Γυρίζω το βλέμμα μου και δεν ανταμώνω ένα μυθιστόρημα, ένα δοκίμιο, έναν πίνακα, ένα τραγούδι,
ένα σανίδι θεάτρου, όπου να έρθει να μας κοιτάξει κατάματα η Ιστορία και να μας ζητήσει τον λόγο .
“Από βυθό σ’ άλλο βυθό “
(Διονύσιος Σολωμός)
Ανάλυση των αστών του Μεσοπολέμου στα
έργα του Τάσου Αθανασιάδη, ενώ, παράλληλα,
η τοιχογραφία των βιογραφιών του Μελά και
των αριστερών συγγραφέων στα πεπραγμένα του Κολοκοτρώνη, του Μακρυγιάννη, της
Μπουμπουλίνας. Ο Θεοτοκάς, σε ένα έξοχο
θεατρικό του έργο, την «Αντάρα στ’ Ανάπλι»,
ανέλυσε τα εμφύλια πάθη, τη σύγκρουση πολιτικής και στρατού, την αντιπαράθεση Ανατολής
και Δύσης, σ’ αυτή τη γωνιά της Ευρώπης που
παλεύει από την εποχή του Θεμιστοκλή και
του Ρήγα ως τη μικρασιατική συμφορά και
τη Δίκη των Εξ και τη δικτατορία του Μεταξά
έως τη δολοφονία του Βελουχιώτη και την
εκτέλεση του Μπελογιάννη, απέναντι από τη
δολοφονία του Ψαρρού. Εμφύλια τραγωδία
που τροφοδότησε έξοχη πεζογραφία, σπαρακτική ποίηση. Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος,
Αναγνωστάκης, Δάλλας, Ρένος Αποστολίδης,
ποιητικές φωνές υψηλής ποιητικής αρετής.
Είναι η εποχή που επωάζεται η σημαντική, και ευρωπαϊκά, θεατρική μας περιουσία.
Πρώτα με την παρουσία του Κάρολου Κουν
που πρώτος, με τα τραύματα του Μικρασιάτη,
ανίχνευσε μέσα στο ιθαγενές ματωμένο πεδίο
τα στοιχεία μιας ταυτότητας που αποτελεί ένα
νέο στρώμα πάνω στο αρχαίο, ελληνιστικό,
βυζαντινό της σκλαβιάς και της μίζερης και
ατελούς αστικοποίησης μετά την Επανάσταση
στο Γουδί και έως την Αντίσταση.
Ο Καμπανέλλης έρχεται να συμπληρώσει το ρημαγμένο τοπίο μετά τον
Εμφύλιο. Είναι πράγματι αντικείμενο
κοινωνιολογικής, ψυχιατρικής, οικονομικής, πολιτισμικής έρευνας το υπόστρωμα
της «Αυλής των θαυμάτων» και αργότερα, στα
σπαρακτικά «Τέσσερα πόδια του τραπεζιού».
Σε μια εποχή σαν αυτή που βιώνουμε, και όχι
μόνο λόγω της πανδημίας, αλλά κυρίως της
κατάρρευσης όλων των «σταθερών του βίου»,
όπου η παράδοση των ηθών χλευάζεται, το
παρόν «χτενίζεται» και το μέλλον ούτε προσδιορίζεται, ούτε μας απασχολεί, όπου, για να
ξαναθυμηθούμε τον Παλαμά, επιστρέφοντας
στα 1897: «Σβησμένες όλες οι φωτιές οι πλάστρες
μες στη χώρα».
Πέρασε κιόλας ένας χρόνος (2 Σεπτεμβρίου) από τον θάνατο του Μίκη Θεοδωράκη
που μελοποίησε τραγωδίες, έγραψε όπερες
με αρχαιοελληνικά θέματα και έκανε λαϊκό
τραγούδι που ενθουσίασε δρόμους, γήπεδα,
σχολεία, λαϊκά στέκια, γονιμοποιώντας τη
σύγχρονη αγωνία με τον σπερματικό λόγο
του Σολωμού, του Κάλβου, του Παλαμά, του
Σικελιανού, του Καρυωτάκη, του Ρίτσου, του
Ελύτη, του Σεφέρη, του Αναγνωστάκη, του
Καμπανέλλη, του Κατσαρού, του Ελευθερίου,
του Λευτέρη Παπαδόπουλου.
Γυρίζω το βλέμμα μου γύρω και δεν ανταμμώνω ένα μυθιστόρημα, ένα δοκίμιο, έναν
πίνακα, ένα τραγούδι, ένα σανίδι θεάτρου,
όπου να έρθει να μας κοιτάξει κατάματα η Ιστορία και να μας ζητήσει τον λόγο. Μια πλήρης
ιδιωτεία με όλη τη σημασία του όρου, και την
ιδεολογική και την ψυχιατρική. Καθένας στο
καβούκι του, στο οχυρό του. Δεν αμφιβάλλω
πως σ’ αυτή την ερημία υπάρχουν και εξαίσιες
στιγμές τέχνης. Είναι, όμως, ακοινώνητες και
επικοινωνούνται συνωμοτικά κάτω από το
μαύρο πέπλο της παγκόσμιας αγοράς.
Δεν γνωρίζω τις πωλήσεις σήμερα βιβλίων. Αν ρίξει κανείς μια ματιά στους
καταλόγους των εκδοτών, διαπιστώνει
πως υπάρχει μια αξιόλογη εκδοτική
κίνηση, κυρίως με μεταφράσεις. Χωρίς αμφιβολία, με μια πρώτη ματιά, κυριαρχούν τα πεζά, η
μυθοπλασία και έχει συρρικνωθεί ο κατάλογος
με δοκιμιογραφία και μονογραφίες επιστημονικών κλάδων. Ενας ενημερωμένος φίλος με
πληροφορεί πως στον τομέα των εκδόσεων,
που αναφέρονται σε θεωρίες και πρακτικές σε
όλο το φάσμα των επιστημών, οι λίγοι πάντα
αγοραστές – εκπαιδευτικοί όλων των επιστημών,
φοιτητές και φανατικά παιδιά για γνώση – έχουν
πλέον στραφεί στις ποικίλες μορφές διαδικτυακής ενημέρωσης. Ο γράφων εξομολογείται
την αναπηρία του σε σχέση με την επαφή με
τα νέα μέσα επικοινωνίας και ενημέρωσης (δεν
γνωρίζω ούτε γραφομηχανή!). Ετσι συχνά, σε
συζητήσεις με συναδέλφους και φοιτητές ή
μαθητές σεμιναρίων, έχω καταλήξει στο συμπέρασμα πως η σύγχρονη πληροφόρηση σε
όλο το φάσμα της γνώσης γίνεται μέσω ενός
συστήματος που δύσκολα μπορεί κανείς να
υπολογίσει την επιρροή του και την γκάμα του
πελατολογίου αναζητητών γνώσης.
Παλιότερα, έως πριν 10 – 20 χρόνια, όταν
εξέδιδες ένα βιβλίο, κατ’ αρχάς ο εκδότης στην
τελευταία σελίδα ανέγραφε τον αριθμό των
αντιτύπων που διέθεσε στην αγορά. Σχολαστικά μάλιστα έβλεπες συχνά να ανακοινώνεται
πόσα αντίτυπα εκτός αγοράς διετέθησαν στον
συγγραφέα και πόσα ήταν προς πώληση. Στα
φοιτητικά μας χρόνια, όταν κατηφορίζαμε από
τη Φιλοσοφική στη Σόλωνος μετά τα μαθήματα, εκεί, στη γωνία με τη Χαριλάου Τρικούπη,
υπήρχε ένας αξέχαστος υπαίθριος βιβλιοπώλης
παλαιών βιβλίων ή απούλητων μετά παρέλευση
χρόνων από την έκδοσή τους. Εχω δημιουργήσει τα 6/10 της βιβλιοθήκης μου από κείνο το
καροτσάκι. Αν και υπήρχε και ανταγωνισμός,
αφού άλλος εκδότης που είχε αγοράσει από τους
εκδότες απούλητα βιβλία τα πουλούσε εκεί στη
Ζωοδόχου Πηγής με το κιλό. Με το κιλό έχω
αγοράσει για τη βιβλιοθήκη μου ποιήματα του
Τέλλου Αγρα, του Εμπειρίκου και τα πρωτόλεια
του Βασίλη Ζιώγα, συνομηλίκου μου ποιητή
που έγραφε τότε στο Μόναχο.
Τ α χρόνια εκείνα των πρώτων χρόνων
στο Πανεπιστήμιο, μόλις είχαμε βγει
από την κόλαση του Εμφυλίου, αλλά ακόμα βασάνιζαν τις μέρες μας οι
φάκελοι στην Ασφάλεια με τα πολιτικά μας
φρονήματα και οι αστυνόμοι με πολιτικά και
την αλυσιδίτσα έξω από το αμφιθέατρο. Μόνη
τότε παρηγοριά, χωρίς τηλεόραση και άλλα
μέσα ενημέρωσης, με μοναδική πηγή ενημέρωσης και επίσκεψης στη χώρα των ιδεών τις
εφημερίδες (λίγες βέβαια είχαν σελίδες για τον
πολιτισμό) και η κρατική τηλεόραση. Σκεφτείτε
πως, αν αγαπούσες την ιστορία του ελληνικού
τραγουδιού, ρεμπέτικο άκουγες μια φορά τη
βδομάδα σε ένα ημίωρο καθαρά διαφημιστικό,
ΤΟΥ ΚΩΣΤΑ
ΓΕΩΡΓΟΥΣΟΠΟΥΛΟΥ
Σαββατοκύριακο 3-4 Σεπτεμβρίου 2022
8 ιδέες Βιβλιοδρομιο
«Από βυθό σ’ άλλο βυθό»
(Διονύσιος Σολωμός)
αφού το πλήρωνε ο εκδότης. Σε μια τέτοια
πληρωμένη από τον εκδότη εκπομπή άκουσα
το «Φανταράκι» («Το Γράμμα») του Τσιτσάνη
που βέβαια γράφτηκε την ώρα που ξεκίναγε
το εκστρατευτικό σώμα των ελλήνων εθελοντών (καλό μεροκάματο σε εποχή ανεργίας!)
για την Κορέα.
Στην πόλη όπου γεννήθηκα και έζησα ως
έφηβος, όπου και πήρα τα πρώτα γράμματα από
άξιους δασκάλους, υπήρχαν δύο βιβλιοπωλεία.
Το ένα πουλούσε χαρτικά και τα βιβλία των
κλασικών εκδόσεων για σχολική ύλη. Ηταν
τότε που πρωτοπόροι εκδότες διέθεταν (τα
βιβλία του σχολικού προγράμματος τα αγοράζαμε!) μια πρωτότυπη και νομίζω πρωτοπόρα
εκδοτική εφεύρεση: την «Απασα Υλη», έναν
τόμο 800 σελίδων, όπου περιέχονταν όλα τα
μαθήματα που διδάσκονταν στην τάξη, από
τα Θρησκευτικά και τη Γραμματική έως τη
Γεωγραφία της Ασίας, την Ανόργανη Χημεία,
την Αλγεβρα και την Ιστορία της Αικατερίνης
της Μεγάλης, δίπλα στον «Θάνατο του Καραϊσκάκη» στο Φάληρο.
Πριν λίγα χρόνια σε ένα υπαίθριο βιβλιοπωλείο στην Ιπποκράτους βρήκα στα βιβλία με το
κιλό μια τέτοια «Απασα Υλη» και πλήρωσα ένα
ευτελές ποσό για το ένα κιλό του βάρους του.
Νομίζω πως είμαστε η μόνη χώρα, τουλάχιστον
στη Δυτική Ευρώπη, που ακόμη στην εκπαίδευση η γνώση παρέχεται από ένα βιβλίο που το
τυπώνει ή επιδοτεί το κράτος. Στα μουλωχτά
κάποιοι δάσκαλοι και καθηγητές (ανάμεσά τους
και ο γράφων και μάρτυρες οι μαθητές μου)
παρέπεμπαν τους μαθητές σε φροντιστηριακά
βιβλία ή σε συλλογές και ιστορίες παιδείας που
κυκλοφορούσαν ελεύθερα στην αγορά. Στη
Σχολή Μωραΐτη όπου δίδαξε ο έξοχος δάσκαλος Αντώνης Μωραΐτης, ουσιαστικά παράνομα,
χρησιμοποιούσε τα ελεύθερα από το μονοπώλιο
του κράτους βιβλία, αναλαμβάνοντας και την
ευθύνη, αν ο δάσκαλος εντοπιζόταν από τον
επιθεωρητή να διδάσκει από μη εγκεκριμένο
κρατικό εγχειρίδιο.
Κι όμως, εκείνα τα μαύρα χρόνια, στον
Εμφύλιο, μετά τον Εμφύλιο και αργότερα στο σκοτάδι της χούντας (με
πάμφωτη περίοδο της εποχής του
Γεωργίου Παπανδρέου και του Παπανούτσου),
χωρίς, όπως είπα, τη σημερινή καταφυγή στον
πλουραλισμό των τηλεοπτικών, ραδιοφωνικών,
διαδικτυακών μέσων ενημέρωσης, η λογοτεχνία μάς έσωσε και βέβαια οι φωτισμένοι
δάσκαλοι που υπόγεια και στα μουλωχτά μάς
καθοδηγούσαν στη λογοτεχνία και τη δοκιμιογραφία της εποχής.
Ξέρετε τι ανατροπή της κατεστημένης τάξης
πνευματικών προβλημάτων είναι να ανακαλύπτεις στα σκονισμένα ράφια του τοπικού
βιβλιοπωλείου, ύστερα από καθοδήγηση του
καθηγητή, τον Μυριβήλη της «Ζωής εν τάφω»,
τον Βενέζη της «Αιολικής γης», ως θέμα, ως
ηθική, ως ιδεολογία μυθιστορήματα του Καραγάτση: «Συνταγματάρχης Λιάπκιν», «Γιούγκερμαν», οι ιθαγενείς και οι έλληνες μετανάστες
στη Νότια Αφρική στο «Αμρι α Μούγκου – Στο
Χέρι του Θεού», δίπλα στους πειρατές του Κόντογλου και τους προσκυνητές στα μοναστήρια
της Ανατολής και, από την άλλη, η εξαίσια
Στα μαύρα χρόνια, στον
Εμφύλιο, μετά τον Εμφύλιο
και στο σκοτάδι της χούντας
η λογοτεχνία μάς έσωσε και
οι φωτισμένοι δάσκαλοι
«Αυλή των θαυμάτων» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, σε σκηνοθεσία
Κάρολου Κουν το 1957
Πηγή : tanea.gr