ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
«Κάποτε θ’ ανταμώσουμε στους λόφους του ήλιου. Μην ξεχνάς. Περπάτα»
(α’ μέρος)
Ναι, υπάρχουν δύο τυπικές αφορμές γι’ αυτό το κείμενο.
- Μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Κέδρος» μια ανέκδοτη συλλογή 110 ποιημάτων του Γιάννη Ρίτσου, που έγραψε στην Αθήνα και στη Σάμο, με τίτλο «Ασπρες κηλίδες πάνω στο άσπρο».
Τα χειρόγραφα ανακάλυψε η Maria Caracausi ανάμεσα στις εκδομένες συλλογές των Αρχείων του Μουσείου Μπενάκη.
- Επίσης μόλις ανακάλυψα σημειώσεις μου πάνω σε παλιά κιτρινισμένα δημοσιογραφικά χαρτιά, μιας μεγάλης συνέντευξης που μου είχε παραχωρήσει ο Ρίτσος, την Κυριακή 30 Απρίλη του 1989.
Ομως, χρειάζονται άραγε αφορμές για να καταφύγουμε σ’ έναν ποιητή που παρέμεινε σ’ όλη τη ζωή του ένας εξαιρετικά ευαίσθητος δέκτης των πολιτικών συνεπειών και των κοινωνικών εξελίξεων στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο;
Χρειαζόμαστε δικαιολογία για ένα ακόμη ταξίδι στο σύμπαν του;
Το μόνο σίγουρο είναι πως σ’ αυτούς τους δηλητηριασμένους καιρούς, η φωνή του Ρίτσου περιέχει ισχυρά αντίδοτα, είναι ιαματική.
Ειδικά αυτός ο ποιητής είναι πάντα, παντού. Βρίσκεται εντός μας και περιμένει τις «επισκέψεις» μας.
Οπως εκείνη τη μέρα της συνέντευξης, που γιόρταζε τα 80 του χρόνια και με περίμενε στο σπίτι του. Αξίζει να σας μιλήσω για το παρασκήνιο, αλλά και για την ουσία εκείνης της περιπετειώδους συνέντευξης, εκείνης της πολύτιμης κουβέντας, η οποία, τελικά, απ’ ό,τι μου είπε, όταν δημοσιεύτηκε στο «Κυριακάτικο Εθνος», του άρεσε.
Τόσα χρόνια μετά, γράφοντας γι’ αυτόν τον άνθρωπο αισθάνομαι το ίδιο τρακ, αλλά μεγαλύτερο δέος. Προσέχω τι γράφω, γιατί εκείνος μας έμαθε να σεβόμαστε τις λέξεις, να τις προστατεύουμε. «Και οι λέξεις φλέβες είναι. Μέσα τους αίμα κυλάει», έλεγε.
Σ’ αυτό και στο επόμενο φύλλο του «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου» παραθέτω ολόκληρη εκείνη τη συνέντευξη σε δύο μέρη, χωρίς τις περικοπές που απαιτούσε ο χώρος του «σαλονιού» της εφημερίδας όταν δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά.
«Δεν έγινα ποτέ υποχείριο της δυστυχίας»
Ο Γιάννης Ρίτσος γιόρταζε και εκείνη την Πρωτομαγιά τα γενέθλιά του, με τη σιγουριά πως «δεν έγινε ποτέ υποχείριο της δυστυχίας». Είχε καταφέρει μέσα από τόσες άγριες περιπέτειες που πέρασε στη ζωή του, να βλέπει ακόμα την ομορφιά του κόσμου, να την υπογραμμίζει και να την αντιπαραθέτει στην ασχήμια, στη βαρβαρότητα και τη δυσοσμία.
«Ο ποιητής – επανέλαβε τότε, δύο φορές στην κουβέντα μας – οφείλει να δείχνει την ομορφιά και να λέει: “Κουράγιο, και αυτό θα το ξεπεράσουμε”».
Ετσι, όταν έπεσε και έσπασε το μαγνητόφωνό μου, κάτω από το σπίτι του, λίγο πριν τη συνέντευξή μας, φέρνοντάς με στα πρόθυρα του εγκεφαλικού, επανέφερα – το μόνιμο σωσίβιό μου από τότε – αυτό που έλεγε πάντα: «Μην υποτάσσεσαι ποτέ στην απελπισία».
Οταν του είπα για το ατύχημα, χαμογέλασε και με καθησύχασε: «Μην ανησυχείτε. Πιο φιλικό είναι το χειρόγραφο από το μηχάνημα. Θα τα καταφέρουμε και χωρίς αυτό».
Ετσι, η συνέντευξη εκείνη πραγματοποιήθηκε με τον παλιό καλό τρόπο των συνεντεύξεων με στυλό και σημειώσεις, ενώ ο Γιάννης Ρίτσος έκανε ευγενέστατα μεγάλες παύσεις, τελείες και κόμματα για να με διευκολύνει να προλαβαίνω να γράφω όσα μου έλεγε.
Ξεκινήσαμε λοιπόν, υπό το βλέμμα της «Τζοκόντας» του Γκαρούδη, του τεράστιου πίνακα που παρατηρούσα με θαυμασμό, κάθε φορά που περίμενα να απαντήσει στα τηλεφωνήματα που διέκοπταν την κουβέντα μας. Αρχίσαμε κάπως έτσι:
– Κύριε Ρίτσο, γνωρίζουμε πως αυτήν την Πρωτομαγιά οι λάτρεις του έργου σας θα γιορτάσουν στην Ελλάδα και στο εξωτερικό τα 80 χρόνια σας. Σε μερικές μέρες, θα πληροφορηθούμε και τις λεπτομέρειες του παγκόσμιου εορτασμού των γενεθλίων σας. Ο προσωπικός σας, όμως, εορτασμός ποιος είναι;
– Αγαπητή μου, ξέρετε τι θα ήθελα; Να εξαφανιστώ!
– Τι σημαίνει αυτό;
– Εχω ένα συναίσθημα ενοχής, γιατί θεωρώ πως η αγάπη του κόσμου είναι πολλαπλάσια της δικής μου προσφοράς.
– Στην προσωπική σας ζωή υπήρξατε ευτυχισμένος;
– Ναι, ήμουν ευτυχισμένος γιατί κατόρθωνα να μεταστρέφω τη δυστυχία σε ευτυχία. Δεν έγινα ποτέ υποχείριο της δυστυχίας.
Εζησα μία ζωή μακριά, μεγάλη, ένιωσα πολλά, βίωσα περιπέτειες, μεγάλες χαρές και μεγάλες οδύνες. Μια ζωή πλούσια. Η μνήμη μου – το μόνιμο θησαυροφυλάκιό μου – είναι ασφυκτικά γεμάτη. Είχα τη χαρά να μπορώ να εξασφαλίζω πλατιά επαφή με τον κόσμο μέσω της τέχνης μου και αυτή ακριβώς η ιδιότητα ή η δυνατότητα μου επέτρεπε να μεταβάλλω τα αρνητικά σε θετικά. Ετσι, συχνά οι οδύνες γίνονταν κίνητρα και ερεθίσματα για δημιουργία.
– Πώς θα χαρακτηρίζατε αυτά τα χρόνια της απληστίας, της διαφθοράς, όπου πριν και πάνω απ’ όλα είναι το κέρδος;
– Πάντα υπήρχαν τέτοια συμπτώματα, η κατάχρηση εξουσίας μπορεί καθημερινά να μας ενοχλεί, να μας στενοχωρεί, να μας απογοητεύει, αλλά δεν πρέπει να μας απελπίζει. Ολα ξεπερνιούνται με αγώνες, με ομοψυχία και σύμπνοια. Πολλές φορές, η Ιστορία μας διδάσκει πως παρόμοια φαινόμενα λειτουργούν θετικά, γιατί ενώνουν όλους μας σε κοινούς στόχους. Οπως π.χ. στην Κατοχή ήμασταν όλοι ενωμένοι, ανεξάρτητα από ιδεολογία, ενάντια στον φασισμό και τον ναζισμό.
«Η απαισιοδοξία είναι μία μορφή δειλίας και παραίτησης»
Ο Γιάννης Ρίτσος ανάμεσα στον Χαρίλαο Φλωράκη και τον Μίκη Θεοδωράκη |
– Ποιος είναι, κατά τη γνώμη σας, ο σημερινός στόχος;
– Η ησυχία, η γαλήνη, η αδελφοσύνη, η ειρήνη. Κυρίως η διατήρηση και η διεύρυνση της ειρήνης.
– Πώς αισθάνεστε κάθε μεσημέρι, μετά την ανάγνωση των εφημερίδων;
– Αισθάνομαι πικρία. Ισως απογοήτευση και ανησυχία. Δεν θα ‘θελα να αριθμήσω τους λόγους. Είναι πολλά αυτά που με απογοητεύουν. Με νοιάζει όμως πώς μπορούν όλα να γίνουν καλύτερα. Η απαισιοδοξία είναι μία μορφή δειλίας και παραίτησης. Είναι σαν να παραδέχεσαι πως όλα είναι μάταια.
– Αν σήμερα, το 1989, είχατε εδώ, απέναντί σας, τους δυο μονομάχους, τον κ. Παπανδρέου και τον κ. Μητσοτάκη, τι θα τους συμβουλεύατε;
– Δεν θα είχα να τους συμβουλέψω τίποτα. Μόνο να αξιώσω. Να αξιώσω να γίνει η Ελλάδα αυτό που θέλουμε όλοι.
Ο φωτογράφος περίμενε υπομονετικά κάποια έντονη κίνησή του, ή κάποια χαρακτηριστική χειρονομία του, ελπίζοντας να βγάλει και κάποιες «ζωντανές» φωτογραφίες. Οταν αντιλήφθηκε πως περίμενε άδικα, γιατί ο Ρίτσος δεν μετακινήθηκε εκατοστό από τη θέση του, όση ώρα μιλούσαμε, υπέδειξε ευγενικά στον ποιητή να… κινηθεί κάπως.
Και η απάντηση του Ρίτσου:
«Δεν μ’ αρέσει να χειρονομώ, αγαπητέ μου. Δεν είμαι ρήτορας. Ποιητής είμαι».
Πριν προλάβει να αισθανθεί αμήχανα ο συνάδελφος, προχώρησα στην επόμενη ερώτηση:
– Πιστεύετε, αλήθεια, ότι η Ελλάδα αγαπάει τους ποιητές της;
– Λένε πως όχι. Εγώ πιστεύω ναι. Τους αγαπάει, τους δέχεται και τους καμαρώνει. Εχει ποιητές που αγαπήθηκαν απ’ όλο τον κόσμο και μεταφράστηκαν σε όλες τις γλώσσες.
– Σας αρέσει ο Καβάφης, κ. Ρίτσο;
– Βεβαίως.
– Γιατί;
– Γιατί είναι ο Καβάφης. Είναι έξοχος.
– Λίγο πριν το 2000 η Ελλάδα ενδιαφέρεται για την ποίηση;
– Η ποίηση ενδιαφέρεται για την Ελλάδα!
– Πότε ένας ποιητής είναι αυθεντικός;
– Οταν συνειδητοποιεί ότι δεν μπορεί να διαφέρει από τους συνανθρώπους του. Είχε πει ο Πάστερνακ για έναν ήρωά του: «Είχε το υψηλόν αριστοκρατικό συναίσθημα της ομοιότητάς του με τους άλλους».
– Εχετε πει πως «οι ποιητές είναι οι αιώνια απαρηγόρητοι παρηγορητές του κόσμου». Πόσο πιο δύσκολο είναι αυτό στις μέρες μας;
– Αυτοί που αισθάνονται την ποίηση, που την αγαπούν, μπορούν να παρηγορηθούν και από την ποίηση απαρηγόρητων ποιητών.
– Πώς καταφέρνετε να μη σας εγκαταλείπει το χιούμορ;
– Μην ξεχνάτε πως υπάρχουν απελπισμένοι ποιητές που έδωσαν μεγάλες αισθητικές χαρές, όπως π.χ. ο Τ. Σ. Ελιοτ. Ο λόγος είναι μία τεράστια δύναμη, όταν είναι βαθύς και ειλικρινής.
– Η εποχή μας έχει χαρακτηριστεί και εποχή λαϊκισμού και κακογουστιάς, κυρίως τα τελευταία χρόνια. Πώς τα διαχειρίζεται αυτά ο πραγματικός καλλιτέχνης;
– Εχει πάντα στα μάτια του το ιδεώδες της ομορφιάς και της ελευθερίας. Παρ’ όλα τα δυσάρεστα γεγονότα, ο κόσμος είναι όμορφος. Η ανατολή είναι ωραία, παρά τη ρύπανση της ατμόσφαιρας. Το ηλιοβασίλεμα είναι ένα ζωγραφικό κατόρθωμα. Μία ωραία γυναίκα είναι πάντα ωραία, έστω κι αν όλα γύρω της είναι σκοτεινά. Ο ποιητής βλέπει την ομορφιά του κόσμου, την υπογραμμίζει και την αντιπαραθέτει στην ασχήμια και τη δυσοσμία. Τη δείχνει και λέει: Κουράγιο, και αυτό θα το ξεπεράσουμε. Αρκεί να μην υποταχτούμε στην απελπισία. Να ενώσουμε τις δυνάμεις μας για να φτιάξουμε κάτι καλό, αυτό που επιθυμούμε. Αλλωστε, πραγματοποιούμε το καλύτερο, μόνο όταν παλεύουμε για το καλύτερο.
(Συνεχίζεται)
Της
Σεμίνας ΔΙΓΕΝΗ
Ριζοσπάστης : 30 – 31 / 3 – 2024
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ
«Κάποτε θ’ ανταμώσουμε στους λόφους του ήλιου. Μην ξεχνάς. Περπάτα»
(Δεύτερο μέρος)
Σε λιγότερο από έναν μήνα, την Τετάρτη 1η του Μάη, είναι η 115η επέτειος της γέννησης του Γιάννη Ρίτσου.
115 χρόνια ο Ρίτσος συνεχίζει να είναι συνεχώς εδώ. Το πιο ισχυρό παρόν. Το πιο δυνατό αποτύπωμα.
Την ποίησή του τραγουδάμε στις μεγάλες συγκεντρώσεις μας, στις πορείες, στις κινητοποιήσεις, στους αγώνες, με τα δικά του λόγια μιλάμε, αυτός βρίσκεται κάτω από τις κόκκινες σημαίες στις απεργίες και στις διεκδικήσεις.
Αυτός που τα δύσκολα και τα επώδυνα που βίωσε, έγιναν κίνητρο δημιουργίας, είναι πάντα μαζί μας για να μας υπενθυμίζει: «Να είμαστε έτοιμοι, γιατί κάθε ώρα είναι η δική μας ώρα».
Ο μεγαλύτερος εν ζωή ποιητής του καιρού μας
Στη συνέντευξη που του πήρα το 1989 και το πρώτο μέρος της δημοσίευσε ο «Ριζοσπάστης» το περασμένο Σαββατοκύριακο, είχα ξεκινήσει τον πρόλογό μου, για αυτόν τον άνθρωπο – που ο Λουί Αραγκόν, όταν διάβασε τη «Σονάτα του Σεληνόφωτος», αποφάνθηκε πως ο δημιουργός της είναι «ο μεγαλύτερος εν ζωή ποιητής του καιρού μας» – γράφοντας:
«Είδηση δεν είναι όταν ένας ποιητής γίνεται 80 ετών. Είδηση είναι, όταν ένας ποιητής 80 ετών παραμένει αισιόδοξος».
Είχαν περάσει 12 χρόνια από τις 2 του Μάη, που είχε τιμηθεί στη Μόσχα με το Διεθνές Βραβείο «Λένιν» για την Ειρήνη…
Η γενιά μου ήταν τυχερή που έζησε στην εποχή του, που γνώρισε αυτόν που κάποτε στη Μακρόνησο έγραφε πως «εκεί που κάποιος αντιστέκεται χωρίς ελπίδα, ίσως εκεί να αρχίζει η ανθρώπινη ιστορία κι η ομορφιά του ανθρώπου».
Εγραφε με το ψευδώνυμο «Ιδανικόν Οραμα»
Αυτόν που ως νεαρό παιδί, το 1924, δημοσίευσε τα πρώτα του ποιήματα στη «Διάπλαση των Παίδων», με το ψευδώνυμο «Ιδανικόν Οραμα».
Ο πολυβραβευμένος συνομιλητής μου εργάστηκε αρχικά ως δακτυλογράφος, μετά αντιγραφέας στην Εθνική Τράπεζα, υπήρξε βοηθός βιβλιοθηκάριου και γραφέας στον Δικηγορικό Σύλλογο της Αθήνας, επιμελητής εκδόσεων του οίκου «Γκοβόστη», διηύθυνε το καλλιτεχνικό τμήμα της Εργατικής Λέσχης, όπου σκηνοθέτησε και συμμετείχε σε παραστάσεις.
Δούλεψε στο εμπορικό θέατρο για τέσσερα χρόνια με τους θιάσους της Ζωζώς Νταλμάς, του Ριτσιάρδη, του Μακέδου κ.ά.
Αργότερα εργάστηκε στο Βασιλικό Θέατρο και στη Λυρική Σκηνή…
Στον χώρο της δημοσιογραφίας εμφανίστηκε στον «Ριζοσπάστη» και στα «Ελεύθερα Γράμματα».
Οταν το 1926 αρρώστησε από φυματίωση, στη «Σωτηρία» γνωρίστηκε με την Μαρία Πολυδούρη και με μαρξιστές και διανοούμενους της εποχής του, ενώ παράλληλα έγραφε ποιήματα που δημοσιεύτηκαν στη Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια.
Αυτός που πίστευε πως «η πρώτη δικαιοσύνη είναι η σωστή διανομή του ψωμιού», το 1934 γράφτηκε στο ΚΚΕ.
Στη διάρκεια του ελληνογερμανικού πολέμου και της Κατοχής ο Ρίτσος έζησε κατάκοιτος, παρ’ όλα αυτά είχε δραστηριοποιηθεί στο μορφωτικό τμήμα του ΕΑΜ. Στα Δεκεμβριανά επισκεπτόταν συχνά την Καισαριανή και είχε συναντηθεί με τον Αρη Βελουχιώτη.
Εξορίστηκε λόγω της δράσης του στη Λήμνο, στη Μακρόνησο, στον Αη Στράτη, στη Γυάρο και στη Σάμο.
Ακολουθεί το β’ και τελευταίο μέρος της συνέντευξης…
Η γρίπη, το καρδιογράφημα και το BBC
Το τηλέφωνο χτυπάει κάθε πέντε λεπτά. Φίλοι, γνωστοί και συγγενείς ζητούν να μάθουν αν τον ταλαιπωρεί ακόμα η παρατεταμένη γρίπη του, εκείνος τους διαβεβαιώνει πως αισθάνεται καλύτερα. Είναι ευγενικός και λιγόλογος, κάποια στιγμή προσπαθεί να εξηγήσει σε κάποιον πόσο δύσκολο του είναι να αντιμετωπίσει, μέσα σε μία μέρα, τους γιατρούς, τις εξετάσεις, ένα καρδιογράφημα και τους δημοσιογράφους του BBC που έρχονταν για τα γενέθλιά του.
Γιάννης Ρίτσος – Μαρία Πολυδούρη |
Το υπουργείο Πολιτισμού, το ΚΚΕ, ο δήμος Αθηναίων και η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών θα διοργάνωναν εκδηλώσεις προς τιμήν του, ενώ είχε προγραμματίσει εκδηλώσεις η Παιδαγωγική Ακαδημία της Κύπρου και ο Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, Γιώργος Βασιλείου, θα έδινε δεξίωση για τον ποιητή.
Το BBC 2 ετοίμαζε ωριαίο ντοκιμαντέρ και η σοβιετική TV το έχει ήδη φτιάξει. O Κίμων Φράιερ έστηνε μία ανθολογία του έργου του, για τη Νέα Υόρκη. Μπροστά μου βρισκόταν «ολόφρεσκο» ένα ακόμα βιβλίο του στα Γερμανικά, «Τα μονόχορδα».
– Κύριε Ρίτσο, ζήσατε πολλές Πρωτομαγιές, οι περισσότερες δύσκολες, άλλες ματωμένες. Η φετινή Πρωτομαγιά, στη συγκεκριμένη πολιτική συγκυρία, ποιες σκέψεις σάς δημιουργεί;
– Το στίγμα της Πρωτομαγιάς ήταν πάντα ο αγώνας της εργατικής τάξης για δικαιότερη ζωή. Μέσα σε αυτόν τον αγώνα, υπήρχε ο αγώνας όλων των ανθρώπων με αυτό το ιδανικό. Σήμερα, αποκτάει μία ιδιαίτερη σημασία. Οταν χειροτερεύουν οι καταστάσεις σε μία χώρα, ο αγώνας είναι έντονο και επιτακτικό αίτημα. Ολες οι δυσκολίες αναπτύσσουν, μέσα σε αυτούς που αδικούνται και καταπιέζονται, περισσότερες δυνάμεις για την αποτίναξη του ζυγού.
– Παρακολουθείτε τις προεκλογικές ομιλίες των πολιτικών αρχηγών; Κάποιοι υποστηρίζουν πως οι λόγοι αυτοί απευθύνονται στο θυμικό των Ελλήνων. Συμφωνείτε;
– Ποτέ δεν υπήρχαν εκλογές, στις οποίες οι αρχηγοί να μην προσπαθούν να πείσουν το ακροατήριό τους πως αν τους ψηφίσει, θα βρει όλα τα καλά του κόσμου.
– Λοιπόν; Τι κάνουμε;
– Λοιπόν, υπεύθυνος είναι ο καθένας μας να κρίνει, να συγκρίνει, να θυμηθεί, να λογαριάσει και να αποφασίσει.
Ο φωτογράφος φεύγει. Χαιρετώντας τον, λέει: «Να τα εκατοστήσετε, κύριε Ρίτσο». Κι εκείνος: «20 χρόνια ακόμα… Α, πα, πα… δεν θα το αντέξω».
Εμείς συνεχίζουμε την κουβέντα.
– Πιστεύετε πως η υλοποίηση μιας πολιτικής που αναγνωρίζει τη σημασία και την προτεραιότητα της πολιτιστικής ανάπτυξης, πρέπει να επαφίεται στο κράτος ή είναι και υπόθεση του κάθε πολίτη;
– Είναι υπόθεση όλων μας. Ομως όταν η τηλεόραση αφιερώνει ατελείωτες ώρες στο ποδόσφαιρο και ελάχιστο χρόνο στις τέχνες και στα γράμματα, ο πολίτης από πού θα ενημερωθεί; Οσο για την επαρχία, ο πολιτισμός δεν θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ευκαιριακά, αλλά με τη δημιουργία εκεί μόνιμων πολιτιστικών πυρήνων.
Πάλι μας διακόπτουν τα τηλεφωνήματα. Ανάμεσά τους και συνάδελφοί μου που του ζητούν συνέντευξη. Αρνείται ευγενικά.
Παρατηρώ τον χώρο του. Παντού πίνακες. Ο πιο εντυπωσιακός μου φαίνεται πως είναι ο Αγιος Σεβαστιανός του Τσαρούχη. Δίπλα μου πολλά γλυπτά, μετάλλια, δίσκοι, βουνά από ζωγραφισμένες πέτρες, αγάλματα, παλιές φωτογραφίες, εικόνες και πολλά βιβλία. Αμέτρητα τα δικά του βιβλία. Τα 253 έχουν ήδη μεταφραστεί σε ξένες γλώσσες.
– Κύριε Ρίτσο, όλο αυτό το πολύτιμο υλικό, ποια τύχη θα έχει, το σκεφτήκατε ποτέ;
– Ο,τι θέλει ας γίνει. Ο,τι μπόρεσα έκανα.
– Ξέρετε, θα μου επιτρέπατε να σας κάνω μία ερώτηση, που ίσως σας ενοχλήσει;
– Παρακαλώ…
– Κάποιοι υποστηρίζουν ότι είστε ένας καλός ποιητής που όμως τον έκαναν «μεγάλο» οι συγκυρίες, οι εποχές, τα γεγονότα, όχι το ταλέντο και η τέχνη του…
– Πολλές φορές συμβαίνει αυτό. Ισως έχουν δίκιο. Συχνά, υπάρχει μία παρεξήγηση. Μυθοποιούν τον ποιητή και ίσως και το έργο του. Ο χρόνος θα αποφανθεί για το ποιος έχει δίκιο. Ομως, κάποιος με προσωπικότητα δεν μπορεί να μην έχει αντιπάλους. Η Μαρία Κάλλας όταν την έβριζαν έλεγε: «Αυτό με ενθουσιάζει, σημαίνει ότι διατηρώ τη φωνή μου».
Της
Σεμίνας Διγενή
Πηγή : Ριζοσπάστης 6 – 4 – 2024
Μαγιακόφσκι, ο ερωτευμένος ποιητής: Έστελνε λουλούδια στην αγαπημένη του και μετά το θάνατό του – Fosonline www.fosonline.gr |
Η ζωή του Σουρή στις οδούς των Εξαρχείων, Χαριλάου Τρικούπη – Διδότου – Ζωοδόχου Πηγής – Fosonline www.fosonline.gr |
Μία απάντηση στο “TEXNEΣ”
Νὰ μὲ θυμόσαστε – εἶπε. Χιλιάδες χιλιόμετρα περπάτησα
χωρὶς ψωμί, χωρίς νερό, πάνω σὲ πέτρες κι ἀγκάθια,
γιὰ νὰ σᾶς φέρω ψωμὶ καὶ νερὸ καὶ τριαντάφυλλα.
Τὴν ὀμορφιὰ
Ποτές μου δὲν τὴν πρόδωσα. Ὅλο τὸ βιός μου τὸ μοίρασα δίκαια.
Μερτικὸ ἐγὼ δὲν κράτησα. Πάμπτωχος. Μ᾿ ἕνα κρινάκι τοῦ ἀγροῦ
τὶς πιὸ ἄγριες νύχτες μας φώτισα. Νὰ μὲ θυμᾶστε.”
Να τον θυμόμαστε γιατί πολύ αγάπησε τον κόσμο και την ποίηση . Γιατί δίδαξε ήθος ,αξίες, θέση ζωής . Γιατί ευλόγησε τον έρωτα , την ομορφιά, την επανάσταση . Στους δύσκολους αυτούς καιρούς , νοσταλγούμε συχνά τον Γιάννη Ρίτσο , καθώς εκείνος περισσότερο από όλους , ήξερε να παρηγορεί με την πίστη του , στη δύναμη της ποίησης . Και μια στιγμή ακόμα αν αισθάνθείς ότι τα επιτεύγματα του ανθρώπου είναι σημαντικότερα από τις καταστροφές που αυτός προκαλεί , μπορεί να είναι αιώνια , έχεις διατηρήσει τη δύναμη να αντιστέκεσαι ίσως για πάντα .
Παναθρώπινος ποιητής με διεθνή καταξίωση και ένα τεράστιο έργο που περιλαμβάνει περισσότερες από 100 ποιητικές συλλογές και συνθέσεις, εννέα μυθιστορήματα, τέσσερα θεατρικά έργα και μελέτες, πολλές μεταφράσεις, χρονογραφήματα και άλλα δημοσιεύματα.
Από παιδί ακόμα στράφηκε προς τις τέχνες. Ζωγράφιζε, έμαθε πιάνο, έγινε χορευτής, αλλά τον κέρδισε η ποίηση.
Από το ξεκίνημα του, ακόμα, έστειλε τα ποιήματά του, όπως οι περισσότεροι ποιητές τότε, στον Κωστή Παλαμά, για να τα κρίνει και ο Παλαμάς του απάντησε με το τετράστιχο:
«Το ποίημά σου το πικρό το ζουν ιχώρ κι αιθέρας
καθάριος όρθρος της αυγής, μηνάει το φως της μέρας.
Σε μια φρικίαση τραγική χαμoγελάει μιας πλάσης
ρυθμός. Παραμερίζουμε ποιητή για να περάσεις»
Εκτός από μέγιστος ποιητής, υπήρξε και λαϊκός αγωνιστής. Επαναστάτης.
Πήρε μέρος στην Εθνική Αντίσταση μέσα από το ΕΑΜ-ΕΛΑΣ και ήταν μέλος του ΚΚΕ μέχρι το τέλος της ζωής του.
Για την προσφορά του στους αγώνες του Ελληνικού λαού, το κράτος τον “τίμησε”με εξορία, την περίοδο 1948-1952, στη Λήμνο, τη Μακρόνησο και τον Αϊ Στράτη και την περίοδο της Χούντας, στη Γυάρο και μετά στη Λέρο.
Για την ποίηση του τιμήθηκε με το Α’ Κρατικό Βραβείο ποίησης, για το έργο «Σονάτα του σεληνόφωτος».
Το 1975 προτάθηκε για το Νόμπελ Λογοτεχνίας αλλά δεν το πήρε.
Το 1977 τιμήθηκε με το Διεθνές Βραβείο Λένιν, για την Ειρήνη.
Ποιήματα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές γλώσσες.
Επίσης ποιήματα του έχουν μελοποιηθεί από Μίκη Θεοδωράκη, Θάνο Μικρούτσικο, Χρήστο Λεοντή και άλλους συνθέτες.
Γεώργιος Παναγούλης