, ως αντικομματικού φραξιονιστικού αντιδιεθνιστικού, εχθρικού στοιχείου, ενώ έκρινε απαραίτητο να γίνει λεπτομερειακή παραπέρα έρευνα από το Κόμμα πάνω σε ολόκληρη τη ζωή και τη δράση του Ζαχαριάδη. Ως λόγοι της απόφασης προβλήθηκαν η αριστερίστικη, σεχταριστική, τυχοδιωκτική πολιτική γραμμή και το ανώμαλο εσωκομματικό καθεστώς που επέβαλε ο Ζαχαριάδης στο ΚΚΕ, ενώ θεωρήθηκε υπεύθυνος για λάθη στην παράνομη δουλειά και για τα χτυπήματα που έδωσε η Ασφάλεια στο ΚΚΕ.

Από τα τέλη του 1956 ως τις 4.6.1962 ο Νίκος Ζαχαριάδης έζησε στο Μποροβίτσι και εργαζόταν έως στέλεχος κρατικής δασικής επιχείρησης. Στη συνέχεια, υποχρεώθηκε από το σοβιετικό κράτος σε εγκατάσταση στο Σοργκούτ και του απαγορεύτηκε η μετακίνηση πέρα από την περιοχή, πράγμα το οποίο ισοδυναμούσε με εξορία.

Η καθαίρεση του Νίκου Ζαχαριάδη και η διαγραφή του ήταν πράξεις άδικες, συνέπεια της επικράτησης του δεξιού οπορτουνισμού στο ΚΚΕ και το ΚΚΣΕ. Η κατηγορία εναντίον του για συνεργασία με τον εχθρό ήταν πράξη συκοφαντική, ενώ οι κατηγορίες για καλλιέργεια της προσωπολατρίας και για την εγκαθίδρυση στο ΚΚΕ ανώμαλου εσωκομματικού καθεστώτος αποτελούσαν πρόσχημα για να περάσει στην πλειοψηφία των μελών της ΚΕ και του Κόμματος η δεξιά οπορτουνιστική στροφή.

Με σταθερό προσανατολισμό στην ανάγκη αυτοτελούς ύπαρξης και ενίσχυσης του Κόμματος

Πριν από την αυτοκτονία του Νίκου Ζαχαριάδη η νέα καθοδήγηση του Κόμματος, που είχε αναδειχθεί από τη 18η Ολομέλεια, είχε προτείνει στον Ζαχαριάδη τη μεταφορά του στην έδρα της ΚΕ με ρόλο συμβούλου του ΠΓ. Μετά το 1974, εμφανίστηκαν στον κομματικό Τύπο θετικές αναφορές για τον Νίκο Ζαχαριάδη, ενώ το 1991 αποφασίστηκε από το ΚΚΕ η μεταφορά των οστών του στην Ελλάδα. Ακολούθησαν με διάφορες αφορμές τιμητικές εκδηλώσεις για τον Νίκο Ζαχαριάδη.

Η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ στις 16.7.2011 ακύρωσε όλες τις Αποφάσεις της 6ης και της 7ης Ολομέλειας (1956 και 1957) σε βάρος του Νίκου Ζαχαριάδη, καθώς και τα πορίσματα του 1964 και του 1967 και αποφάσισε την πλήρη αποκατάστασή του στο ΚΚΕ.

Ο Νίκος Ζαχαριάδης, ως κομμουνιστής, κομματικό μέλος και καθοδηγητής (Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ από το 1931 έως το 1935 και Γενικός Γραμματέας της έως το 1956), συγκέντρωνε αρκετές αρετές. Αρχικά, ήταν ζυμωμένος με την εργατική τάξη, την ταξική εκμετάλλευση και τους αγώνες για την κατάργησή της: Από παιδί μετακινήθηκε σε πολλές πόλεις (Σκόπια, Αδανα, Θεσσαλονίκη, Νικομήδεια), εξαιτίας της εργασίας του πατέρα του στο γαλλικό μονοπώλιο καπνού «Ρεζί». Τελείωσε το Δημοτικό και την Α’ τάξη του Γυμνασίου. Από το 1917 δούλεψε για μερικά χρόνια στη «Ρεζί», στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης και στα καράβια της Μαύρης Θάλασσας. Τότε ήρθε σε επαφή και με τις σοσιαλιστικές ιδέες και έγινε γραμματέας του κομμουνιστικού πυρήνα, ο οποίος υπήρχε στην αναρχοσυνδικαλιστική οργάνωση «Πανεργατική» της Κωνσταντινούπολης.

Ο Νίκος Ζαχαριάδης διέθετε οξυμένο ταξικό κριτήριο, σταθερό προσανατολισμό στην ανάγκη αυτοτελούς ύπαρξης και ενίσχυσης του Κόμματος, αφοσίωση και πρωτόβουλο πνεύμα στην υλοποίηση των κομματικών καθηκόντων. Το 1922, ευρισκόμενος ως ναυτεργάτης στη Σοβιετική Ενωση, έγινε μέλος της Ομοσπονδίας Κομμουνιστικών Νεολαιών. Το 1923 φοίτησε έπειτα από πρόταση των σοβιετικών συνδικάτων στην ΚΟΥΤΒ. Το 1924 ήρθε στην Ελλάδα και δούλεψε με τη σειρά στην ΟΚΝΕ Αθήνας, στην ΟΚΝΕ Θεσσαλονίκης ως καθοδηγητικό στέλεχος, στην ΚΕ της ΟΚΝΕ, στην Κομματική Οργάνωση Θεσσαλονίκης, στην ΚΟ Πειραιά (1926) ως Γραμματέας και στην ΚΟ Θεσσαλίας (1927) ως Γραμματέας επίσης. Πολλές είναι αυτό το διάστημα οι συλλήψεις και οι αποδράσεις του.

«Πολλές αντάρες και μπόρες»

Το 1925 δημόσια υπερασπίστηκε την «μπολσεβικοποίηση» του Κόμματος (δημοκρατικός συγκεντρωτισμός, συνδυασμός νόμιμης και παράνομης δουλειάς, περιφρούρηση του Κόμματος, επαγρύπνηση για τη δράση του ταξικού εχθρού). Εγραψε στον «Ριζοσπάστη» ενάντια σε όσους υποστήριζαν ότι το Κόμμα έχει ανάγκη μιας περιόδου προπαρασκευής: «Να προπαρασκευασθεί (να καταστεί ικανό πρώτα και μετά να μπει στη δράση), ζητάνε πρώτα να μάθουμε κολύμπι και μετά να μπούμε στη Θάλασσα (…) Μόνον όταν το Κόμμα αντιλαμβανόμενο επαναστατικά την σημερινή περίοδο, αντιληφθεί όλα τα επίπεδα του αγώνος και να αγωνισθεί πάνω σ’ αυτά, μόνον τότε θα κατακτήσει τις μάζες και θα τις κινήσει κατά της κεφαλαιοκρατίας (…) Χρειάζονται αγώνες και Κόμμα με οργανισμό γερό, συνειδητά πειθαρχικό, ιδεολογικά ενωμένο, επαναστατικό»1.

Το 1929 φυγαδεύτηκε από το ΚΚΕ στη Σοβιετική Ενωση. Κατά την παραμονή του στην ΕΣΣΔ έγινε μέλος του ΠΚΚ(μπ). Το 1931, με απόφαση της Κομμουνιστικής Διεθνούς επέστρεψε στην Ελλάδα και ανέλαβε A΄ Γραμματέας της ΚΕ του ΚΚΕ. Ηγήθηκε μετέπειτα στην αντιμετώπιση της εντός του ΚΚΕ «φραξιονιστικής πάλης» και των ποικιλόμορφων οπορτουνιστικών αντιλήψεων, στην ανάπτυξη των ταξικών αγώνων και στην άνοδο της επιρροής του Κόμματος, σε συνθήκες σκληρής ταξικής πάλης, διώξεων, εκτελέσεων, δράσης των κρατικών εγχώριων και ξένων μυστικών υπηρεσιών κατά του ΚΚΕ, ακόμα και διάβρωσης των Κομματικών του Οργανώσεων κατά τη δικτατορία Μεταξά. Κρατήθηκε στα κάτεργα της 4ης Αυγούστου από το 1936 μέχρι το 1941, οπότε παραδόθηκε στους Γερμανούς κατακτητές. Στη συνέχεια, μεταφέρθηκε στην Γκεστάπο της Βιέννης και από εκεί στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου έως τον Μάη του 1945. Πέρασε την εννιάχρονη δοκιμασία αλύγιστος.

Μετά την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1945, ο Νίκος Ζαχαριάδης πρωτοστάτησε στη δημιουργία και στην ηρωική πάλη του ΔΣΕ (1946 – 1949), της κορυφαίας εκδήλωσης της ταξικής πάλης στην Ελλάδα κατά τον 20ό αιώνα. Στα χρόνια 1949 – 1955 έδειξε ακλόνητη επιμονή στην ανάγκη ύπαρξης και ενίσχυσης των παράνομων Κομματικών Οργανώσεων, στον συνδυασμό της παράνομης με τη νόμιμη δράση.

Μετά την 6η και την 7η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ υπερασπίστηκε σθεναρά τον αγώνα του ΔΣΕ, την πολιτική του Κόμματος στη διάρκειά του και μετά από αυτόν και τη στρατηγική του ΚΚΕ όσο ήταν Γραμματέας του. Διεκδίκησε την αποκατάστασή του ακόμα και με απεργίες πείνας. Η κριτική του στόχευε στην ισχυροποίηση του ΚΚΕ και ουδέποτε επέτρεψε τη χρησιμοποίησή της εναντίον του ΚΚΕ ή για αντιπαράθεση μαζί του. Αλλωστε, στο τελευταίο του γράμμα μεταξύ άλλων έγραψε: «Το ΚΚΕ ήταν και παραμένει το κόμμα μου και κανένας δεν μπορεί να το χτυπήσει και να το λερώσει χρησιμοποιώντας το όνομά μου (…) Το Κουκουέδικο πέρασε πολλές αντάρες και μπόρες, όμως να το ξεριζώσει κανένας δεν μπόρεσε, γιατί αυτό θα σήμαινε να ξεριζώσει τον ίδιο το λαό (…) Με το ΚΚΕ δεν είχα ούτε έχω ανοιχτούς λογαριασμούς. Ούτε μπορούσα ποτέ να ‘χω».

«Τ’ ακούς Ζαχαριάδη, πως τα παιδιά μας ανυπομονούνε και δεν κρατιούνται; Πρέπει να βιαστούμε…»

Παράλληλα, ο Νίκος Ζαχαριάδης διέθετε ιδεολογική συγκρότηση, πίστη στον σοσιαλισμό και διαρκές ενδιαφέρον για την επικράτησή του. Οπωσδήποτε, η στρατηγική του ΚΚΕ, όλο το διάστημα το οποίο ο Νίκος Ζαχαριάδης ήταν Γραμματέας του, αντανακλούσε τα προβλήματα και τις αντιφάσεις της στρατηγικής του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος. Στο πλαίσιο αυτό ο Νίκος Ζαχαριάδης δεν μπόρεσε να οδηγήσει έγκαιρα το ΚΚΕ σε ολοκληρωμένα συμπεράσματα σε σχέση με τα προβλήματα στη στρατηγική του Κόμματος. Η ευθύνη του εντοπίζεται κυρίως στην αδυναμία να διαμορφωθεί πρόγραμμα στο 7ο Συνέδριο (1945), που θα ενσωμάτωνε την πείρα από την αντικειμενική εκτίμηση των λαθών (Συμφωνίες Λιβάνου, Καζέρτας, Βάρκιζας). Αυτό είχε ως αποτέλεσμα και αντιφάσεις, καθυστερήσεις και λάθη οργάνωσης στον αγώνα του ΔΣΕ.

Ομως, ο Νίκος Ζαχαριάδης εμφάνισε πρωτοπόρα στοιχεία σε σχέση και με το τότε επίπεδο του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος: Εκτίμηση για τον πρώτιστα επικίνδυνο ρόλο του βρετανικού ιμπεριαλισμού όσο πλησίαζε η λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, διόρθωση της στρατηγικής του Κόμματος κατά τον αγώνα του ΔΣΕ και ορισμός του σοσιαλιστικού στόχου, σχέδιο Προγράμματος το 1953 – ’54, παρά τις αδυναμίες στην αντικειμενική τεκμηρίωσή του.

Επιπλέον, στάθηκε κριτικά απέναντι στο 20ό Συνέδριο του ΚΚΣΕ, δίχως βέβαια να ταυτίσει την κριτική του στην ΕΣΣΔ με την πολεμική του ΚΚ Κίνας. Στο «Γράμμα από την άλλη μεριά» εντόπισε σωστά ότι στήριξη στην ΕΣΣΔ και σε οποιαδήποτε σοσιαλιστική χώρα σημαίνει προάσπιση του σοσιαλιστικού της χαρακτήρα. «(…) πρέπει ανοιχτά να τους λέμε τη γνώμη μας για τους χρουστσωφικούς αμφίβολους και βλαβερούς ακροβατισμούς και πειραματισμούς, θα βοηθήσουν σημαντικά όχι μονάχα την ΕΣΣΔ και το ΚΚΣΕ μα και τον ίδιο τον εαυτό τους, το παγκόσμιο κομμουνιστικό προοδευτικό κίνημα (…) Και αφτού έγκειται ο πραγματικός προλεταριακός διεθνισμός».

Ο Νίκος Ζαχαριάδης υπήρξε ακούραστος, αταλάντευτος και πρωτοπόρος στον αγώνα της εργατικής τάξης για την κοινωνική της απελευθέρωση και συνάμα αδιαχώριστος από την κομμουνιστική του ιδεολογία, δράση και ένταξη, τη διαδρομή του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα και διεθνώς και την ιστορική αναγκαιότητα του σοσιαλισμού. Εύστοχα, ο Ναζίμ Χικμέτ περιέλαβε τον Νίκο Ζαχαριάδη στην ποιητική του παρότρυνση για το σοσιαλιστικό μέλλον της ανθρωπότητας και την ένταση των προσπαθειών γι’ αυτό το μέλλον (ποίημα «Ταξίδι στην Ουγγαρία» 30.5.53) «Τ’ ακούς Ζαχαριάδη, πως τα παιδιά μας ανυπομονούνε και δεν κρατιούνται; Πρέπει να βιαστούμε…».

Παραπομπή

1. Νίκος Ζαχαριάδης, «Κριτική έξω της πραγματικότητος-οπορτουνισμός στην πραγματικότητα», «Ριζοσπάστης», 24.6.1925.

 Νίκος Ζαχαριάδης  Τμήμα Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ

Πηγή : ΚΑΤΙΟΥΣΑ

Κοινοποιήστε

Μία απάντηση στο “ΠΟΛΙΤΙΚΗ”

Καλημέρα και καλό μήνα σε όλες τις φίλες και τους φίλους . Σήμερα συμπληρώνονται 44 χρόνια από το θάνατο του Νίκου Ζαχαριάδη ΓΓ της ΚΕ του ΚΚΕ . Τιμώντας την μνήμη του αντιπροσωπείες του ΚΚΕ και της ΚΝΕ θα καταθέσουν λουλούδια στο τάφο του στο Α’ Νεκροταφείο . Ο σύντροφος Νίκος Ζαχαριάδης υπήρξε μεγάλη μορφή του Κουμουνιστικού κινήματος όχι μόνο της χώρας μας αλλά και του Διεθνούς Κομμουνιστικού κινήματος . Η ζωή και η δράση του ακόμα και το άδικο τέλος του είναι πηγή έμπνευσης για τη σημερινή και της επόμενες γενιές αρκεί το φρόνημα αυτό να μένει ζωντανό μέσα σε αυτούς που θα έλθουν σε επαφή μαζί του . Ο Νίκος Ζαχαριάδης ήταν από τους λίγους ηγέτες διεθνώς που τοποθέτησε σε σωστή βάση το χαρακτήρα του Β’ παγκοσμίου πολέμου και μάλιστα με την Β’ και Γ’ επιστολή του την οποία τα αστικά επιτελεία την έχουν εξαφανίσει χαρακτήρισε το πόλεμο τον πόλεμο ιμπεριαλιστικό και δεν έφτανε η ήττα της Γερμανίας αλλά και η αντιμετώπιση παράλληλα του Εγγλέζικου ιμπεριαλισμού . Πιστεύω πως ηγέτες σαν τον Ν Ζαχαριάδη , δεν πρέπει να τιμώνται στα Νεκρταφεία γιατί οι εκδηλώσεις στους χώρους αυτούς υποδηλώνουν δύο πράγματα ή την εκδήλωση ενός θρησκευτικού συναισθήματος με ότι αυτό συνεπάγεται ή τον πολιτικό ενταφιασμό εκείνου που δεν υπάρχει πια στη ζωή . Ότι ο νεκρός δηλαδή , τιμάται για αυτό που ήταν και μόνο για το παρελθόν , για όσα έκανε εν ζωή τα οποία σήμερα μόνο ως ανάμνηση μπορούν να έχουν αξία . Τα νεκροταφεία είναι τα τελευταία σταθερά σημεία για ότι έφυγε και δεν υπάρχει πια . Το νεκρό σημείο του παρελθόντος στο παρόν και στο μέλλον . Όσοι όμως έζησαν για ότι πρέπει και πέθαναν για ότι πρέπει , όσοι έγραψαν ιστορία και άφησαν με τη δράση τους παρακαταθήκη , εκείνοι που έβαλαν ανεξίτηλο το σημάδι τους σε αυτό που ζεί , υπάρχει και αναπτύσσεται στις μέρες , όλοι αυτοί που έδρασαν για ένα καλύτερο κόσμο και την επαναστατική αλλαγή της κοινωνίας , δεν είναι παρελθόν . Θα πρέπει να τιμώνται για ότι έκαναν και για ότι η ζωή και η δράση τους σημαίνει και συμβολίζει για το σήμερα και το αύριο του επαναστατικού κινήματος ,του εργαζόμενου λαού της χώρας . Ο Νίκος Ζαχαριάδης έκανε βεβαίως και λάθη ,κάτι που και ο ίδιος παραδέχεται με γράμμα του προς την καθοδήγηση του ΚΚΕ . Η Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του Κόμματος τον Ιούλη του 2011 εκτιμώντας συνολικά και σε βάθος την πορεία και την προσφορά του ,ακύρωσε όλες τις προηγούμενες αποφάσεις σε βάρος του , καθώς και τα πορίσματα του 1964 και του 1967 αποφάσισε την πλήρη αποκατάστασή του στο ΚΚΕ . Πηγές: 1) Το ΚΚΕ στον Ελληνοιταλικό πόλεμο για τα τρία γράμματα προς τον λαό . 2) Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ τόμος 2ος ως προς την αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη .
GEORGE PANAGOU
FACEBOOK 1 – 8 – 2017

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *