«Κι ύστερα οι λαοί αποκτήσανε Στάλινγκραντ»
80 χρόνια από τη μάχη που άλλαξε τη ροή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου
Σοβιετικοί στρατιώτες επιχειρούν έφοδο για την ανακατάληψη ενός προαστίου στο Στάλινγκραντ |
Οσυγκεκριμένος στίχος του Φώτη Αγγουλέ, γραμμένος το 1943, αποδίδει ήδη από τότε το μεγαλείο της Μάχης του Στάλινγκραντ, τη σημασία της στην Αντιφασιστική Νίκη των Λαών και τη συμβολή της συνολικότερα στην ταξική πάλη. Ακριβώς γι’ αυτούς τους λόγους, η ένταξη της μάχης στο πλαίσιο του Β’ Παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού Πολέμου και η ερμηνεία της νικηφόρας έκβασής της, της επίδρασής της στον Β’ Παγκόσμιο και στη μετέπειτα ιστορική εξέλιξη, συνιστούν πάντα ένα σοβαρό πεδίο αντιπαράθεσης με την αστική και οπορτουνιστική ιστοριογραφία και, στο βάθος, με την ίδια την αστική τάξη και το σύστημά της.
Τα ιστορικά γεγονότα εντός των οποίων συντελείται η Μάχη του Στάλινγκραντ
Ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, όπως και ο Α’ (1914 – 1918), γεννήθηκε στους κόλπους του καπιταλισμού. Ισχυσε δηλαδή αυτό που ισχύει για τους πολέμους στην εποχή του ιμπεριαλισμού.
Λίγο πριν ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, προηγήθηκαν τα παρακάτω:
Ο καπιταλιστικός ανταγωνισμός, σε συνδυασμό με τον νόμο της ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης, άρα και της ανισόμετρης πολιτικής και στρατιωτικής δύναμης των καπιταλιστικών κρατών, αναπόφευκτα γέννησαν και τον ανταγωνισμό για το μοίρασμα αγορών και σφαιρών επιρροής και οδήγησαν στην εκ νέου αναβάθμιση κρατών στο ιμπεριαλιστικό σύστημα, κυρίως της Γερμανίας και της Ιαπωνίας. Ταυτόχρονα όμως και οι νικήτριες δυνάμεις του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στήριξαν την οικονομική και στρατιωτική ανασυγκρότηση της Γερμανίας, εν μέρει και στο πλαίσιο της ανισότιμης αλληλεξάρτησης των καπιταλιστικών κρατών και οικονομιών και της ανάγκης παγκόσμιας οικονομικής – καπιταλιστικής σταθερότητας.
Γερμανοί κρατούμενοι στο Στάλινγκραντ |
Η συνεπακόλουθη αυτή ισχυροποίηση της Γερμανίας και της Ιαπωνίας τούς έδινε τη δυνατότητα, μαζί με την Ιταλία, να επιδιώξουν μια ανατροπή των αποτελεσμάτων του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και έναν ευνοϊκότερο για αυτούς συσχετισμό.
Συγχρόνως, η οικονομική κρίση των ετών 1929 – 1933 υπονόμευσε περαιτέρω τη σταθερότητα του καπιταλιστικού συστήματος, όξυνε τις αντιθέσεις στο εσωτερικό των ισχυρότερων καπιταλιστικών κρατών αλλά και τις αντιθέσεις μεταξύ τους, οδήγησε στην παραπέρα στρατιωτικοποίηση της οικονομίας τους και επιτάχυνε τις ανακατατάξεις στον παγκόσμιο συσχετισμό δυνάμεων.
Επειτα, η ύπαρξη του πρώτου σοσιαλιστικού κράτους, της ΕΣΣΔ, έκανε πλέον εμφανή την αντιπαράθεση σοσιαλισμού – καπιταλισμού. Αυτή η αντιπαράθεση περιλάμβανε την οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ (κοινωνικοποίηση συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, κεντρικός σχεδιασμός, καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, γυναικεία χειραφέτηση, θεαματική βελτίωση του βιοτικού επιπέδου σε αντιδιαστολή με τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης στα καπιταλιστικά κράτη), τη στέρηση από τα καπιταλιστικά κράτη της παγκόσμιας κυριαρχίας τους και ενός τμήματος της παγκόσμιας αγοράς, και τους αγώνες της ανά τον κόσμο εργατικής τάξης, εμπνευσμένους και από την ΕΣΣΔ.
Υπό την επίδραση των παραπάνω παραγόντων, σε μια σειρά κράτη η αστική τάξη ανέθετε τη διακυβέρνηση σε φασιστικά κόμματα, σε όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου σχεδιαζόταν μια στρατιωτική επέμβαση ή ακόμα και πόλεμος σε βάρος της ΕΣΣΔ και επιδιωκόταν η χρησιμοποίηση της ναζιστικής Γερμανίας σε αυτόν τον πόλεμο. Προφανώς το πλησίασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου – και ο ίδιος ο πόλεμος – αναθέρμανε και τις ελπίδες των αντεπαναστατικών δυνάμεων, εκτός και εντός ΕΣΣΔ, για την ανατροπή της και μπροστά σε αυτό το ταξικό τους συμφέρον συμμάχησαν και με τους ναζί κατακτητές.
Υπό την επίδραση των ίδιων παραγόντων διαμορφώθηκε η πολιτική των καπιταλιστικών κρατών έναντι της ναζιστικής Γερμανίας και των συμμάχων της, όπως η «πολιτική κατευνασμού» της, δημιουργήθηκαν, διαλύθηκαν ή αναμορφώθηκαν συμμαχίες μεταξύ των καπιταλιστικών κρατών, συγκλήθηκαν διεθνείς διασκέψεις, υπογράφηκαν ή αναιρέθηκαν συμφωνίες, πραγματοποιήθηκαν ανεμπόδιστα εισβολές του φασισμού σε μια σειρά χώρες και, στο τέλος, προκλήθηκε η παγκόσμια πολεμική σύρραξη.
Στο πλαίσιο όλων των παραπάνω προέκυψαν τα βασικότερα γεγονότα της περιόδου.
Οι οικονομικοί γίγαντες των ΗΠΑ («Standard Oil», «Dupont», «Ford» κ.ά.) συνέχισαν για ένα μεγάλο διάστημα στον Μεσοπόλεμο να έχουν εμπορικές σχέσεις με τη Γερμανία, πραγματοποίησαν τεράστιες επενδύσεις στην επικράτειά της, της διέθεσαν προς αγορά εξοπλισμό και χρηματοδότησαν το ναζιστικό κόμμα.
Το 1933 η Γερμανία αποχώρησε από την Κοινωνία των Εθνών και το 1935 υπέγραψε συμφωνία με τη Βρετανία, με βάση την οποία επανασχημάτισε πολεμικό στόλο. Επίσης το 1935, η Γερμανία επανακαθιέρωσε τη γενική υποχρεωτική στρατιωτική θητεία. Την ίδια χρονιά τα καπιταλιστικά κράτη ανέχτηκαν την εισβολή της φασιστικής Ιταλίας στην Αιθιοπία και την επόμενη, την ώρα που η ναζιστική Γερμανία και η φασιστική Ιταλία στήριζαν τις δυνάμεις του πραξικοπηματία στρατηγού Φράνκο, η Βρετανία και η Γαλλία αρνήθηκαν τη στήριξη της ισπανικής κυβέρνησης. Το 1936, και πάλι η Γερμανία επαναστρατιωτικοποίησε τη Ρηνανία, παρά την απαγόρευση από τις Συνθήκες λήξης του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Την ίδια χρονιά υπογράφηκαν διμερής συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ιταλίας – τις επόμενες μέρες της οποίας χρησιμοποιήθηκε ο όρος «Αξονας Ρώμης – Βερολίνου» – και το Αντικομιντέρν Σύμφωνο (ενάντια στην Κομμουνιστική Διεθνή) μεταξύ Γερμανίας και Ιαπωνίας, στο οποίο το 1937 προσχώρησε και η Ιταλία. Τον Μάρτη του 1938 η Γερμανία προσάρτησε την Αυστρία, χωρίς να συναντήσει αντιδράσεις εκ μέρους των καπιταλιστικών κρατών, και τον Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς υπεγράφη ανάμεσα σε Βρετανία, Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία η Συμφωνία του Μονάχου, η οποία διαμέλισε την Τσεχία και επέτρεψε στην πράξη την ολοκληρωτική κατάκτησή της από τη Γερμανία. Ηταν φανερό ότι τα καπιταλιστικά κράτη επιχειρούσαν να στρέψουν τις επεκτατικές βλέψεις του φασιστικού Αξονα προς την Ανατολή, ευελπιστώντας σε μια επίθεση στην ΕΣΣΔ και σε αποδυνάμωση και των δύο πλευρών.
Στις 3 Σεπτέμβρη 1939 η Γερμανία εισέβαλε στην Πολωνία και η Βρετανία και η Γαλλία τής κήρυξαν τυπικά τον πόλεμο. Ακολούθησε ο «παράξενος πόλεμος» όπως ονομάστηκε, στον οποίο δεν διεξήχθη καμία σοβαρή στρατιωτική επιχείρηση από τη Βρετανία και τη Γαλλία ενάντια στις δυνάμεις του Αξονα. Αυτό διήρκεσε μέχρι τον Μάη του 1940 και την εισβολή της Γερμανίας στη Γαλλία, η οποία, παρότι υπήρξε η μεγαλύτερη ηπειρωτική στρατιωτική δύναμη στην Ευρώπη, παραδόθηκε σε μόλις 6 βδομάδες.
Αντίθετα, η ΕΣΣΔ ακολουθούσε πολιτική ειρήνης στον Μεσοπόλεμο, γιατί της ήταν αναγκαία στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού και γιατί η κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο στην ΕΣΣΔ σήμαινε κατάργηση και του κινήτρου της συμμετοχής στο μοίρασμα και ξαναμοίρασμα του κόσμου. Βέβαια, όταν αντιμετώπισε τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, με κύριο εκφραστή της επίθεσης τη ναζιστική Γερμανία, υπερασπίστηκε τον εαυτό της. Υπό το βάρος αυτής της ανάγκης για υπεράσπιση του εαυτού της, η ΕΣΣΔ προχώρησε τον Αύγουστο του 1939 στη σύναψη με τη Γερμανία του Συμφώνου μη επίθεσης, που έμεινε γνωστό ως Σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ, αφού πρωτύτερα οι προτάσεις της για συμμαχία κατά της ναζιστικής Γερμανίας είχαν αντιμετωπιστεί αρνητικά από τα καπιταλιστικά κράτη. Το συγκεκριμένο Σύμφωνο έδωσε στην ΕΣΣΔ τον αναγκαίο χρόνο για τον μετασχηματισμό της οικονομίας της από ειρηνική σε πολεμική και για τη μεταφορά της πολεμικής της βιομηχανίας στα Ουράλια. Η καταπάτηση του Συμφώνου σε σύντομο διάστημα από τη Γερμανία επιβεβαιώνει ότι το ιμπεριαλιστικό, ταξικό κίνητρο του πολέμου δεν αναιρείται από καμία συγκυριακή συμφωνία.
Σύντομο ιστορικό της Μάχης του Στάλινγκραντ
Στις 22 Ιούνη 1941 η ναζιστική Γερμανία άρχισε την επίθεση κατά της Σοβιετικής Ενωσης, με την «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα». Σε διάστημα λίγων μηνών τα χιτλερικά στρατεύματα έφτασαν έξω από τη Μόσχα. Τελικά, καθηλώθηκαν από την ηρωική αντίσταση του Κόκκινου Στρατού και των Σοβιετικών. Τον Δεκέμβρη του 1941 οι σοβιετικές δυνάμεις πέρασαν στην αντεπίθεση.
Επειτα από την ήττα στη Μόσχα, η ναζιστική Γερμανία ετοίμαζε τη σφοδρότερη επίθεση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, στον νότιο τομέα του Ανατολικού Μετώπου. Στις 5 Απρίλη 1942 εγκρίθηκε το σχετικό στρατιωτικό σχέδιο.
Οι λόγοι της συγκεκριμένης επιχείρησης αναλύθηκαν σε λόγο του Χίτλερ στις 9 Σεπτέμβρη 1942: Κατάληψη των σιτοπαραγωγικών και των ανθρακοφόρων περιοχών του σοβιετικού νότου, προέλαση προς τις πετρελαιοπηγές, εξασφάλιση πρώτων υλών για τον γερμανικό στρατό, αποκοπή της τελευταίας υδάτινης αρτηρίας του Βόλγα για την ΕΣΣΔ.
Αλλωστε, η ευρύτερη περιοχή ήταν καθοριστική για την οικονομική και στρατιωτική κατάσταση της ΕΣΣΔ. Συγκεκριμένα, στην περιοχή του Βόρειου Καυκάσου και της Υπερκαυκασίας αναλογούσαν προπολεμικά πάνω από τα 4/5 της σοβιετικής εξόρυξης πετρελαίου και πάνω από το 1/2 των μεταλλευμάτων μαγγανίου.
Το Στάλινγκραντ, ειδικότερα, επέτρεπε στα σοβιετικά στρατεύματα να χτυπούν οποιαδήποτε στιγμή τους Γερμανούς στον Καύκασο και έκανε αδύνατη την κυριαρχία των Γερμανών στη συγκεκριμένη περιοχή. Στο Στάλινγκραντ υπήρχαν επίσης 126 βιομηχανικές επιχειρήσεις, το εργοστάσιο τρακτέρ, το οποίο παρήγαγε σχεδόν τα μισά τρακτέρ της ΕΣΣΔ, και το εργοστάσιο «Κόκκινος Οκτώβρης», το οποίο παρήγαγε ετησίως 800.000 τόνους χάλυβα και 600.000 τόνους ελασμάτων1.
Ο συσχετισμός δυνάμεων ήταν επίσης δηλωτικός για τη σημασία της μάχης. Οι επιτιθέμενοι διέθεταν 5 γερμανικές στρατιές, 2 ρουμανικές, 1 ιταλική και 1 ουγγρική, δηλαδή σχεδόν 1 εκατομμύριο άνδρες. Επιπλέον, από τις κατεχόμενες περιοχές διέθεταν περισσότερους πόρους σε σχέση με την ΕΣΣΔ για τη βαριά τους βιομηχανία και εκατομμύρια εργάτες, οι οποίοι επιπλέον εργάζονταν σε συνθήκες αφόρητης εντατικοποίησης.
Οι σοβιετικές δυνάμεις, παρότι αρχικά μειονεκτούσαν σε ανθρώπινο δυναμικό και εξοπλισμό, χάρη στην πολεμική βιομηχανία της ΕΣΣΔ και τη συνδρομή του σοβιετικού λαού κάλυψαν την απόσταση από τους επιτιθέμενους. Το 1942 π.χ. σημειώνεται σημαντική αύξηση στην παραγωγή καταδιωκτικών αεροπλάνων, αεροπλάνων καθέτου εφορμήσεως, μεσαίων και ελαφρών αρμάτων μάχης, πυροβόλων, όλμων, αυτόματων όπλων και των αντίστοιχων πολεμοφοδίων2.
Το καλοκαίρι του 1942 τα στρατεύματα του φασιστικού συνασπισμού εξαπέλυσαν την επίθεσή τους. Το πρώτο διάστημα τα γερμανικά στρατεύματα προχώρησαν στον νοτιοδυτικό τομέα, όμως η σθεναρή άμυνα των σοβιετικών δυνάμεων απέτρεψε την περικύκλωσή τους. Τότε ο εχθρός στράφηκε στο νότιο μέτωπο. Στις 23 Αυγούστου 1942 έφτασε στον Βόλγα, βορειότερα του Στάλινγκραντ, και διέσπασε τις δυνάμεις των αμυνόμενων. Την ίδια μέρα η πόλη βομβαρδίστηκε και σπίτια, πετρελαιοδεξαμενές, το δίκτυο ύδρευσης και οι αστικές μεταφορές της πόλης καταστράφηκαν. Στις 25 Αυγούστου η πόλη κηρύχθηκε σε κατάσταση πολιορκίας. Από τις 13 Σεπτέμβρη οι συγκρούσεις γίνονταν μέσα στην πόλη – στους δρόμους, στα εργοστάσια, στα σπίτια, στους ορόφους, στα δωμάτια. Ηταν συγκρούσεις αδιάκοπες, σώμα με σώμα, αιματηρές, η καθεμιά κρίσιμη. Ο Κόκκινος Στρατός κρατούσε σταθερά τις θέσεις του βόρεια του εργοστασίου τρακτέρ, το εργοστάσιο «Μπαρικάντι» και τα βορειοανατολικά οικοδομικά τετράγωνα του κέντρου της πόλης. Οι αμυντικές επιχειρήσεις κράτησαν μέχρι τις 18 Νοέμβρη 1942.
Στις 13 Νοέμβρη εγκρίθηκε από την Ανώτατη Διοίκηση με επικεφαλής τον Ι. Β. Στάλιν σχέδιο με την κωδική ονομασία «Ουρανός», το οποίο προέβλεπε την κύκλωση και εξόντωση του εχθρού στο Στάλινγκραντ. Σε λιγότερο από 72 ώρες, στις 20 Νοέμβρη 1942, αιφνιδιαστικά και οργανωμένα σχηματίστηκε ο κλοιός. Οι μάχες συνεχίστηκαν μέχρι τα τέλη Γενάρη, οπότε παραδόθηκε η επίλεκτη 6η Στρατιά των χιτλερικών. Στις 2 Φλεβάρη 1943 ολοκληρώθηκε η νίκη της ΕΣΣΔ. Μέχρι τη Μάχη του Στάλινγκραντ δεν υπήρξε, σε απόλυτους αριθμούς τουλάχιστον, περίπτωση κύκλωσης και καταστροφής τόσο μεγάλης στρατιωτικής δύναμης. Ο Ι. Β. Στάλιν χαρακτήρισε τη μάχη «τη μεγαλύτερη στην ιστορία των πολέμων».
Τα ηρωικά γεγονότα της Μάχης του Στάλινγκραντ είναι πολυάριθμα, ξεχωρίζει όμως – στην παρούσα συγκυρία, του εν εξελίξει πολέμου στην Ουκρανία – το παρακάτω:
Τον Σεπτέμβρη του 1942, μόνοι τους 24 μαχητές υπερασπίστηκαν για 58 μέρες και ουδέποτε παρέδωσαν ένα τετραώροφο κτίριο στην πλατεία 9ης Ιανουαρίου, γνωστό ως «Σπίτι του λοχία Παβλόφ». Οι μαχητές αυτοί ήταν 7 εθνοτήτων: Ρώσοι, Ουκρανοί, Ουζμπέκοι, Τάταροι, Καζάχοι, Γεωργιανοί και Εβραίοι. Πολέμησαν μαζί γιατί τους ένωσε η σοβιετική πατρίδα3.
Ενα ακόμη ζήτημα είναι η στάση της Μεγάλης Βρετανίας και των ΗΠΑ κατά τη Μάχη του Στάλινγκραντ. Το διάστημα 15 – 24 Ιούλη 1942, αντιπροσωπεία της κυβέρνησης των ΗΠΑ συναντήθηκε με τον Βρετανό πρωθυπουργό Ου. Τσόρτσιλ στο Λονδίνο. Εκεί αποφασίστηκε το μη άνοιγμα δεύτερου μετώπου, αλλά μόνο να προχωρήσουν οι επιχειρήσεις στη Βόρεια Αφρική, και προφανώς επιδιώχθηκε η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη εξασθένηση της ΕΣΣΔ, παρά τη συμμαχία μαζί της εναντίον του Αξονα. Ο Τσόρτσιλ ταξίδευσε ο ίδιος στη Μόσχα και ξεκαθάρισε τα παραπάνω στον Στάλιν. Η στάση αυτή προκάλεσε τη διαμαρτυρία της εργατικής τάξης στη Βρετανία και στις ΗΠΑ. Στις 22 Ιούλη 1942, 60.000 άτομα συμμετείχαν σε συλλαλητήριο του Κογκρέσου των παραγωγικών συνδικαλιστικών οργανώσεων στη Νέα Υόρκη, με αίτημα την εκπλήρωση των συμμαχικών υποχρεώσεων και το άνοιγμα του δεύτερου μετώπου4.
Στην πραγματικότητα, η ΕΣΣΔ έδωσε τη Μάχη του Στάλινγκραντ αβοήθητη, για την ακρίβεια αβοήθητη από τα καπιταλιστικά κράτη της αντιφασιστικής συμμαχίας. Και, όπως αποδείχθηκε σε πλείστες περιπτώσεις, το ταξικό συμφέρον αυτών των κρατών και συνεπακόλουθα η αντίθεσή τους στον σοσιαλισμό παρέμεναν και στο πλαίσιο της αντιφασιστικής συμμαχίας. Αντίθετα, η προσήλωση της ΕΣΣΔ στην αντιφασιστική συμμαχία είχε τον αρνητικό ιδεολογικό της αντίκτυπο, κυρίως γενίκευσε τη θέση περί δυνατότητας συνεργασίας κομμουνιστικών δυνάμεων με τις θεωρούμενες «δημοκρατικές» ή «φιλειρηνικές» αστικές δυνάμεις.
«Η ώρα αλλάζει»
Η Μάχη του Στάλινγκραντ έκρινε τη σωτηρία μιας πόλης, το ποιος στρατός θα αποκτήσει την πρωτοβουλία στο Ανατολικό Μέτωπο και, δεδομένης της σημασίας του Ανατολικού Μετώπου, σε έναν βαθμό έκρινε και την έκβαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Οχι άδικα, ο Ερνεστ Χεμινγουέι θα γράψει: «Κάθε άνθρωπος που αγαπά την ελευθερία οφείλει στον Κόκκινο Στρατό πολλά περισσότερα από ό,τι θα μπορούσε ποτέ να ξεπληρώσει».
Αρκετά στοιχεία το αποδεικνύουν. Η Γερμανία και οι σύμμαχοί της, σε περίπτωση νίκης, θα αποκτούσαν τεράστιο πλεονέκτημα. Δύσκολα θα σταματούσε η πολεμική τους μηχανή αν περνούσε στα χέρια τους η οικονομική δύναμη των νότιων σοβιετικών περιοχών. Αντίθετα, στη διάρκεια της μάχης οι στρατοί του φασιστικού συνασπισμού έχασαν το 25% της στρατιωτικής τους δύναμης στο Ανατολικό Μέτωπο, στο οποίο άλλωστε βρίσκονταν οι περισσότερες στρατιωτικές δυνάμεις του φασιστικού συνασπισμού (συνολικά καταστράφηκαν 607 μεραρχίες του φασιστικού συνασπισμού στο Ανατολικό Μέτωπο). Ακόμα, δημιουργήθηκε πολιτική κρίση σε Ρουμανία και Ιταλία, υπό το βάρος της εξόντωσης των στρατιωτικών τους δυνάμεων.
Από την άλλη, η Μάχη του Στάλινγκραντ ευνόησε τον Κόκκινο Στρατό σε όλη την έκταση του μετώπου. Εδωσε ώθηση στα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα στις κατεχόμενες χώρες, μεταξύ τους και αυτό της Ελλάδας. Απέτρεψε την Τουρκία και την Ιαπωνία να κηρύξουν τον πόλεμο στην ΕΣΣΔ. Και ανέβασε το κύρος της ΕΣΣΔ, οδηγώντας πολλά κράτη στη σύναψη διπλωματικών σχέσεων μαζί της.
Τέλος, η Μάχη του Στάλινγκραντ έδωσε αίγλη στον σοσιαλισμό και μεγάλωσε την απήχησή του. Το τελευταίο αποδεικνύεται και σε αναφορές από το αντίπαλο ταξικό στρατόπεδο. Για παράδειγμα, ο Dewitt Wallace, ιδρυτής του εντύπου «Reader’s Digest», το οποίο λειτούργησε ως «δεξαμενή σκέψης» του αμερικανικού καπιταλισμού, κατά δήλωσή του ξεκίνησε έναν σχεδιασμό της ψυχροπολεμικής αντισοβιετικής προπαγάνδας όταν το διάστημα της Μάχης του Στάλινγκραντ είδε παιδιά στις ΗΠΑ να πλάθουν με τον νου τους σε παιχνίδι ρόλων τον μπολσεβίκο ως έναν τρίμετρο ανίκητο ήρωα5.
Η εποποιία του Στάλινγκραντ και οι δημιουργοί της
Πολλοί παράγοντες συντέλεσαν στην προετοιμασία, στον χαρακτήρα και στη νικηφόρα έκβαση της Μάχης του Στάλινγκραντ. Θεμέλιο όλων των παραγόντων ήταν οι σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής, η αντίστοιχη κρατική οργάνωση, οι αξίες του σοσιαλισμού και το ίδιο το Κομμουνιστικό Κόμμα των Μπολσεβίκων.
Πρώτα πρώτα η μεταφορά και η ανασύσταση στα ενδότερα της Σοβιετικής Ενωσης χιλιάδων εργοστασίων και επιχειρήσεων, η παραγωγή τεράστιας ποσότητας πολεμικού υλικού, η συνέχιση της παραγωγής πρώτων υλών και βιοποριστικών μέσων και το ξαναχτίσιμο κατεστραμμένων περιοχών στηρίχτηκαν στον οικονομικό σχεδιασμό της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, στις υπάρχουσες παραγωγικές μονάδες, στους προηγούμενους ρυθμούς παραγωγής και σε θεσμούς όπως η άμιλλα και το σταχανοβίτικο κίνημα.
Ταυτόχρονα, στις στρατιωτικές επιχειρήσεις, στα μετόπισθεν, στην πολεμική βιομηχανία υπήρξαν πρώτιστα η παλλαϊκή συμμετοχή, η τεράστια έκρηξη αυτενέργειας, η προσήλωση στον στόχο και η συνειδητή πειθαρχία του σοβιετικού λαού. Και αυτά δεν μπορούσαν να υπάρξουν ως αποτέλεσμα καταπίεσης, παρά μόνο ως συνειδητή επιλογή. Μια απόδειξη είναι η διαταγή αρ. 227, αναφορικά με την άμυνα του Στάλινγκραντ, η οποία εκδόθηκε από το Λαϊκό Επιτροπάτο για την Αμυνα στις 28 Ιούλη 1942 και συμπυκνώθηκε στη φράση «Ούτε βήμα πίσω». Η διαταγή αυτή ακολουθήθηκε από την κινητοποίηση των πάντων και τη διάθεση όλων των δυνάμεών τους στην άμυνα της πόλης.
Επιπλέον, μεταξύ των εκατομμυρίων νεκρών της ΕΣΣΔ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – και φυσικά και στο Στάλινγκραντ – υπήρξαν χιλιάδες μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος και της Νεολαίας του, της Κομσομόλ, που η συγκεκριμένη ιδιότητά τους σήμαινε, για όσους τηρούνταν οι προϋποθέσεις, οπωσδήποτε στράτευσή τους στο μέτωπο. Αλλωστε, και η καθοδήγηση και οργάνωση της άμυνας στο Στάλινγκραντ ανατέθηκε σε σημαντικά στελέχη του Κόμματος των Μπολσεβίκων, π.χ. στον Γραμματέα της ΚΕ του Πανενωσιακού Κομμουνιστικού Κόμματος (Μπολσεβίκοι) και μέλος της Κρατικής Επιτροπής Αμυνας, Γ. Μ. Μαλένκοφ, στον Ν. Χρουστσόφ, μέλος του Προεδρείου της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΚΚ (μπ), στον αντιπρόεδρο του Συμβουλίου των Επιτροπών του Λαού, Β. Α. Μαλίσεφ, στον στρατηγό Ζούκοφ, στον αντιστράτηγο Βασιλιέφσκι κ.ο.κ.6.
Το Στάλινγκραντ και η επαναστατική του ζωντάνια
Το Στάλινγκραντ υπήρξε όλα αυτά τα χρόνια – και ισχύει αυτό μέχρι σήμερα – σταθμός της Ιστορίας, αποτύπωμα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης, έμπρακτη εφαρμογή της κομμουνιστικής συνείδησης, κομμάτι της λαϊκής ψυχής, πηγή έμπνευσης. Ολο αυτό συνέβη χάρη και στα στρατιωτικά και ηθικά στοιχεία της μάχης, περισσότερο ωστόσο χάρη σε όσα εξέφρασε για την ταξική πάλη στον 20ό αιώνα και σήμερα.
Εξέφρασε αρχικά, με το μέγεθος και τη σφοδρότητά της, το βάθος και την έκταση της αντίθεσης του σοσιαλισμού με το γέννημα του καπιταλισμού, τον φασισμό. Εξέφρασε τη μοναδική δίκαιη πλευρά στον άδικο Β’ Παγκόσμιο ιμπεριαλιστικό Πόλεμο, τη σοσιαλιστική πατρίδα – αυτήν την πατρίδα υπερασπίζονταν στο Στάλινγκραντ – και τα ανά τον κόσμο εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα. Εξέφρασε τις εθνότητες και τους λαούς της ΕΣΣΔ (μαζί υπερασπίζονταν το Στάλινγκραντ), τον τερματισμό, στο πλαίσιο της ΕΣΣΔ, της εθνικής τους καταπίεσης από τη Ρωσική Αυτοκρατορία παλαιότερα, την καταπολέμηση των δικών τους εθνικισμών και αστικών «εθνικών τους συμφερόντων» και τα βήματα στην ειρηνική τους συμβίωση. Εξέφρασε το σοσιαλιστικό σύστημα, που αποτέλεσμά του ήταν η νικηφόρα έκβαση της μάχης, τη μέχρι τότε σοσιαλιστική οικοδόμηση, την εργατική τάξη της ΕΣΣΔ και το Κόμμα της. Εξέφρασε εν τέλει την αναγκαιότητα του σοσιαλισμού, την αναγκαιότητα της ήττας του φασισμού, την ταξική αντιπαλότητα με όλα τα καπιταλιστικά κράτη, τον στόχο κατάργησης του ιμπεριαλιστικού συστήματος και του συνυφασμένου με αυτό το σύστημα πολέμου.
Οσα εξέφρασε η Μάχη του Στάλινγκραντ και η Αντιφασιστική Νίκη των Λαών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όξυναν την ταξική πάλη σε παγκόσμιο επίπεδο και μετά το τέλος του πολέμου. Η ταξική πάλη εξελίχθηκε αντιφατικά. Μια σειρά χώρες αποδεσμεύτηκαν από τον ιμπεριαλισμό και ξεκίνησαν την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Σε άλλες περιπτώσεις η ταξική πάλη εγκλωβίστηκε στα αντιφασιστικά κυβερνητικά σχήματα, και σύντομα σημειώθηκε νέα επίθεση κατά των εργατικών δυνάμεων και ανατροπή του συσχετισμού που είχαν κατακτήσει οι εργαζόμενοι, παλεύοντας για τη ζωή και το δίκιο τους. Το γεγονός αποδεικνύει ότι η διεθνής καπιταλιστική τάξη, ως πιο έμπειρη, διέκρινε τον ταξικό της αντίπαλο ακόμα και σε μια συμμαχία. Δεν είναι τυχαίο ότι από το 1943 ξεκίνησαν οι διαβουλεύσεις των καπιταλιστικών κρατών για τη διαμόρφωση διακρατικών επιτελικών σχεδίων πολλαπλής παρέμβασης στην ΕΣΣΔ, καθώς και για την αναδιάταξη των μεταπολεμικών συμμαχιών τους.
Ο διεθνής ιμπεριαλισμός ποτέ δεν ανέχτηκε τη θέση την οποία κατέκτησε η ΕΣΣΔ από τον πρωταγωνιστικό της ρόλο στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Βαθύτερα, ποτέ δεν σταμάτησε η προάσπιση του βάρβαρου καπιταλιστικού συστήματος.
Η αστική τάξη και οι πολιτικοί εκφραστές της θέλουν να ξεχαστεί, ακόμα περισσότερο να μη μαθευτεί από τους νέους ανθρώπους η τεράστια συμβολή της ΕΣΣΔ στην Αντιφασιστική Νίκη, όπως και η εχθρότητα, από την άλλη, όλων των καπιταλιστικών δυνάμεων εναντίον της. Συστηματικά ξαναγράφουν την Ιστορία, συκοφαντούν τη Μάχη του Στάλινγκραντ, την Οκτωβριανή Επανάσταση και την ΕΣΣΔ, εξισώνουν τον σοσιαλισμό με τον φασισμό και τον ναζισμό.
Και σήμερα όλα τα ιμπεριαλιστικά κράτη και οι συνασπισμοί τους, το ΝΑΤΟ, η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Ουκρανία, η Ρωσία και τα καπιταλιστικά κράτη στις πρώην σοσιαλιστικές χώρες αποκαθιστούν συνεργάτες των ναζί, απαγορεύουν Κομμουνιστικά Κόμματα, γκρεμίζουν αντιφασιστικά μνημεία, κατασκευάζουν «τείχος πένθους για τα θύματα του σταλινισμού» στη Ρωσία και επιχορηγούν πολυάριθμες αντικομμουνιστικές εκδόσεις. Η ΕΕ πρωτοστατεί σε όλα αυτά, καθιερώνοντας την 9η Μάη ως «μέρα της Ευρώπης» αντί για Μέρα της Νίκης των Λαών, και την 23η Αυγούστου ως «μέρα κατά των ολοκληρωτισμών του φασισμού και του κομμουνισμού».
Παράλληλα, επιδιώκεται από την αστική τάξη η ιδεολογική και πολιτική ενσωμάτωση του εργατικού κινήματος και της πολιτικής του πρωτοπορίας σε δήθεν αντιφασιστικά – προοδευτικά μέτωπα και κυβερνήσεις. Χρησιμοποιούνται ακόμα και διάφοροι «σοσιαλίζοντες» και «μαρξίζοντες» για να μην προκύψουν πολιτικά συμπεράσματα από την πρώτη οικοδόμηση του σοσιαλισμού, για να μην ανασυγκροτηθεί το επαναστατικό εργατικό κίνημα με βάση τις δυνατότητες της εποχής.
Το Στάλινγκραντ «συνομιλεί» με την επικαιρότητα: Τον πόλεμο στην Ουκρανία, τους ανταγωνισμούς στην Ανατολική Μεσόγειο, όπως μεταξύ τουρκικής και ελληνικής αστικής τάξης στο Αιγαίο, την αμφισβήτηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, τα σχέδια συνεκμετάλλευσης. Οσο απορρίπτονται εξίσου οι θύτες των πολέμων, δηλαδή όλα τα καπιταλιστικά κράτη και οι συνασπισμοί τους, όσο στηρίζονται τα θύματα των πολέμων, τόσο κερδίζει έδαφος η πάλη για την κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, την ανατροπή αυτού του σάπιου και ανθρωποφάγου συστήματος, του καπιταλισμού. Συνάμα ανοίγει και ο δρόμος για το χτίσιμο ενός κόσμου ειρηνικού, ελεύθερου, ανθρώπινου, όπου ο εργαζόμενος άνθρωπος θα είναι ο κύριος του μόχθου του, του τόπου και της ζωής του.
Παραπομπές:
1. «Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος 1939 – 1945», τόμος Α’, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 409 – 410.
2. Υπουργείον Αμύνης ΕΣΣΔ, «Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος 1939 – 1945, τόμος Β’», εκδόσεις «Κυψέλη», σελ. 40.
3. «Παγκόσμια Ιστορία», Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, τόμος Χ (Ι1-Ι2), σελ. 264.
4. Ου. Τσόρτσιλ, «2ος Παγκόσμιος Πόλεμος», τόμος Δ’, εκδόσεις «Ελληνική Μορφωτική Εστία», σελ. 320 – 321.
5. Joanne P. Sharp, «Condensing the cold war: Reader’s Digest and American identity», 2000.
6. «Παγκόσμια Ιστορία», Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, τόμος Χ (Ι1-Ι2), σελ. 261-262.
Του
Βασίλη ΜΟΣΧΟΥ*
*Ο Β. Μόσχος είναι μέλος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ