Ο ιμπρεσσιονιστής ζωγράφος Πιερ Ωγκύστ Ρενουάρ. Μέρος Α!

Γράφτηκε από την Κατερίνα Ρουμπέκα

Ρενουάρ, Ωγκύστ (Pierre – Auguste Renoir). Γεννήθηκε στη Λιμόζ το 1841 και πέθανε στο Καν-Συρ-Μερ το 1919. Γάλλος ζωγράφος από τους γονιμότερους δασκάλους, τις πιο ηγετικές μορφές του ιμπρεσιονισμού. Τα έργα του είναι περισσότερα από 4000. Καταγόταν από φτωχή οικογένεια για αυτό, από πολύ νέος εργάστηκε σε εργοστάσιο πορσελάνης, αργότερα με τον αδελφό του, που ήταν χαράκτης μεταλλίων και στη συνέχεια ως διακοσμητής σε βεντάλιες και λειτουργικά άμφια.
Στο μεταξύ, οι συχνές επισκέψεις του στο Λούβρο ωρίμασαν την απόφασή του να εγγραφεί στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου στο Ατελιέ Γκλερ, γνώρισε τους Μονέ, Σισλέ και Μπαζίλ. Μαζί τους και με τους Πισσαρρό, Γκιγιωμέν, Σεζάν της Ελβετικής Ακαδημίας συμμεριζόταν τον ενθουσιασμό για τον Μανέ, που η ζωγραφική του τότε ήταν αντικείμενο χλεύης και αποδοκιμασίας και για τους ζωγράφους της Μπαρμπιζόν, με τους οποίους ζωγράφισε au plein air στο δάσος του Φονταινεμπλώ. Τα έργα του αυτής της περιόδου, «Μαούνες στον Σηκουάνα», 1869, στο Παρίσι – Λούβρο, αποκαλύπτουν εξ άλλου την προσεχτική μελέτη του Κουρμπέ και του Κορό.
Έπειτα από πολλές αρνήσεις να δεχτούν έργα του στο Σαλόν, κατόρθωσε το 1868 να γίνει δεκτός ο πίνακάς του «Η Λίζα με την ομπρέλα». Από τότε και έως το 1882, όταν έλαβε μέρος με 25 έργα στην έκθεση ιμπρεσιονιστών, η παραγωγή του παρουσιάζει δύο διαφορετικούς τρόπους εκφράσεως που μερικές φορές εμφανίζονται στον ίδιο πίνακα. Στα τοπία και στις σκηνές au plein air, «Πρόγευμα με τους βαρκάρηδες», 1881, οι παλμικές κινήσεις του φωτός, το χρωματικό σπιθοβόλημα, οι γρήγορες και ελαφρές πινελιές πλημμυρίζουν και δίνουν έξαρση στα θέματά του.
ΤΟ ΠΡΟΓΕΥΜΑ ΤΩΝ ΒΑΡΚΑΡΗΔΩΝ, 1880-1881
Ο Ρενουάρ ήταν μαθητής του ακαδημαϊκού ζωγράφου Γκλερ. Απορρίπτοντας τις αντιλήψεις και την ατμόσφαιρα του εργαστηρίου του δασκάλου του, τον εγκατέλειψε για να εγκατασταθεί στο Σαγή, στην άκρη του δάσους του Φονταινεμπλώ και να ζωγραφίσει σε άμεση επαφή με τη φύση. Έλεγε στους φίλους του και το απέδειξε με την κάθε πινελιά του, που ήταν μια χαρούμενη έξαρση της φύσεως, της ζωής και του χρώματος, πως ήθελε να ζωγραφίσει τη γη, τον παράδεισο των θεών. «Η κούνια», 1876, θεωρείται ένα θεμελιώδες έργο της ιμπρεσιονιστικής ζωγραφικής. Απεικονίζει μια νέα που λικνίζεται ανέμελα εμπρός στους φίλους της. Ο καλλιτέχνης μελετά τις συνέπειες των παιχνιδιών του φωτός και της σκιάς, που το φύλλωμα των δέντρων αφήνει να αποτυπωθούν στη γυναικεία μορφή.
Η ΚΟΥΝΙΑ, 1876
Ο εξαίρετος πίνακας «Το κορίτσι με το ποτιστήρι», 1876, παρουσιάζει ένα κοριτσάκι, που έχει σταθεί ανάμεσα στις πράσινες πελούζες ενός κήπου, στολισμένες με ρόδα και βιολέτες. Με το κεντητό του φόρεμα και τα ζωηρά μάτια τονισμένα από το ξανθορόδινο των μαλλιών και του προσώπου, αισθανόμαστε το είδος εκείνο της γοητείας που δοκίμαζε ο καλλιτέχνης μπροστά στα παιδιά.
ΤΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΜΕ ΤΟ ΠΟΤΙΣΤΗΡΙ, 1876
Ο πίνακας «La Moulin de la Galette», 1876, δείχνει την ιδιοφυΐα του Ρενουάρ, τα ζωγραφικά του χαρίσματα, την αδιαφορία του και την αποστροφή του για κάθε είδος διανοητικισμού. Στην πλατιά αυτή σύνθεση, που διαρθρώνεται με μια ακριβή αίσθηση του χώρου και προπάντων στα πρώτα επίπεδα, όπου μερικά στοιχεία φαίνονται, κατά κάποιον τρόπο υπερβολικά, εκείνο που ενδιαφέρει κυρίως τον Ρενουάρ είναι το πολύμορφο και ατελείωτο σπιθοβόλημα των χρωμάτων.
LA MOULIN DE LA GALETTE, 1876
Τα κεφάλια μερικών μορφών στο πρώτο πλάνο είναι ζωγραφισμένα με κάποια λεπτομέρεια, αλλά ακόμα και αυτά είναι φτιαγμένα με ελεύθερο τρόπο. Τα μάτια και το μέτωπο της καθισμένης γυναίκας βρίσκονται στη σκιά, ενώ ο ήλιος παίζει στο στόμα και στο πηγούνι της. Το φόρεμά της είναι φτιαγμένο με αραιές πινελιές. Πιο πέρα, οι μορφές αναλύονται όλο και περισσότερο σε ηλιακό φως και αέρα. Είναι η κίνηση του φωτός που φιλτράρεται άνισα καθώς ξεχύνεται στην άπλα του κοσμοπλημμυρισμένου κήπου. Πολλά επεισόδια ζωντανεύουν τον πίνακα. Η ζωή, η κοινωνία, η καθημερινή ατμόσφαιρα του Παρισιού του 19ου αιώνα, δε θα μπορούσαν να βρουν μια πιο λυρική και πιο ανθρώπινη ερμηνεία.
Βιβλιογραφία:
– E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
– Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Τόμος 13ος, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
– Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Πινακοθήκη, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
– Τα Μεγάλα Μουσεία του Κόσμου, (Εθνική Πινακοθήκη-Ουάσιγκτων), (Λούβρο-Παρίσι), (Μουσείο Καλών Τεχνών-Βοστώνη), 1970, Εκδόσεις Φυτράκη-Αθήναι
– Ιστοσελίδα της Wikipedia
Πηγή: artmag.gr
ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ


Γράφτηκε από την Κατερίνα Ρουμπέκα
Ο Ρενουάρ ενδιαφέρθηκε για την ανθρώπινη μορφή πολύ περισσότερο από τους άλλους ιμπρεσιονιστές. Οι γυναικείες μορφές του είναι λουσμένες σε μια μουσική από φώτα και χρώματα. Τα γυμνά του έχουν τη γοητεία ενός αποπνευματωμένου, ονειρικού αισθησιασμού. Το χρώμα ήταν το κυρίαρχο στοιχείο στην τέχνη του Ρενουάρ. Υπήρξε ο λυρικότερος από τους καλλιτέχνες του καιρού του, μια αστείρευτη πηγή τρυφερότητας και δροσιάς. Τα πορτραίτα, αντίθετα, και οι σκηνές εσωτερικών «Το θεωρείο», 1874, έχουν πλαστικότερη μορφή και πυκνότερο χρώμα.
ΠΡΟΣΩΠΟΓΡΑΦΙΑ ΜΟΝΤΕΛΟΥ
Νέες εμπειρίες, κυρίως το ταξίδι στην Ιταλία, όπου εντυπωσιάστηκε από τον Ραφαήλ, τον έκαναν να απομακρυνθεί από τους ιμπρεσιονιστές και να χαμηλώσει τον τόνο της παλέτας του, επιβάλλοντας μια απλοποίηση του σχεδίου. Αριστούργημα της περιόδου αυτής, που ονομάστηκε aigre μπορούν να θεωρηθούν «Οι ομπρέλες», 1883.
Από το 1890, που ξαναγύρισε σε μια χρωματική χαρά, ζωγραφίζει στο Εσσουά και στο Μεζύ και σε πολλά ταξίδια του στον Νότο, εξαίσια τοπία, σκηνές εσωτερικών και πορτραίτα, όπου σιγά σιγά επικρατεί ο πλαστικότερος τρόπος εκφράσεως που θα τον οδηγήσει και σε καθαυτό γλυπτικές εμπειρίες.
ΛΟΥΟΜΕΝΕΣ
Στο Σαλόν ντ’ Ωτόν του 1904 ο ζωγράφος, υποφέροντας από ρευματισμούς που θα τον αναγκάσουν να δένει το πινέλο στο χέρι του για να μπορεί να ζωγραφίζει, πετυχαίνει πραγματικό θρίαμβο. Στην τελευταία αυτή περίοδο προσπαθεί να συμφιλιώσει μορφή και φως, τονίζοντάς τα έτσι που να δίνουν πολλή ζωντάνια στη σύνθεση. Εξαιρετικά ωραίες είναι οι προσωπογραφίες γυναικών και παιδιών, όπου η απαλή χάρη μετριάζει τους κρασόχρωμους τόνους και τις παραφορτωμένες μορφές, που χαρακτηρίζουν την τελευταία παραγωγή του.
Η ουσία της τέχνης του Ρενουάρ είναι μια άνετη και χαρωπή ανταπόκριση στη ζωή και την αισθητική ομορφιά του κόσμου. Αυτή η ευτυχισμένη στάση ακτινοβολεί μέσα από κάθε πίνακα. Τις πληθωρικές νεκρές φύσεις με άνθη και φρούτα, τα αστραφτερά μεσογειακά τοπία, τις γιορτινές σκηνές, καθώς και από τα αναρίθμητα έργα που είναι αφιερωμένα στο κεντρικό θέμα του έργου του, τις γυναίκες και τα παιδιά. «Ο χορός στο Μπουζιβάλ», το 1883 είναι ένα από τα αριστουργήματα της μακριάς σταδιοδρομίας του Ρενουάρ. Δείχνει ένα ζευγάρι νέων που έχουν χαθεί ο ένας στην αγκαλιά του άλλου και κινούνται με απλή χάρη στον αισθησιακό ρυθμό του βαλς. Ο απαλός δυναμισμός του σχεδίου και το χαριτωμένο θέμα, κατακτούν το μάτι και το πνεύμα. Εύκολα μαντεύει κανείς τους πονηρούς σκοπούς του νέου με το ψάθινο καπέλο στην κλίση του κεφαλιού, ενώ το χαμηλωμένο βλέμμα της δελεαστικής ντάμας, του μιλά για την ντροπαλή της ενδοτικότητα. Το μήνυμα του νεανικού έρωτα, τόσο φυσικά μα και τόσο λεπτά εκφρασμένο, είναι ακαταμάχητο.
Ο ΧΟΡΟΣ ΤΟΥ ΜΠΟΥΖΙΒΑΛ, 1883
Ο Ρενουάρ έχει πλαισιώσει το πρόσωπο της νεαρής γυναίκας με έναν κόκκινο σκούφο για να το καταστήσει εστιακό σημείο της εικόνας, ενώ το σκούρο μπλε κοστούμι του καβαλιέρου προβάλλει έντονα τις σεντεφένιες ρόδινες πτυχές του φορέματος της χορεύτριας. Μερικές αριστοτεχνικές λεπτομέρειες δίνουν την σκηνοθεσία, όπως, η εύθυμη παρέα στο βάθος με τα ποτήρια της μπύρας στο τραπέζι, ακόμα και το πατημένο τσιγάρο κάτω από το στροβιλιζόμενο φουστάνι της χορεύτριας. Ο Ρενουάρ επηρεασμένος από τον Μονέ και τον Σισλέ, υιοθετεί την ιμπρεσιονιστική αντίληψη του θεματικού του υλικού. Τυχαία θέματα από την καθημερινή ζωή, σε αντίθεση προς τα υψιπετή θέματα, τα γαρνιρισμένα με ρητορεία, που προτιμούσε η Ακαδημία. Επίσης τους φωτεινούς τόνους των χρωμάτων του, για να περιγράψει την ενέργεια του φωτός στο ύπαιθρο.
Η ζωγραφική au plein air (ύπαιθρος), οι παλμικές κινήσεις του φωτός, το χρωματικό σπινθηροβόλημα, οι γρήγορες ελαφρές πινελιές, η ζωηρή και θερμή συμμετοχή στη ζωή πλημμυρίζουν τους πίνακες του Ρενουάρ και τους δίνουν έξαρση. Με τον πίνακα «Κορίτσια στο πιάνο» το 1892, θεματογραφικά ο καλλιτέχνης ξαναγυρίζει στον ανθρωποκεντρισμό, αναζητώντας την παρουσία του ανθρώπου μέσα στο ζωντανό φως του υπαίθρου. Έλεγε πως αγαπά τους πίνακες που του προκαλούσαν την επιθυμία να βαδίσει μέσα τους, αν είναι τοπία, ή να περάσει το χέρι του σε μια πλάτη, αν είναι γυναίκα. Την άποψη της ζωγραφικής του υπαίθρου την τήρησε και στην ατμόσφαιρα των εσωτερικών χώρων, στα γυμνά και στα πορτραίτα του, στα οποία έδωσε πλαστικότερη μορφή και απαλότερη χάρη στους τόνους των χρωμάτων.
ΚΟΡΙΤΣΙΑ ΣΤΟ ΠΙΑΝΟ, 1892
Στο έργο του «Λουόμενη» το 1893, το γυναικείο γυμνό είναι το αγαπημένο θέμα του Ρενουάρ, που περιορίζει τον διάκοσμο για να δώσει σε αυτό το γυμνό τη δυνατότητα να ανθοβολήσει σε όλη τη λαμπρότητά του. οι φόρμες, σε μεγάλες διαστάσεις, λούζονται σε ένα διάχυτο φως, που τονίζει τους όγκους με λεπτότητα και ευαισθησία. Τοποθετημένες σε ένα χώρο όπου κυριαρχούν, προσφέρουν μια όψη όλο και λιγότερο νατουραλιστική. Το χρώμα εμφανίζεται ομοιογενές και ικανό να διαποτίσει τα πάντα. Μια νέα έκρηξη χρωμάτων, πλημμυρίζουν τα πρόσωπα και τα πράγματα.
ΛΟΥΟΜΕΝΗ, 1893
Βιβλιογραφία:
– E.H. Gombrich, 1998, «Το χρονικό της Τέχνης», Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης
– Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Τόμος 13ος, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
– Εγκυκλοπαίδεια έγχρωμη «ΔΟΜΗ», Όλες οι γνώσεις για όλους, Πινακοθήκη, 1975, Εκδόσεις «ΔΟΜΗ» Αθήναι
– Τα Μεγάλα Μουσεία του Κόσμου, (Εθνική Πινακοθήκη-Ουάσιγκτων), (Λούβρο-Παρίσι), (Μουσείο Καλών Τεχνών-Βοστώνη), 1970, Εκδόσεις Φυτράκη-Αθήναι
– Ιστοσελίδα της Wikipedia
Πηγή: artmag.gr
ΕΜΕΙΣ ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ιδρώτα μας ποτίζουμε τη γη γιά να γεννά καρπούς , λουλούδια , τ’ αγαθά του κόσμου ολόγυρά μας φτωχή , αλουλούδιαστη , άκαρπη ,μονάχα η εργατιά .
Εμείς οι εργάτες είμαστε που με τον ιδρώτα μας ζυμώνουμε του κόσμου το ψωμί πιό δυνατά κι απ τα σπαθιά τα χέρια τα δικά μας , και μ ‘ όλο το αλυσόδεμα ,σκάφτουν , και η γη πλουτεί .
Στου κόσμου τους θησαυριστές το βάρος σου , εργάτη , νόμοι στο τρώνε αδικητές χωρίς ντροπή . Αγκαλιαστείτε ,αδέρφια όρθοί! Με μια καρδιά , μιά γνώμη . Δικαιοσύνη , βρόντηξε , και έλαμψε , Προκοπή!… ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ Πέθανε σαν σήμερα το 1943 ο μεγάλος Ελληνας ποιητής , και
η κηδεία του μετετράπηκε σε διαδήλωση κατά της γερμανικής κατοχής . Χιλιάδες άνθρωποι ξεχύνονται στους δρόμους της Αθήνας . Μία ομάδα διασπά τον αστυνομικό κλοιό και καταστρέφει το γραφείο του κατοχικού πρωθυπουργού στη Βουλή . Μία άλλη , αφού υπερφαλαγγίζει τους Ιταλούς καραμπινιέρους, πυρπολεί το υπουργείο Εργασίας , όπου είχε γίνει ο προπαρασκευαστικός σχεδιασμός για την επιστράτευση . Κατά τις συγκρούσεις , 3 διαδηλωτές σκοτώνονται και 30 τραυματίζονται σοβαρά .

Γεώργιος Παναγούλης
Καλημέρα! Καλή Κυριακή!!
Σαν σημερα το 1902 γεννιέται ενας απο τους ελαχιστους
Αμερικανους προοδευτικούς συγγραφεις , Ο Τζον Στάινμπεκ .
“Θα βρίσκομαι παντού μέσα στο σκοτάδι.
Θα βρίσκομαι εκεί όπου δίνουν μάχη
για να φάνε οι πεινασμένοι.
Θα βρίσκομαι εκεί όπου οι άνθρωποι φωνάζουν
επειδή είναι έξαλλοι και δεν αντέχουν άλλο.
Αλλά θα βρίσκομαι και εκεί όπου τα παιδιά γελούν
επειδή πεινούν μα ξέρουν ότι το δείπνο τα περιμένει.
Και θα βρίσκομαι εκεί όταν οι άνθρωποι θα τρώνε
τους δικούς τους καρπούς και θα ζουν στα σπίτια
που οι ίδιοι έφτιαξαν.
Θα βρίσκομαι εκεί…”
Τα «Σταφύλια της οργής»

Γεώργιος Παναγούλης
2 απαντησεις στο “ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ”
Το 1922 η ιδέα που καθοδηγούσε τη ζωή των Ελλήνων επί αιώνες βουλιάζει στα νερά της Σμύρνης . Είναι ανυπολόγιστο το μέγεθος της συντριβής που σκεπάζει την ποιητική ψυχή του Παλαμά . Οι εκατοντάδες χιλιάδες νεκροί , οι εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες , το τραγικό τέλος της ιδέας που ήταν σύμφωνα με τα λόγια του ποιητή η “χρυσοπηγή του πανελλήνιου μεγαλονείρου ” τον συγκλονίζουν. Μετά το 1922 ο Παλαμάς αισθάνεται διαψευμένος προφήτης και ηττημένος άνθρωπος . Θα συνεχίσει , βέβαια , τη δημιουργική του δράση του , μα δεν είναι πια ο οδηγός του λαού του , είναι ο παρηγορητής και το νοσταλγικό αποκούμπι του . Γεώργιος Παναγούλης
Κώστα Βάρναλη: ”Αισθητικά-Κριτικά-Σολωμικά”, σελ 160:
”Ό Παλαμάς δέν άνοιξε μονάχα καινούργιους δρόμους στόν
κόσμο τής Τέχνης καί τής Φαντασίας. Άνοιξε καινούργιους
δρόμους καί στήν κοινωνική μας έξέλιξη. Κίνησε τόν τροχό τής
‘Ιστορίας πρός τά μπρός, τήν έποχή, πού δλες οί δυνάμες: πολιτικές, θρησκευτικές, πνευματικές τραβούσανε τήν Ιστορία μας πρός τά πίσω. Κι αύτόνε του τό ρόλο τόνε νιώθουμε σήμερα περισσότερο άπό άλλοτες· γιατί ή πείρα μάς έμαθε γιά καλά τί θά πεΐ Αντίδραση κι Απάτη καί Προδοσία «έκ τών άνω».
“Ο Παλαμάς άπό τήν άποψην αύτή στάθηκεν ό άγαθός Δάσκαλος τού έθνους — τού λαού. «Δάσκαλος νά γίνει ό ποιητής». Κ’ έγινε. Άλλά δέν έγινε μονάχα δάσκαλος τοϋ γραφείου.”Εγινε τιμωρός τών έμπόρων τοϋ Ναοΰ. Κατέβηκε στήν άγορά μέ τό βούρδουλα στό χέρι καί μέ τόν κασμά. Χτύπησε καί γκρέμισε ό,τι σάπιο καί βρώμικο είχε ή τοτεσινή πολιτεία καί κοινωνία : τή φαυλότητα τής κυρίαρχης τάξης, τήν άντιδραστικότητά της, τήν άπουσία ιδανικών (έννοώ ζωντανών), τό άντιλαϊκό μίσος τών καλόγερων και τών λογιότατων. “Εγινε «χαλαστής».
Άλλ’ ούτε κι έδώ σταμάτησε — σ’ αύτόν τόν άρνητικό ρόλο.
Προχώρησε παραπέρα. Κ’ έγινε δημιουργός. “Εγινε «πλάστης».
“Εβαλε δλα του τά δυνατά, όλη του τήν ψυχή καί τή σοφία, νά
δώσει στό λαό τή γλώσσα του. “Επλασε, όσο κανένας άλλος,
ένα γλωσσικό όργανο πλούσιο, εύκίνητο, κανονισμένο κι δσο τό
δυνατό πιό όλοκληρωμένο (μέσα στά χρονικά δρια τού καιρού
του) γιά νά τό χει έτοιμ’ ό λαός, δταν θά γινότανε κάποτες
πραγματικά κυρίαρχος καί θά έλυνε μονάχος του δλα τά προβλήματα.”
… Είδε, πώς το μέλλον άνήκει στο λαό πώς ό λαός είταν ο φορέας τής λευτεριάς καί τής προκοπής. Είδε, πώς ο λαός, ο Φτωχολέοντας, θά ρθει κάποτε νά σαρώσει τους άδικητές άφεντάδες τής γής καί τ’ ούρανοΰ ο Φτωχολέοντας, ο «κληρονόμος», που θά κάνει δχι μονάχα μιά πατρίδα λεύτερη παρά καί «μιά πολιτεία τον Κόσμο» ! Κι αύτήνε τή μεγάλη άλήθεια δέν τήν «είδε» σάν δραματιστής (μέ το έτσι μοΰ άρέσει!) παρά τήν «κατανόησε» μέ το φώς τοΰ έπιστημονικού διαλεχτισμοΰ. Είδε δηλαδή καί κατανόησε, πώς ο κόσμος δέ μένεί στάσιμος: πώς ή έξέλιξη προχωρεί από το παλιό καί το ψόφιο στο καινούργιο καί το ζωντανό καί πώς το καινούργιο θά νικήσει μέ το συνειδητον άγώνα τής πρωτοπορίας τοΰ λαοΰ, άπό ίστορικήν άναγκαιότητα.
Ή ζωή δέ γυρίζει προς τά πίσω καί ή κίνηση δέν μπορεί ν’ άκινητοποιηθεί. Κ’ ενας έθνικός «δάσκαλος», ένας έθνικός «χαλαστής καί πλάστης», δέ μπορεί παρά νά βοηθάει τις δυνάμεις τοϋ μέλλοντος νά νικήσουνε καί νά μετασχηματίσουνε τον κόσμο πάνου στίς καινούργιες του βάσεις.
Άπ’ αύτήν τήν άποψη (τήν προοδευτική — έπαναστατική)
ο Παλαμάς έκανε το χρέος του. Δέν πλούτισε μονάχα το συναισθηματικό μας κόσμο μέ καινούργια ρίγη δέ φώτισε μονάχα το φανταστικό μας κόσμο μέ καινούργια φώτα (εύρωπαϊκά) παρά έσπειρε καί ιδέες καινούργιες ιδέες, δπως είπα. ζωντανές (πραγματοποιήσιμες καί προοδευτικές) κι όχι στενά έλληνικές παρά άνθρώπινες.
Κώστας Βάρναλης-Αισθητικά, Κριτικά, Σολωμικά.
Eλένη Μαρκάκη