Το τελευταίο «αντίο» στον «ποιητή των ανθρώπων»…
Συγγενείς, φίλοι, άνθρωποι των Γραμμάτων και των Τεχνών, σύντροφοι βρέθηκαν χτες στο Νεκροταφείο Καισαριανής για να αποχαιρετήσουν με σεβασμό και αγάπη τον ποιητή, τον συγγραφέα, τον ζωγράφο, τον διανοούμενο, τον στενό συνεργάτη του «Ριζοσπάστη», τον δικό μας Γιώργο Κακουλίδη, ο οποίος «έφυγε» σε ηλικία 65 ετών την Κυριακή, νικημένος από τον καρκίνο μετά από πολύχρονη και παλικαρίσια μάχη που έδωσε.
Το «παρών» έδωσε αντιπροσωπεία της ΚΕ του ΚΚΕ με επικεφαλής τον Γενικό Γραμματέα, Δημήτρη Κουτσούμπα.
Για τον Γιώργο Κακουλίδη μίλησε ο Κύριλλος Παπασταύρου, μέλος του ΠΓ της ΚΕ του ΚΚΕ και διευθυντής του «Ριζοσπάστη». Μίλησαν ακόμα η Εύα Μελά, ζωγράφος – χαράκτρια και πρόεδρος του Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος, ο ηθοποιός Ρένος Χαραλαμπίδης διάβασε κείμενο του παιδικού φίλου του ποιητή, Βάσια Τσοκόπουλου, ο Θανάσης Λάλας, δημοσιογράφος, και ο Μάριος Σπηλιόπουλος, ζωγράφος, καθηγητής της Ανωτάτης Σχολής Καλών Τεχνών.
Η Εύα Μελά μίλησε για τον «ποιητή των ανθρώπων», που «δεν καταγράφει από μακριά». Θυμήθηκε την πρώτη τους γνωριμία στις αρχές της δεκαετίας του ’80, τότε που γνώρισε τον γιο «του σπουδαίου Δημήτρη Κακουλίδη, ζωγράφου και μέλους του ΚΚΕ», που τον «γαλούχησε με κριτική ματιά». Αναφερόμενη στη ζωγραφική του Γ. Κακουλίδη την χαρακτήρισε βαθιά, εσωτερική, σκληρή, φορτισμένη με συναισθήματα, έξω από νόρμες και κανόνες.
«”Εφυγε” και άφησε πίσω του ερημιά», ανέφερε ο Θανάσης Λάλας για τον Γιώργο Κακουλίδη, που «έβγαζε τη γλώσσα στην ανυπαρξία» και μοιράστηκε αναμνήσεις και κοινά βιώματα με τον ποιητή. Για τον «γενναίο» Γιώργο Κακουλίδη, τον «προστάτη των αδυνάτων» μίλησε ο Μάριος Σπηλιόπουλος χρησιμοποιώντας αποσπάσματα από το πλούσιο έργο του.
Ησουν ορκισμένος εχθρός του άδικου γιατί είχες διαλέξει την πλευρά των αδικημένων
Ο αποχαιρετισμός από τον Κύριλλο Παπασταύρου
Ακριβέ μας σύντροφε Γιώργο,
Δεν σου λέμε ότι θα μας λείψεις, γιατί μας έχεις ήδη λείψει.
Στο Κόμμα, στην εφημερίδα και στους αναγνώστες του «Ριζοσπάστη», που για 20 χρόνια συντρόφευες με το «Απόλυτο Ρόδο».
Πάει ενάμισης χρόνος τώρα που η αρρώστια δεν σε άφηνε να γράψεις.
Τον Μάρτη του 2020 έστειλες το τελευταίο σου κείμενο. Και τι παράδοξο! Ο τίτλος που είχες βάλει ήταν «Πάμε πάλι από την αρχή!».
Από τότε, κάθε βδομάδα στο τηλέφωνο, έλεγες πως όταν βρεις τα κουράγια, θα ξαναγράψεις.
Ελεγες πως από τη στήλη σου στον «Ριζοσπάστη» έπαιρνες ανάσα και πως αυτό ήταν που είχες τώρα μεγαλύτερη ανάγκη.
Είχαμε συμφωνήσει να περάσει το καλοκαίρι, να ξεκουραστείς, να βρεις τις δυνάμεις σου…
Ξέραμε όμως πως ο χρόνος μετρούσε αντίστροφα.
Πως δύσκολα θα ξαναβλέπαμε στον «Ριζοσπάστη» να λάμπει το σπινθηροβόλο πνεύμα σου.
Δύσκολα θα γελάγαμε ξανά με το πηγαίο χιούμορ σου.
Δύσκολα θα ξεκοκαλίζαμε αυτά τα 1, 2, 3, όπως συνήθιζες να οργανώνεις τη σκέψη σου στο γραπτό, αριθμώντας τις παραγράφους με τα καυστικά σου σχόλια για την επικαιρότητα.
Ξέραμε πως θα αραιώσουν εκείνα τα βράδια της Πέμπτης, που από την άλλη άκρη του τηλεφώνου μάς έλεγες πως έστειλες το κείμενο.
Αλλοτε κοφτά και βιαστικά, άλλοτε με ενθουσιασμό να μας το περιγράψεις πριν το διαβάσουμε, κι άλλοτε με λαχτάρα να σχολιάσεις όσα δεν χώρεσαν στις 500 λέξεις της στήλης.
«Θα τα γράψω την επόμενη φορά», έλεγες πριν κλείσεις…Με τους «ανώνυμους αγίους» του χτες και του σήμερα
Εζησες αληθινός διανοούμενος.
Η τέχνη και η ζωή σου παρέμειναν αξεχώριστες, μέχρι τον πρόωρο χαμό σου.
Τίποτα δεν άφηνες να πέσει κάτω. Ησουν ορκισμένος εχθρός του άδικου γιατί είχες διαλέξει την πλευρά των αδικημένων.
Υμνησες με την τέχνη σου τους ταπεινούς, επειδή ταπεινός υπήρξες και ο ίδιος.
Με τον καμβά και το χαρτί, με το πινέλο και την πένα σου ταυτίστηκες με την αγωνία του λαού.
Με τους «ανώνυμους αγίους» του χτες και του σήμερα.
Με όλους εκείνους που έδωσαν και δίνουν το «παρών» στους μεγάλους αγώνες και στον καθημερινό μόχθο.
Ηταν αυτά που σ’ έφεραν σε επαφή με το ΚΚΕ και συμπορεύτηκες μαζί του μέχρι το τέλος της ζωής σου.
Με την αγωνία του λαού, τους αγώνες της εργατικής τάξης, τον προλεταριακό διεθνισμό, την προοπτική για την επαναστατική ανατροπή της καπιταλιστικής βαρβαρότητας.
Δίνοντας μέσα κι απ’ τις σελίδες του «Ριζοσπάστη» εκατοντάδες κείμενα – σκληρά διαμάντια.
Την κοινή σου πορεία με το Κόμμα, είτε ως υποψήφιος βουλευτής και ευρωβουλευτής, είτε με τη συμβολή σου στο Φεστιβάλ της ΚΝΕ και στην πολιτιστική του δραστηριότητα, όπως με τη συμμετοχή σου στην κριτική επιτροπή του Διαγωνισμού Λογοτεχνίας για τα 100 χρόνια ΚΚΕ, την αποτύπωνες γλαφυρά με τούτα τα λόγια:
«Γιατί πάντοτε στα δύσκολα ακούω τον ψίθυρο των Διακοσίων του Σκοπευτηρίου, που μου λένε πως ό,τι κάνουμε το κάνουμε για λόγους “ορθοστασίας” ενάντια στην άβυσσο που μας περιβάλλει. Και τέλος, για το στοίχημα που επέβαλαν οι κομμουνιστές του “εμείς”, μακριά από το “εγώ”, που βλέπω με άγρια χαρά να συνεχίζεται στις μέρες μας».
Το 2007, τον καρπό των εφτά πρώτων χρόνων της συνεργασίας σου με την εφημερίδα, τα έκανες βιβλίο με τον τίτλο «Το απόλυτο ρόδο».
Την πολύτιμη συλλογή ανασύραμε στη μνήμη μας με το άκουσμα του πρόωρου χαμού σου.
Οπως σημείωνε ο ΓΓ της ΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας, διευθυντής τότε του «Ριζοσπάστη», στον πρόλογο της έκδοσης:
«Τη μια Κυριακή γροθιά στο στομάχι. Την επόμενη χαμόγελο καρδιάς. Κάθε Κυριακή δημιουργικοί προβληματισμοί, ανησυχίες, ερωτήματα.
Κάποιες Κυριακές δυναμική κριτική, πρωτοπόρα σύλληψη, μεγάλες αλήθειες.
Κάποιες άλλες μεταφυσικές οι συγκρούσεις και οι σκέψεις. Υπερκόσμιες συνεντεύξεις. Αντιθέσεις συναισθημάτων και ωμής πραγματικότητας.
Ολες τις Κυριακές βαθύς σεβασμός – εκτίμηση στους Αγωνιστές, στους Μαχητές της Ζωής. Στο παρελθόν και το παρόν».Με τα γραπτά σου έκανες πλουσιότερο τον «Ριζοσπάστη»
Σύντροφέ μας,
Τα γραπτά σου ανάβλυζαν αυτήν την απέραντη αγάπη για τον απλό άνθρωπο, το Κόμμα, την Ιστορία, την ιδεολογία, τους αγώνες του.
Τα υπερασπίστηκες με τον δικό σου μοναδικό τρόπο όταν και όπου χρειάστηκε, από κάθε επίθεση.
Η πένα σου ήταν στήριγμα και ασπίδα ενάντια στον αντικομμουνισμό, ξίφος και πέλεκυς για τους κάθε λογής αναθεωρητές της Ιστορίας και κήρυκες του συμβιβασμού.
Μέσα από τη στήλη σου βλέπαμε τη σχέση σου με το Κόμμα να ωριμάζει. Τη συνειδητή σου συμπόρευση να αποκτά στοιχεία βαθύτερης δέσμευσης και αφοσίωσης.
Να τι έγραφες τον Σεπτέμβρη του 2017, με αφορμή τα 100χρονα του ΚΚΕ:
«Το Κόμμα, σώμα αδιαίρετο, διασχίζει το χρόνο με ταχύτητες δικές του, μένοντας αλώβητο από τις ισχυρές πιέσεις που ασκεί κάθε εποχή. Με το ειδικό βάρος του προσπαθεί να γεμίσει το κενό γύρω του.
Μπροστά στα εκατό χρόνια των παράφορων συντρόφων, το περιβάλλον ναυάγησε άπειρες φορές στην προσπάθειά του να ανακόψει τη ροή του κινήματος. Δεν ήταν εύκολη η διάρκεια και η αντοχή στα χτυπήματα.
Ολα αυτά τα χρόνια, μπροστά στη γενικευμένη αγυρτεία που δεν επιθυμεί τίποτε άλλο από το να σβήσει κάθε σημείο όπου μπορεί να ανθίζει η ζωή, ώστε να μας χειρίζεται κατά το δοκούν, οι Κόκκινοι στάθηκαν δίπλα στον πολίτη και πάλεψαν μαζί του την κατάθλιψη, την τάση παραίτησης, μοιράστηκαν την οδύνη του και κατανόησαν τις ψευδαισθήσεις του.
Εκατό χρόνια και τι δεν γνώρισε το κίνημα και όμως συνέχισε: Από τους πανάκριβους πράκτορες – βασιλείς, την κατασπατάληση του δημοσίου χρήματος μέχρι τον φαύλο κύκλο της γενικευμένης απάτης. Παρ’ όλα αυτά, το κίνημα παραμένει σταθερό στη δράση του και την παρουσία του στους αγώνες διεκδίκησης της χαμένης μας αξιοπρέπειας».
Και σε ένα άλλο κείμενο, την ίδια χρονιά, συμπλήρωνες: «Απ’ όλους πιο πολύ αγαπώ τους σιωπηλούς γέροντες συντρόφους, που έχουν μια σεμνή, σταθερή θέση απέναντι στο Κόμμα. Είναι άνθρωποι που πέρασαν από φυλακές και βασανιστήρια, που είδαν τους συντρόφους τους να οδηγούνται στο απόσπασμα. Και μόνο να τους κοιτάς, σε εξευγενίζουν. Ας τους προσκυνήσουμε τώρα που είναι ακόμα εν ζωή».
Η ευρυμάθεια, η βαθιά σου καλλιέργεια, η ευστροφία και η παιδεία σου έκαναν πλουσιότερο τον «Ριζοσπάστη» τα χρόνια αυτά που μας χάριζες τα γραπτά σου.
Εκαναν όμως καλύτερους κι εμάς, που είχαμε την τύχη να σε γνωρίσουμε και να συζητάμε μαζί σου.
Μας δίδαξες με τη σεμνότητα και την επιμονή σου να κάνουμε παρατηρήσεις, να πούμε γνώμη για τα κείμενα, να προτείνουμε ακόμα και αλλαγές.
Μας δίδαξες με το θάρρος, την αξιοπρέπεια που διαχειρίστηκες την αρρώστια σου.
Αλλά και με τον καημό σου, πως το χειρότερο από τα συμπτώματά της ήταν ότι σε εμπόδιζε να βοηθήσεις ακόμα περισσότερο το Κόμμα.
Για όλα αυτά σε ευχαριστούμε από καρδιάς.
Σε αποχαιρετάμε ως «γιο της Καισαριανής», που «συνομιλούσε» κάθε βράδυ στους δρόμους της με τους «ανώνυμους αγίους» του χτες και του σήμερα.
Θα σε αναπολούμε μέσα από τα ποιήματά σου, που μελοποίησαν σπουδαίοι μουσικοί, ανάμεσά τους και ο φίλος, ο αξέχαστος Θάνος Μικρούτσικος.
Θερμά συλλυπητήρια στην σύντροφό σου Λητώ και σε όλους τους οικείους σου.
Σ’ αποχαιρετούμε με αγάπη και σεβασμό, θα σε θυμόμαστε πάντα.
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΟ ΚΟΜΜΑ ΕΛΛΑΔΑΣ Η αγωγή στρέφεται ενάντια σε όποιον δεν ανέχεται την κακοποίηση της ιστορικής αλήθειας
Σε σχόλιο για την εκδίκαση της αγωγής από την ΕΑΑΣ σε βάρος του Νίκου Μπογιόπουλου, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ τονίζει:
«Η αγωγή σε βάρος του δημοσιογράφου Νίκου Μπογιόπουλου από την Ενωση Απόστρατων Αξιωματικών Στρατού (ΕΑΑΣ), που εκδικάζεται αύριο (σ.σ. σήμερα), δεν στρέφεται μόνο κατά του δημοσιογράφου, στρέφεται εναντίον καθενός και καθεμιάς που δεν ανέχεται την κακοποίηση της ιστορικής αλήθειας και μνήμης, τον αντικομμουνισμό, την ποινικοποίηση της γνώμης και δράσης που αμφισβητεί την κυρίαρχη πολιτική και ιδεολογία.
Οι “διώκτες” του δημοσιογράφου είναι οι ίδιοι που φιγουράρουν σε εκδηλώσεις “κομμουνιστοφάγων”, μαζί με εκπροσώπους της εγκληματικής φασιστικής Χρυσής Αυγής, ενώ επιδίδονται σε πρακτικές και φρασεολογία βγαλμένη από την εποχή των εκτελέσεων και των εξοριών.
Η άθλια αυτή ενέργεια δεν εκδηλώνεται σε πολιτικό κενό. Ερχεται ως συνέχεια πρόσφατων δηλώσεων κυβερνητικών στελεχών, βουλευτών κι άλλων παραγόντων που, αναπαράγοντας τη θεωρία των “δύο άκρων”, εξισώνουν την πάλη του εργατικού – λαϊκού κινήματος με τη φασιστική εγκληματική βία, καλλιεργώντας ουσιαστικά την ανοχή απέναντι στην τελευταία. “Νερό στο μύλο” τέτοιων διώξεων ρίχνουν επίσης οι νομοθετικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης, όπως είναι η σχεδιαζόμενη αναθεώρηση του Ποινικού Κώδικα που, στο όνομα της αντιμετώπισης των fake news, διαμορφώνει καθεστώς λογοκρισίας και διώξεων.
Η κυβέρνηση δεν μπορεί να συνεχίσει να κρύβεται. Πρέπει εδώ και τώρα να πάρει θέση και να απαντήσει στα ερωτήματα που το ΚΚΕ έχει θέσει με Επίκαιρη Ερώτησή του, όπως ποια μέτρα θα πάρει για να σταματήσει η δίωξη σε βάρος του δημοσιογράφου, αλλά και ποια μέτρα θα πάρει για να σταματήσουν αυτές οι προκλητικές ενέργειες της ΕΑΑΣ, η οποία ως ΝΠΔΔ εποπτεύεται από το ίδιο το υπουργείο Αμυνας». Εξεγερμένος, ενάντια στους μέσους όρους, τον καθωσπρεπισμό, την αλλοτρίωση της ζωής
Ο αποχαιρετισμός του παιδικού φίλου του Γιώργου Κακουλίδη, Βάσια Τσοκόπουλου, που ανέγνωσε ο Ρένος Χαραλαμπίδης
Μετά τον Δημήτρη, μετά τον Κωστή, μετά τον Νίκο, τον Μιχάλη, τον Εκτορα, μετά τον Φίλιππο, μετά τον Θάνο ήρθε η ώρα του Γιώργου για την έξοδο.
Ηρθε η ώρα να συνεχίσει μόνος, τυλιγμένος απελπιστικά στη μοναξιά του, κουρασμένος από τη μάχη με τα παιδικά του χρόνια, κουρασμένος από την ένταση της σκληρής ζωής και της ποίησης.
Ηρθε η ώρα να μας αφήσει μόνους, όλους και όλες που τον γνωρίσαμε, την αγαπημένη του Λητώ που ήταν δίπλα του στα δύσκολα, γιατί η ζωή με τον Γιώργο ακόμα και στις πιο ευτυχισμένες στιγμές ήταν πάντα στα δύσκολα.
Και όλους εμάς που τον αγαπήσαμε, τον αγαπήσαμε γιατί υποκλίθηκε σε αυτό το ζώο που όλοι διώχνουν με τις πέτρες.
Τον αγαπήσαμε, γιατί αν και δεν δάγκωσε και κρατήθηκε, αλίμονο, ό,τι κι αν έκανε πάλι η γλώσσα του έβγαζε αίμα.
Τον αγαπήσαμε γιατί μίλησε με τη θάλασσα στο σημείο που ο άγγελος έκοψε το κεφάλι του.
Τον αγαπήσαμε, γιατί περίμενε μια προσευχή να δει, να μη μυρίζει αίμα.
Τον αγαπήσαμε γιατί οι λέξεις στην ποίησή του ακτινοβολούν και είναι φωτεινές πατημασιές στο σκοτάδι μας.
Τον αγαπήσαμε γιατί μύρισε το αίμα, μύρισε το αίμα του σκοτωμένου αλλά και το χέρι του δολοφόνου, χωρίς να φοβηθεί. Και αν φοβήθηκε, ήταν μόνο για να μη γίνει γυάλινος, να μη δει τη φωνή του να φεύγει.
Τον αγαπήσαμε, γιατί μας έμαθε ότι ο τάφος είναι αίθουσα διδασκαλίας, ότι ο πατέρας είναι το πιο τρελό σφαγείο και ο λαιμός της αγαπημένης το πιο μεγάλο άσυλο.
Τον αγαπήσαμε γιατί ζωγράφιζε το ίδιο δυνατά, όπως έγραφε.
Τον αγαπήσαμε γιατί ήταν γενναίος, γιατί δεν κρυβόταν.
Τον αγαπήσαμε πολύ και πάντα θα τον αγαπάμε.
Και τώρα είμαστε υποχρεωμένοι να ζήσουμε χωρίς τον Γιώργο, να ζήσουμε με την ανάμνησή του. Και να θυμόμαστε ότι είχαμε το δώρο να ζήσουμε με το άγγιγμα κάποιου που ήταν ποιητής με «π» κεφαλαίο, με τη φλόγα της ποίησης στη ζωή του, που ήταν Καισαριανιώτης με τη μαγεία και τη σκληρότητα που έχει αυτή η συνοικία.
Που ήταν εξεγερμένος, αντάρτης με το όπλο παρά πόδα, ενάντια στους μέσους όρους, τον καθωσπρεπισμό, την αλλοτρίωση της ζωής.
Που ήταν όμορφος, ήταν όρθιος, ήταν αθώος, ο Γιώργος Κακουλίδης.
Σελ. 12345678910111213141516171819202122232425262728/28 Cop
Εφημερίδα ριζοσπάστης 21-10-2021