ΕΞΟΡΙΣΤΟΙ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ & ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΙ ΤΟΥ «ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ»
Κάθε χωριό της Ικαρίας τυπώνει παράνομη χειρόγραφη εφημερίδα
«Η εξορία είναι ένα κομμάτι του αγώνα μας. Ενα μέρος απ’ το γιγάντιο μέτωπο του ελληνικού λαού»
ΜΕΡΟΣ ΕΚΤΟ
Ο τότε εικοσάχρονος, υπό εκκόλαψη δημοσιογράφος Δημήτρης Σέρβος (1927 – 2012), εξόριστος στην Ικαρία, αποτυπώνει στο λεύκωμα «Παράνομες χειρόγραφες εφημερίδες απ’ τις φυλακές και τις εξορίες» την εκδοτική περιπέτεια των εκτοπισμένων συντρόφων του |
Στη φωτογραφία που δημοσιεύουμε μπαρουτοκαπνισμένοι σύντροφοι διαβάζουν σε μία αετοράχη της Ικαρίας την εφημερίδα του λαού, τον «Ριζοσπάστη».
Ο λογότυπος είναι ευδιάκριτος, γίνεται ο καθρέφτης, μέσα στον οποίο τα χαμογελαστά πρόσωπα των εξόριστων αγωνιστών αποκτούν ταξική συνείδηση. Αυτοί οι ανέστιοι αποτελούν την καύσιμη ύλη για την έκδοση των παράνομων χειρόγραφων εφημερίδων, σχεδόν σε κάθε χωριό του τόπου μαρτυρίου.
Το ανεμοδαρμένο νησί, αυτός ο αγριότοπος που μαθαίνει λόγω του ανώμαλου εδάφους του στους κατοίκους του να επιβιώνουν, κατά τη διετία 1947 – 1948, αριθμεί περί τις 15.000 εκτοπισμένων από το μετεμφυλιακό κράτος. Ανάμεσά τους, δημοσιογράφοι και διοικητικοί υπάλληλοι του «Ριζοσπάστη».
Σύλληψη 15.000 αγωνιστών και αγωνιστριών ανά την Ελλάδα
Η είδηση της σύλληψής τους περνάει στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας, όπου εργάζονταν, με τον τίτλο «ΑΛΛΕΣ 2.500 ΑΘΗΝΑΙΟΙ ΚΑΙ ΠΕΙΡΑΙΩΤΕΣ ΣΥΝΕΛΗΦΘΗΣΑΝ ΧΘΕΣ» («Ριζοσπάστης», Τρίτη 15 Ιούλη 1947). Κατά μέτωπο επίθεση ο υπότιτλος: «Και όλη την Αθήνα αν πιάσετε, δεν θα καθυστερήσετε τη νίκη του ελληνικού λαού ούτε κατά μια ώρα». Ο πλαγιότιτλος αποκαλυπτικός: «ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ 5 ΗΜΕΡΩΝ: ΑΘΗΝΑ – ΠΕΙΡΑΙΑΣ 7.000, ΕΠΑΡΧΙΑΚΕΣ ΠΟΛΕΙΣ 8.000, ΣΥΝΟΛΟ 15.000».
Το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» (Τρίτη, 15 Ιούλη 1947), όπου δημοσιεύεται το ρεπορτάζ (κάτω δεξιά) για τις συλλήψεις δημοσιογράφων και διοικητικών του |
Οι πρώτες αράδες του αλγεινού ρεπορτάζ: «Οι συλλήψεις που άρχισαν τις πρώτες πρωινές ώρες της 9ης Ιουλίου συνεχίσθηκαν χθες και προχθές. Τα ξημερώματα μάλιστα χθες πήραν τον ομαδικό και γκανγκστερικό χαρακτήρα της πρώτης μέρας.
(…) Τις χθεσινές συλλήψεις ενήργησαν δυνάμεις της Γ. Ασφαλείας και των παρατημάτων της καθώς και δυνάμεις της χωροφυλακής (…) Πυκνές περίπολοι της ΕΣΑ περιέτρεχαν τους δρόμους, συνελάμβαναν τους στρατιώτες που κυκλοφορούσαν και τους οδηγούσαν στις μονάδες τους».
Επιδρομές σε «Ριζοσπάστη» και «Ελεύθερη Ελλάδα»
Κάτω από τον μεσότιτλο «ΣΤΟ “ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗ”», διαβάζουμε για τις συλλήψεις συντακτών και υπαλλήλων της εφημερίδας:
«Οι αστυνομικές επιδρομές εναντίον του “Ριζοσπάστη” και της “Ελεύθερης Ελλάδας” και οι καθημερινές συλλήψεις των συντακτών τους συνεχίσθηκαν χθες και προχθές πιο εντατικά.
Ετσι αστυνομική δύναμη μπλοκάρισε την Κυριακή το πρωί το πιεστήριο όπου τυπώνεται η εφημερίδα μας και παρακολούθησε φύλλο προς φύλλο την εκτύπωση. Το ίδιο μπλόκο έγινε και χθες το μεσημέρι κατά την εκτύπωση της “Ελεύθερης Ελλάδας”».
Δεκαπέντε οι σιδηροδέσμιοι, συντάκτες και υπάλληλοι
Επίσης χθες το πρωί η Γενική Ασφάλεια συνέλαβε τους συντάκτες μας, σ. Δημ. Δεβετζή, παλιό δημοσιογράφο και μέλος της Ενώσεως Συντακτών (αργότερα αφέθηκε ελεύθερος), σ. Μάν. Βατάλα και τον υπάλληλο του Λογιστηρίου μας σ. Φρίξο Θεοδόση. Συνολικά ο αριθμός των συλληφθέντων συντακτών μας και υπαλλήλων ανέρχεται από τις 9 Ιουλίου σε 15».
Τον πλήρη κατάλογο των εξορισμένων του «Ριζοσπάστη» συνέταξε ο δημοσιογράφος Δημήτρης Σέρβος (1927 – 2012), στο λεύκωμα «Παράνομες χειρόγραφες εφημερίδες απ’ τις φυλακές και τις εξορίες. Αφιερώνεται στα 85χρονα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας» («Σύγχρονη Εποχή», 2003). Ας θυμηθούμε τους μαχητές του κομμουνιστικού Τύπου:
Το πρωτοσέλιδο του «Ριζοσπάστη» (Τρίτη, 15 Ιούλη 1947), όπου δημοσιεύεται το ρεπορτάζ (κάτω δεξιά) για τις συλλήψεις δημοσιογράφων και διοικητικών του |
Αρχισυντάκτες και συντάκτες: Χρήστος Καβαφάκης (αρχ. «Ριζοσπάστη»), Σόλωνας Γρηγοριάδης (αρχ. «Ρίζου Δευτέρας»), Χρ. Αραχωβίτης, Μαν. Βατάλας, Σπύρ. Μαρκαντώνης, Τάκης Μιχαηλίδης (αθλητικός), Νικ. Ραμαντάνης, Δημ. Ρίτσος, Τάκης Φίτσιος, Αγαμέμνων Φαράκος.
Διοικητικοί: Στάθης Γεωργόπουλος, Ιωάννης Ζλατάνος, Θόδωρος Θεόκλητος, Σωκράτης Καλλέργης, Μανώλης Μαντόπουλος, Κατίνα Μανωλεσάκη, Τάκης Πήττας, Γιάννης Τσαλίκης.
«Υπήρχε η ζωντάνια, το κύριο άρθρο, η ανταπόκριση»
«Εμένα μου ανατέθηκε άλλη δουλειά», θυμόταν ο επί δεκαεπτά μήνες εξόριστος στην Καμάντρα Δημήτρης Σέρβος, σε συνέντευξή του στην Κυριακή Α. Καμαρινού, διδάκτορα του Παντείου Πανεπιστημίου και συγγραφέα της μελέτης «Τα ”πέτρινα” πανεπιστήμια”. Ο αγώνας για τη μόρφωση στις φυλακές και τις εξορίες, 1924 – 1974» («Σύγχρονη Εποχή», 3η έκδοση, 2022).
Συνεχίζει, ξεδιπλώνοντας το νήμα της μνήμης του για τις συνθήκες έκδοσης των παράνομων χειρόγραφων εφημερίδων στον «Κόκκινο Βράχο»:
«Επειδή είχα εργαστεί δύο χρόνια ως δόκιμος συντάκτης της εφημερίδας ”Η φωνή του Πειραιά”, έπρεπε να συνεργαστώ και για την έκδοση της χειρόγραφης εφημερίδας της εξορίας ”Σπάρτακος”. (…) Βγάλαμε αρκετά φύλλα, αν και αυτό ήταν δύσκολο, διότι μόλις οι δεσμοφύλακες ”μυρίζονταν” κάτι ύποπτο, μας μετέθεταν σε άλλο μέρος. Εκεί γράφονταν θέματα για τη ζωή των εξόριστων, υπογραμμίζονταν οι δυσκολίες της συμβίωσης και ιδιαιτερότητες των συνθηκών διαβίωσης (…)
Στις εφημερίδες εκείνες υπήρχε η ζωντάνια, το κύριο άρθρο, η ανταπόκριση. Ειδικά η τελευταία ήταν μια πολύ δύσκολη υπόθεση, αν λάβει υπόψη κανείς την ανυπαρξία των μέσων για κάτι που γινόταν, για παράδειγμα, στην Αθήνα ή τη Θεσσαλονίκη…».
Εξόριστοι με το άσβεστο χαμόγελο στα χείλη διαβάζουν την εφημερίδα του λαού, τον «Ριζοσπάστη», γιατί απ’ αυτόν παίρνουν δύναμη για ν’ αντέξουν |
Από τον ίδιο αυτόπτη μάρτυρα μαθαίνουμε ότι συνεισφορά στην άρτια καλλιτεχνική εμφάνιση των εντύπων είχαν ο ζωγράφος Χρήστος Δαγκλής και ο ΕΠΟΝίτης Σπύρος Σταματάτος (αργότερα σπουδάζει πολιτικός μηχανικός στο ΕΜΠ). «Κάθε εφημερίδα», σχολιάζει, «αντιστοιχούσε και σε ένα χωριό που έμεναν πολιτικοί εξόριστοι και ήταν μέσα στα πλαίσια της οργανωμένης πολιτιστικής και μορφωτικής δραστηριότητας των εξόριστων, ενώ η ευθύνη ανήκε στο Γραφείο της κάθε τοπικής Ομάδας Συμβίωσης Πολιτικών Εξόριστων».
Ανέκδοτο ποίημα του Λένιν σε μετάφραση Κώστα Βάρναλη
Ομως, ας δούμε ορισμένες από τις παράνομες εφημερίδες που διασώθηκαν:
– «Πυρσός Λευτεριάς»: «Οργανο της ΟΣΠΕ Ραχών». Στο φύλλο 2 της πρώτης χρονιάς (10 Μάη 1947), η πρώτη σελίδα έχει τίτλο «Πρωτομαγιά Σύμβολο Πάλης» και υπέρτιτλο «Σκλάβοι της δουλειάς σηκώστε το κεφάλι σας ψηλά».
– «Σπίθα»: «Οργανο των Πολιτικών Εξόριστων του Αη – Δημήτρη». Στο φύλλο αρ. 2 (1 Μάρτη, χ.χ.) απόσπασμα από το κύριο άρθρο «Τα μέτρα»: «(…) Τα χτυπήματά τους ας γίνουν σφυριές στ’ ατσάλι των δεσμών που μας ενώνουν (…) Οταν θάρθει η μέρα του απολογισμού της ηθικής αυτής μάχης που δίνουμε, δικά τους θάναι η μουντζούρα κι η βρισιά, δικό μας έπαθλο η νίκη της ανθρώπινης αξιοπρέπειας».
Τρεις από τις εφημερίδες που διασώθηκαν, τις οποίες έγραφε και τύπωνε η Ομάδα Συμβίωσης Πολιτικών Εξόριστων: «Αλύγιστος», «Βράχος», «Σπίθα» |
– «Αλύγιστος»: «Οργανο πολιτικών εξόριστων Μαντριών Ραχών Ικαρίας». Στο φύλλο αρ. 6 (7 Νοέμβρη 1947), πανηγυρικό αφιέρωμα για τα τριαντάχρονα της Οκτωβριανής Επανάστασης. Αριστερά της σελίδας σκίτσο του Λένιν και ανέκδοτο ποίημά του, σε μετάφραση Κώστα Βάρναλη:
«Φίσκα τα κάτεργα / Οι εξόριστοι βασανίζονται χωρίς τελειωμό / Οι ντουφεκιές ξεσχίζουνε τη νύχτα / οι αγιούπες χορτάσανε / Ο πόνος και το πένθος / απλώνεται στη μητρική τη χώρα. / Ούτε μια φαμίλια απόνετη / Θα γκρεμίσουμε τις φυλακές. / Η δίκαιη οργή βροντάει. / Η παντιέρα της λευτεριάς / οδηγεί τους αγωνιστάδες. / Βασανιστήρια, Οχράνα / κνούτο, κρεμάλα, κάτου! / Ξαμολήσου μάχη των λεύτερων ανθρώπων! / Θάνατος στους τυράννους! / Ας τσακίσουμε τη σκλαβιά / τη ντροπή της σκλαβιάς!..».
– «Βράχος»: «Οργανο των Πολιτικών Εξόριστων Μαράθου (Β. Ικαρίας)», Στο φύλλο αρ. 2 (1 Μάρτη 1948), κύριο άρθρο αντοχής «Μόνον έτσι»: «Η εξορία είναι ένα κομμάτι του αγώνα μας. Ενα μέρος απ’ το γιγάντιο μέτωπο του ελληνικού λαού».
ΥΓ: Ποιο φίδι γύρω από το σώμα περιστρέφεται / Γύρω από το δικό μου σώμα τυλίγεται / Ξετυλίγεται με πνίγει αγκαλιαζόμαστε / Χλαίνες ξεσχισμένες κι ακόμη αργεί / Ο χειμώνας κι όμως όλοι με την / Κοιλιά σερνόμαστε με άκρα κομμένα / Στο φώσφορο τυφλωνόμαστε απάτριδες
Τρεις από τις εφημερίδες που διασώθηκαν, τις οποίες έγραφε και τύπωνε η Ομάδα Συμβίωσης Πολιτικών Εξόριστων: «Αλύγιστος», «Βράχος», «Σπίθα» |
(Συνεχίζεται)
Τρεις από τις εφημερίδες που διασώθηκαν, τις οποίες έγραφε και τύπωνε η Ομάδα Συμβίωσης Πολιτικών Εξόριστων: «Αλύγιστος», «Βράχος», «Σπίθα» |
Του
Βασίλη ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Δημοσιογράφος, συγγραφέας, κριτικός βιβλίου
Πηγή : Ριζοσπάστης 25 – 11 – 2023
ΙΚΑΡΙΑ
Αναζητώντας τις ρίζες του λαϊκού κινήματος στον «Κόκκινο βράχο»
Μια μικρή αναδρομή σε ηρωικές μορφές της ταξικής πάλης στο νησί
Ο Αντώνης Καλαμπόγιας σε μια στιγμή θέλησης και πίστης στο Κόμμα, ζωγραφισμένης στα χαρακτηριστικά του προσώπου του, ενώ έχει πάρει τον λόγο κατά τη διάρκεια του έκτακτου 14ου Συνεδρίου, 18 – 21/12/1991 (Αρχείο «Ριζοσπάστη») |
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ
Κομμουνιστή δήμαρχο, τον μαχητή Φανούρη Καρούτσο, θα έχει στο τιμόνι της, για τα επόμενα 5 χρόνια, ο δήμος Ικαρίας. Με αυτήν την αφορμή, αναζητήσαμε τις ρίζες των αγώνων του λαϊκού κινήματος, που χάρισαν στο ανεμοδαρμένο νησί του Βόρειου Αιγαίου την προσωνυμία «Κόκκινος Βράχος».
Ενας από τους πρωτεργάτες, ο μαχητής του ΔΣΕ Αντώνης Καλαμπόγιας, ο οποίος παραμένει κρυμμένος μέσα στις σπηλιές, στεριανές και θαλασσινές, αυτού του ασυμβίβαστου αγριότοπου μέχρι το Σάββατο της 16ης Ιούλη 1955. Οπότε δραπετεύει με άλλους εφτά συντρόφους του και, με τα πανιά ούρια, βρίσκει λιμάνι φιλόξενο στην Αυλώνα της Αλβανίας.
Από κει, ο πιστός κομμουνιστής, με σοβιετικό πλοίο, περνάει τα σύνορα της Λαϊκής Δημοκρατίας της Ρουμανίας και κάνει το όνειρό του γεγονός: Θα ζήσει από μέσα τον εμπεδωμένο σοσιαλισμό.
Η μεγαλειώδης τελευταία πράξη αντίστασης
Αυτή είναι η μεγαλειώδης τελευταία πράξη αντίστασης, αυτού του τότε 28χρονου υπερήφανου και ανυποχώρητου λαϊκού αγωνιστή, μετά από έξι χρόνια μαχών, σώμα με σώμα, με τον αστικό στρατό.
Στο ίδιο καΐκι ελευθερίας, που, με προβλεπόμενους κι απρόβλεπτους κινδύνους, σχίζει τα καλοκαιρινά νερά του Αιγαίου, είναι άλλοι εφτά μπαρουτοκαπνισμένοι αντάρτες – συνεπιβάτες – όπως αποτυπώνονται στον δεύτερο τόμο του Δοκιμίου Ιστορίας του ΚΚΕ, 1949 – 1968 (σελ. 199): Οι Χαράλαμπος Γκότζιος, Κώστας Λίτσας, Φίλιππος Μαυρίκης, Μήτσος Μπάφας, Στεφανής Παπαγεωργάκης, Στρατής Τσαμπής και Γιάννης Τσερεμέγκας. Καπετάνιος, ο μπαρμπα – Κώστας, που έχει περάσει την «αναμόρφωση» από τη Μακρόνησο και τον Αϊ – Στράτη.
Στην υπόθεση του λαού και του Κόμματός του
Η μαρτυρία του Αντώνη Καλαμπόγια, όπως την καταγράφει στο χρονικό «Ικαρία. Ο “Κόκκινος Βράχος”» (δεύτερη έκδοση, εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2019):
Το εξώφυλλο της έκδοσης της «Σύγχρονης Εποχής» |
«Ο ”Κόκκινος Βράχος” λουζόταν στο δυνατό καλοκαιριάτικο φως. Και εκείνοι τον ρουφούσανε με τα μάτια. Και τα βουνά και τις ακρογιαλιές του τις θαλασσοδαρμένες και γύρω του τον ανοιχτό του απέραντο ορίζοντα.
Ηταν η γη που τους είχε αγκαλιάσει τους πιο πολλούς, που τους είχε όλους αγκαλιάσει στις σκληρές και άγριες μέρες του κατατρεγμού, τους προστάτεψε και τους φύλαξε. Φρουροί τους και καλοί τους άγγελοι στάθηκαν και τ’ άψυχά του και οι άνθρωποί του. Κι οι βράχοι και τα απάτητα μονοπάτια του κι οι θαλασσοσπηλιές και τ’ ανεμοδαρμένα του δέντρα και τα σπίτια του αυτά, τα ειρηνικά, τα γραφικά και τα κάτασπρα. Και, πάνω απ’ όλα, οι άνθρωποί του. Ξωμάχοι της φτενής του γης και ξωμάχοι της θάλασσας, μεροκαματιάρηδες του λιμανιού και της φτωχικής αγοράς, όλοι αυτοί που τους αγκάλιασαν με τη φροντίδα και τη στοργή της καρδιάς τους. Αυτής της καρδιάς που την θέρμαινε η φλόγα της πίστης στην υπόθεση που και κείνοι υπηρετούσαν. Στην υπόθεση του λαού και του Κόμματός του. Του Κόμματος που, μ’ όλες τις αντιξοότητες και τους κατατρεγμούς, (…), δεν έπαψε ούτε στιγμή να παλεύει για το λυτρωμό και το ξανάσαμα».
Γιάννης Σαλάς, ο σεμνότατος πολιτικός επίτροπος
Ομως, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι Αντώνης Καλαμπόγιας δεν βγαίνει χωρίς καθοδήγηση στου Διγενή τ’ αλώνια και τα κάστρα. Τον δρόμο του φωτίζει ο χωρίς έλεος δολοφονημένος συντοπίτης του, από το Φραντάτο της Ικαρίας, Γιάννης Σαλάς (1908 – 1949), ο πολιτικός επίτροπος του ΚΚΕ στη Σάμο, με τον βαθμό του αντισυνταγματάρχη του ΔΣΕ.
Ιδού πώς τον ψυχογραφεί ο νεότερός του καθοδηγούμενος, με τον οποίο έχουν δεκαεννέα χρόνια διαφορά:
«Ηταν απλός και σεμνότατος. Με το χαρακτήρα και την παλικαριά του, είχε κατακτήσει τις καρδιές των ανταρτών. Ιδιος στο χαρακτήρα ήταν και ο στρατιωτικός διοικητής (σ.σ. συνταγματάρχης) του αντάρτικου Γιάννης Μαλαγάρης (σ.σ. 1908 – 1949). Με τα καλύτερα λόγια μιλούσαν οι αντάρτες για τους δύο καθοδηγητές».
Τον έσερναν ζωντανό πίσω από ένα τανκ
Ο παράνομος Αντώνης (τρίτος από δεξιά) στην κομματική Σχολή στην ΕΣΣΔ, μαζί με τους Στεφανή Παπαγεωργάκη και Στρατή Τσαμπή (Αρχείο «Ριζοσπάστη») |
Οι τελευταίες μέρες αυτής της αδάμαστης προσωπικότητας – αν και έπασχε από φυματίωση -, τον Οκτώβρη του 1949, όπως και του γιατρού του, του φοιτητή Ιατρικής 22χρονου Σαράντου Καρούτσου (1927 – 1949), με υψηλό αίσθημα κομματικής ευθύνης, περιγράφονται και πάλι στο βιβλίο του ανυποχώρητου αείμνηστου συντρόφου Αντώνη, του παράνομου:
«Το τέλος είχε έρθει και για το αντάρτικο της Σάμου. Οι φήμες και οι θρύλοι έδιναν και έπαιρναν για τον ηρωικό πόλεμο των ανταρτών και για το τραγικό τέλος τους (…) Ο Σαλάς βρισκόταν πάλι σε αδιάκοπες κρίσεις της αρρώστιας του (…) Μαζί με το φοιτητή (σ.σ. Σαράντο) Καρούτσο, τους έπιασαν ενώ κοιμούνταν.
(…) Στο δρόμο ο φοιτητής ζήτησε σε μια βρύση να πιει νερό και, καθώς έπινε, τον σκότωσαν με μια σφαίρα στον τράχηλο.
Στον Πολιτικό Επίτροπο (…) επιφύλαξαν θάνατο πιο τραγικό.
Τον έδεσαν ζωντανό πίσω από ένα τανκ και τον έσερναν έτσι, ώσπου τον κατέβασαν νεκρό και κομματιασμένο στο Βαθύ, όπου τον έκθεσαν σε κοινή θέα για να τρομοκρατήσουν ακόμη περισσότερο το λαό…
Η καταστροφή του αντάρτικου της Σάμου ολοκληρώθηκε με την άνανδρη και τη στυγερή δολοφονία του Πολιτικού Επιτρόπου του. Μα και η Ικαριά στο πρόσωπό του έχανε ακόμα ένα από τα καλύτερα παιδιά της».
Ο βίαια δολοφονημένος και δημόσια διασυρμένος συνταγματάρχης και Πολιτικός Επίτροπος του ΚΚΕ στη Σάμο, Γιάννης Σαλάς, από το Φραντάτο της Ικαρίας, φωτεινό παράδειγμα για τους κομμουνιστές που τον έζησαν από κοντά και έμαθαν απ’ αυτόν να αγωνίζονται και να υπομένουν (Αρχείο «Ριζοσπάστη») |
ΥΓ: Το κόκκινο γαρύφαλλο της «Λαϊκής Συσπείρωσης» έβαψε στο γεμάτο ενέργεια χρώμα του και σκόρπισε το αιθέριο άρωμά του σε έξι δήμους: Πάτρα, Καισαριανή, Πετρούπολη, Χαϊδάρι, Ικαρία, Τύρναβος αχολογούν ακόμη από τις φωνές ενθουσιασμού του λαού γι’ αυτήν τη δίκαιη νίκη, στο πλευρό αγωνιστών δημάρχων. Ομως, όλες κι όλοι γνωρίζουν ότι αυτό είναι μόνο η αρχή. Η επόμενη πενταετία δεν θα είναι περίοδος εφησυχασμού, θα είναι καμίνι καυτό, υψικάμινος σε ψηλές θερμοκρασίες, εργοστάσιο, που θα ξερνάει φωτιές στον νυχτερινό ουρανό.
Ο Ικαριώτης 22χρονος φοιτητής Ιατρικής Σαράντος Καρούτσος, που με κίνδυνο της ζωής του γιατροπόρευσε τον φυματικό καθοδηγητή του και τον σκότωσαν άνανδρα με μια σφαίρα στον τράχηλο (Αρχείο «Ριζοσπάστη») |
Του
Βασίλη ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Δημοσιογράφος, συγγραφέας, κριτικός βιβλίου
Πηγή Ριζοσπάστης 21 – 10 – 2023
«ΚΟΚΚΙΝΗ» ΙΚΑΡΙΑ
Ο εξόριστος συγγραφέας Δημήτρης Χατζής
Εκατόν δέκα χρόνια από τη γέννησή του (13 Νοέμβρη 1913 – 20 Ιούλη 1981)
Ο 34χρονος Δημήτρης Χατζής, σε φωτογραφία, που συνοδεύει τη «μαύρη» ανταπόκρισή του από τον Εύδηλο Ικαρίας, στην εφημερίδα του ΕΑΜ, «Ελεύθερη Ελλάδα» |
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ
Αναζητώντας τις ρίζες του λαϊκού κινήματος στον «Κόκκινο Βράχο», θα σταθούμε και στην πρωτοπόρα διανόηση, η οποία έζησε στο πετσί της την εξορία.
Ανάμεσα στους εξόριστους ο συγγραφέας Δημήτρης (Τάκης) Χατζής, ο οποίος το καλοκαίρι του 1947 «πετιέται» στο φιλόξενο νησί εκτοπισμού, αφού, όπως αποδείχτηκε, οι κάτοικοι της Ικαρίας είχαν μπει από νωρίς στο νόημα της ταξικής πάλης, γι’ αυτό αντιμετώπισαν τους διωκόμενους με όρους αλληλεγγύης.
Σιδηροδέσμιος ανάμεσα στους 3.000 συλληφθέντες
Ιούλης καυτός είναι, όταν ο συντάχτης της «Ελεύθερης Ελλάδας», της απογευματινής εφημερίδας του Πολιτικού Συνασπισμού των κομμάτων του ΕΑΜ, βρίσκεται σιδηροδέσμιος ανάμεσα στους 3.000 συλληφθέντες, κατόπιν εντολής του υπουργού Δημόσιας Τάξης, Ν. Ζέρβα.
Ο 34χρονος, κι ακόμη αδιαμόρφωτος δημιουργός, μέλος του ΚΚΕ, από το 1932, έχει την κομμουνιστική ταυτότητα στην καρδιά του, καθώς έχει δοκιμαστεί γι’ αυτήν την επιλογή του, στη Φολέγανδρο των αποσυνάγωγων επί δικτατορίας Μεταξά.
Δεν λυγάει, επιμένει σαν έτοιμος από καιρό. Ετσι, η Κατοχή από τους Γερμανούς και Ιταλούς ναζιστές και φασίστες θ’ αποτελέσει ένα νέο πεδίο πάλης και αγώνα για τον δοκιμασμένο στις κακουχίες αγωνιστή.
Διορθωτής στο παράνομο υπόγειο τυπογραφείο του ΕΑΜ
Κρατάει στα χέρια του το όπλο της αντίστασης και το κοντύλι της διαφώτισης υπέρ της λαϊκής κυριαρχίας. Η Καλλιθέα και το παράνομο υπόγειο τυπογραφείο του ΕΑΜ θα γίνει το σπίτι της μαχόμενης δημοσιογραφίας, όπου τυπώνονται όλα τα έντυπα του απελευθερωτικού και λαϊκού Τύπου.
Σε ρόλο διορθωτή κειμένων θα σκύψει επί ατελείωτες ώρες πάνω από τα τυπογραφικά δοκίμια, έτοιμα να τα πολλαπλασιάσει η χειροκίνητη τυπογραφική μηχανή «Βικτώρια».
Ο υπέρτιτλος, ο τίτλος και ο πλαγιότιτλος του κειμένου, που αναφέρεται στις ναυτικές φυλακές της Ψυττάλειας, όπου συγκεντρώνονται οι πολιτικοί κρατούμενοι, προτού επιβιβαστούν σε πλοιάριο προς το νησί της εξορίας |
Από τα μάτια και τα χέρια του θα περάσουν, πριν πέσει το μελάνι της εκτύπωσης, οι εφημερίδες «Ριζοσπάστης», «Ελεύθερη Ελλάδα», «Απελευθερωτής».
Στις ναυτικές φυλακές της Ψυττάλειας
Ετσι, το 1947 κι ενώ έχει επιστρατευτεί στα Γιάννενα, η δαγκάνα του χωροφύλακα τον αρπάζει και τον ρίχνει στις ναυτικές φυλακές της Ψυττάλειας, που λειτουργούν ως κέντρο μεταγωγής κρατουμένων, με το μέτρο της διοικητικής εκτόπισης, με προορισμό την Ικαρία.
Στις 16 Ιούλη 1947, η ΕΑΜίτικη «Ελεύθερη Ελλάδα» δημοσιεύει τη «μαύρη» ανταπόκριση του Δημήτρη Χατζή, από τον Εύδηλο Ικαρίας, με τα ακόλουθα στοιχεία:
«ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑΡΙΟ ΤΗΣ ΕΞΟΡΙΑΣ (υπέρτιτλος) / Ο ΚΥΡΙΑΡΧΟΣ ΤΗΣ ΨΥΤΤΑΛΕΙΑΣ (τίτλος). Η πρώτη ανταπόκριση από την Ικαρία του συλληφθέντος συντάκτη μας Δ. ΧΑΤΖΗ (πλαγιότιτλος) / ΕΥΔΗΛΟΣ ΙΚΑΡΙΑΣ / ταχυδρομικώς».
Από τις πρώτες αράδες ο Δημήτρης Χατζής ξεκαθαρίζει ότι ο «Κυρίαρχος της Ψυττάλειας» δεν είναι ο επικεφαλής ταγματάρχης της χωροφυλακής. Γιατί αποκαλύπτει ότι κουμάντο κάνει ο Ντουάιτ Γκρίσγουολντ, ο επικεφαλής της «Αμερικανικής αποστολής για τη βοήθεια στην Ελλάδα».
Εστω κι αποσπασματικά, διαβάζοντας αυτό το μικρό αριστουργηματικό ρεπορτάζ – διήγημα, που έχει τη μορφή των μερών μιας μουσικής σύνθεσης για τη φρίκη του εγκλεισμού, την απάντηση θα την πάρετε στο τέλος για το ποιος είναι ο πραγματικός Κυρίαρχος:
Ο κουτοπόνηρος άνθρωπος με το τενεκεδάκι
Οι συντάκτες της «Ελεύθερης Ελλάδας» (από αριστερά): Νίκος Καρβούνης, Βάσος Γεωργίου, Κώστας Βιδάλης, Σόλων Γρηγοριάδης, Δημήτρης Χατζής. Ορθιος ο γενικός γραμματέας του ΕΑΜ, Θανάσης Χατζής |
«Μα και οι τρεις χιλιάδες, ο καθένας μοναχός του, θέλουν να ζήσουν. Ανάμεσά τους κυρίαρχος της Ψυττάλειας γίνεται ο άνθρωπος με το τενεκεδάκι.
Οταν έρχεται ο μισοχυμένος κουβάς και πέφτει πάνω του ανυπόμονο όλο το πλήθος των διψασμένων, αυτός τρυπώνοντας ανάμεσα απ’ τα πόδια των άλλων, σπρώχνοντας και παρακαλώντας, παζαρεύοντας και δίνοντας υποσχέσεις, θα φτάσει κάποτε στ’ ακριβότατο νάμα, θα χώσει με πονηριά ή με βία το τενεκεδάκι στο νερό κι’ είνε σίγουρο πως θα πιεί. Πού το βρήκε εδώ πάνω είνε ένα μυστήριο της ρωμιοσύνης από τα πολλά της (…).
Οι άλλοι κείτονται πάνω στα χώματα και τα λιθάρια, πολεμάνε να σκεπάσουν τα πυρωμένα κεφάλια με ξεριζωμένα θυμάρια, να τα δροσίσουν με τα μαντήλια που μουσκεύουνε στον ιδρώτα των κορμιών. Θα σηκωθούν κάθε φορά που φτάνουν οι κουβάδες και δεν είναι καθόλου σίγουρο πως θα προφτάσουν να πιούν την αναλογία τους – ένα κύπελλο, όλο κι’ όλο, το πρώτο από τις 3 το πρωί που τους έπιασαν, ως τις 3, τις 4, τις 5 το απόγευμα μέσα στον ήλιο (…).
Ο νοσοκόμος – θηρίο ακατάβλητο του ατομικισμού
Κυρίαρχος στ’ αλήθεια πρέπει νάναι μονάχα ο νοσοκόμος (…) Εχει ένα ξέχωρο τρόπο να πείσει, να επιβληθεί, να πατάξει μ’ ένα βλέμμα, μ’ ένα βαρυσήμαντο μορφασμό, μ’ ένα λόγο σπουδαίο (…) Κι όσοι τον υποψιάζονται, τον ανέχονται. Είνε μέγας, μάγος, άφθαστος, θηρίο ακατάβλητο του ατομικισμού, φίδι και λιοντάρι μαζί. Και πίνει, πίνει απ’ όλους τους κουβάδες, όσο που φουσκώνει ανάμεσα σε διψασμένους, λιποθυμισμένους ανθρώπους».
Ο συγγραφέας, ο οποίος αποτύπωσε στο έργο του τον ταξικό αγώνα του λαϊκού κινήματος, ρεμβάζει τη θάλασσα που τον γαληνεύει, μετά την επιστροφή του από την πολιτική προσφυγιά |
Μετά από τη δηλητηριώδη ειρωνεία του για τον «δράκουλα» – νοσοκόμο, ο φακός του επικεντρώνεται σε κεφαλές των συφοριασμένων:
Τραγουδούν για τη λευτεριά και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια
«Τα παλληκάρια που βαρεθήκανε και τα θυμάρια στα κεφάλια τους και τα τρεξίματα στον κουβά και στέκονται ορθά με τα στήθια τους ανοιχτά στη φωτιά του καταμεσημεριάτικου καμινιού και τραγουδούν για τη λευτεριά, υψώνουνε την κυριαρχία της ανθρώπινης αξιοπρέπειας (…) Θα πέσουνε γρήγορα. Η δίψα θα σβήσει το κορμί τους και το λιοπύρι θα νικήσει το κορμί (…)
Ομως εδώ πρόκειται τώρα για τρεις χιλιάδες ανθρώπους, για αρρώστους που σωριαστήκανε, για φαμελίτες που πρώτη φορά φεύγουν από το σπίτι τους, για ανθρώπους της αγοράς που αφήσανε τις δουλειές τους, για γερόντους που κείτονται από το πρωί με το πρόσωπο στο χώμα, για αδοκίμαστους οργανισμούς, για σπασμένα νεύρα – για έναν κόσμο ολόκληρο που ΠΡΕΠΕΙ να ξεπεράσει το μαρτύριο, που πρέπει μ’ αυτό το νερό που θα μπορεί να γίνει περισσότερο, να νοιώσει τη χαρά και την πίστη της νίκης.
Ο γυμνός τόπος θα υψωθεί με τους τρεις χιλιάδες νικητές του
Αυτό το ΠΡΕΠΕΙ είνε ο κυρίαρχος της Ψυττάλειας. Η σκέψη της νίκης. Η ανάγκη της νίκης. Κι’ αυτός ο κυρίαρχος θα επιβληθεί πέρα για πέρα. Ως το βράδυ θα βάλει την τάξη, θα καταλύσει τα βασίλεια του ατομικισμού και της πονηριάς, θα υψώσει την κοινή συνείδηση του χρέους απάνω από τη σωματική δοκιμασία, σα μοναδική σωτηρία: Το λίγο, το μετρημένο, το δύσκολα δοσμένο γλυφό νερό θα μοιραστεί σ’ όλους – από λίγο, μόλις για να βρέξουν τα στεγνωμένα τους χείλια – μα σε όλους. Και τη νύκτα που θ’ ανάψει ο μικρός φάρος κι’ οι προβολείς απ’ το Ναύσταθμο θα γυρίζουν ακοίμητοι πάνω στους τρεις χιλιάδες κολασμένους, ο γυμνός τόπος της Ψυττάλειας θα υψωθεί με τους τρεις χιλιάδες νικητές του, ολοφώτιστος. Γιατί νικήσαμε και στην Ψυττάλεια. Την δίψα. Και τον ατομικισμό».
ΥΓ: Πάνε να γράψουν πάνω στα λυμφατικά πόδια και τις τουμπανισμένες κοιλιές των παιδιών τ’ όνομά τους. Μήπως είναι από τη δίψα; Μήπως είναι από την πείνα; Σκάνε οι βόμβες, τα πτώματα δεν απαντούν. Και προτού γράψουν των παιδιών τα ονόματα, παντού γης κατάμαυρη, χώμα καμένο. Μόνον ο ζωγράφος των κομματιασμένων σωμάτων σέρνει τον χρωστήρα του υπεράνω των ερειπίων. Με μια πινελιά αίματος φυσάει στην καπνιά του άσβεστου θανάτου όλα τα ονόματα. Τα παίρνει ο άνεμος, τα σηκώνει ψηλά και με ουρανό τα νεκρολογεί.
Του
Βασίλη ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Δημοσιογράφος, συγγραφέας, κριτικός βιβλίου
Πηγή Ριζοσπάστης 27 – 10 – 2023
ΝΙΚΑΡΙΑ: ΤΟ ΝΗΣΙ ΤΗΣ ΣΥΜΠΟΝΙΑΣ
Η εμπειρία της εξορίας του Μενέλαου Λουντέμη
«Το κρασί των δειλών» και «Οι ήρωες κοιμούνται ήσυχα»: Τα δύο μέρη της μυθιστορηματικής αυτοβιογραφίας του «Σαρκοφάγοι»
Ο Μενέλαος Λουντέμης (1912 – 1977), σε νεαρή και ώριμη ηλικία, έζησε στο πετσί του την εξορία σε Ικαρία, Μακρόνησο και Αη Στράτη |
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ
Η εξορία και τα βασανιστήρια, όλος αυτός ο καταιγιστικός σωματικός και ψυχικός μεταπολεμικός όλεθρος αποτυπώνονται σ’ όλο το έργο του Μενέλαου Λουντέμη (ψευδώνυμο του Δημήτρη Μπαλάσογλου ή Βαλασιάδη, 14 Γενάρη 1912 – 22 Γενάρη 1977).
Μέχρι τον Μάρτη του 1959, οπότε επιλέγει τον μονόδρομο της πολιτικής προσφυγιάς, στη Λαϊκή Δημοκρατία της Ρουμανίας, διαδοχικά εκτοπίζεται σε τρία νησιά – κάτεργα: Στην Ικαρία, στη Μακρόνησο και στον Αη Στράτη.
Τα οποία λειτουργούν ως ισάριθμα στάδια εξόντωσης, ενός μακάβριου συμφωνικού έργου. Εύλογο και τα τρία μέρη του να επαναλαμβάνονται ως ένα σκοτεινό πένθιμο εμβατήριο, σε πολύ αργό τέμπο.
Σήμερα, συνεχίζουμε το αφιέρωμα στον «Κόκκινο Βράχο», προβάλλοντας το μουσικό όνομα του νησιού, Νικαριά. Ετσι την φωνάζουν οι ντόπιοι στη δική τους διάλεκτο, λες και θέλει η έννοια της νίκης να δυναμώσει ακόμη περισσότερο, σβήνοντας και κάθε υποψία ήττας.
Οι Νικαριώτες κι οι Νικαριώτισσες, λοιπόν, αυτοί οι συμπονετικοί μαχητές και συμπονετικές μαχήτριες, αγκαλιάζουν, με κίνδυνο της ζωής τους, τους εκτοπισμένους στ’ απόκρημνα, μα φιλόξενα χωριά τους.
«Σαρκοφάγοι»: Η μυθιστορηματική αυτοβιογραφία της εξορίας
Αυτήν την ανιδιοτελή υπέρβαση των λαϊκών ανθρώπων του «κόκκινου» νησιού αποτυπώνει ο Μενέλαος Λουντέμης στα δύο πρώτα μέρη της μυθιστορηματικής αυτοβιογραφίας του «Σαρκοφάγοι», «Το κρασί των δειλών» («Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», 1965) και «Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα» («Πολιτικές και Λογοτεχνικές Εκδόσεις», 1967) – η τριλογία ολοκληρώνεται με το έργο «Ο άγγελος με τα γύψινα φτερά» («Δωρικός», 1974). Οι τρεις τίτλοι επανακυκλοφορούν, σε νέα στοιχειοθεσία, από τις εκδόσεις «Πατάκη».
Ο Κώστας Βάρναλης για τον εξόριστο Μενέλαο Λουντέμη
Ο Μενέλαος Λουντέμης (1912 – 1977), σε νεαρή και ώριμη ηλικία, έζησε στο πετσί του την εξορία σε Ικαρία, Μακρόνησο και Αη Στράτη |
Ομως, παίρνοντας απόσταση από το πρόσωπο και το έργο του, εμείς, οι εκ των υστέρων αναγνώστες, συνειδητοποιούμε τι σημαίνει να είσαι εξόριστος συγγραφέας μέσα στην εποχή σου. Τον σκιαγραφεί, σε χρονογράφημά του, ο Κώστας Βάρναλης, με αφορμή την έκδοση της ποιητικής συλλογής του νεότερου ομότεχνού του, «Κραυγή στα πέρατα» (εφημερίδα «Η Αυγή», 26 Σεπτέμβρη 1954):
«(…) Και κραυγή από τα πέρατα. Από τα πέρατα της αβύσσου στα πέρατα… του ελεύθερου κόσμου. Κραυγή του συγγραφέα Λουντέμη από τον Αη Στράτη προς τους δεσμοφύλακές του.
Ο ξεχωριστός μέσα στους ξεχωριστούς πεζογράφους και ποιητές μας, με τον αστραφτερό λόγο, την εκρηκτική φαντασία και με το πάθος της αγάπης για τους αδικημένους, αδικημένος κι αυτός, κινδυνεύει τον έσχατο κίνδυνο.
Κ’ η κραυγή του φτάνει ως εμάς, αλλά δεν φτάνει και ως τους δεσμοφύλακές του, δεν είναι δικιά του. Δεν έχει πια φωνή. Κραυγάζουν οι συναποθανούμενοί του: Ο Λουντέμης ασθενεί σοβαρά… Από τις κακουχίες της εξορίας, τις σωματικές και τις ηθικές, έπαθε τέτοιο νευρικό κλονισμό, που θόλωσε το λογικό του. Σώστε τον!».
«Σκοπός των εξοριών ο φυσικός και ο ψυχικός θάνατος»
«Ποιος να τον σώσει; Ο σκοπός των εξοριών δεν είναι η σωτηρία των εξόριστων, παρά ο φυσικός και ο ψυχικός τους θάνατος (…) Είναι η κραυγή χιλιάδων σκλάβων, που καρφωμένοι στο χώμα, δεν έχουν άλλον τρόπο να κινηθούνε παρά μονάχα τα φτερά της φαντασίας (…)
Τα εξώφυλλα των δύο πρώτων βιβλίων της αυτοβιογραφικής μυθιστορηματικής τριλογίας «Σαρκοφάγοι», στα οποία αποτυπώνεται η Ικαρία ως τόπος εκτοπισμού: «Το κρασί των δειλών» και «Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα» |
Οι δεσμοφύλακες κ’ οι νεκροθάφτες δεν θα την ακούσουν αυτήν την ”κραυγή από τα πέρατα”. Ας την ακούσουν οι συνάδελφοί του των ποικιλώνυμων λογοτεχνικών σωματείων. Κι ας κραυγάσουνε κι αυτοί να σώσουνε το Λουντέμη και τον Κορνάρο, τουλάχιστον αυτούς. Και να είναι βέβαιοι πως θα σώσουνε μάλλον τον εαυτό τους! Εχουν αρκετά ως τώρα ”βεβαρημένην την συνείδησίν τους!”».
Οι μεθυσμένοι δεσμοφύλακες από το αίμα των αθώων
Με καθαρή την ταξική συνείδησή του, το καλοκαίρι του 1947, ο Μενέλαος Λουντέμης θα «βρωμιστεί» από τα πειθήνια όργανα του αστικού κράτους, τους κατ’ επιλογή ή εξ ανάγκης δεσμοφύλακες, οι περισσότεροι βγαλμένοι από τα σπλάχνα του λαού, με απολεσμένο το ηθικό πρόσημό του.
Αυτοί είναι οι μεθυσμένοι από βία, αρνητικοί πρωταγωνιστές, στο πρώτο αυτοβιογραφικό μυθιστόρημά του «Το κρασί των δειλών». Στο σύντομο προλογικό σημείωμα, ορίστε πώς περιγράφει τους βασανιστές, στον πρώτο σταθμό της εξορίας του, στην Ικαρία:
«Η ζωή για να προστατευθεί απ’ τους δειλούς της, φκιάχνει τους γενναίους της. Η Τυραννία όμως επεμβαίνει και τους αποσπά. Γιατί η μάζα των δειλών είναι το μόνο σ τ ρ ώ μ α απ’ όπου αντλεί τα στηρίγματά της. Στηρίγματα όμως τόσο απατηλά θα είχαν από καιρό καταρρεύσει μες στο φόβο τους αν δε βρίσκονταν σε διαρκή κατάσταση μέθης. Μα το μόνο κρασί που τους μεθά είναι το αίμα των αθώων – το ”κρασί των δειλών”».
Η Νικαριά είναι φωτιά και κανένας δεν τη σβήνει
Μπαίνουμε από τον πρόλογο στο πνεύμα του βιβλίου, με τα λόγια του ντόπιου γιδάρη γερο – Λαγουρού, «φλέβα καθαρή αυτού του τόπου»:
«- Η Νικαριά είπατε, συμπεθέροι; Να σας πω εγώ τι είναι. Λοιπόν, η Νικαριά είναι μια φωτιά, που τη φυσούνε όλοι οι αέρηδες και κανένας δε τη σβήνει.
Τα εξώφυλλα των δύο πρώτων βιβλίων της αυτοβιογραφικής μυθιστορηματικής τριλογίας «Σαρκοφάγοι», στα οποία αποτυπώνεται η Ικαρία ως τόπος εκτοπισμού: «Το κρασί των δειλών» και «Οι ήρωες κοιμούνται ανήσυχα» |
» – Και γιάντα, μωρέ λαουρέ, θα πω, και γιάντα δεν τη σβήνει;
» – Γιάντα… χε χε χε! Γελάει ο γερο – Λαγουρός. Γιάντα, ε; Γιατί η φωτιά, παιδί, εν είναι η Νικαριά. Η φωτιά είναι η ψυχή του Νικαριώτη (…) Από Εύδηλο μέχρι Καραβόσταμο και Ράχες. Κι απ’ Αρέθουσα μέχρι Γυαλισκάρι κι Αρμενιστή… Και πιάσε ύστερις το Αμμαλό και κύλα κατά το Νοτιά. Και πέσε σ’ Αϊ – Κήρυκα και Ξυλοσύρτη… Κι έλα ύστερις γιαλό γιαλό και γέψου αρμύρα, και γέψου σύκο, και γέψου ρακί. Και με το σκάσιμο της αυγής, έλα ν’ αράξεις κάτου απ’ το παραθύρι της… Κι αν ο ήλιος δε φοβηθεί και δεν κρυφτεί… ε τότες εγώ εν είμαι ο Αυγουστάκης ο Λαουρός (…)».
«Πρέπει να τη βαφτίσουμε “Συμπόνια”»
Από το καλοκαίρι του 1947 έως την άνοιξη του 1949, κοντά δυο χρόνια, με τη γεύση του αρμυρού αίματος στο στόμα, σβήνει το σώμα και το μυαλό του Μενέλαου Λουντέμη. Κι ενώ του έχουν φορέσει τις χειροπέδες για να τον επιβιβάσουν στο πλεούμενο, για να τον αποτελειώσουν, με προορισμό τη Μακρόνησο, αποφαίνεται:
«Η Ικαρία… Πρέπει να τη βαφτίσουμε ”Συμπόνια” (…) Οι Ικαριώτες… Θυμούμαι πέρσι που ‘μασταν στο άλλο χωριό, το Μαυράτο (…) Λίγη αλεσμένη πέτρα, όπου φυτεύανε δέκα μαρούλια και πέντε κρεμμύδια. Μα κανένας τους δεν τα γεύτηκε. Ολα τα τάιζαν σ’ εμάς. Τα πετούσαν κρυφά τις νύχτες απ’ τα μεσότοιχα».
ΥΓ: Ποιος άνεμος ενάντιος έφερε την σκόνη / Της ερήμου σκόνη σηκώνεται με του / Τεθωρακισμένου την ερπύστρια / Εγείρονται οι κόκκοι της άμμου / Κι εξανίστανται ζητούν δικαιοσύνη / Ομως ο λόγος είναι μουγγός από αίμα / Σέρνεται ο ήχος της φωνής σπασμένος.
Οι εξόριστοι (από αριστερά), στην παραλία του Αη Στράτη: Μενέλαος Λουντέμης, Γιάννης Ιμβριώτης, Κατίνα Φωτιάδη, Δημήτρης Φωτιάδης («Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο») |
Του
Βασίλη ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Δημοσιογράφος, συγγραφέας, κριτικός βιβλίου
Πηγή Ριζοσπάστης 4 – 11 – 2023
Ο ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΑΚΟΣ ΦΥΜΑΤΙΟΛΟΓΟΣ ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΤΑΛΙΑΝΗΣ (1916 – ΙΟΥΝΗΣ 2010)
Το αυτοσχέδιο σανατόριο εξόριστων Ικαρίας
(ΙΟΥΛΗΣ 1948 – ΜΑΡΤΗΣ 1949)
Ο αντιστασιακός φυματιολόγος Δημήτρης Νταλιάνης (1916 – 2010) επισκέπτεται την Ικαρία, μετά από χρόνια. Τι να σκέφτεται άραγε εκ των υστέρων για τον τόπο του μαρτυρίου; |
ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟ
Το σκίτσο του εξόριστου φυματικού, το οποίο τυπώνεται στην εφημερίδα «Ο Δημοκρατικός» (Κυριακή 3 Σεπτέμβρη 1950), ζωντανεύει την τραγωδία των ομοιοπαθών συντρόφων του. Η λεζάντα γράφει όλη την αλήθεια: «Οι φυματικοί εξόριστοι στην πλώρη του ατμόπλοιου “Κυκλάδες”, ενώ τους καίει ο πυρετός».
Υποστηρίζει το μαχητικό δημοσίευμα, το οποίο προβάλλεται με τα ακόλουθα στοιχεία:
«ΕΙΣ ΤΗΝ ΧΩΡΑΝ ΤΗΣ “ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ” ΚΑΙ ΤΗΣ “ΙΣΟΠΟΛΙΤΕΙΑΣ”». Τα εισαγωγικά του υπέρτιτλου ασκούν κριτική στις τάχατες δημοκρατικές ελευθερίες του αυταρχικού μεταπολεμικού αστικού κράτους.
Στον τίτλο ξεκάθαρα εγγράφεται σταράτα η είδηση: «Πώς μετέφεραν στον Πειραιά τους 59 φυματικούς εξορίστους».
Ο πλαγιότιτλος αναφέρει το δυσμενές θέαμα με την ερμηνεία του: «ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ ΤΟΥ ”ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟΥ” ΤΟΥΣ ΥΠΟΔΕΧΕΤΑΙ ΕΠΙ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ – ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΡΑΚΗ, ΘΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΕΜΦΥΛΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ, ΧΩΡΙΣ ΠΕΡΙΘΑΛΨΙΝ».
Καθώς, λοιπόν, έχει απαγορευτεί η κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη», το εκδοτικό κενό πρόσκαιρα καλύπτει η βραχύβια εφημερίδα «Ο Δημοκρατικός» (17 Αυγούστου 1950 – 5 Γενάρη 1951), με διευθυντή τον δικηγόρο και βουλευτή της ΕΔΑ Διονύση Ι. Χριστάκο (1888 – 1951).
Φυματικοί εξόριστοι σαν πτώματα μέσα σε φέρετρα
Ενα απόσπασμα από το «μαύρο» ρεπορτάζ, το οποίο αρχίζει με κάμποση καυστική ειρωνεία:
«Το ”Κράτος Δικαίου”, της ”Ισοπολιτείας” και του ”Ανθρωπισμού”, που με τόσην έξαρσιν διεκήρυσσεν έως χθες η Κυβέρνησις Κέντρου, είχε αφήσει σε κάποιο μοναστήρι της Ικαριάς 59 μισοπεθαμένους φυματικούς εξόριστους ως ”επικινδύνους εις την δημοσίαν τάξιν και ασφάλειαν!”
Και αντί να τους απολύση ή τουλάχιστον να τους παράσχη τα στοιχειώδη μέσα να ζήσουν κάπως ανθρωπινά τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής τους, τους υπέβαλε εις νέαν φοβεράν ταλαιπωρίαν.
Προσωπογραφία του από τον συνεξόριστό του, τον ζωγράφο Δημήτρη Μεγαλίδη (1908 – 1979) |
Χωρίς κανένα λόγο, τους ξεσήκωσε από την Ικαρία, σχεδόν γκανγκστερικά, και απροειδοποίητα τους πέταξε πάνω σ’ ένα καράβι και τους μετέφερε χθες στον Πειραιά.
(…) Ριγμένοι απάνθρωπα στην πλώρη του βαποριού, χωρίς καμμιά απολύτως ιατροφαρμακευτική περίθαλψι, δίδουν την εντύπωσιν πτωμάτων μέσα σε φέρετρα!
(…) Ασύλληπτα δραματική ήταν και η πορεία – μια πορεία θανάτου – από το μοναστήρι της Ικαρίας έως τον τόπον της επιβιβάσεως εις το ατμόπλοιον ”Κυκλάδες” .
«Η γη βάφεται κόκκινη από τις αιμοπτύσεις»
Τρεις και πάνω ώρες βαδίζουν κάτω απ’ τον καυτερό ήλιο του Αυγούστου. Οι πιο βαρειά, εκείνοι που δεν μπορούν να σταθούν στα πόδια τους, είναι πάνω στα φορεία που τα κουβαλούν αναγκαστικά επιστρατευμένοι χωριάτες (…) κι άλλοι μεταφέρονται πάνω σε μουλάρια. Το ανώμαλο έδαφος κάνει την πορεία τους πιο οδυνηρή. Τα 59 ανθρώπινα ράκη διασχίζουν χαράδρες και βουνά, κάθε τόσο πέφτουν χάμω εξαντλημένοι και η γη βάφεται κόκκινη από τις αιμοπτύσεις που κάνουν συνεχώς».
Ολα αυτά τα κινούμενα ερείπια έχουν «σηκωθεί» από τη Μονή της Παναγίας του Μόντε ή του Μουντέ, χτίσμα του 15ου αιώνα. Ορθώνεται πεντακόσια μέτρα πάνω από τη θάλασσα, κι από κει φαίνεται το χωριό Καστανιές, που ανήκει στις Ράχες.
Το αυτοσχέδιο σανατόριο από τον αγωνιστή φυματιολόγο
Το πρωτοσέλιδο της βραχύβιας προοδευτικής εφημερίδας «Ο Δημοκρατικός» (Κυριακή 3 Σεπτέμβρη 1950) και ξεχωριστά το σκίτσο του ανώνυμου φυματικού, που συνοδεύει το ρεπορτάζ για τους 59 ομοιοπαθείς συντρόφους του |
Σ’ αυτό το απόκρημνο σημείο στήνεται το αυτοσχέδιο σανατόριο των εξόριστων, από τον Ιούλη του 1948 μέχρι τον Μάρτη του 1949. Βασικός νους αυτής της ριψοκίνδυνης ιδέας είναι ο 32χρονος αγωνιστής φυματιολόγος Δημήτρης Νταλιάνης (1916 – Ιούνης 2010). Μέλος της Κεντρικής Επιτροπής της Εθνικής Αλληλεγγύης της Αθήνας, ιδρυτικό στέλεχος της Λαϊκής Επιτροπής Παγκρατίου για τον επισιτισμό των παιδιών κι αργότερα – αφού η Ασφάλεια απαγορεύει τον διορισμό του στο Σισμανόγλειο – διορίζεται καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Καρολίνσκα της Στοκχόλμης.
Αυτή την άνευ όρων και ορίων προσφορά του, την αποτύπωσε στη μαρτυρία του «Το σανατόριο εξόριστων της Ικαρίας. 1948 – 1949» (β΄ έκδοση, «Αλφειός», 2012).
Με τη συνοδεία των χωροφυλάκων, φτάνει στο μοναστήρι:
«Η χαρά μου», θυμάται, «και η συγκίνηση ήταν απερίγραπτη γιατί θα πρόσφερα κάτι το ιδιαίτερο στους συναγωνιστές αυτούς. (…) Εβλεπα τα μάτια του καθενός να λάμπουν από ευχαρίστηση και ελπίδα. Σε μερικούς (…) έτρεχαν δάκρυα από τη συγκίνηση.
(…) Ο κάθε άρρωστος απόκτησε το ιστορικό του με τη διάγνωση και τη θεραπεία (…), γραμμένη στα κουτιά των τσιγάρων. Εκεί έγραφα τα ακροαστικά, έκανα κι ένα σκίτσο του θώρακα, ποιο πνευμόνι, ποιο μέρος του πνευμονιού, ακόμα μερικές φορές καθάριζα και τη σπηλαιώδη φυματίωση, το υγρό αν υπήρχε στις πλευρίτιδες. Σημείωνα το εμφύσημα φρενικοεξαίρεση, πνευμονοθώρακα, θωροκοπλαστική κ.λπ. Εκεί ήταν γραμμένη και η θεραπεία που κάθε άρρωστος έπρεπε ν’ ακολουθήσει».
Ενα μισοερειπωμένο κελί μεταμορφώνεται σε θεραπευτήριο της κακιάς αρρώστιας. Γράφει στην σύζυγό του, την παιδίατρο Μαντώ Καραμπατζάκη, για να του στείλει ένα μηχάνημα πνευμονοθώρακα. Αυτή, με χίλιες δυο προφυλάξεις, ικανοποιεί το παράτολμο αίτημά του και μέσα στο δέμα χώνει μία και μοναδική σύριγγα 20 κυβ. εκ.
Μ’ ένα καλάμι ρουφάει το χτικιό από το πνευμόνι!
Το πρωτοσέλιδο της βραχύβιας προοδευτικής εφημερίδας «Ο Δημοκρατικός» (Κυριακή 3 Σεπτέμβρη 1950) και ξεχωριστά το σκίτσο του ανώνυμου φυματικού, που συνοδεύει το ρεπορτάζ για τους 59 ομοιοπαθείς συντρόφους του |
Με αυτήν προσπαθεί να θεραπεύσει το εμπύημα, αυτό το καταραμένο υγρό, γιατί πού να βρεθεί το ειδικό ιατρικό εργαλείο στην εξορία… Σε κάποια απόπειρα του μαχητικού φυματιολόγου να ρουφηχτεί το χτικιό από το πνευμόνι, σπάει στα χέρια του, κομμάτια γίνεται, κι αντικαθίσταται από ένα κομμάτι χοντρό καλάμι, που χρησιμοποιείται σαν τρόμπα!
Ανάμεσα στους αρρώστους, φτύνει αίμα κι ο ζωγράφος Δημήτρης Μεγαλίδης (1908 – 1979), ο οποίος δεν σταματάει ούτε μία μέρα να γεμίζει τους καμβάδες του με μολύβια και χρώματα. Ομως, στην Ομάδα Συμβίωσης, τα επαγγέλματα, σαν μια γροθιά, ενώνονται στο αμίλητο σύνθημα «Ενας για όλους κι όλοι για έναν»: Μαραγκοί, επιπλοποιοί, υδραυλικοί, διανοούμενοι, φοιτητές – όλοι μαζί στον κοινό αγώνα.
«Ολοι (…) βοηθούσαν με τα χέρια τους ή το μυαλό τους», μεταφέρει αυτό το χάρμα της αλληλεγγύης ο αντιστασιακός γιατρός. «Στους βαριά φυματικούς δεν επέτρεπα να κάνουν βαριές δουλειές, όμως και αυτοί βοήθαγαν με το να διηγούνται περιπέτειες, ανδραγαθήματα των ανταρτών του ΕΛΑΣ, να λένε ανέκδοτα, να γράφουν και να απαγγέλλουν ποιήματα. Μια όμορφη απασχόληση ήταν να κάνουν θαυμάσια χειροτεχνήματα από ξύλο, πέτρες, ακόμα και από την ψίχα του ψωμιού».
Μέσα στο πίσσα – σκοτάδι της τρομοκρατίας των βασανιστών, με τον βούρδουλα και με τις ριπές για εκφοβισμό, κι ένα κωμικοτραγικό γεγονός. Το διασώζει:
«Σκασμός ρε, ούπιον φουνάζου, να λέει παρούν»
Το εξώφυλλο του βιβλίου «Το σανατόριο των εξορίστων της Ικαρίας». 1948 – 1949 |
«Ο ενωμοτάρχης έδωσε τον κατάλογο με τα ονόματά μας σ’ ένα χωροφύλακα για να τα φωνάξει. Ο κατάλογος έγραφε πάνω πάνω “Ονοματεπώνυμο”. Ο χωροφύλακας που έκανε τον αυστηρό, μας φώναξε: “Σκασμός ρε, ούπιον φουνάζου, να λέει παρούν”.
Αρχισε λοιπόν να διαβάζει τον κατάλογο:
“Ουνουματεπώνυμους”.
Αρχισαν να γελάνε όλοι. Ο ενωμοτάρχης προσπάθησε να μη γελάσει και έβαλε μια φωνή με μας:
“Σκασμός!.. συνέχισε!”, του λέει.
Τέτοια ήταν η εξουσία που μας διοικούσε στην Ικαρία και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Σαν αγράμματος που ήταν, τη λέξη ονοματεπώνυμο ή δεν την ήξερε ή νόμιζε πως ήταν επίθετο».
ΥΓ. Ενάντιος άνεμος και ποιος έφερε / Ποιος έφερε της ερήμου την σκόνη / Ξεσχίζω τα δέρματα ρούχα μου / Στροβιλίζομαι με τον άνεμο χάνομαι / Κυλιέμαι μέσα στην άμμο εξαφανίζομαι / Την πυρκαγιά ενδύομαι κατάμαυρος / Στάχτες αγκαλιάζοντας θανατώνομαι (συνεχίζεται)
Του
Βασίλη ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Δημοσιογράφος, συγγραφέας, κριτικός βιβλίου
Πηγή Ριζοσπάστης 11 – 11 -202
Ο εξόριστος στην Ικαρία Μίκης Θεοδωράκης
Το τραγούδι «Καπετάν Ανδρέας Ζέπος»: «Το πρώτο λαϊκό που άκουσα στη ζωή μου και με μιας όλα άλλαξαν μέσα μου»
Ο Μίκης Θεοδωράκης, σε ηλικία 22 ετών, στην Ικαρία, μ’ ένα σακίδιο περασμένο σταυρωτά κι ένα ραβδί, που τον βοηθάει στις ορεινές πεζοπορίες του. Μετά από χρόνια, στην ωριμότητά του, επισκέπτεται το «Σπίτι με τους σκορπιούς», το σπίτι της εξορίας του, που έχει μετατραπεί σε μουσείο αφιερωμένο σε αυτόν |
ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟ
Συνήθως η εκ των υστέρων ανάγνωση ενός μουσικού έργου δεν συνυπολογίζει την εποχή μέσα στην οποία γράφτηκε. Και αυτή η προσέγγιση, ακόμα κι αν δεν ακυρώνει την ακρόαση στο πλαίσιο ενός κλειστού χώρου συναυλιών, δεν αναζητά τις αφορμές της πρωτογενούς δημιουργίας.
Το πρώτο ερέθισμα για τη μεταστροφή του Μίκη Θεοδωράκη από τα πρότυπα του «μουχλιασμένου» ωδείου στην καθημερινότητα του μεγάλου λαϊκού ακροατηρίου, του δίνεται κατά τη διάρκεια της διετούς εξορίας του (1947 – 1948) στην Ικαρία.
Η στροφή του Μίκη Θεοδωράκη στη λαϊκή μουσική
Μέχρι τον εκτοπισμό του, τα ακούσματά του παραμένουν εγκιβωτισμένα στους τέσσερις τοίχους του ακαδημαϊκού χώρου, μακριά από τους ήχους και τα τραγούδια των πάνδημων διαδηλώσεων, των συνδικαλιστικών συλλαλητηρίων και των διεκδικητικών απεργιών.
Ομως πρέπει να σκεφτούμε ότι ακόμα είναι ένας άγουρος δημιουργός, μόλις 22 ετών. Σε κείμενό του με ημερολογιακή καταγραφή 10 Μάη 2003 αποτυπώνει αυτήν την αλλαγή στις συνθετικές επιλογές του, η οποία θα δικαιωθεί δέκα χρόνια αργότερα με τη μελοποίηση της μνημειώδους «Ρωμιοσύνης» σε στίχους του Γιάννη Ρίτσου (1958).
Με τον χρόνο να μην ξεθωριάζει το αρχικό αίσθημά του, σχεδόν έξι δεκαετίες μετά, σε ηλικία 78 ετών, βάζει σε κίνηση τον μηχανισμό της μνήμης, θέλοντας να δώσει με ακρίβεια το στίγμα της μουσικής μεταμόρφωσής του:
Με το «Καπετάν Ανδρέας Ζέπος» όλα άλλαξαν μέσα του
«Μέσα στο καΐκι που μας πήγαινε στον Αγιο Κήρυκο – Εύδηλο – Αρμενιστή, μια παρέα Πειραιώτες τραγουδούσαν τον “Καπετάν Ανδρέα Ζέπο” (σ.σ. ο συρτός “Ψαροπούλα” του 1946, γραμμένος σε στίχους Δημήτρη Περδικόπουλου και μουσική Γιάννη Παπαϊωάννου), το πρώτο λαϊκό που άκουσα στη ζωή μου και με μιας όλα άλλαξαν μέσα μου. Αργότερα, ακούγοντας τους συνεξόριστους από λαϊκές περιοχές κατέγραψα δεκάδες λαϊκά τραγούδια. Τα πρώτα αποθέματα λαϊκής μουσικής άρχισαν να στοιβάζονται μέσα μου».
Ο Μίκης Θεοδωράκης, σε ηλικία 22 ετών, στην Ικαρία, μ’ ένα σακίδιο περασμένο σταυρωτά κι ένα ραβδί, που τον βοηθάει στις ορεινές πεζοπορίες του. Μετά από χρόνια, στην ωριμότητά του, επισκέπτεται το «Σπίτι με τους σκορπιούς», το σπίτι της εξορίας του, που έχει μετατραπεί σε μουσείο αφιερωμένο σε αυτόν |
Η Ικαρία και η Μακρόνησος τον οδηγούν στον «Επιτάφιο»
«Αργότερα, πρώτοι εμείς οι ”Ικαριώτες” μεταφέραμε στη Μακρόνησο τα λαϊκά τραγούδια και τους λαϊκούς χορούς. Ομως δεν ήξερα ακόμα ότι την εποχή εκείνη γίνονταν μέσα μου κοσμογονικές μεταλλάξεις. Από συμφωνιστής άλλαξα σε λαϊκό. Καινούργια, μυστηριώδη και άγνωστα μουσικά αποθέματα στοιβάζονταν μέσα μου, που με αφορμή τον ”Επιτάφιο” άρχισαν να βγαίνουν ορμητικά, παίρνοντας τη μορφή των τραγουδιών».
Από το 1944 μέχρι το πρωτόγνωρο ρεμπέτικο άκουσμά του έχει γράψει τα νεανικά έργα μουσικής δωματίου και τα εναρκτήρια γυμνάσματά του για συμφωνική ορχήστρα. Στο πάμφωτο λιμάνι του Εύδηλου συνθέτει τα πρώτα λαϊκότροπα έργα του, τα οποία οφείλουν τα μέγιστα στο τραγούδι των εργατικών ανθρώπων, αυτών των συνήθως καταφρονημένων και κυνηγημένων.
Τα παλικάρια – αγωνιστές με το τραγούδι στο στόμα
Αυτά τα παλικάρια – αγωνιστές, υπό τον άγρυπνο οφθαλμό της χωροφυλακής, τραγουδούν κι όλο τραγουδούν, όχι για να ξεχάσουν και να ξεχαστούν, αλλά για να πάρουν νέες αναπνοές και να αντλήσουν απρόσμενα κουράγια. Ετσι, τα άσματά τους χτίζουν την αναζωογονητική εφεδρεία άμυνάς τους, ώστε να αντέξουν τον εξαντλητικό σωματικό και ψυχικό εξευτελισμό.
«Προσπάθησα», περιγράφει το πέρασμά του στον ταξικά συνειδητοποιημένο μελοποιό, «να συνδυάσω (…) τα δύο κύρια μουσικά ρεύματα, δηλαδή από τη μια μεριά την τεχνική της συμφωνικής μουσικής, όπως τη διδασκόμαστε στα ωδεία και την ακούμε στα έργα των συμφωνιστών – ιδιαίτερα τα έργα των διαφόρων εθνικών ”σχολών”- και από την άλλη μεριά τη λαϊκή μουσική».
Δύο έργα γραμμένα στο σκληρό φως της Ικαρίας
Αποφασιστικά, παίρνει μολύβι ταχύ και αρχίζει να μουτζουρώνει χαρτιά με χειρόγραφα πεντάγραμμα, τα οποία τα «μαυρίζει» με νότες από τις πηγές του ήχου της φωνής των βασανισμένων. Αυτά τα σχεδιάσματα – προανακρούσματα του εξόριστου Μίκη Θεοδωράκη θα αποκτήσουν πλήρη μορφή μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’50. Θα αποδώσουν το συμφωνικό έργο για ορχήστρα εγχόρδων «Πρελούντιο – Πενιά – Χορός» και τη σουίτα – μπαλέτο «Καρναβάλι», που θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά από το «Ελληνικό Χορόδραμα» της Ραλλούς Μάνου με τίτλο «Ελληνική Αποκριά» (15 Νοέμβρη 1953).
Σύνθεση με διπλό τίτλο: «Ελληνική Αποκριά / Καρναβάλι»
Τελευταίος δεξιά με συνεξόριστούς του, στην παραλία του Αρμενιστή. Ολοι τους χαμογελαστοί, γιατί η αλληλεγγύη τούς ενώνει και τους μαθαίνει ν’ αντέχουν |
Η δεύτερη πρώιμη συνομιλία του με τη ζωντανή παράδοση της δομής και της μελωδίας που μεταφέρεται από στόμα σε στόμα, χρωστάει πολλά στην κλασική παιδεία του. Εκτοτε παρουσιάζεται ζωντανά και σε δίσκο, με τον διπλό τίτλο «Ελληνική Αποκριά / Καρναβάλι ή Carnaval» ακι αποτελείται από τα ακόλουθα μέρη: 1) «Εισαγωγή». 2) «Ανδρικός Χορός». 3) «Μεγάλος Χορός» (παραλλαγή της «Ψαροπούλας» του Παπαϊωάννου). 4) «Ερωτικός Χορός». 5) «Ντιβερτιμέντο». 6) «Τρεις Χοροί του Καρναβαλιού: α. Γαϊτανάκι, β. Αλογάκι, γ. Καμήλα. 7) Χορός της Κοπέλας. 8) Φινάλε.
Η πρώτη ηχογράφηση κυκλοφορεί το 1964 από την ΕΔΑ, σε δίσκο 45 στροφών με τίτλο «Ελληνική Αποκρηά: Μεγάλος Χορός (α’ πλευρά) – Γαϊτανάκι, Γκαμήλα (β’ πλευρά)». Αν και δεν αναγράφονται οι εκτελεστές, ο Αλέξης Ζακυθηνός (1934 – 1992) τους εντοπίζει και τους καταγράφει στη «Δισκογραφία ελληνικής κλασικής μουσικής» («Δωδώνη», 1993) από τη Συμφωνική Ορχήστρα του Εδιμβούργου, υπό τη διεύθυνση του Κόλιν Ντέιβις.
«Πώς θέλετε λοιπόν ν’ αρνηθώ τη γενιά μου;»
Πώς όμως βιώνει ο Μίκης Θεοδωράκης το αιγαιακό τοπίο της βραχώδους Ικαρίας; Με τον ποιητικό λόγο του, σε υψηλό λυρικό τόνο, στο κείμενό του «Το σπίτι με τους σκορπιούς. Ημερολόγιο εξορίας». Το γράφει σε ένα πετρόχτιστο αγροτόσπιτο, που βρίσκεται χωμένο στους Βρακάδες Ραχών και το οποίο τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε μουσείο αφιερωμένο σ’ αυτόν. Τα δύο τελευταία μέρη του:
Χειρόγραφες εγγραφές και σημειώσεις από τα μουσικά του έργα «Πρελούντιο – Πενιά – Χορός» και «Καρναβάλι», που είναι επηρεασμένα από τη μεγάλη λαϊκή μουσική παράδοση των αγωνιζόμενων εργατικών ανθρώπων |
«Σήμερα η μέρα ήρθε αθόρυβα. Το φως κλιμακώνεται στην ήρεμη θάλασσα σχηματίζοντας μια φωτεινή σκάλα που συνεχίζεται απ’ τις γραμμές του ορίζοντα. Θα μπορέσω ίσως να τοποθετήσω δίπλα δυο σκέψεις που να έχουν το θάρρος να αλληλοκοιταχτούν στιγμιαία στα μάτια;
Ομως αυτή η ησυχία μού επιτρέπει ν’ ακούω τον παράξενο σάλο που γίνεται εντός μου… Οσο κι αν θέλω να το ξεφύγω είμαι παιδί των στοχασμών του, είμαι αδερφός των σκορπιών του. Δεν ανέχεται μέσα μου αυτό που υπάρχει εκείνο που έρχεται.. Πώς θέλετε λοιπόν ν’ αρνηθώ τη γενιά μου, να επιτρέψω να δώσουν τα χέρια που τρέμουν από το μίσος, να κοιταχτούνε στα μάτια που χάνονται απ’ το ακόρεστο πάθος, ν’ αγκαλιαστούνε κραυγές που ξεσκίζονται απ’ την ανατριχίλα; ΕΧΘΡΟΙ ΜΕ ΕΧΘΡΟΙ;
Το βράδυ καθόμαστε κι αγναντεύουμε τη θάλασσα. Τραγουδάμε σιγά… Συχνά σιωπούμε κοιτάζοντας κάτω. Μας στεναχωρεί αυτή η συνεχής παρακολούθηση. Θέλουμε πολύ να μείνουμε μια στιγμή μόνοι με συντροφιά μας μονάχα τους σκορπιούς και τους τοίχους)».
ΥΓ. Ερπετό ανίδεο ερωτοτροπώ / Με του μυαλού το ελάχιστο / Πέφτει μια εικόνα από πανικό / Καταματωμένη σχισμένη κουρελού / Πέφτω επάνω της να σκεπαστώ / Βγάζω τη φιδίσια γλώσσα μου / Υποχωρεί ο εχθρός – στήλη άλατος (συνεχίζεται).
Χειρόγραφες εγγραφές και σημειώσεις από τα μουσικά του έργα «Πρελούντιο – Πενιά – Χορός» και «Καρναβάλι», που είναι επηρεασμένα από τη μεγάλη λαϊκή μουσική παράδοση των αγωνιζόμενων εργατικών ανθρώπων |
Ο δίσκος 45 στροφών που κυκλοφορεί η ΕΔΑ το 1964, με αποσπάσματα από το έργο «Η Αποκρηά», τίτλο που δίνει η χορογράφος Ραλλού Μάνου στην πρώτη παρουσίαση της σουίτας – μπαλέτου |
Του
Βασίλη ΚΑΛΑΜΑΡΑ
Δημοσιογράφος, συγγραφέας, κριτικός βιβλίου
Πηγή Ριζοσπάστης 18 – 11 – 2023
Από την εκδήλωση του ΚΚΕ στις Ράχες Ικαρίας ενάντια στον πόλεμο – Ικαριακή Ραδιοφωνία www.ikariaki.gr |
Φανούρης Καρούτσος: Καμία έκπτωση στις ανάγκες μας! Δε θα γίνει η απώλεια συνήθεια! – Κατιούσα www.katiousa.gr |
Πρωτοφανής η συμμετοχή στην Ικαρία – Ν. Σοφιανός: Στις 8 Οκτώβρη κομμουνιστής δήμαρχος (ΦΩΤΟ) | 902.gr www.902.gr |
Ικαρία: “Ταξιδέψαμε” Ελλάδα με το Φεστιβάλ Παραδοσιακών Χορών στις Ράχες – Ικαριακή Ραδιοφωνία ikariaki.gr |
Λαϊκή Συσπείρωση Ικαρίας: Το ψηφοδέλτιο με επικεφαλής τον Φανούρη Καρούτσο για τον Δήμο Ικαρίας – Ικαριακή Ραδιοφωνία ikariaki.gr |
Οι Σεϋχέλλες της Ικαρίας, η πανέμορφη παραλία που δημιουργήθηκε κατά λάθος! – Fosonline www.fosonline.gr |