Κατηγορίες
ΠΟΛΙΤΙΚΗ

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ

Ο ιμπρεσσιονιστής ζωγράφος Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ. Μέρος Α!

Γράφτηκε από την Κατερίνα Ρουμπέκα

Ρενουάρ, Ωγκύστ (Pierre – Auguste Renoir). Γεννήθηκε στη Λιμόζ το 1841 και πέθανε στο Καν-Συρ-Μερ το 1919. Γάλλος ζωγράφος από τους γονιμότερους δασκάλους, τις πιο ηγετικές μορφές του ιμπρεσιονισμού. Τα έργα του είναι περισσότερα από 4000. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια για αυτό, από πολύ νέος εργάστηκε σε εργοστάσιο πορσελάνης, αργότερα με τον αδελφό του, που ήταν χαράκτης μεταλλίων και στη συνέχεια ως διακοσμητής σε βεντάλιες και λειτουργικά άμφια.

Στο μεταξύ, οι συχνές επισκέψεις του στο Λούβρο ωρίμασαν την απόφασή του να εγγραφεί στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου στο Ατελιέ Γκλερ, γνώρισε τους Μονέ, Σισλέ και Μπαζίλ. Μαζί τους και με τους Πισσαρρό, Γκιγιωμέν, Σεζάν της Ελβετικής Ακαδημίας συμμεριζόταν τον ενθουσιασμό για τον Μανέ, που η ζωγραφική του τότε ήταν αντικείμενο χλεύης και αποδοκιμασίας και για τους ζωγράφους της Μπαρμπιζόν, με τους οποίους ζωγράφισε au plein air στο δάσος του Φονταινεμπλώ. Τα έργα του αυτής της περιόδου, «Μαούνες στον Σηκουάνα», 1869, στο Παρίσι – Λούβρο, αποκαλύπτουν εξ άλλου την προσεχτική μελέτη του Κουρμπέ και του Κορό.

Έπειτα από πολλές αρνήσεις να δεχτούν έργα του στο Σαλόν, κατόρθωσε το 1868 να γίνει δεκτός ο πίνακάς του «Η Λίζα με την ομπρέλα». Από τότε και έως το 1882, όταν έλαβε μέρος με 25 έργα στην έκθεση ιμπρεσιονιστών, η παραγωγή του παρουσιάζει δύο διαφορετικούς τρόπους εκφράσεως που μερικές φορές εμφανίζονται στον ίδιο πίνακα. Στα τοπία και στις σκηνές au plein air, «Πρόγευμα με τους βαρκάρηδες», 1881, οι παλμικές κινήσεις του φωτός, το χρωματικό σπιθοβόλημα, οι γρήγορες και ελαφρές πινελιές πλημμυρίζουν και δίνουν έξαρση στα θέματά του.

ΤΟ ΠΡΟΓΕΥΜΑ ΤΩΝ ΒΑΡΚΑΡΗΔΩΝ, 1880-1881

Ο Ρενουάρ ήταν μαθητής του ακαδημαϊκού ζωγράφου Γκλερ. Απορρίπτοντας τις αντιλήψεις και την ατμόσφαιρα του εργαστηρίου του δασκάλου του, τον εγκατέλειψε για να εγκατασταθεί στο Σαγή, στην άκρη του δάσους του Φονταινεμπλώ και να ζωγραφίσει σε άμεση επαφή με τη φύση. Έλεγε στους φίλους του και το απέδειξε με την κάθε πινελιά του, που ήταν μια χαρούμενη έξαρση της φύσεως, της ζωής και του χρώματος, πως ήθελε να ζωγραφίσει τη γη, τον παράδεισο των θεών. «Η κούνια», 1876, θεωρείται ένα θεμελιώδες έργο της ιμπρεσιονιστικής ζωγραφικής. Απεικονίζει μια νέα που λικνίζεται ανέμελα εμπρός στους φίλους της. Ο καλλιτέχνης μελετά τις συνέπειες των παιχνιδιών του φωτός και της σκιάς, που το φύλλωμα των δέντρων αφήνει να αποτυπωθούν στη γυναικεία μορφή.

Η ΚΟΥΝΙΑ, 1876

Ο εξαίρετος πίνακας «Το κορίτσι με το ποτιστήρι», 1876, παρουσιάζει ένα κοριτσάκι, που έχει σταθεί ανάμεσα στις πράσινες πελούζες ενός κήπου, στολισμένες με ρόδα και βιολέτες. Με το κεντητό του φόρεμα και τα ζωηρά μάτια τονισμένα από το ξανθορόδινο των μαλλιών και του προσώπου, αισθανόμαστε το είδος εκείνο της γοητείας που δοκίμαζε ο καλλιτέχνης μπροστά στα παιδιά.

ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΟ ΠΟΤΙΣΤΗΡΙ, 1876

Ο πίνακας «La Moulin de la Galette», 1876, δείχνει την ιδιοφυΐα του Ρενουάρ, τα ζωγραφικά του χαρίσματα, την αδιαφορία του και την αποστροφή του για κάθε είδος διανοητικισμού. Στην πλατιά αυτή σύνθεση, που διαρθρώνεται με μια ακριβή αίσθηση του χώρου και προπάντων στα πρώτα επίπεδα, όπου μερικά στοιχεία φαίνονται, κατά κάποιον τρόπο υπερβολικά, εκείνο που ενδιαφέρει κυρίως τον Ρενουάρ είναι το πολύμορφο και ατελείωτο σπιθοβόλημα των χρωμάτων.

LA MOULIN DE LA GALETTE, 1876

Τα κεφάλια μερικών μορφών στο πρώτο πλάνο είναι ζωγραφισμένα με κάποια λεπτομέρεια, αλλά ακόμα και αυτά είναι φτιαγμένα με ελεύθερο τρόπο. Τα μάτια και το μέτωπο της καθισμένης γυναίκας βρίσκονται στη σκιά, ενώ ο ήλιος παίζει στο στόμα και στο πηγούνι της. Το φόρεμά της είναι φτιαγμένο με αραιές πινελιές. Πιο πέρα, οι μορφές αναλύονται όλο και περισσότερο σε ηλιακό φως και αέρα. Είναι η κίνηση του φωτός που φιλτράρεται άνισα καθώς ξεχύνεται στην άπλα του κοσμοπλημμυρισμένου κήπου. Πολλά επεισόδια ζωντανεύουν τον πίνακα. Η ζωή, η κοινωνία, η καθημερινή ατμόσφαιρα του Παρισιού του 19ου αιώνα, δε θα μπορούσαν να βρουν μια πιο λυρική και πιο ανθρώπινη ερμηνεία.

Βιβλιογραφία:

– E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
– Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Τόμος 13ος, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
– Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Πινακοθήκη, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
– Τα Μεγάλα Μουσεία του Κόσμου, (Εθνική Πινακοθήκη-Ουάσιγκτων), (Λούβρο-Παρίσι), (Μουσείο Καλών Τεχνών-Βοστώνη), 1970, Εκδόσεις Φυτράκη-Αθήναι
– Ιστοσελίδα της Wikipedia

Πηγή: artmag.gr

ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

Ο Λουίς Μπουνιουέλ, σημείο αναφοράς του ισπανικού και του παγκόσμιου κινηματογράφου γεννήθηκε σαν σήμερα 22 -2 – το 1900

Ο Buñuel ήταν ένας άθεος, «βλάσφημος» σκηνοθέτης, αντίθετος στο ρεύμα τόσο λόγω πεποίθησης όσο και ιδιοφυΐας, που σκοπό είχε να προκαλέσει και να επιτεθεί στους θεσμούς και την υποκρισία της αστικής τάξης. Διακωμώδησε τις φαντασιώσεις της αστικής τάξης με απίστευτη μαεστρία. Έδειξε ότι και η ελευθερία που προτείνεται -η αστική- είναι για άλλη μια φορά μια απάτη, ένα φάντασμα, μια μορφή σκλαβιάς.

Στην αριστουργηματική σουρεαλιστική ταινία “Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας” ο Μπουνιουέλ, σατιρίζει καυστικά για άλλη μια φορά την αστική τάξη και την προσποιητή ευγένειά της. Τίποτα δεν ξεφεύγει από τον σαρκασμό του δημιουργού. Οι κενοί καλοί τρόποι, οι ανούσιες κοινωνικές εκδηλώσεις, οι αποσαθρωμένες διαπροσωπικές σχέσεις, αλλά και οι εγκληματικές πράξεις, που καλύπτονται από την κοινωνική θέση, όλα μπαίνουν στο μικροσκόπιο του σκηνοθέτη. Μ’ ένα αιχμηρό, σουρεαλιστικό χιούμορ, ο σκηνοθέτης καταλύει την εικόνα της αστικής τάξης και επιτίθεται στους πυλώνες της.

“Η κρυφή γοητεία της μπουρζουαζίας”, με ελληνικούς υπότιτλους:

https://ok.ru/video/1265921100440

*στη φωτο ο Luis Buñuel στα γυρίσματα του “Γαλαξία”

Μπορεί να είναι εικόνα 7 άτομα και όρθια άτομα

Στις 16 Φεβρουαρίου του 2019 πέθανε ένας από τους κορυφαίους Ευρωπαίους ηθοποιούς των τελευταίων 40 ετών.

O σπουδαίος Μπρούνο Γκαντς

Ο λόγος για τον Ελβετό καλλιτέχνη Μπρούνο Γκαντς, τον εμβληματικό ηθοποιό της «Πτώσης». Μία από τις σπουδαιότερες φυσιογνωμίες του γερμανόφωνου θεάτρου και κινηματογράφου, με παγκόσμια εμβέλεια. Συνεργάστηκε με σπουδαίους σκηνοθέτες, όπως ο Ερίκ Ρομέρ, ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, ο Βιμ Βέντερς, ο Τζόναθαν Ντέμι, ο Βέρνερ Χέρτζογκ και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος. Στη μεγάλη οθόνη υποδύθηκε, μεταξύ άλλων, έναν εμβληματικό άγγελο στα «Φτερά του Έρωτα» του Βιμ Βέντερς, τον Αδόλφο Χίτλερ στην «Πτώση» και τον καλόκαρδο παππού στη «Χάιντι».

Ανάμεσα στους πιο αξιοσημείωτους ρόλους του ήταν αυτοί του Τζόναθαν Χάρκερ στην ταινία του Βέρνερ Χέρτζογκ «Νοσφεράτου» (1979), του αγγέλου Νταμιέλ στα «Φτερά του Έρωτα» που σκηνοθέτησε ο Βιμ Βέντερς το 1987. Ενσάρκωσε με εντυπωσιακό τρόπο τον Αδόλφο Χίτλερ στο πολεμικό δράμα του Όλιβερ Χιρσμπίγκελ «Η Πτώση» που ήταν υποψήφιο για Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας (2004).

Η ερμηνεία του έγινε δεκτή διεθνώς με εξαιρετικά σχόλια, αν και ο ρόλος αυτός τον στοίχειωνε για χρόνια όπως είχε δηλώσει. Υποδύθηκε, επίσης, τον Αλέξανδρο, τον συγγραφέα στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Μια αιωνιότητα και μία ημέρα» (1998), η οποία βραβεύτηκε με τον Χρυσό Φοίνικα στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών.

Με τον Έλληνα σκηνοθέτη συνεργάστηκε και στην τελευταία του ταινία «Η σκόνη του χρόνου» (2009). Το 2000 ο Γκαντς έπαιξε στην παράσταση «Φάουστ» σε σκηνοθεσία Πέτερ Στάιν, μία από τις σπάνιες φορές που έχει παρουσιαστεί ολόκληρο το έργο του Γκαίτε. Η συνολική διάρκεια ήταν περίπου δεκαπέντε ώρες. Ο ίδιος το έχει χαρακτηρίσει ως «το μεγαλύτερο θεατρικό εγχείρημα στο οποίο έχω πάρει ποτέ μέρος».

Ο Γκαντς δραστηριοποιούταν περισσότερο από 50 χρόνια στο γερμανόφωνο θέατρο, κινηματογράφο και τηλεόραση, ήταν κάτοχος του «Iffland-Ring», του σημαντικότερου βραβείου για γερμανόφωνους ηθοποιούς. Ο Μπρούνο Γκαντς πέθανε σε ηλικία 77 ετών στο Βέντενσβιλ της Ελβετίας. Λίγους μήνες πριν από τον θάνατό του είχε διαγνωστεί με καρκίνο του εντέρου.

Πηγή : fosonline.gr

Κοινοποιήστε

Μία απάντηση στο “ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ”

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *