Γεννιέται σαν σήμερα το 1839 ο μεγάλος Γάλλος ιμπρεσιονιστής ζωγράφος Πολ Σεζάν .
«Το μάτι δεν αρκεί χρειάζεται και σκέψη», έλεγε ο Σεζάν σχολιάζοντας την πεπερασμένη φύση του ιμπρεσιονισμού και τις αντιφάσεις του
Αντίθετα με τους ιμπρεσιονιστές που αρκούνταν σε στιγμιαίες καταγραφές φευγαλέων εντυπώσεων, ο Σεζάν αφιέρωνε ώρες και ώρες στοχασμού και παρατήρησης. Ο μεγάλος αυτός καλλιτέχνης θεωρούσε ότι από τον ιμπρεσιονισμό έλειπε η σταθερότητα και κάποιο στοιχείο διαχρονίας, όπως συμβαίνει σε κάθε τέχνη που υπολείπεται σε απλότητα και συγκροτημένη άποψη.
«Η τέχνη δεν είναι κάτι αυθαίρετο, δημιουργεί μια αρμονία παράλληλη με τη φύση», γράφει ο Σεζάν. Για χάρη της χρωματικής λαμπρότητας, οι ιμπρεσιονιστές θυσίαζαν την σταθερότητα της μορφής αλλά και κάθε έννοια τάξης και συνοχής.
Ο Σεζάν ήταν ο μόνος ζωγράφος που μπορούσε να διακρίνει τις εγγενείς αδυναμίες του ιμπρεσιονισμού και να μην παρασυρθεί από αυτή την γοητευτική πλημμυρίδα.
Οι «νεκρές φύσεις» και τα τοπία του είναι αλήθεια πως αποτέλεσαν ένα είδος ιδεοληψίας για κάποια χρόνια, ωστόσο ο Σεζάν δεν αδιαφόρησε ποτέ για το ανθρώπινο στοιχείο, αν σκεφτεί κανείς πως οι προσωπογραφίες του ιδιαίτερα αυτές των οικείων του παραμένουν ίσως τα πιο αντιπροσωπευτικά έργα του.
Πολλοί από αυτούς τους πίνακες υπαινίσσονται μια μικρή ιστορία, όπως η «Γυναίκα με το ροζάριο». Πρόκειται για καλόγρια που το έσκασε από τη μονή της, κι αφού περιπλανήθηκε αρκετά, βρήκε καταφύγιο στο σπίτι του ζωγράφου ως υπηρέτρια.
Στο στενό περιβάλλον του φαίνεται πως κινείται και «Ο κηπουρός».
Οικείες και γεμάτες ανθρώπινη ζεστασιά είναι και οι φιγούρες των χαρτοπαικτών που απεικονίζονται σε τοπικό καφενείο. Σε έναν από αυτούς πίνακες δύο γείτονες του καλλιτέχνη χαρτοπαίζουν ζυγίζοντας ο ένας τον άλλο. Οι χαρτοπαίκτες του Σεζάν αποπνέουν όχι μόνο μια αυθεντική λαϊκότητα αλλά και ένα βαθύτερο στοχασμό τον οποίο αδυνατούν να αποδώσουν οι ιμπρεσιονιστές.
Αυτός ο σπουδαίος ζωγράφος άλλαξε την πορεία της σύγχρονης τέχνης, όχι μόνο με τις εικαστικές καινοτομίες αλλά και με τη βαρυσήμαντη φιλοσοφία του. Κάπως έτσι ξεπέρασε όσα βλέπει το μάτι του ανθρώπου φτάνοντας ως το έσχατο βάθος των πραγμάτων.
Πηγή : fosonline.gr
«Γλυκοχαράζουν τα βουνά» – Ο Τσιτσάνης είναι η Ιστορία μας σε μουσική και στίχους
Τετάρτη, 18/01/2023 11:50
Όλα μπορούν να συμβούν, Τσιτσάνης δεν ξαναγεννιέται…
Για όσους ξέρουν τι σημαίνει λαϊκό τραγούδι και τι νόημα βγάζει η φράση «Στων αγγέλων τα μπουζούκια», ο Τσιτσάνης στέκει σαν άγιος στο εικόνισμά του.
Τα τραγούδια του τυλιγμένα με το μαγνάδι της ποίησης, αυθεντικά λαϊκά, σε μια γλώσσα που θα ζήλευε και ο Σεφέρης, μας οδηγούν στην καρδιά της Ιστορίας του τόπου – Ιστορίας που δεν θα καταφέρουν να γράψουν ποτέ οι καθωσπρέπει ιστορικοί.
Έρωτας, πόλεμος, θάνατος, πολιτική, κοινωνία, το συναρπαστικό μίγμα μιας ολόκληρης εποχής, που ακόμα αναδίδει άρωμα στο βάζο του χρόνου. Τραγουδιστές και μουσικοί μέλη ενός αόρατου θιάσου που πλανάται πάνω από το παλιό εργοστάσιο της Columbia αναφύονται σαν πνεύματα μέσα από τις παλιούς, πολυπαιγμένους δίσκους.
Τα ταξίμια του Τσιτσάνη, οι ιδιοφυείς εισαγωγές, η μελετημένη ενορχήστρωση, οι στίχοι, ο ήχος των λαϊκών οργάνων, οι ζυγισμένες ερμηνείες των τραγουδιστών όλα μαζί δίνουν την ευγένεια και τη μαγκιά αυτού του λαού.
Η μαγεία της «Αχάριστης», το «Μην απελπίζεσαι» της λαϊκής αντίστασης, το μετεμφυλιακό «Μπρος στο ρημαγμένο σπίτι», η «Συννεφιασμένη Κυριακή» και εντέλει το «Γλυκοχαράζουν τα βουνά», με την ηράκλεια φωνή του Στράτου Παγιουμτζή είναι μόνο μερικές μεγαλειώδεις στιγμές αυτού του γίγαντα που ο Χιώτης συνήθιζε να αποκαλεί «Τσιτσάναρο!»
Πηγή : fosonline.gr
Μία απάντηση στο “ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ”
Γεννητούρια και μνήμη αντάμα , σαν σήμερα του Βασίλη Τσιτσάνη .
ΟΙ ΦΑΜΠΡΙΚΕΣ – ΓΕΙΑ ΣΟΥ ΠΕΡΗΦΑΝΗ ΚΙ ΑΘΑΝΑΤΗ ΕΡΓΑΤΙΑ
Σφυρίζει η φάμπρικα μόλις χαράζει,
οι εργάτες τρέχουν για τη δουλειά,
για να δουλέψουνε όλη τη μέρα,
γεια σου, περήφανη κι αθάνατη εργατιά!
Βλέπεις κοπέλες στα υφαντουργεία
και άλλες δουλεύουν στα αργαλειά,
στα καπνομάγαζα, στα συνεργεία,
γεια σου, περήφανη κι αθάνατη εργατιά!
Φράγκο δε δίνουνε για μεγαλεία,
έχουνε μάθει να ζουν απλά,
στάζει ο ιδρώτας τους χρυσές σταγόνες,
γεια σου, περήφανη κι αθάνατη εργατιά!
Σφυρίζει η φάμπρικα σαν θα σχολάσουν
κορίτσια-αγόρια ζευγαρωτά,
με την αγάπη τους θα ξαποστάσουν,
γεια σου, περήφανη κι αθάνατη εργατιά . Γεννήθηκε σαν σήμερα το 1915 .
Ομως και σαν σήμερα 18/1/1984
Πεθαίνει ο λαϊκός συνθέτης Βασίλης Τσιτσάνης.
Η φυσική του απουσία δεν κατάφερε να τον στερήσει από καμιά παρέα, από κανένα γλέντι και γιορτή, γιατί «ζει και βασιλεύει» στην καθημερινότητά μας, με τα τραγούδια του να μας συντροφεύουν πάντα στη θλίψη, στον καημό, στον πόνο και στο άχτι μας, αλλά και στον έρωτα, στο κέφι, στη χαρά μας.
Ο Βασίλης Τσιτσάνης υπήρξε ο δημιουργός που έδωσε συνέχεια στο ρεμπέτικο τραγούδι, δίνοντας το δικό του χρώμα και στίγμα. Συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής, άνοιξε νέους ορίζοντες στο λαϊκό τραγούδι, αναδεικνύοντας μέσα από τα τραγούδια του τη ζωή του λαού μας. «Τίποτα δεν αγνόησα στα τραγούδια μου, διότι κι αυτό το θεωρούσα χρέος. Εγραψα για την Ελλάδα, για τη φτώχεια, για τη γυναίκα, για την εργατιά, για τον πόνο, για την αδικία, για το χαμό, για τη φυγή, για τη λευτεριά, για τον πόθο, για το ανικανοποίητο. Και πού δε φτερούγισε η φαντασία μου όλα αυτά τα χρόνια…», έλεγε o ίδιος
Γεώργιος Παναγούλης