ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ (1939 – 2023)
Παρακαταθήκη το πλούσιο έργο του
Με τον Ν. Ξυλούρη |
Ο Γιάννης Μαρκόπουλος, που με το έργο του «προσκύνησε τη χάρη του λαού μας» και έδωσε πνοή, δύναμη και κουράγιο στα «χρόνια τα δίσεχτα», ο ανήσυχος δημιουργός που μας έδειξε με τη δική του ξεχωριστή προσωπική ηχητική φωνή και άποψη πώς μπορεί κανείς να αξιοποιήσει τα εξελίξιμα στοιχεία της παράδοσης, πώς μπορεί κανείς να ερμηνεύσει γόνιμα τις κληρονομημένες αξίες, ο συνθέτης του «Χρονικού», της «Ιθαγένειας», της «Θητείας», των «Ελεύθερων Πολιορκημένων», του «Θεσσαλικού Κύκλου», των «Μεταναστών» και τόσων άλλων έργων που τραγουδήθηκαν πολύ και θα εξακολουθήσουν να τραγουδιούνται, πέρασε το περασμένο Σάββατο στην αθανασία.
Οπως σημείωνε και στο αποχαιρετιστήριο μήνυμά του το ΚΚΕ, «το έργο του Μαρκόπουλου – μακριά πάντα από τις σειρήνες της ευκολίας και τους πειθαναγκασμούς της εμπορευματοποίησης – δεν αποτελεί απλά παθητικό δέκτη των μηνυμάτων του καιρού. Είναι ένας ενεργητικός πομπός, που μεταβάλλεται σε κοινωνική πράξη, που επενεργεί στη ζωή με τα ιδανικά που εκφράζει και εξυπηρετεί τα αιτήματα μιας φωτεινότερης κι ομορφότερης ζωής για τους όπου Γης αδικημένους. Και γι’ αυτό είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσει με αμείωτη τη δύναμή του διαχρονικά να ζεσταίνει τις ανθρώπινες καρδιές. Κάθε νέα γενιά που θα έρχεται θα το ξανα-ανακαλύπτει, γιατί θα εκφράζει και τους δικούς της πόθους, ανάγκες και οράματα».
Σε τούτο το μικρό μας αφιέρωμα περιηγούμαστε σε κάποιους από τους πλέον εμβληματικούς και αγαπημένους δίσκους του συνθέτη μέσα από δικά του λόγια.
«Ηλιος ο πρώτος», Οδυσσέας Ελύτης
Ενα και δυο: τη μοίρα μας δεν θα την πει κανένας
Ενα και δυο: τη μοίρα του ήλιου θα την πούμε εμείς
Με την Μ. Δημητριάδη |
Ο συνθέτης ξεκίνησε να γράφει τη μουσική το 1966 και το τελείωσε στο Λονδίνο το 1969. Ηχογραφήθηκε στην Αθήνα, καθώς μπορούσε να χρησιμοποιήσει τα μουσικά όργανα (σαντούρι, λύρα, νταούλι, λαούτο, μπαγλαμάς) που ήθελε, «που τα χρώματά τους νόμιζα πως θα αποδώσουν αυτή τη νωπογραφία…».
Την προσωπική κραυγή, την αγωνία, τον αγώνα και την ελπίδα, όλα αυτά τα στοιχεία που υπάρχουν στο συγκεκριμένο ποίημα προσπάθησε ο Γ. Μαρκόπουλος να τα εκφράσουν οι φωνές των νέων τραγουδιστών, της Μαρίας Δημητριάδη και του Σταύρου Πασπαράκη. Οπως ανέφερε, «το έργο το νιώθω σαν ένα χρέος στη γενιά του Ελύτη, στη δική μου γενιά και σ’ εκείνη που έρχεται να δώσει τη μάχη της στο δύσκολο καιρό…».
Ριζίτικα
Κόσμε χρυσέ, κόσμ’ αργυρέ
κόσμε μαλαματένιε
κόσμε και ποιος σε χάρηκε
και ποιος θα σε κερδίσει ψεύτη κόσμε…
«Ολα τα τραγούδια έχουν πολιτικό αντίκρισμα. Από το πιο απλό τραγουδάκι μέχρι το πιο σύνθετο. Και πάντοτε εξυπηρετούν κάποιες ομάδες…», έλεγε ο Γ. Μαρκόπουλος. Ο πρώτος δίσκος στον οποίο θα αναφερθούμε, τα «Ριζίτικα», περιέχει παραδοσιακά τραγούδια της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Κρήτης, τα οποία είχε διασκευάσει και ενορχηστρώσει ο συνθέτης με τέτοιον τρόπο ώστε να αποτελέσουν μια ενιαία μορφή διήγησης. Ιδιαίτερα το «Πότε θα κάνει ξαστεριά», με το εύγλωττο βαθύτερο νόημά του, βρίσκεται στα χείλη των φοιτητών τις μέρες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου.
«Τα Ριζίτικα είναι παλιά λαϊκά τραγούδια της Κρήτης. Τραγουδιόντουσαν και τραγουδιούνται. Ενας άρχιζε, πιάνανε τον σκοπό και τον συνεχίζανε οι άλλοι…
Αυτό το τραγούδι δεν τελειώνει. Μπορεί να κρατήσει νύχτες ολόκληρες. Πιέσεις, διωγμοί, κατακτητές και οι φωνές από τα Ριζίτικα να εξιστορούν τα ανιστόρητα. Το φόβο του κατακτητή σκεπάζει η αλληγορία. Η μελωδική γραμμή με την αρετή της απλότητας κυλάει ήσυχα – ήσυχα. Τσακίζει κόκαλα (…)
(…) Πρόβες συνέχεια. Τις μέρες που είμαστε στο στούντιο ιερουργούσε ο Ξυλούρης…
Στα χέρια μου κρατούσα τα άγια των αγίων. Είναι μουσική ελεύθερη κι ανθρώπινη. Σκληρή σαν ατσάλι με ευαισθησία φτερού πουλιού. Ουσία γήινη».
«Ιθαγένεια», Κ. Χ. Μύρης
Γεννήθηκα στο βλέφαρο του κεραυνού
σβήνω κυλώντας στα νερά…
Η σύνθεση της «Ιθαγένειας» ξεκίνησε το 1970. Σύμφωνα με σημειώσεις του συνθέτη, όπως δημοσιεύτηκαν σε επανέκδοση του δίσκου, «συνθέτοντας την “Ιθαγένεια”, οδηγούσα την προσωπική μου αναπόληση να συνταυτιστεί με τη λιτή εικόνα μιας μουσικής παράστασης, όπου ήχος και λόγος θα αντανακλούσαν σύμβολα μνήμης του φυσικού και πνευματικού μας κόσμου από τα πεδία της αρχαίας, της βυζαντινής ή της σύγχρονης ζωής, δίχως ορόσημα…
Ηθελα να παρασταθεί το έργο ως άτυπη όπερα, εσπερινός και συναυλία. Να φανούν οι νέες φόρμες καλοδεχούμενες από τις αισθήσεις και οι μουσικές επικλήσεις να γίνουν αντιληπτές, από ένα κοινό έτοιμο με μια ματιά να συνεννοηθεί.
Με την Ειρ. Παπά και τον Λ. Χαλκιά |
Σαν θέμα η “Ιθαγένεια” συνοψίζεται σε πρόσωπα, ήθη, έθιμα, σταθμούς και άλλα σημαντικά στοιχεία της ιστορίας μας και του πολιτισμού μας, κοντινού και απώτερου, όπως υπάρχουν φιλικά και απλουστευμένα στην καθημερινή κουβέντα του λαού».
«Ελεύθεροι Πολιορκημένοι», σε ποίηση Διονυσίου Σολωμού
Είν’ έτοιμα στην άσπονδη πλημμύρα των αρμάτων
Δρόμο να σχίσουν τα σπαθιά, κι ελεύθεροι να μείνουν,
Εκείθε με τους αδελφούς, εδώθε με το χάρο.
«Η μουσική εργασία πάνω στους “Ελεύθερους Πολιορκημένους” του Σολωμού άρχισε πριν 14 χρόνια. Εκτοτε άφησα για καιρό το έργο και το ’68 ξαναδούλεψα για μεγάλο διάστημα, πάνω στα τρία “Σχεδιάσματα” του ποιήματος. Πολλές μουσικές μου σκέψεις υπαγορεύτηκαν από τους αγώνες της νεολαίας. Εμπνεύστηκα από κει. Η επιλογή του στίχου και του πεζού που έκανα, βασίστηκε στη νοηματική γραμμή μιας αρχής (εισαγωγή), μιας μέσης (δράση) και ενός τέλους (έξοδος)».
Τα παραπάνω γράφει ο Γιάννης Μαρκόπουλος, τον Αύγουστο του 1977, χρονιά που κυκλοφόρησε ο δίσκος.
Η μουσική εργασία του Γιάννη Μαρκόπουλου πάνω στους «Ελεύθερους Πολιορκημένους» ξεκίνησε τη δεκαετία του ’60. Στα δύσκολα χρόνια της δικτατορίας καταπιάνεται ξανά με το έργο συνθέτοντας τα μέρη «Μητέρα μεγαλόψυχη», «Αραπιάς άτι», «Πειρασμός», «Εξοδος» και «Η θέλησή μου βράχος». Η οριστική μορφή του έργου δόθηκε το 1975, με τη μορφή «λαϊκής λειτουργίας». Αξίζει να σημειωθεί ότι ο συνθέτης οργάνωσε το λιμπρέτο του μουσικού έργου επιλέγοντας από όλα τα σχεδιάσματα του ποιήματος και τα πεζά, τους στίχους και τα αφηγηματικά μέρη.
Πρόκειται για ακόμα μία δημιουργία που αποδεικνύει περίτρανα ότι στίχος και μουσική στο έργο του Γιάννη Μαρκόπουλου βρίσκονται σε μια αρμονία, σε ένα τέλειο συνταίριασμα, που συνδέει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον μιας δίκαιης και ευτυχισμένης ζωής.
Η πρώτη παρουσίαση έγινε το 1975, από τον ίδιο, τραγουδώντας τα μέρη του έργου και παίζοντας πιάνο στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, όπου τον είχε καλέσει ο καθηγητής Λίνος Πολίτης.
Το έργο κυκλοφόρησε σε δίσκο με ερμηνευτές τους Νίκο Ξυλούρη, Λάκη Χαλκιά, Ηλία Κλωναρίδη και αφηγήτρια την ηθοποιό Ειρήνη Παπά. Η πρώτη συναυλία δόθηκε στο γήπεδο του Παναθηναϊκού το καλοκαίρι του ’78, μπροστά σε κοινό 22.000 ατόμων, που κατέκλυσαν τις κερκίδες του γηπέδου και υποδέχθηκαν με ενθουσιασμό το νέο μουσικό έργο.
«Ντενεκεδούπολη» από το κουκλοθέατρο της Ευγενίας Φακίνου
Ντενεκεδένιος ήλιος
και τσίγκινα βουνά
λαμαρινένιες στέγες
και χάλκινα στενά.
Ξεχωριστή πτυχή της πολυποίκιλης δημιουργίας του Γ. Μαρκόπουλου ήταν και η ενασχόλησή του με το παιδικό τραγούδι. Οι μελωδίες του στη θρυλική «Ντενεκεδούπολη» της Ευγενίας Φακίνου, αλλά και σε όλες τις παραστάσεις του κουκλοθεάτρου του «Μπαρμπα – Μυτούση» έχουν μεγαλώσει γενιές και γενιές παιδιών.
«Με μεγάλο ενθουσιασμό βάλθηκα να σκαλίζω τις παιδικές μου μνήμες – αφάνταστα όμορφες και ισχυρές – και ανέσυρα με όλη μου τη δύναμη ρυθμούς και ήχους ελληνικούς και εμπνεύστηκα και έγραψα τα τραγούδια που θ’ ακούσετε με τα παιδιά σας σε αυτόν τον δίσκο.
Ολα αυτά τα χρόνια η Ε. Φακίνου με την τέχνη της και το ταλέντο της ψυχαγωγούσε την πιο δύσκολη ψυχή, την παιδική. Σχεδόν κάθε μέρα έστηνε τον θίασο των ντενεκέδων στα διάφορα θέατρα και εκατοντάδες παιδιά σε εκατοντάδες παραστάσεις τραγουδούσαν και φώναζαν εναντίον του Λαδένιου, του μεγάλου ντενεκέ που τα ήθελε όλα δικά του, καταδίκαζαν τις καμινάδες που κατέστρεφαν και βρώμιζαν τον τόπο και άρχισαν να είναι σκεφτικά με τα φυσερά που ήταν οι μόνοι πλούσιοι ντενεκέδες…».
Σελ. 12345678910111213141516171819202122232425262728293031323334353637383940/40
Copyright ©
Εφημερίδα Ριζοσπάστης 17 – 6 – 2023